Προχθές, ακούγοντας την
αναμετάδοση από τον ανταποκριτή της ΕΡΤ στην έκτακτη ευρωπαϊκή σύνοδο
κορυφής για το Brexit, διαπιστώνει κανείς το πόσο δεσμευμένη στην
κυρίαρχη στην Ευρώπη, ‘γερμανική’ εκδοχή ερμηνείας είναι η ματιά του
ελληνικού κατεστημένου πάνω στα γεγονότα. Ο δημοσιογράφος της ΕΡΤ,
μιλούσε για την πανευρωπαϊκή ανάδυση μιας νέας ‘εθνολαϊκιστικής’ (sic!)
και ευρωσκεπτικιστικής δεξιάς, που απειλεί να βυθίσει το ευρωπαϊκό
οικοδόμημα: Μια ‘αφήγηση’ της σημερινής ευρωπαϊκής πραγματικότητας, που
απλώς επαναλαμβάνει με άλλα λόγια την θέση του θυμωμένου για τις
‘ευρωσκεπτικιστικές αποστασίες’ –όπως τις χαρακτήρισε σε συνέντευξή του
στην Λε Μοντ, στις 21 Μαΐου– Ζαν Κλωντ Γιουνκέρ.
Του Γιώργου Ρακκά ΠΗΓΗ: http://ardin-rixi.gr/
Οι ιθύνοντες της Ευρώπης προσπαθούν να μας πείσουν ότι τα τελευταία γεγονότα, η άνοδος του Γκερτ Βίλντερς στην Ολλανδία, εκείνη της Μαρί Λεπέν στην Γαλλία, η παρ ολίγον εκλογή του ακροδεξιού υποψήφιου στην προεδρεία της Αυστρίας, αλλά και οι επιτυχίες που έχει καταγράψει το Afd στη Γερμανία, αποτελούν ένα είδος ενδημικού ιού ο οποίος, εφόσον αντιμετωπιστεί, θα...
εξαφανιστεί με την ίδια ταχύτητα με την οποία εμφανίστηκε.
Είναι άραγε όμως έτσι τα πράγματα; Η αλήθεια είναι ότι κάθε φορά που η ιδέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης τίθεται, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, υπό την άμεση κρίση της λαϊκής βούλησης, σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, απορρίπτεται με θεαματικότερες ή λιγότερο θεαματικές ανατροπές. Και αυτό δεν συμβαίνει μόνον τα τελευταία χρόνια, από τη στιγμή που ξέσπασε η ευρωπαϊκή κρίση, αλλά ήδη από το 2005 όταν οι Γάλλοι και οι Ολλανδοί θα απορρίψουν με δύο διαδοχικά δημοψηφίσματα την απόπειρα θέσπισης ενός Ευρωσυντάγματος, ενταφιάζοντας μια πρώτη απόπειρα των Γερμανών να δώσουν μια αποφασιστική ώθηση στην εκδοχή μιας ομοσπονδιακής «Ευρώπης των περιφερειών».
Σε όλες τις περιπτώσεις αναδεικνύεται ένας κοινός κανόνας: Τα «ΟΧΙ» που ακούγονται τέμνουν οριζόντια τον κομματικό χάρτη, και εκφράζονται ως ανταρσία μιας μεγάλης μερίδας της εκλογικής βάσης των πολιτικών κομμάτων εναντίον των ηγεσιών τους, οι οποίες ευθυγραμμίζονται με τις επιταγές του κατεστημένου: Είναι ‘πληβειακά ΟΧΙ’ με τον σκληρό τους πυρήνα να εντοπίζεται στα εντυπωσιακά ποσοστά που πετυχαίνουν στις φτωχότερες περιοχές, προάστια και συνοικίες των ευρωπαϊκών χωρών.
Και αποτελούν ένα είδος ‘εξέγερσης’ των χαμένων της ευρωπαϊκής ενοποίησης απέναντι σε μια ‘ενιαία σκέψη’ που εκφράζεται συμπαγώς και εν χορώ από όλες τις μερίδες του κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου – τα ΜΜΕ, την διανόηση, τον πολιτικό κόσμο, την συντριπτική πλειοψηφία του επιχειρηματικού κόσμου, ιδίως, εκείνων των συμφερόντων που βρίσκονται στην αιχμή της χρηματοπιστωτικής παγκοσμιοποίησης.
Η ερμηνεία του ‘εθνολαϊκισμού’ αποτυγχάνει να συλλάβει αυτές τις πραγματικότητες, και εν τέλει πέφτει η ίδια θύμα των απώτερων στοχεύσεών της: Κατασκευασμένη περισσότερο για να αποτελέσει ένα προπαγανδιστικό παρά ερμηνευτικό εργαλείο, η ερμηνεία του εθνολαϊκισμού’ εν τέλει πέφτει θύμα της ίδιας της προπαγάνδας, λαμβάνοντας ως πραγματικότητα την πολεμική που εξαπολύει στις –πλέον γενικευμένες– τάσεις αποσύνθεσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το ίδιο συμβαίνει και με το Brexit, οπότε, θα ήταν καλύτερο να επιστρέψουμε σε περισσότερο ‘παραδοσιακά’ εργαλεία προκειμένου να κατανοήσουμε το τι συνέβη στην Βρετανία. Και αντί να βυθιζόμαστε σε μια ατέρμονη περιπτωσιολογία του «ποιος είπε τι» –στηλιτεύοντας προσωπικότητες όπως ο Νάιτζελ Φάρατζ– μπορούμε να αφήσουμε τις ίδιες τις κοινωνικές και πολιτισμικές πραγματικότητες του Brexit να μιλήσουν από μόνες τους.
Η ακτινογραφία του Brexit
Η ‘μεγάλη’ εικόνα των αποτελεσμάτων για το βρετανικό δημοψήφισμα είναι λίγο-πολύ γνωστή: Η Σκωτία ψήφισε εντός, το ίδιο έπραξε και η Βόρειος Ιρλανδία –για ευνόητους λόγους• το μεγαλύτερο μέρος της Αγγλίας και της Ουαλίας, θα ψηφίσει «εκτός» με την εξαίρεση ορισμένων χαρακτηριστικών εξαιρέσεων όπως το Λονδίνο, το Λήντς, και η Οξφόρδη.
Πίσω από αυτήν την γεωγραφική κατανομή, κρύβεται μια εκλογική πραγματικότητα μιας βαθιά διχασμένης κοινωνίας –και το ζήτημα είναι ποιες ακριβώς είναι οι διαιρετικές τομές που παράγουν αυτόν τον διχασμό.
Με την βοήθεια των αναλύσεων που δημοσιοποιήθηκαν την επαύριο της επικράτησης του Brexit, μπορούμε να συνάγουμε μια ασφαλή εικόνα γι’ αυτές:
Α) Χάσμα των γενεών. Είναι αλήθεια ότι οι νεώτερες ηλικίες τάχθηκαν υπέρ της παραμονής του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Το 73% όσων βρίσκονται μεταξύ 18 και 24, το 62% των 25-34, και το 52% των 35-44. Αντίθετα υπήρξαν τα αποτελέσματα για όσους είναι πάνω από 45: 56% για τους 45-54, 57% για τους 55-64, και 60% για τους 64+. Η μεγάλη αποχή, επίσης, των μικρότερων ηλικιών καταδεικνύει και την ύπαρξη μιας μεγάλης μερίδας περιθωριοποιημένης νεολαίας – οι επονομαζόμενοι και Τσάβς (Chavs)– γόνους της Λευκής Εργατικής Τάξης, φορείς μιας ιδιάζουσας λούμπεν κουλτούρας, που τελούν σε συνθήκες ολοκληρωτικού αποκλεισμού από τα τεκταινόμενα της βρετανικής κοινωνίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι, σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση δεν υπήρξε διαφοροποίηση με βάση το φύλο: Άνδρες και γυναίκες ψηφίσαν σε απόλυτη αντιστοιχία με το γενικό αποτέλεσμα (48%-52%).
Β) Μορφωτικές και Κοινωνικές διαιρέσεις. Και εδώ η εικόνα είναι απολύτως καθαρή. Οι φτωχότεροι και οι λιγότερο μορφωμένοι τάχθηκαν αναφανδόν υπέρ του Brexit: To 57% των πτυχιούχων πανεπιστημίου, τάχθηκε υπέρ της παραμονής, όπως και το 64% των κατόχων ανώτερων τίτλων (μεταπτυχιακών και διδακτορικών). Αντίστροφα υπήρξαν τα αποτελέσματα για τους απόφοιτους της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Η ίδια εικόνα επαναλαμβάνεται και σε σχέση με την κοινωνική διαστρωμάτωση: Η ανώτερη, και η ανώτερη μεσαία τάξη (μάνατζερ, διαχειριστές, επαγγελματίες υψηλών και μέσων, υψηλών εισοδημάτων) τάχθηκε κατά 57% υπέρ της παραμονής. Η κατώτερη μεσαία τάξη (μεσσαίοι και κατώτεροι υπάλληλοι, επαγγελματίες κ.ο.κ.) ψήφισε κατά 51% έξοδο, ενώ κατά 64% ψήφισαν οι ειδικευμένοι, οι ημι-ειδικευμένοι και ανειδίκευτοι εργάτες, οι άνεργοι, οι συνταξιούχοι και οι λοιποί εξαρτώμενοι της Πρόνοιας.
Γ) Πολιτισμικές διαιρέσεις. Καθώς στο πλαίσιο της κυρίαρχης πολυπολιτισμικής λογικής, οι πολιτισμικές διαιρέσεις τελούν εν είδει ταμπού, βρίσκουμε ελάχιστη ή καθόλου αναφορά σε αυτές, τουλάχιστον στα κατεστημένα ΜΜΕ. Εντούτοις, και εδώ η εικόνα είναι πολύ καθαρή. Οι Λευκοί Άγγλοι ψήφισαν κατά 53% έξοδο, οι Ασιάτες κατά 67% παραμονή, οι μαύροι 58% παραμονή• οι χριστιανοί, έξοδο κατά 58%, και οι μουσουλμάνοι τάχθηκαν με συντριπτικά ποσοστά υπέρ της παραμονής (7 στους 10, 70%).
Δύο κόσμοι
Η κοινωνική και δημογραφική ανάλυση της βρετανικής ψήφου αναδεικνύει την ύπαρξη δύο διαφορετικών κόσμων μέσα στην βρετανική κοινωνία. Και λέμε κόσμων, καθώς απ’ ό,τι φαίνεται η συγκρότησή τους διαπερνάει κάθετα την κοινωνική διαστρωμάτωση:
Από την μία, στο στρατόπεδο της «παραμονής», στέκεται ο κόσμος της παγκοσμιοποίησης• περιλαμβάνει την νέα πολυπολιτισμική βάση της βρετανικής κοινωνίας –το μωσαϊκό των μεταναστευτικών κοινοτήτων–, την μεσοστρωματική νεολαία, την πολυεθνική στρατιά των λευκών κολάρων που εργάζονται στην Αγγλία, και καταλήγει στην αφρόκρεμα της Οξφόρδης (70,3% υπέρ της παραμονής) και του Δυτικού Λονδίνου –το Σίτυ (75,3%), το Ίλιγκτον (75,2%) και το Κάμντεν (74,9%), έδρες του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, των μεγάλων δικηγορικών και λογιστικών γραφείων και της λεγόμενης ‘δημιουργικής βιομηχανίας’ (design, ΜΜΕ, τέχνες κ.ο.κ.).
Στον αντίποδα, στέκονται «αυτοί που έχουν μείνει πίσω» – καταπώς τους αποκαλούν τα βρετανική ΜΜΕ• οι χαμένοι της παγκοσμιοποίησης, οι μεγαλύτερες γενιές που μεγάλωσαν μέσα στο μεταπολεμικό περιβάλλον της παντοδυναμίας του εθνικού κράτους, του κεϋνσιανισμού, της σταθερής απασχόλησης, το λευκό προλεταριάτο και οι άνεργοι, τα στρώματα των μικροϊδιοκτητών.
Πουθενά δεν αντικατοπτρίζεται τόσο ανάγλυφα αυτός ο ‘νέος κόσμος’ της παγκοσμιοποίησης, όσο στο Δυτικό Λονδίνο: Μια ‘παγκόσμια πόλη’, κατά την Σάσκια Σάσεν –η 5η μεγαλύτερη στον κόσμο– με μητροπολιτικό ΑΕΠ όσο το αντίστοιχο της… Σουηδίας και του Ιράν και μια πολυπολιτισμική σύνθεση κατά την οποία μόνο το 57,5% των κατοίκων είναι γηγενείς, με τους υπόλοιπους να συγκροτούν μια «διεθνή» των λευκών κολάρων, αλλά και μια πολυεθνική τάξη εργαζόμενων από τις πρώην αποικιακές κτήσεις που απασχολούνται στις πιο χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας αυτής της τουρμπο-οικονομίας των υπηρεσιών.
Στην καρδιά αυτής της μητρόπολης, βρίσκεται μια περιοχή με πενταπλάσιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ του μέσου ευρωπαϊκού όρου (162.000$). Εκεί ακριβώς εκδηλώθηκε και η πρωτοπορία της «παραμονής» –σε μια περιοχή ενός τετραγωνικού μιλίου που απασχολεί περί τους 400.000 εργαζόμενους, και πραγματοποιούνται καθημερινές συναλλαγές της τάξεως του 2,7 τρισεκατομμυρίων στερλινών! Πρόκειται για μια παράλληλη κοινωνία μέσα στην κοινωνία της Βρετανίας, που διατηρεί από λίγο έως ελάχιστη σχέση με την ενδοχώρα –της ίδιας της πόλης, ή/και ολόκληρου του νησιού– και λειτουργεί πολύ περισσότερο ως κόμβος των διεθνών οικονομικών και επικοινωνιακών δικτύων.
Αντιστοίχως, λειτουργεί και η Οξφόρδη, που βιώνει μια διαφορετικού τύπου διεθνοποίηση, εκπαιδευτικού τύπου, και συγκροτεί μια πολυεθνική τάξη διανοουμένων των δικτύων Erasmus, των πανευρωπαϊκών συνεδρίων, και των διακρατικών κοινοτικών ερευνητικών προγραμμάτων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η έμφαση που έδωσε κατά τις τελευταίες δεκαετίες η Ε.Ε. στους εκπαιδευτικούς μηχανισμούς, στην ενοποίηση των εκπαιδευτικών corpus και στα αμέτρητα προγράμματα προαγωγής του νέου φιλελεύθερου, ευρωπαϊκού κοσμοπολιτισμού, θα τροποποιήσουν αποφασιστικά τον ρόλο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις σύγχρονες κοινωνίες:
Από μοχλός μετάδοσης της υψηλής εθνικής κουλτούρας, η εκπαίδευση πλέον μετασχηματίζεται σε δίαυλο διεθνοποίησης, και κέντρο κατασκευής κοσμοπολίτικων εμπειριών –έτσι ερμηνεύονται τα συντριπτικά ποσοστά που πέτυχε η «παραμονή» στους πτυχιούχους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και στους κατόχους υψηλότερων τίτλων.
Στον αντίποδα βρίσκονται περιοχές όπως το Νότιο Γιορκσάιρ, μια από τις φτωχότερες περιφέρειες του Ηνωμένου Βασιλείου. Γνωστή άλλοτε και ως «λαϊκή δημοκρατία του Νότιου Γιορκσάιρ», εξαιτίας του προλεταριακού του χαρακτήρα και της συντριπτικής απήχησης του Εργατικού Κόμματος, το οποίο ήλεγχε επί δεκαετίες την τοπική αυτοδιοίκηση, ήταν κατά το δημοψήφισμα η περιφέρεια που ηγήθηκε της «ανταρσίας» των φτωχών στρωμάτων υπέρ της «Αποχώρησης».
Τα ποσοστά του Brexit, ήταν συντριπτικά στα περισσότερα αστικά κέντρα της περιφέρειας –Μπάρνσλεϊ (68,3%), Ντόνκαστερ (69,0%), Ρόδερχαμ (67,9%)–, ενώ το Σέφιλντ ήταν η μόνη πόλη ‘πρώτης γραμμής’ του αγγλικού Βορρά (Ληντς, Νιουκάστλ, Μάντσεστερ και Λίβερπουλ) όπου επικράτησε η «αποχώρηση», με οριακό βέβαια ποσοστό (51%).
Δύο ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες: Η περιφέρεια του Νότιου Γιορκσάιρ, αποτελεί ‘στρατηγική περιοχή’ για τον Νάιτζελ Φαράτζ και το Ukip, το οποίο μάλιστα παρ’ ολίγον να κερδίσει και τον Δήμο του Ρόδερχαμ στις δημοτικές εκλογές του 2014, βγαίνοντας δεύτερο για μόλις 800 ψήφους• η ίδια η πόλη, δε, πριν από μερικά χρόνια θα αποτελέσει το θέατρο ενός συνταρακτικού «πολυπολιτισμικού σκανδάλου». Το 2013 αποκαλύφθηκε η δράση ενός πακιστανο-βρετανικού εγκληματικού δικτύου σεξουαλικής παρενόχλησης ανηλίκων, με πάνω από 1.400 θύματα, το οποίο οι τοπικές αρχές συγκάλυπταν αρχικώς από τον φόβο μήπως στιγματιστούν ως ‘ξενοφοβικές’.
Αυτή είναι η πραγματικότητα των πιο φτωχών και καθυστερημένων περιοχών του Ηνωμένου Βασιλείου, που λειτουργούν ως μια ‘χύτρα’ εξαθλίωσης και εγκατάλειψης, που προσεγγίζει επικίνδυνα το σημείο βρασμού σ’ ένα σκηνικό πολλαπλών κοινωνικών και πολιτιστικών διαιρέσεων. Και αυτή ακριβώς η κατάσταση, είναι που εξώθησε αυτές ακριβώς τις κοινωνικές ομάδες σε μια μαζική ανταρσία εναντίον του κατεστημένου των τριών τελευταίων δεκαετιών, παγκοσμιοποιημένο, πολυπολιτισμικό, φιλελεύθερο, και εν τέλει ανοιχτό σε μια Ευρώπη η οποία αναβιώνει υπό γερμανική κηδεμονία έναν σκληρό θατσερισμό, που παροξύνεται από την τευτονική αποτελεσματικότητα.
Αυτή η ‘ανταρσία’ θα συναντηθεί με πλευρές του συντηρητικού, κυρίως, κατεστημένου οι οποίες έπαιξαν το χαρτί του ευρωσκεπτικισμού και της ‘εξόδου’ αποσκοπώντας να μεταβάλουν τους συσχετισμούς ισχύος εντός των αρχουσών τάξεων, και να περιορίσουν την ισχύ των πιο διεθνοποιημένων κομματιών τους. Και θα προκαλέσει την θεαματική ανατροπή του δημοψηφίσματος προκαλώντας έκδηλη αμηχανία ακόμα και στους επικεφαλής της καμπάνιας που στήριζε την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε.
Η «αντανακλαστική κίνηση» των Ευρωπαϊκών λαών
Από τις θεωρίες του «ευρωσκεπτικισμού» και του «εθνολαϊκισμού» είναι προτιμότερο να νοούμε την επικράτηση της «αποχώρησης» στο βρετανικό δημοψήφισμα για την Ε.Ε. ως μια πράξη απόρριψης της παγκοσμιοποίησης από τα πιο φτωχά και καθυστερημένα κομμάτια της βρετανικής κοινωνίας: Η ειδοποιός διαφορά της ΕΟΚ του 1975, από την Ε.Ε. του 2016 –εξάλλου– είναι ότι η τελευταία έχει πλέον ταυτιστεί με την παγκοσμιοποίηση, θέλοντας να πάρει την μορφή μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης των περιφερειών, που στρέφεται ενάντια στην εθνική και λαϊκή κυριαρχία.
Ο Καρλ Πολάνυι, θα την αναλύσει με τους όρους της εμπορευματοποίησης της γης, της εργασίας, και της χρηματιστηριοποίησης, και θα αναλύσει το πώς η οικονομία της αγοράς θα χειραφετηθεί από πολιτικό έλεγχο επιχειρώντας να μετασχηματίσει της ευρωπαϊκές κοινωνίες σε «κοινωνίες της αγοράς».
Η κίνηση αυτή, τροφοδοτεί μια αντίδραση, που θα πυροδοτήσει την γέννηση ανομοιογενών και συχνά συγκρουόμενων μεταξύ τους κινημάτων, που αμφισβητούν το φιλελεύθερο οικονομικό κατεστημένο: το εργατικό κίνημα, ο κομμουνισμός, ο φασισμός και ο ναζισμός, συμπυκνώνοντας διαφορετικές κοινωνικές συμμαχίες των «χαμένων» της εποχής τους, υπό διαφορετικές σημαίες και προτάγματα, θα αξιώσουν ακριβώς να θέσουν τέλος σε αυτήν την ασυδοσία της οικονομίας της αγοράς. Και μέχρι τα μέσα του 1930 θα προκαλέσουν την ανάδυση καθεστώτων, από το αμερικάνικο Νιού Ντηλ, τον ναζιστικό κορπορατισμό, ή την κρατικά σχεδιαζόμενη οικονομία των Σοβιετικών, που απορρίπτουν την οδό της διεθνοποίησης και στρέφονται αποφασιστικά προς την ενδογενή, πολιτικά διαμεσολαβημένη ανάπτυξη.
Και αυτός ο κύκλος ‘διεθνοποίησης’ παράγει τις δικές του ‘αντανακλαστικές κινήσεις’. Το ραγδαία μαζικοποιούμενο ρεύμα του ευρωσκεπτικισμού αποτελεί ξεκάθαρα μια τέτοια κίνηση. Το γιατί εντός του ηγεμονεύει προς το παρόν η άκρα δεξιά, είναι ένα ζήτημα που οφείλεται τόσο στις διαφορετικές γεωπολιτικές και δημογραφικές πραγματικότητες της γηραιάς ηπείρου, όσο και στην περίφημη «αποστασία της αριστεράς» – την αποπρολεταριοποίησή της, και την μεταβολή της σε αιχμή της ιδεολογικής ηγεμονίας της παγκοσμιοποίησης. Πέραν τούτου, όμως, είναι σαφές πως η Ευρώπη είναι πλέον σε δημογραφική κάμψη –και οι γερασμένες κοινωνίες τείνουν να εκδηλώνουν τις αντιθέσεις τους περισσότερο φοβικά.
Όσο για τους παγκόσμιους συσχετισμούς, η ευημερία της Ευρώπης απειλείται από την θεαματική άνοδο της νοτιοανατολικής Ασίας, και ιδιαίτερα της Κίνας: Η ένταξή της στο κλαμπ των ‘ανεπτυγμένων χωρών’ και η σταδιακή διόγκωση των μεσοστρωμάτων της, ανατρέπει την παγκόσμια κοινωνική ιεραρχία στην κορυφή των οποίων έδρευαν μέχρι σήμερα οι δυτικές άρχουσες τάξεις και τα εύρωστα μεσοστρώματά τους. Η άνοδος της Κίνας, και η μεταβολή της στο ‘εργαστήριο του πλανήτη’ σηματοδοτεί την μεταφορά του πλούτου προς την Ανατολή και αναπόφευκτα τούτο θα σημάνει την υπονόμευση της ευρωπαϊκής ευημερίας και την συρρίκνωση των μεσοστρωμάτων της.
Καθώς η Ευρώπη σπαράσσεται πλέον από αλληλοδιαπλεκόμενες κρίσεις που κλιμακώνονται ταυτοχρόνως – οικονομική κρίση, γεωπολιτική κρίση και κρίση ασφάλειας προσφυγική κρίση– θα πρέπει να αναμένουμε περαιτέρω επέκταση και κοινωνική εμβάθυνση αυτού του ρεύματος ‘ανταρσίας’ των χαμένων της παγκοσμιοποίησης ενάντια στο ευρωπαϊκό κατεστημένο, και το φιλελεύθερο status quo.
Τον Οκτώβριο του 2016, εγκαινιάζεται μια ιδιαίτερα ‘θερμή περίοδος’ με πολύ καθοριστικές εκλογικές αναμετρήσεις: Ιταλικό δημοψήφισμα για την συνταγματική αναθεώρηση, κατόπιν προτάσεως Ρέντσι (Οκτώβριος 2016)• αμερικάνικες εκλογές (Νοέμβριος 2016)• ολλανδικές εκλογές (Μάρτιος 2017)• γαλλικές εκλογές (Απρίλιος-Μάιος 2017) και τέλος, γερμανικές εκλογές (Σεπτέμβριος 2017). Η έκβαση σε αυτές τις αναμετρήσεις, θα κρίνει εν πολλοίς την πορεία της Ευρώπης για τις ερχόμενες δεκαετίες.
Μπροστά σε αυτήν την πρόκληση το ευρωπαϊκό κατεστημένο βρίσκεται σε αμηχανία: Επιθυμεί να αντιδράσει με ταχύτητα και πυγμή ενάντια στην ανταρσία του βρετανικού εκλογικού σώματος – το ερώτημα, όμως, είναι αν το ‘σημείο ισορροπίας’ έχει χαθεί οριστικά και κάθε δράση, απλώς πολλαπλασιάζει την ένταση των αντιδράσεων. Μια μεγάλη μερίδα των Βρυξελλών, θα επιθυμούσε την παραδειγματική τιμωρία του Ηνωμένου Βασιλείου. Πως μπορεί να γίνει αυτό, όμως, όταν η Γερμανία έχει μακράν το μεγαλύτερο μερίδιο στις εισαγωγές της Βρετανίας (15%) και κρατάει τα κλειδιά από την αυτοκινητοβιομηχανία της;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα εξαιρετικά πολύπλοκο οικοδόμημα, με πολύ λεπτές ισορροπίες, και πολλαπλές εσωτερικές αντιθέσεις: Ήδη μια πρώτη προσπάθεια εκφοβισμού των Βρετανών, μέσω των απευθείας συνομιλιών με τους αξιωματούχους της Σκωτίας, προσέκρουσε στο βέτο των Ισπανών. Αν υπάρξει το προηγούμενο της Σκωτίας, σκέφτηκαν, τι θα γίνει με την Καταλονία; Την ίδια στιγμή, Μέρκελ και Σόιμπλε στην κλασική διανομή ρόλων του κακού και του καλού αστυνόμου, προτείνουν διάφορες μορφές ενίσχυσης της ‘ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης’ ως απάντηση στην πολιτική κρίση: Με το μαστίγιο των ενιαίων μηχανισμών επιτήρησης, ή με το καρότο έξτρα πόρων που θα διοχετευθούν προς ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, πράγμα που αποτελεί ‘συνεισφορά’ των Γάλλων στο υπό επεξεργασία κοινό σχέδιο.
Το Afd, όμως, εντός της Γερμανίας, αντιστρατεύεται και τις δύο πολιτικές, ενώ οι χώρες του Βίζεγκραντ απαιτούν την αλλαγή της πολιτικής της Μέρκελ για την μετανάστευση προκειμένου, να συναινέσουν σε οποιοδήποτε γερμανικό σχέδιο• αν, το παρακάνουν στην προσπάθειά τους να επιβάλουν τις πρωτοβουλίες τους, ενισχύουν αυτόματα τον Γκερτ Βίλντερς, την Μαρί Λεπέν, το ίδιο το κόμμα για την Εναλλακτική στο Εσωτερικό τους. Αν κάνουν πίσω, σημαίνει ότι παραδέχονται την ήττα της Ομοσπονδιακής Ευρώπης, καθώς το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης προς αυτή την κατεύθυνση είναι σχεδιασμένο με την λογική του γερμανικού blitzkrieg: Εφόσον σταματήσει την προέλαση… καταρρέει.
Μέσα σε αυτή την κατάσταση ένα μόνον είναι σίγουρο: Ότι μέσα στον επόμενο χρόνο, θα μάθουμε αν η Ευρώπη διαθέτει κάποιο μέλλον ή όχι. Τα υπόλοιπα μένουν ανοιχτά.
Και ακριβώς λόγω αυτής της απόλυτης αβεβαιότητας, μπορεί κανείς να αναλογιστεί πόσο μεγάλο ήταν το περυσινό έγκλημα του Τσίπρα, που έσπευσε να δώσει πρόωρα μια εν πολλοίς σκηνοθετημένη μάχη με την Ευρώπη, καταφέρνοντας έτσι να μας δέσει χειροπόδαρα στο γερμανικό της άρμα. Και αυτό, λίγες μόνο στιγμές πριν αρχίσουν οι κλυδωνισμοί του: Ο Τσίπρας, θα λεηλατήσει το αντιμνημονιακό αίσθημα της ελληνικής κοινωνίας, οργανώνοντας ένα βοναπαρτιστικό δημοψήφισμα προς ‘εσωτερική κατανάλωση’ –όπως θα δηλώσει ο Ζαν Κλωντ Γιουνκέρ ένα χρόνο αργότερα, πλέκοντας το εγκώμιο του Έλληνα πρωθυπουργού. Θα μετασχηματίσει έτσι το απορριπτικό δυναμικό σε καύσιμη ύλη της ‘κυβερνώσας αριστεράς’ για να το εγκλωβίσει μερικά 24ωρα αργότερα στην πιο σκληρή από τις τρεις μνημονιακές συμφωνίες που υπέγραψε ελληνική κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια.
Το γεγονός αυτό συνιστά, αναμφίβολα, μια ‘ελληνική ιδιαιτερότητα’ καθώς στις υπόλοιπες δημοψηφισματικές αναμετρήσεις ήταν το διευθυντήριο των Βρυξελλών που μεθόδευσε την de facto αναίρεση των αποτελεσμάτων τους, ενώ, στην ελληνική περίπτωση υπήρξε ο ίδιος ο εμπνευστής του και μέχρι τότε «ηγέτης» του απορριπτικού στρατοπέδου• γι’ αυτό εξάλλου έκτοτε θα μεταβληθεί σ’ ένα είδος ‘μασκότ’ της Μέρκελ και της ευρωκρατίας, που θα βρουν στο πρόσωπό του το καλύτερο παράδειγμα μαθητευόμενου μάγου, ‘συνετισμένου’ από την αυστηρότητα του δόκτορος Σόιμπλε. Ένας ρόλος που φαίνεται πως αποδίδει, καθώς, το ‘αντιπαράδειγμά του’ θα παίξει καθοριστικό, αρνητικό ρόλο στην ανάσχεση του ρεύματος των Ποδέμος, οι οποίοι θα χάσουν την δεύτερη θέση στις επαναληπτικές ισπανικές εκλογές που διεξήχθησαν περίπου ένα χρόνο μετά την προκήρυξη του ελληνικού δημοψηφίσματος.
Για τέτοια καθάρματα μιλάμε: Οι ιστορικοί του μέλλοντος θα γράψουν ότι θυσίασαν την μεγαλύτερη ευκαιρία που είχε η χώρα για την ανάσχεση μέρους των τρομακτικών απωλειών στην εθνική και λαϊκή της κυριαρχία, αλλά και υπονόμευσαν αντίστοιχα ρεύματα αμφισβήτησης σε άλλες χώρες της Ευρώπης, μόνο και μόνο για να παρατείνουν την παραμονή τους στην εξουσία…
πηγή
Του Γιώργου Ρακκά ΠΗΓΗ: http://ardin-rixi.gr/
Οι ιθύνοντες της Ευρώπης προσπαθούν να μας πείσουν ότι τα τελευταία γεγονότα, η άνοδος του Γκερτ Βίλντερς στην Ολλανδία, εκείνη της Μαρί Λεπέν στην Γαλλία, η παρ ολίγον εκλογή του ακροδεξιού υποψήφιου στην προεδρεία της Αυστρίας, αλλά και οι επιτυχίες που έχει καταγράψει το Afd στη Γερμανία, αποτελούν ένα είδος ενδημικού ιού ο οποίος, εφόσον αντιμετωπιστεί, θα...
εξαφανιστεί με την ίδια ταχύτητα με την οποία εμφανίστηκε.
Είναι άραγε όμως έτσι τα πράγματα; Η αλήθεια είναι ότι κάθε φορά που η ιδέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης τίθεται, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, υπό την άμεση κρίση της λαϊκής βούλησης, σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, απορρίπτεται με θεαματικότερες ή λιγότερο θεαματικές ανατροπές. Και αυτό δεν συμβαίνει μόνον τα τελευταία χρόνια, από τη στιγμή που ξέσπασε η ευρωπαϊκή κρίση, αλλά ήδη από το 2005 όταν οι Γάλλοι και οι Ολλανδοί θα απορρίψουν με δύο διαδοχικά δημοψηφίσματα την απόπειρα θέσπισης ενός Ευρωσυντάγματος, ενταφιάζοντας μια πρώτη απόπειρα των Γερμανών να δώσουν μια αποφασιστική ώθηση στην εκδοχή μιας ομοσπονδιακής «Ευρώπης των περιφερειών».
Σε όλες τις περιπτώσεις αναδεικνύεται ένας κοινός κανόνας: Τα «ΟΧΙ» που ακούγονται τέμνουν οριζόντια τον κομματικό χάρτη, και εκφράζονται ως ανταρσία μιας μεγάλης μερίδας της εκλογικής βάσης των πολιτικών κομμάτων εναντίον των ηγεσιών τους, οι οποίες ευθυγραμμίζονται με τις επιταγές του κατεστημένου: Είναι ‘πληβειακά ΟΧΙ’ με τον σκληρό τους πυρήνα να εντοπίζεται στα εντυπωσιακά ποσοστά που πετυχαίνουν στις φτωχότερες περιοχές, προάστια και συνοικίες των ευρωπαϊκών χωρών.
Και αποτελούν ένα είδος ‘εξέγερσης’ των χαμένων της ευρωπαϊκής ενοποίησης απέναντι σε μια ‘ενιαία σκέψη’ που εκφράζεται συμπαγώς και εν χορώ από όλες τις μερίδες του κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου – τα ΜΜΕ, την διανόηση, τον πολιτικό κόσμο, την συντριπτική πλειοψηφία του επιχειρηματικού κόσμου, ιδίως, εκείνων των συμφερόντων που βρίσκονται στην αιχμή της χρηματοπιστωτικής παγκοσμιοποίησης.
Η ερμηνεία του ‘εθνολαϊκισμού’ αποτυγχάνει να συλλάβει αυτές τις πραγματικότητες, και εν τέλει πέφτει η ίδια θύμα των απώτερων στοχεύσεών της: Κατασκευασμένη περισσότερο για να αποτελέσει ένα προπαγανδιστικό παρά ερμηνευτικό εργαλείο, η ερμηνεία του εθνολαϊκισμού’ εν τέλει πέφτει θύμα της ίδιας της προπαγάνδας, λαμβάνοντας ως πραγματικότητα την πολεμική που εξαπολύει στις –πλέον γενικευμένες– τάσεις αποσύνθεσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το ίδιο συμβαίνει και με το Brexit, οπότε, θα ήταν καλύτερο να επιστρέψουμε σε περισσότερο ‘παραδοσιακά’ εργαλεία προκειμένου να κατανοήσουμε το τι συνέβη στην Βρετανία. Και αντί να βυθιζόμαστε σε μια ατέρμονη περιπτωσιολογία του «ποιος είπε τι» –στηλιτεύοντας προσωπικότητες όπως ο Νάιτζελ Φάρατζ– μπορούμε να αφήσουμε τις ίδιες τις κοινωνικές και πολιτισμικές πραγματικότητες του Brexit να μιλήσουν από μόνες τους.
Η ακτινογραφία του Brexit
Η ‘μεγάλη’ εικόνα των αποτελεσμάτων για το βρετανικό δημοψήφισμα είναι λίγο-πολύ γνωστή: Η Σκωτία ψήφισε εντός, το ίδιο έπραξε και η Βόρειος Ιρλανδία –για ευνόητους λόγους• το μεγαλύτερο μέρος της Αγγλίας και της Ουαλίας, θα ψηφίσει «εκτός» με την εξαίρεση ορισμένων χαρακτηριστικών εξαιρέσεων όπως το Λονδίνο, το Λήντς, και η Οξφόρδη.
Πίσω από αυτήν την γεωγραφική κατανομή, κρύβεται μια εκλογική πραγματικότητα μιας βαθιά διχασμένης κοινωνίας –και το ζήτημα είναι ποιες ακριβώς είναι οι διαιρετικές τομές που παράγουν αυτόν τον διχασμό.
Με την βοήθεια των αναλύσεων που δημοσιοποιήθηκαν την επαύριο της επικράτησης του Brexit, μπορούμε να συνάγουμε μια ασφαλή εικόνα γι’ αυτές:
Α) Χάσμα των γενεών. Είναι αλήθεια ότι οι νεώτερες ηλικίες τάχθηκαν υπέρ της παραμονής του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Το 73% όσων βρίσκονται μεταξύ 18 και 24, το 62% των 25-34, και το 52% των 35-44. Αντίθετα υπήρξαν τα αποτελέσματα για όσους είναι πάνω από 45: 56% για τους 45-54, 57% για τους 55-64, και 60% για τους 64+. Η μεγάλη αποχή, επίσης, των μικρότερων ηλικιών καταδεικνύει και την ύπαρξη μιας μεγάλης μερίδας περιθωριοποιημένης νεολαίας – οι επονομαζόμενοι και Τσάβς (Chavs)– γόνους της Λευκής Εργατικής Τάξης, φορείς μιας ιδιάζουσας λούμπεν κουλτούρας, που τελούν σε συνθήκες ολοκληρωτικού αποκλεισμού από τα τεκταινόμενα της βρετανικής κοινωνίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι, σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση δεν υπήρξε διαφοροποίηση με βάση το φύλο: Άνδρες και γυναίκες ψηφίσαν σε απόλυτη αντιστοιχία με το γενικό αποτέλεσμα (48%-52%).
Β) Μορφωτικές και Κοινωνικές διαιρέσεις. Και εδώ η εικόνα είναι απολύτως καθαρή. Οι φτωχότεροι και οι λιγότερο μορφωμένοι τάχθηκαν αναφανδόν υπέρ του Brexit: To 57% των πτυχιούχων πανεπιστημίου, τάχθηκε υπέρ της παραμονής, όπως και το 64% των κατόχων ανώτερων τίτλων (μεταπτυχιακών και διδακτορικών). Αντίστροφα υπήρξαν τα αποτελέσματα για τους απόφοιτους της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Η ίδια εικόνα επαναλαμβάνεται και σε σχέση με την κοινωνική διαστρωμάτωση: Η ανώτερη, και η ανώτερη μεσαία τάξη (μάνατζερ, διαχειριστές, επαγγελματίες υψηλών και μέσων, υψηλών εισοδημάτων) τάχθηκε κατά 57% υπέρ της παραμονής. Η κατώτερη μεσαία τάξη (μεσσαίοι και κατώτεροι υπάλληλοι, επαγγελματίες κ.ο.κ.) ψήφισε κατά 51% έξοδο, ενώ κατά 64% ψήφισαν οι ειδικευμένοι, οι ημι-ειδικευμένοι και ανειδίκευτοι εργάτες, οι άνεργοι, οι συνταξιούχοι και οι λοιποί εξαρτώμενοι της Πρόνοιας.
Γ) Πολιτισμικές διαιρέσεις. Καθώς στο πλαίσιο της κυρίαρχης πολυπολιτισμικής λογικής, οι πολιτισμικές διαιρέσεις τελούν εν είδει ταμπού, βρίσκουμε ελάχιστη ή καθόλου αναφορά σε αυτές, τουλάχιστον στα κατεστημένα ΜΜΕ. Εντούτοις, και εδώ η εικόνα είναι πολύ καθαρή. Οι Λευκοί Άγγλοι ψήφισαν κατά 53% έξοδο, οι Ασιάτες κατά 67% παραμονή, οι μαύροι 58% παραμονή• οι χριστιανοί, έξοδο κατά 58%, και οι μουσουλμάνοι τάχθηκαν με συντριπτικά ποσοστά υπέρ της παραμονής (7 στους 10, 70%).
Δύο κόσμοι
Η κοινωνική και δημογραφική ανάλυση της βρετανικής ψήφου αναδεικνύει την ύπαρξη δύο διαφορετικών κόσμων μέσα στην βρετανική κοινωνία. Και λέμε κόσμων, καθώς απ’ ό,τι φαίνεται η συγκρότησή τους διαπερνάει κάθετα την κοινωνική διαστρωμάτωση:
Από την μία, στο στρατόπεδο της «παραμονής», στέκεται ο κόσμος της παγκοσμιοποίησης• περιλαμβάνει την νέα πολυπολιτισμική βάση της βρετανικής κοινωνίας –το μωσαϊκό των μεταναστευτικών κοινοτήτων–, την μεσοστρωματική νεολαία, την πολυεθνική στρατιά των λευκών κολάρων που εργάζονται στην Αγγλία, και καταλήγει στην αφρόκρεμα της Οξφόρδης (70,3% υπέρ της παραμονής) και του Δυτικού Λονδίνου –το Σίτυ (75,3%), το Ίλιγκτον (75,2%) και το Κάμντεν (74,9%), έδρες του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, των μεγάλων δικηγορικών και λογιστικών γραφείων και της λεγόμενης ‘δημιουργικής βιομηχανίας’ (design, ΜΜΕ, τέχνες κ.ο.κ.).
Στον αντίποδα, στέκονται «αυτοί που έχουν μείνει πίσω» – καταπώς τους αποκαλούν τα βρετανική ΜΜΕ• οι χαμένοι της παγκοσμιοποίησης, οι μεγαλύτερες γενιές που μεγάλωσαν μέσα στο μεταπολεμικό περιβάλλον της παντοδυναμίας του εθνικού κράτους, του κεϋνσιανισμού, της σταθερής απασχόλησης, το λευκό προλεταριάτο και οι άνεργοι, τα στρώματα των μικροϊδιοκτητών.
Πουθενά δεν αντικατοπτρίζεται τόσο ανάγλυφα αυτός ο ‘νέος κόσμος’ της παγκοσμιοποίησης, όσο στο Δυτικό Λονδίνο: Μια ‘παγκόσμια πόλη’, κατά την Σάσκια Σάσεν –η 5η μεγαλύτερη στον κόσμο– με μητροπολιτικό ΑΕΠ όσο το αντίστοιχο της… Σουηδίας και του Ιράν και μια πολυπολιτισμική σύνθεση κατά την οποία μόνο το 57,5% των κατοίκων είναι γηγενείς, με τους υπόλοιπους να συγκροτούν μια «διεθνή» των λευκών κολάρων, αλλά και μια πολυεθνική τάξη εργαζόμενων από τις πρώην αποικιακές κτήσεις που απασχολούνται στις πιο χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας αυτής της τουρμπο-οικονομίας των υπηρεσιών.
Στην καρδιά αυτής της μητρόπολης, βρίσκεται μια περιοχή με πενταπλάσιο κατά κεφαλήν ΑΕΠ του μέσου ευρωπαϊκού όρου (162.000$). Εκεί ακριβώς εκδηλώθηκε και η πρωτοπορία της «παραμονής» –σε μια περιοχή ενός τετραγωνικού μιλίου που απασχολεί περί τους 400.000 εργαζόμενους, και πραγματοποιούνται καθημερινές συναλλαγές της τάξεως του 2,7 τρισεκατομμυρίων στερλινών! Πρόκειται για μια παράλληλη κοινωνία μέσα στην κοινωνία της Βρετανίας, που διατηρεί από λίγο έως ελάχιστη σχέση με την ενδοχώρα –της ίδιας της πόλης, ή/και ολόκληρου του νησιού– και λειτουργεί πολύ περισσότερο ως κόμβος των διεθνών οικονομικών και επικοινωνιακών δικτύων.
Αντιστοίχως, λειτουργεί και η Οξφόρδη, που βιώνει μια διαφορετικού τύπου διεθνοποίηση, εκπαιδευτικού τύπου, και συγκροτεί μια πολυεθνική τάξη διανοουμένων των δικτύων Erasmus, των πανευρωπαϊκών συνεδρίων, και των διακρατικών κοινοτικών ερευνητικών προγραμμάτων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η έμφαση που έδωσε κατά τις τελευταίες δεκαετίες η Ε.Ε. στους εκπαιδευτικούς μηχανισμούς, στην ενοποίηση των εκπαιδευτικών corpus και στα αμέτρητα προγράμματα προαγωγής του νέου φιλελεύθερου, ευρωπαϊκού κοσμοπολιτισμού, θα τροποποιήσουν αποφασιστικά τον ρόλο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις σύγχρονες κοινωνίες:
Από μοχλός μετάδοσης της υψηλής εθνικής κουλτούρας, η εκπαίδευση πλέον μετασχηματίζεται σε δίαυλο διεθνοποίησης, και κέντρο κατασκευής κοσμοπολίτικων εμπειριών –έτσι ερμηνεύονται τα συντριπτικά ποσοστά που πέτυχε η «παραμονή» στους πτυχιούχους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και στους κατόχους υψηλότερων τίτλων.
Στον αντίποδα βρίσκονται περιοχές όπως το Νότιο Γιορκσάιρ, μια από τις φτωχότερες περιφέρειες του Ηνωμένου Βασιλείου. Γνωστή άλλοτε και ως «λαϊκή δημοκρατία του Νότιου Γιορκσάιρ», εξαιτίας του προλεταριακού του χαρακτήρα και της συντριπτικής απήχησης του Εργατικού Κόμματος, το οποίο ήλεγχε επί δεκαετίες την τοπική αυτοδιοίκηση, ήταν κατά το δημοψήφισμα η περιφέρεια που ηγήθηκε της «ανταρσίας» των φτωχών στρωμάτων υπέρ της «Αποχώρησης».
Τα ποσοστά του Brexit, ήταν συντριπτικά στα περισσότερα αστικά κέντρα της περιφέρειας –Μπάρνσλεϊ (68,3%), Ντόνκαστερ (69,0%), Ρόδερχαμ (67,9%)–, ενώ το Σέφιλντ ήταν η μόνη πόλη ‘πρώτης γραμμής’ του αγγλικού Βορρά (Ληντς, Νιουκάστλ, Μάντσεστερ και Λίβερπουλ) όπου επικράτησε η «αποχώρηση», με οριακό βέβαια ποσοστό (51%).
Δύο ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες: Η περιφέρεια του Νότιου Γιορκσάιρ, αποτελεί ‘στρατηγική περιοχή’ για τον Νάιτζελ Φαράτζ και το Ukip, το οποίο μάλιστα παρ’ ολίγον να κερδίσει και τον Δήμο του Ρόδερχαμ στις δημοτικές εκλογές του 2014, βγαίνοντας δεύτερο για μόλις 800 ψήφους• η ίδια η πόλη, δε, πριν από μερικά χρόνια θα αποτελέσει το θέατρο ενός συνταρακτικού «πολυπολιτισμικού σκανδάλου». Το 2013 αποκαλύφθηκε η δράση ενός πακιστανο-βρετανικού εγκληματικού δικτύου σεξουαλικής παρενόχλησης ανηλίκων, με πάνω από 1.400 θύματα, το οποίο οι τοπικές αρχές συγκάλυπταν αρχικώς από τον φόβο μήπως στιγματιστούν ως ‘ξενοφοβικές’.
Αυτή είναι η πραγματικότητα των πιο φτωχών και καθυστερημένων περιοχών του Ηνωμένου Βασιλείου, που λειτουργούν ως μια ‘χύτρα’ εξαθλίωσης και εγκατάλειψης, που προσεγγίζει επικίνδυνα το σημείο βρασμού σ’ ένα σκηνικό πολλαπλών κοινωνικών και πολιτιστικών διαιρέσεων. Και αυτή ακριβώς η κατάσταση, είναι που εξώθησε αυτές ακριβώς τις κοινωνικές ομάδες σε μια μαζική ανταρσία εναντίον του κατεστημένου των τριών τελευταίων δεκαετιών, παγκοσμιοποιημένο, πολυπολιτισμικό, φιλελεύθερο, και εν τέλει ανοιχτό σε μια Ευρώπη η οποία αναβιώνει υπό γερμανική κηδεμονία έναν σκληρό θατσερισμό, που παροξύνεται από την τευτονική αποτελεσματικότητα.
Αυτή η ‘ανταρσία’ θα συναντηθεί με πλευρές του συντηρητικού, κυρίως, κατεστημένου οι οποίες έπαιξαν το χαρτί του ευρωσκεπτικισμού και της ‘εξόδου’ αποσκοπώντας να μεταβάλουν τους συσχετισμούς ισχύος εντός των αρχουσών τάξεων, και να περιορίσουν την ισχύ των πιο διεθνοποιημένων κομματιών τους. Και θα προκαλέσει την θεαματική ανατροπή του δημοψηφίσματος προκαλώντας έκδηλη αμηχανία ακόμα και στους επικεφαλής της καμπάνιας που στήριζε την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε.
Η «αντανακλαστική κίνηση» των Ευρωπαϊκών λαών
Από τις θεωρίες του «ευρωσκεπτικισμού» και του «εθνολαϊκισμού» είναι προτιμότερο να νοούμε την επικράτηση της «αποχώρησης» στο βρετανικό δημοψήφισμα για την Ε.Ε. ως μια πράξη απόρριψης της παγκοσμιοποίησης από τα πιο φτωχά και καθυστερημένα κομμάτια της βρετανικής κοινωνίας: Η ειδοποιός διαφορά της ΕΟΚ του 1975, από την Ε.Ε. του 2016 –εξάλλου– είναι ότι η τελευταία έχει πλέον ταυτιστεί με την παγκοσμιοποίηση, θέλοντας να πάρει την μορφή μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης των περιφερειών, που στρέφεται ενάντια στην εθνική και λαϊκή κυριαρχία.
Ούτως
ή άλλως, ο ευρωσκεπτικισμός θα εκδηλωθεί αρχικώς, κατά την δεκαετία του
2000, μέσω της προώθησης ενός εναλλακτικού σχεδίου για την Ένωση, και
όχι απαραίτητα ως ευθεία απόρριψή της: Το αίτημα, τότε, ήταν μια
συνομοσπονδιακή Ευρώπη, που θα σέβεται την εκάστοτε κρατική κυριαρχία.
Το σενάριο αυτό εγκαταλείφθηκε καθώς εγκαθιδρύονταν σταδιακά η γερμανική
κηδεμονία επάνω στις Βρυξέλλες και τώρα από το αίτημα για
μετασχηματισμό έχουμε περάσει στην απόρριψη της Ένωσης.
Πίσω από αυτά βρίσκεται μια «αντανακλαστική κίνηση» των ευρωπαϊκών
λαών. Αυτό το κύμα ‘διεθνοποίησης’ που θέριεψε μετά την δεκαετία του
1990, δεν είναι καινοφανές στην σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία. Θα
προηγηθεί, ως γνωστόν, η λεγόμενη «πρώτη παγκοσμιοποίηση» –η περίοδος
1871-1914– μια εποχή κυριαρχίας του οικονομικού φιλελευθερισμού, που
διατηρεί σοβαρές αναλογίες με την δική μας, σε ό,τι αφορά στο καθεστώς
ελεύθερης μετακίνησης ανθρώπων, εμπορευμάτων και κεφαλαίων.Ο Καρλ Πολάνυι, θα την αναλύσει με τους όρους της εμπορευματοποίησης της γης, της εργασίας, και της χρηματιστηριοποίησης, και θα αναλύσει το πώς η οικονομία της αγοράς θα χειραφετηθεί από πολιτικό έλεγχο επιχειρώντας να μετασχηματίσει της ευρωπαϊκές κοινωνίες σε «κοινωνίες της αγοράς».
Η κίνηση αυτή, τροφοδοτεί μια αντίδραση, που θα πυροδοτήσει την γέννηση ανομοιογενών και συχνά συγκρουόμενων μεταξύ τους κινημάτων, που αμφισβητούν το φιλελεύθερο οικονομικό κατεστημένο: το εργατικό κίνημα, ο κομμουνισμός, ο φασισμός και ο ναζισμός, συμπυκνώνοντας διαφορετικές κοινωνικές συμμαχίες των «χαμένων» της εποχής τους, υπό διαφορετικές σημαίες και προτάγματα, θα αξιώσουν ακριβώς να θέσουν τέλος σε αυτήν την ασυδοσία της οικονομίας της αγοράς. Και μέχρι τα μέσα του 1930 θα προκαλέσουν την ανάδυση καθεστώτων, από το αμερικάνικο Νιού Ντηλ, τον ναζιστικό κορπορατισμό, ή την κρατικά σχεδιαζόμενη οικονομία των Σοβιετικών, που απορρίπτουν την οδό της διεθνοποίησης και στρέφονται αποφασιστικά προς την ενδογενή, πολιτικά διαμεσολαβημένη ανάπτυξη.
Και αυτός ο κύκλος ‘διεθνοποίησης’ παράγει τις δικές του ‘αντανακλαστικές κινήσεις’. Το ραγδαία μαζικοποιούμενο ρεύμα του ευρωσκεπτικισμού αποτελεί ξεκάθαρα μια τέτοια κίνηση. Το γιατί εντός του ηγεμονεύει προς το παρόν η άκρα δεξιά, είναι ένα ζήτημα που οφείλεται τόσο στις διαφορετικές γεωπολιτικές και δημογραφικές πραγματικότητες της γηραιάς ηπείρου, όσο και στην περίφημη «αποστασία της αριστεράς» – την αποπρολεταριοποίησή της, και την μεταβολή της σε αιχμή της ιδεολογικής ηγεμονίας της παγκοσμιοποίησης. Πέραν τούτου, όμως, είναι σαφές πως η Ευρώπη είναι πλέον σε δημογραφική κάμψη –και οι γερασμένες κοινωνίες τείνουν να εκδηλώνουν τις αντιθέσεις τους περισσότερο φοβικά.
Όσο για τους παγκόσμιους συσχετισμούς, η ευημερία της Ευρώπης απειλείται από την θεαματική άνοδο της νοτιοανατολικής Ασίας, και ιδιαίτερα της Κίνας: Η ένταξή της στο κλαμπ των ‘ανεπτυγμένων χωρών’ και η σταδιακή διόγκωση των μεσοστρωμάτων της, ανατρέπει την παγκόσμια κοινωνική ιεραρχία στην κορυφή των οποίων έδρευαν μέχρι σήμερα οι δυτικές άρχουσες τάξεις και τα εύρωστα μεσοστρώματά τους. Η άνοδος της Κίνας, και η μεταβολή της στο ‘εργαστήριο του πλανήτη’ σηματοδοτεί την μεταφορά του πλούτου προς την Ανατολή και αναπόφευκτα τούτο θα σημάνει την υπονόμευση της ευρωπαϊκής ευημερίας και την συρρίκνωση των μεσοστρωμάτων της.
Καθώς η Ευρώπη σπαράσσεται πλέον από αλληλοδιαπλεκόμενες κρίσεις που κλιμακώνονται ταυτοχρόνως – οικονομική κρίση, γεωπολιτική κρίση και κρίση ασφάλειας προσφυγική κρίση– θα πρέπει να αναμένουμε περαιτέρω επέκταση και κοινωνική εμβάθυνση αυτού του ρεύματος ‘ανταρσίας’ των χαμένων της παγκοσμιοποίησης ενάντια στο ευρωπαϊκό κατεστημένο, και το φιλελεύθερο status quo.
Τον Οκτώβριο του 2016, εγκαινιάζεται μια ιδιαίτερα ‘θερμή περίοδος’ με πολύ καθοριστικές εκλογικές αναμετρήσεις: Ιταλικό δημοψήφισμα για την συνταγματική αναθεώρηση, κατόπιν προτάσεως Ρέντσι (Οκτώβριος 2016)• αμερικάνικες εκλογές (Νοέμβριος 2016)• ολλανδικές εκλογές (Μάρτιος 2017)• γαλλικές εκλογές (Απρίλιος-Μάιος 2017) και τέλος, γερμανικές εκλογές (Σεπτέμβριος 2017). Η έκβαση σε αυτές τις αναμετρήσεις, θα κρίνει εν πολλοίς την πορεία της Ευρώπης για τις ερχόμενες δεκαετίες.
Μπροστά σε αυτήν την πρόκληση το ευρωπαϊκό κατεστημένο βρίσκεται σε αμηχανία: Επιθυμεί να αντιδράσει με ταχύτητα και πυγμή ενάντια στην ανταρσία του βρετανικού εκλογικού σώματος – το ερώτημα, όμως, είναι αν το ‘σημείο ισορροπίας’ έχει χαθεί οριστικά και κάθε δράση, απλώς πολλαπλασιάζει την ένταση των αντιδράσεων. Μια μεγάλη μερίδα των Βρυξελλών, θα επιθυμούσε την παραδειγματική τιμωρία του Ηνωμένου Βασιλείου. Πως μπορεί να γίνει αυτό, όμως, όταν η Γερμανία έχει μακράν το μεγαλύτερο μερίδιο στις εισαγωγές της Βρετανίας (15%) και κρατάει τα κλειδιά από την αυτοκινητοβιομηχανία της;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα εξαιρετικά πολύπλοκο οικοδόμημα, με πολύ λεπτές ισορροπίες, και πολλαπλές εσωτερικές αντιθέσεις: Ήδη μια πρώτη προσπάθεια εκφοβισμού των Βρετανών, μέσω των απευθείας συνομιλιών με τους αξιωματούχους της Σκωτίας, προσέκρουσε στο βέτο των Ισπανών. Αν υπάρξει το προηγούμενο της Σκωτίας, σκέφτηκαν, τι θα γίνει με την Καταλονία; Την ίδια στιγμή, Μέρκελ και Σόιμπλε στην κλασική διανομή ρόλων του κακού και του καλού αστυνόμου, προτείνουν διάφορες μορφές ενίσχυσης της ‘ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης’ ως απάντηση στην πολιτική κρίση: Με το μαστίγιο των ενιαίων μηχανισμών επιτήρησης, ή με το καρότο έξτρα πόρων που θα διοχετευθούν προς ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, πράγμα που αποτελεί ‘συνεισφορά’ των Γάλλων στο υπό επεξεργασία κοινό σχέδιο.
Το Afd, όμως, εντός της Γερμανίας, αντιστρατεύεται και τις δύο πολιτικές, ενώ οι χώρες του Βίζεγκραντ απαιτούν την αλλαγή της πολιτικής της Μέρκελ για την μετανάστευση προκειμένου, να συναινέσουν σε οποιοδήποτε γερμανικό σχέδιο• αν, το παρακάνουν στην προσπάθειά τους να επιβάλουν τις πρωτοβουλίες τους, ενισχύουν αυτόματα τον Γκερτ Βίλντερς, την Μαρί Λεπέν, το ίδιο το κόμμα για την Εναλλακτική στο Εσωτερικό τους. Αν κάνουν πίσω, σημαίνει ότι παραδέχονται την ήττα της Ομοσπονδιακής Ευρώπης, καθώς το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης προς αυτή την κατεύθυνση είναι σχεδιασμένο με την λογική του γερμανικού blitzkrieg: Εφόσον σταματήσει την προέλαση… καταρρέει.
Μέσα σε αυτή την κατάσταση ένα μόνον είναι σίγουρο: Ότι μέσα στον επόμενο χρόνο, θα μάθουμε αν η Ευρώπη διαθέτει κάποιο μέλλον ή όχι. Τα υπόλοιπα μένουν ανοιχτά.
Και ακριβώς λόγω αυτής της απόλυτης αβεβαιότητας, μπορεί κανείς να αναλογιστεί πόσο μεγάλο ήταν το περυσινό έγκλημα του Τσίπρα, που έσπευσε να δώσει πρόωρα μια εν πολλοίς σκηνοθετημένη μάχη με την Ευρώπη, καταφέρνοντας έτσι να μας δέσει χειροπόδαρα στο γερμανικό της άρμα. Και αυτό, λίγες μόνο στιγμές πριν αρχίσουν οι κλυδωνισμοί του: Ο Τσίπρας, θα λεηλατήσει το αντιμνημονιακό αίσθημα της ελληνικής κοινωνίας, οργανώνοντας ένα βοναπαρτιστικό δημοψήφισμα προς ‘εσωτερική κατανάλωση’ –όπως θα δηλώσει ο Ζαν Κλωντ Γιουνκέρ ένα χρόνο αργότερα, πλέκοντας το εγκώμιο του Έλληνα πρωθυπουργού. Θα μετασχηματίσει έτσι το απορριπτικό δυναμικό σε καύσιμη ύλη της ‘κυβερνώσας αριστεράς’ για να το εγκλωβίσει μερικά 24ωρα αργότερα στην πιο σκληρή από τις τρεις μνημονιακές συμφωνίες που υπέγραψε ελληνική κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια.
Το γεγονός αυτό συνιστά, αναμφίβολα, μια ‘ελληνική ιδιαιτερότητα’ καθώς στις υπόλοιπες δημοψηφισματικές αναμετρήσεις ήταν το διευθυντήριο των Βρυξελλών που μεθόδευσε την de facto αναίρεση των αποτελεσμάτων τους, ενώ, στην ελληνική περίπτωση υπήρξε ο ίδιος ο εμπνευστής του και μέχρι τότε «ηγέτης» του απορριπτικού στρατοπέδου• γι’ αυτό εξάλλου έκτοτε θα μεταβληθεί σ’ ένα είδος ‘μασκότ’ της Μέρκελ και της ευρωκρατίας, που θα βρουν στο πρόσωπό του το καλύτερο παράδειγμα μαθητευόμενου μάγου, ‘συνετισμένου’ από την αυστηρότητα του δόκτορος Σόιμπλε. Ένας ρόλος που φαίνεται πως αποδίδει, καθώς, το ‘αντιπαράδειγμά του’ θα παίξει καθοριστικό, αρνητικό ρόλο στην ανάσχεση του ρεύματος των Ποδέμος, οι οποίοι θα χάσουν την δεύτερη θέση στις επαναληπτικές ισπανικές εκλογές που διεξήχθησαν περίπου ένα χρόνο μετά την προκήρυξη του ελληνικού δημοψηφίσματος.
Για τέτοια καθάρματα μιλάμε: Οι ιστορικοί του μέλλοντος θα γράψουν ότι θυσίασαν την μεγαλύτερη ευκαιρία που είχε η χώρα για την ανάσχεση μέρους των τρομακτικών απωλειών στην εθνική και λαϊκή της κυριαρχία, αλλά και υπονόμευσαν αντίστοιχα ρεύματα αμφισβήτησης σε άλλες χώρες της Ευρώπης, μόνο και μόνο για να παρατείνουν την παραμονή τους στην εξουσία…
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου