νέους προσδιορισμούς για το Γένος, μέσα απ’ αυτό που η Δύση σήμερα ονομάζει «Πρώιμη Βυζαντινή Αναγέννηση» (13ος-15ος αιώνες). Και που η έναρξή της ιχνηλατείται ήδη από την εποχή των Κομνηνών (πάνω στο υπόβαθρο που δημιούργησε η χειμαρρώδης επιστροφή των ελληνικών γραμμάτων κατά την εποχή των Μακεδόνων).
Γιατί όμως οι Ελληνες, οι Γραικοί, οι Ρωμιοί (οι Βυζαντινοί, όπως τους ονομάζουμε σήμερα) δεν αποδέχθηκαν τα αποτελέσματα του 1204; Γιατί δεν προσαρμόσθηκαν στο νέο πολιτικό-οικονομικό-κοινωνικό περιβάλλον, όπως πολλοί άλλοι λαοί έκαναν τις ρευστές εκείνες εποχές; Γιατί δεν έκαναν το ίδιο το 1453; Διότι
οι Ελληνες αποστρέφονταν την τυραννία και αποζητούσαν την κατά το δυνατόν δίκαιη διακυβέρνηση, διακατέχονταν από ένα έντονο κοινό περί δικαίου αίσθημα, όπως και σήμερα (δείτε την ελληνική λογοτεχνία, δημοτική και λόγια, κατά τους Μέσους χρόνους).
Πώς συνέβη αυτό; Είχε να κάνει με τον αρχαίο τρόπο ζωής, τη δημοκρατία, τη φιλοσοφία και την ηθική; Μόνον εμμέσως, και μόνον στον βαθμό που κάποια τέτοια στοιχεία είχαν ενσωματωθεί στην (αρχική) διαμόρφωση της Ορθοδοξίας (4ος-6ος αιώνες). Αυτό που κυρίως καθόρισε τον χαρακτήρα των βυζαντινών, λαού και αρχόντων, ήταν το ίδιο τους το πολίτευμα, για χίλια χρόνια.
Οπως η σύγχρονη βυζαντινολογία παρατηρεί και αποδεικνύει, μέσα στο ίδιο το βυζαντινό πολίτευμα, τη «Βασιλείου Τάξη», όπως οι ίδιοι το αποκαλούσαν, ενδημούσε η έννοια της επανάστασης. Πότε; Οταν η διακυβέρνηση δεν ήταν δίκαιη.
Σήμερα κάτι τέτοιο, η αντίδραση εναντίον της αδικίας, μας φαίνεται αυτονόητο. Στον Μεσαίωνα όμως δεν ήταν. Για τους λαούς της Δύσης, η ελέω Θεού μοναρχία ήταν αδιαμφισβήτητη, ανεξαρτήτως αν ο μονάρχης ήταν δίκαιος ή άδικος, τρελός ή εξωγήινος. Στο Βυζάντιο δεν ήταν έτσι. Δεν υπήρχε Ελέω Θεού μοναρχία. Υπήρχε βασιλεία με τη χάρη του Θεού, υπέρ του λαού. Τούτο σήμαινε ότι ο μονάρχης (ως εκπρόσωπος του Θεού) όφειλε να είναι δίκαιος, αλλιώς θα ήταν τύραννος, και ο λαός είχε το δικαίωμα να τον ανατρέψει.
Μας φαίνεται παράξενο σήμερα, αλλά δεν είναι. Οι έννοιες του δικαίου, της τυραννίας, της φιλολαϊκής διοίκησης, της εκπαίδευσης, της χρηστής συμπεριφοράς διατρέχουν τη βυζαντινή γραμματεία. Το ίδιο όπως η προστασία των μικρών γεωργών, ο έλεγχος των Δυνατών, η πρόνοια για τους φτωχότερους, η αυταξία του εμπορίου και η απολογητική της εξουσίας διατρέχουν τη βυζαντινή διοίκηση.
Για να καταλάβουμε το πολίτευμα και συνεπώς τον τρόπο ζωής στη Ρωμανία, μας λέει ο Μπεκ, πρέπει να εννοήσουμε την καταγωγή τους. Η καταγωγή αυτού του πολιτεύματος έρχεται από τον νομικό πολιτισμό της Ρώμης, σε συνδυασμό με τον «θεϊκό άνδρα» της ελληνιστικής παράδοσης. Εκείνον τον άνδρα (και συχνά γυναίκα) που η φιλοσοφία και η ηθική υποχρέωναν να κυβερνά με χρηστό τρόπο, στο πλαίσιο ενός διαρκούς συμβιβασμού των πλουσίων, του λαού και του στρατού. Οταν αυτός ο συμβιβασμός έχανε την ισορροπία του, οι βυζαντινοί μιλούσαν για τυραννία και η επανάσταση γινόταν αναμενόμενη και νόμιμη.
Η διακυβέρνηση γινόταν στο όνομα του θεού υπέρ του λαού. Ο θεός δεν μπορούσε παρά να προστατεύει τον λαό και συνεπώς ο εκπρόσωπός του, ο «θεϊκός άνδρας», έπρεπε να κάνει το ίδιο. Αλλιώς η ανατροπή του ήταν επιβεβλημένη. Μας φαίνεται παράξενο, αλλά το σύνολο σχεδόν της πολιτικής ρητορικής των Βυζαντινών περιστρέφεται γύρω απ’ αυτόν τον κανόνα. Εναν κανόνα με πολλές εξαιρέσεις, αλλά κανόνα. Και δεν περιστρέφεται μόνον η ρητορική, αλλά και η διοίκηση - βρίθει η βυζαντινή ιστορία γεγονότων που σχετίζονται με αυτόν τον τρόπο διακυβέρνησης και ζωής. Και στα παλάτια και στις αγορές, η σχέση με την εξουσία ήταν κριτική και συνεπώς η διαμόρφωση του αντιστασιακού χαρακτήρα κάθε άλλο παρά παράδοξη. Ο ίδιος
ο Χριστός είναι ένας Θεός του δίκιου. Αυτό ήταν, κυρίως, που τον έκανε αποδεκτόν στον ελληνικό κόσμο. Ο θεός της αγάπης στέφει το δίκιο και συνεπώς προστατεύει τον λαό - γίνεται ένας «δικός του άνθρωπος».
Αν ο αρχαίος πολίτης είναι εραστής της ελευθερίας και των νόμων, ο βυζαντινός υπήκοος είναι φίλος της τάξης και του δίκιου.
Η αντίσταση των Ελλήνων στην παπική τιάρα και το τουρκικό φακιόλι, εξουσίες τυραννικές, έλκει την καταγωγή της από την αμφισβήτηση και την αντίσταση στις δικές τους εξουσίες, όταν τις θεωρούσαν άδικες.
Μπορεί συχνά η επανάσταση σε εκείνους τους καιρούς να απηχούσε δυναστικές έριδες ή αριστοκρατικές δολοπλοκίες, αλλά και μόνον το ενδεχόμενό της διαπαιδαγωγούσε διαρκώς την κριτική διάθεση του λαού για τα τεκταινόμενα. Ετσι οι Ελληνες δεν αποδέχθηκαν ποτέ την καθαίρεση της Ορθοδοξίας από την Καθολική αίρεση - διότι οι Φράγκοι ήταν τυραννικοί. Ούτε επίσης αποδέχθηκαν ποτέ τη διοίκηση των αλλόπιστων μουσουλμάνων, διότι ήταν άδικη και μάλιστα α-νομη. Για αυτό και συγκρούσθηκαν με όσους από τους δικούς τους άρχοντες φράγκευαν ή τούρκευαν. Ολοι;
Ποτέ και σε τίποτα δεν υπάρχει αυτό το «όλοι». Ενίοτε μάλιστα αυτοί που κάνουν τη διαφορά είναι μειοψηφίες. Ετσι, μέσα στο πέλαγος των ραγιάδων (αλλά και στην κάστα των συνεργατών), τη διαφορά την έκαναν οι νεομάρτυρες, οι κλέφτες και όλοι εκείνοι που στη δυστοπία αναζητούσαν την ουτοπία. Την ουτοπία που εν τέλει πιάνει τόπο, όπως έπιασε τόπο η Επανάσταση του 1821.
Μια ακόμα προδομένη επανάσταση, όπως η Γαλλική ή η Ρωσική, όπως όλες σχεδόν οι επαναστάσεις που δημιουργούν μια νέα εποχή και πάνε τον άνθρωπο ένα βήμα μπρος. Αλλωστε οι επαναστάσεις είναι πάντα ημιτελείς. Και η προσπάθεια για την εξάλειψη των δεινών που επιφέρει η προδοσία μιας επανάστασης, είναι ο δρόμος για την επόμενη.
Για εμάς τους Ελληνες η διαδρομή από το 1821 ως το 1843, κι από κει ως το 1910 και ως το ΕΑΜ της κατοχής, είναι η απόδειξη αυτής της διαδικασίας. Μιας επανάστασης που επιμένει να συντελεσθεί...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου