Γιάννης Μητράκας, Βυζαντινὸς αὐτοκράτορας |
[…] Ἡ βυζαντινὴ
αὐτοκρατορικὴ ἐξουσία χρησιμοποίησε δύο ἀποτελεσματικὰ μέσα γιὰ τὸν ἔλεγχο τῆς
μεγαλογαιοκτησίας καὶ τῆς συντεχνίας: τὸν κρατικὸ
παρεμβατισμὸ καὶ τὴν κοινωνικὴ
νομοθεσία. Τὸ κράτος παρενέβαινε στὴν οἰκονομία. Ἡ πολιτικὴ ἐξουσία εἶχε ὑπὸ
τὸν ἄμεσο ἔλεγχό της τὶς συντεχνίες, ἀκολουθοῦσε μονοπωλιακὴ πολιτικὴ στὰ εἴδη
πρώτης ἀνάγκης, ὅπως π.χ. στὸν ἐπισιτισμὸ τῆς Κωνσταντινουπόλεως, διατηροῦσε τὶς
τιμὲς σὲ μόνιμο καὶ σταθερὸ ἐπίπεδο ἀποτρέποντας τὴν αὐθαιρεσία τῆς ἐλεύθερης ἀγορᾶς.
Ἡ ἰδιωτικὴ πρωτοβουλία λογοδοτοῦσε στὴν πολιτικὴ ἐξουσία.
Ἡ κοινωνικὴ
νομοθεσία στρεφόταν κατὰ τῆς μεγάλης ἰδιοκτησίας
καὶ εὐνοοῦσε συνειδητὰ τοὺς μικροκαλλιεργητές. […]
Στὸ Βυζάντιο ἐπικρατοῦσε
κράτος προνοίας. Ἡ οἰκονομία σχεδιαζόταν
ἀπὸ τὴν κεντρικὴ αὐτοκρατορικὴ ἐξουσία καὶ λειτουργοῦσε μὲ κρατικὸ παρεμβατισμὸ
πρὸς ὄφελος τῶν ἀσθενέστερων τάξεων (μικροκαλλιεργητὲς) καὶ σὲ βάρος τῶν ἰσχυροτέρων
παραγόντων (μεγαλοϊδιοκτῆτες γῆς καὶ συντεχνίες). Ἔτσι ἐμποδίσθηκε νὰ ἀναπτυχθεῖ
ἡ μεσαιωνικὴ φεουδαρχία καὶ ἡ νεότερη ἀστικοποίηση. Ἡ κοινωνικὴ νομοθεσία ἐξασφάλιζε
τὴ λειτουργία τοῦ κράτους δικαίου, ἀλλὰ ὡς γνώμονα εἶχε τὴ διασφάλιση τοῦ κράτους
προνοίας, ἀφοῦ τὸ δίκαιο ὑπαγόταν στὴν πρόνοια, δηλαδὴ στὴν κατοχύρωση τῆς ἰσότητας
καὶ στὴν ἀποτροπὴ τῆς καταδυνάστευσης. Ἐπιπλέον ἡ κοινωνικὴ φιλανθρωπία μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ
πρωτοβουλία γιὰ τὴ λειτουργία πολυαρίθμων εὐαγῶν ἱδρυμάτων, ποὺ ἀνακούφιζαν τὰ ἀναξιοπαθοῦντα
μέλη τοῦ κοινωνικοῦ σώματος, τόνιζε τὸν προνοιακὸ χαρακτήρα τῆς βυζαντινῆς
πολιτείας.
Ἐπιχειρώντας συγκριτικὴ θεώρηση τῆς
κοινωνικοπολιτικῆς θέσμισης Ἀνατολῆς καὶ Δύσης στὸ Μεσαίωνα μποροῦμε νὰ προβοῦμε
στὶς παρακάτω διαπιστώσεις.
Στὴ μεσαιωνικὴ
Δύση ἐπικρατοῦσε κρατισμός, ἐνῶ στὴ
βυζαντινὴ Ἀνατολὴ ἴσχυε ὁ κοινωνισμός.
Ὑπέρτατη ἀξία γιὰ τὸ δυτικὸ ἄνθρωπο ἦταν τὸ δίκαιο καὶ τὸ κράτος. Γιὰ τὸ
βυζαντινὸ ἄνθρωπο ὅμως ὕψιστες πολιτικὲς ἀξίες ἦταν ἡ πρόνοια καὶ ἡ κοινωνία. Τὸ
δίκαιο ἦταν μέσο στὴν ὑπηρεσία τῆς φιλανθρωπίας. Τὸ κράτος δὲν ἦταν ἄλλο παρὰ ἡ
θωράκιση τῆς κοινωνίας ἔναντι τῶν διασπαστικῶν, κεντρόφυγων δυνάμεων, εἴτε ἀπὸ τὴν
πλευρὰ τῆς γαιοκτησίας εἴτε ἀπὸ τὴν μεριὰ τῆς συντεχνίας. […]
Ἔτσι ἑρμηνεύεται
ἡ ἐμφάνιση καὶ ἀνάπτυξη τοῦ μοναχισμοῦ κατὰ τὸν 4ο αἰ., ὅταν ἀκριβῶς
μορφοποιεῖται ἕνα εἶδος «χριστιανικοῦ κράτους», ἡ ἐκχριστιανισμένη ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία.
Στὸν πειρασμὸ τοῦ «κράτους» ἀπαντᾶ ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν «ἔρημο», στὴν ἱστορία
ἀποκρίνεται ἡ ἐσχατολογία, στὴ θεσμοποίηση τοῦ χριστιανισμοῦ ἀντιδρᾶ ὁ μοναχισμὸς
καὶ στὴ θρησκειοποίηση τῆς ἐκκλησίας ἀνθίσταται ὁ ἀναχωρητισμός. […]
Μάριος Π. Μπέγζος,
Ἐλευθερία ἢ θρησκεία; Οἱ ἀπαρχὲς τῆς ἐκκοσμίκευσης
στὴ φιλοσοφία τοῦ δυτικοῦ μεσαίωνα, ἐκδ. Γρηγόρης, Ἀθήνα 1991
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου