Πρωτοπρ. Δημητρίου Βακάρου
Πηγή: "Ενορία: Προς μια νέα ανακάλυψή της" Εκδόσεις "Ακρίτας". Β΄ Έκδοση Αθήνα 1993. Σελ. 51-53.
Το παρακάτω κείμενο αποτελεί μέρος εισηγήσεως που έγινε στο Ιερατικό Συνέδριο της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας στις 22 Μαϊου 1988. Το αναδημοσιεύουμε αποσπασματικά από το περιοδικό Γρηγόριος ο Παλαμάς τ. 726. Θεσσαλονίκη 1989.
Οι λόγοι
οι οποίοι κυρίως συνετέλεσαν κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας στην
ανάπτυξη της ενορίας ως θεσμού ή συστήματος διοικήσεως της Εκκλησίας, και
μάλιστα ως βασικής μονάδος οργανώσεως της εκκλησιαστικής ζωής των μελών της
ήσαν:
α) Το
ποικιλόμορφο εκκλησιαστικο-πολιτικό καθεστώς που ίσχυε στις
τουρκοκρατούμενες πόλεις της δικαιοδοσίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Οι
υπόδουλοι Έλληνες - μέλη της Εκκλησίας, οι ραγιάδες, πιεζόμενοι από τους
κατακτητές αλλά και από τις εκκλησιαστικές οικονομικές επιβαρύνσεις,
συσπειρώθηκαν κάτω από τη σκέπη της τοπικής Εκκλησίας..
σε ομάδες,
αναπτύσσοντας και ανάλογες διαπροσωπικές και κοινοτικές μεταξύ τους σχέσεις.
Επίσης, η υποχρεωτική εξ αίτιας της Τουρκικής κατακτήσεως μετακίνηση
τμημάτων του πληθυσμού και η καταδίωξη των υποδούλων μετά από την διαρπαγή
και καταστροφή της περιουσίας τους17. Με τον τρόπο αυτό εξαναγκάζονταν οι
κάτοικοι τών χωριών και τών πόλεων να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τα
υπάρχοντα τους για να μετοικήσουν σε βουνά ή απομακρυσμένες και δυσπρόσιτες
περιοχές και να δημιουργούν προάστεια18 ή νέους συνοικισμούς και κοινότητες19.
Η συνοίκηση με αλλόθρησκους
ή ετεροδόξους ή σχισματικούς ανάγκαζε τους
υπόδουλους να συσπειρώνονται σε κάποια περιοχή που έπαιρνε το όνομά της από
το ναό που υπήρχε σ' αυτήν. Ακόμη, το φαινόμενο της εκκοσμικεύσεως της
Εκκλησίας που διαμόρφωσε νέο εκκλησιαστικό ήθος. Αυτό συνέβη όχι μόνο
εξαιτίας της συμμετοχής των λαϊκών ως δημογερόντων, πρωτομαστόρων ή
εκκλησιαστικών επιτρόπων στη διοίκηση και διαχείριση των πραγμάτων τής
Εκκλησίας, αλλά και εξαιτίας του συνδέσμου της εκκλησιαστικής οργανώσεως με
τις λατρευτικές, πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές ανάγκες των
υποδούλων. Με άλλα λόγια, η εκκοσμίκευση εισήλθε και από την στενή σύνδεση
της κοινοτικής με την θρησκευτική ζωή τών υποδούλων.
Εδώ πρέπει να
υπογραμμίσουμε το γεγονός ότι με τα προνόμια που απένειμε ο κατακτητής στην
Εκκλησία, οι Ιεροί ναοί είχαν αυτονομία εκκλησιαστικής διοικήσεως και
οργανώσεως. Έτσι ο θεσμός της ενορίας βοήθησε ιδιαίτερα τους ναούς της
υπαίθρου να δημιουργήσουν γεωργο-οικονομικούς οργανισμούς, οι οποίοι
διαμόρφωσαν ιδιαίτερο εκκλησιαστικό καθεστώς. Με τον τρόπο αυτό ο υπόδουλος
λαός του Θεού κατόρθωσε μέσω της ενορίας και των ιερών ναών όχι μόνο να
επιβιώσει και να αναζωπυρωθεί πολιτικά, οικονομικά και πολιτιστικά, αλλά και
να διατηρήσει ακέραια την Ορθόδοξη πίστη του.
Οι ιεροί
ναοί την περίοδο αυτή δεν αποτελούσαν μόνο τόπο λατρείας, αλλά και χώρο
συναθροίσεως των ενοριτών προς συζήτηση και επίλυση διαφόρων προβλημάτων. Ο
δε περίβολος, η αυλή του ναού, χρησιμοποιούνταν προς ψυχαγωγία των ενοριτών
κατά τα πανηγύρια των Αγίων, τους γάμους και τις χαρές των μελών της
Εκκλησίας.
Αν και οι
διάφορες υποχρεώσεις τών μονίμως εγκατεστημένων Χριστιανών στην
εκκλησιαστική περιφέρεια τού ενοριακού ναού, τών ενοριτών, εξ αίτιας του
ισχύοντος τότε εκκλησιαστικο-πολιτικού καθεστώτος ήσαν πολλές και
δυσβάστακτές, όμως με τις συντεχνίες τους οι ενορίτες ενίσχυσαν οικονομικά
τους ιερούς ενοριακούς ναούς και το επιτελούμενο φιλανθρωπικό τους έργο. Σ'
όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας ο πυρήνας της συλλογικής δράσεως τών
υποδούλων Ελλήνων ήταν η ενορία-κοινότητα. Σύμφωνα πάντοτε με τα μέτρα της
εποχής ήταν το ιδανικότερο σύστημα αυτοδιοικήσεως, το οποίον η Μεγάλη του
Χριστού Εκκλησία οργάνωσε διακονώντας το ποίμνιό της20. Κι αυτή ακριβώς η
οργάνωση της ενορίας κράτησε αρραγή την συνοχή του Ελληνισμού που
αντιστάθηκε σθεναρά κατά τών κατακτητών. Σ' όλη τη διάρκεια της μακράς
δουλείας οι Ιερείς των ενοριακών ναών ήσαν εκείνοι, οι οποίοι μέχρι
αυτοθυσίας αναλώθηκαν προκειμένου να επιτελέσουν το σωτηριώδες, κοινωφελές
αλλά και εθνοσωτήριο έργο21.
Σημειώσεις
17.
Προδρόμου Ακανθόπουλου. "Η
ιστορία των ενοριών τού Οικουμενικού Πατριαρχείου κατά την
Τουρκοκρατία", Θεσσαλονίκη 1984, 44.
18. Βουτυρά Σ. Καρύδου Γ., "Λεξικόν Ιστορίας και
Γεωγραφίας", τόμος Γ΄ εν Κων/πόλει 1881, 942.
19. Βουτυρά Σ. Καρύδου Γ.,
"Λεξικόν Ιστορίας και Γεωγραφίας", τόμος Γ΄.
947, 966. Από πληροφορίες τού
Χ. Ι. Παπαχριστοδούλου· [Ιστορία
της Ρόδου από τους προϊστορικούς
χρόνους έως την
ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου
(1948). Αθήναι 1972. σ. 515]:
Οι Έλληνες της Ρόδου
διωγμένοι από τις χατοικίες τους και τις Εκκλησίες
τού κάστρου, αρχίζοιν
μια νέα ζωή στις συνοικίες
τους -τα μαράσια- έξω από αυτό.
Η περιφέρεια που τούς έδωσαν
να κατοικήσουν ήταν κήποι ή επαύλεις
κατεδαφισμένες πριν αρχισει η πολιορκία, το
ίδιο είχε γίνει για τις Εκκλησίες.
Επομένως όλα χτίστηκαν τότε, κάθε
συνοικία χτίζει την Εκκλησία
της και σχηματίζει μια
ενορία·
είναι σαν μια κοινότητα
χωριού, χωρίς κοινοτικούς άρχοντες.
20.
Χαραλάμπου Παπαστάθη, "Οι Κανονισμοί τών Ορθοδόξων Ελληνικών Κοινοτήτων τού
Οθωμανικού Κράτους και τής Διασποράς", Θσσ/νίκη 1984. 7.
21. Προδρόμου
Ακανθαπούλου. "Η ιστορία των
ενοριών…" 108 πρβλ. και
Αρχιμ. Ειρηναίου I. Χατζηευφραιμίδη.
"Η ενορία
ιστορικώς". Ζωντανή Ενορία,
εισηγήσεις και
εκθέσεις του ΙΖ΄ Ιερατικού
Συνεδρίου τής Ιεράς Μητροπόλεως
Φλωρίνης. Αθήνα» 1987. 48-68.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου