Άριστος Μιχαηλίδης
Είναι που έχουν το θράσος της άγνοιας και της αμετροέπειας τόσοι πολλοί
σήμερα να κρίνουν την ΕΟΚΑ. Και να καταθέτουν δήθεν ακαδημαϊκά ερωτήματα
για να μολύνουν την αγνότητα και την ουσία του. Μήπως ήταν ιστορικό
λάθος ο αγώνας; Μήπως, οι αγωνιστές θα έπρεπε να λάβουν υπόψη τις
διεθνείς συγκυρίες; Είναι, μάλλον, που ούτε αυτόν τον αγώνα, τόσο
μακρινό από τα σημερινά μας κατορθώματα, δεν είμαστε άξιοι να σεβαστούμε
και να τον αφήσουμε, τουλάχιστον, στην ιστορική του σημασία. Όπως δεν
σεβόμαστε τίποτε σήμερα, ούτε τον εαυτό μας, και τον ξεφτιλίζουμε.
Πάντως, κάθε φορά που η επέτειος επιβάλλει έστω και την ελάχιστη
υπόμνηση, ντρεπόμαστε για το δηλητήριο. Αυτό των στρατευμένων
ιστοριογράφων, των αφελών, που παριστάνουν τους μορφωμένους επί πτυχίω,
που ξεσκόλισαν από τα σεμινάρια των πρεσβειών για να μην ντρέπονται όταν
υποβάλλουν στο λαό, από τις μαλακές πολυθρόνες των οφικίων τους, τη
διαστρέβλωση και τη διαβολή. Για έναν αγώνα που όμοιός του δεν υπήρξε
ποτέ στην ιστορία. Όπου, πάνω-κάτω, 200 μόλις αντάρτες έκαναν έναν
ολόκληρο λαό επαναστάτη. Να συμμετέχει όλος ο λαός σε μια μάχη που ήξερε
ότι ήταν άνιση, αλλά ήταν αδιανόητο να πιστέψει ότι ήταν χαμένη.
Γιατί ήταν μάχη για ελευθερία, δεν ήταν για υποδούλωση, όπως είναι η σημερινή. «Με
την ΕΟΚΑ η Κύπρος ολόκληρη μετετράπη σε μέγα ναό, όπου ετελείτο η
λειτουργία της ελευθερίας. Δεν πολεμούσαν μόνο οι αγωνιστές που
κρατούσαν τα όπλα. Πολεμούσε όλος ο λαός με την ψυχή του (…) Τις νύχτες
αόρατα παιδικά χέρια γέμιζαν τους τοίχους με ελληνικές φωνές: «Ελλάς,
ελευθερία, ένωσις» κι οι δρόμοι χιόνιζαν φυλλάδια…». Το γράφει ο
Μενέλαος Χριστοδούλου, ένας από τους πιο σπουδαίους μας γλωσσολόγους
και ερευνητές στη σειρά «κείμενα κειμήλια» των εκδόσεων Αιγαίον. Τι να
τους πεις, λοιπόν, τους βαλτούς συκοφάντες της ιστορίας, όταν
διερωτούνται γιατί δεν έλαβε υπόψη τις διεθνείς συγκυρίες, ένα παιδί 18
χρονών, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, που όταν τον ρώτησε ο εγκάθετος των
Βρετανών τι έχει να πει πριν τον στείλει στην αγχόνη, έλεγε αλύγιστος: «Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα, το έκαμα ως Έλλην Κύπριος, όστις ζητεί την Ελευθερία του. Τίποτα άλλο».
«Δεν ήταν σοφοί, δεν γνώριζαν φιλοσοφίες. Οι περισσότεροι φοίτησαν
μόνο στο δημοτικό σχολείο, μερικοί μόνο στις πρώτες τάξεις του, ήταν
φτωχοί, γεωργοί, βοσκοί, εργάτες, υπαλληλάκοι, παιδιά του ποδαριού,
κτίστες, πελεκάνοι». Αυτοί όμως «έστησαν το τελευταίο έπος των Ελλήνων»,
γράφει ο Μενέλαος Χριστοδούλου. Σήμερα, λοιπόν; Σήμερα, που οι
μορφωμένοι με τα δοκτοράτα, οι οποίοι ξέρουν να υπολογίζουν τις διεθνείς
συγκυρίες, και δεν θα πέθαιναν για την ελευθερία αλλά για την
πολυθρόνα, πώς κατάντησαν τη χώρα; Και πώς κατάντησαν οι ίδιοι να υμνούν
τους σουλτάνους και την κατοχή τους, διότι στο διεθνές περιβάλλον είναι
ισχυροί κι εμείς αδύνατοι και δεν δικαιούμαστε ελευθερία και δημοκρατία
και ανθρώπινα δικαιώματα. Τότε θα έλεγαν να κάτσουμε στα βραστά μας και
να αφήσουμε ήσυχους τους Βρετανούς που είναι ισχυροί και μια χαρά
περνούμε μαζί τους, μας έκαναν και καλό Κτηματολόγιο· διότι έχασαν το
Σουέζ, δεν ήταν σωστό να χάσουν και την Κύπρο. Όπως μας λένε και σήμερα.
Ότι το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να δεχτούμε την τουρκική
κυριαρχία, να νομιμοποιήσουμε την αδικία, να κάνουμε την κατοχική
Τουρκία αφέντη μας, για να ανοίξουν κι οι δουλειές, να πέσει εδώ χρήμα
με τη σέσουλα. Τότε, μας λένε, ήταν άλλες εποχές. Αλλά και τότε, οι
ίδιοι τα ίδια θα έλεγαν. Είτε για τους Εγγλέζους, είτε για τους Τούρκους
αφέντες. Γιατί η πίστη στην ελευθερία, τη δημοκρατία και το δίκαιο
είναι τρόπος ζωής, δεν είναι θέμα πολιτικής ορθότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου