Η υγιής ανθρώπινη ανάγκη για πρότυπα αρετής έχει την τάση, είτε
μιλάμε για την λογοτεχνία και μυθολογία είτε για την ιστορία και την
καθημερινότητα, να συγκεντρώνει όλα τα καλά σε ένα συμπαθές πρόσωπο, ενώ
αντιστοίχως όταν βλέπει ένα άλλο να δρα άσχημα, να του προσάψει όλα τα
κακά. Δεν αρκεί η προσφορά και τα ανδραγαθήματα, το πρότυπο μας πρέπει
να κοσμηθεί με όλες τις αγαθές ιδιότητες. Αντιστρόφως είναι πολύ
δύσκολο, ακόμη και στον τομέα του φανταστικού, να δώσουμε σε έναν εχθρό ή
κατά έναν τομέα κακό άνθρωπο αρετές, ακόμη και άσχετες με την αιτία που
τον αντιπαθούμε.
Το γεγονός ότι κάποιος μπορεί να είναι ευεργέτης ή ήρωας δεν σημαίνει πως θα είναι και ηθικός. Αυτό ξεχνάμε και εκπλησσόμαστε, όταν για παράδειγμα ανακαλύπτουμε πως ένας στρατιωτικός ήρωας έχει στο ιστορικό του εκτός από θριάμβους και μικρά ή μεγαλύτερα εγκλήματα πολέμου, πως ένας φιλόσοφος ήταν διεφθαρμένος ή διεστραμμένος, πως ένας καλλιτέχνης ή επιστήμων ήταν κακός χαρακτήρας και ανέντιμος. Ακόμη και πολλοί άγιοι της Εκκλησίας είχαν πολύ σκοτεινό και αμαρτωλό παρελθόν, ορισμένοι δε διετήρησαν σοβαρά ελαττώματα και μετά την μετάνοια τους, προσπαθώντας διαρκώς να τα δαμάσουν.
Ο πρόλογος αυτός είναι θαρρώ απαραίτητος πριν συναντήσουμε την μεγάλη ιστορική προσωπικότητα του Μιχαήλ Ψελλού, του Ανατολικού Ρωμαίου φιλοσόφου, πολιτικού και πανεπιστήμονος. Όπως θα δούμε αμέσως παρακάτω, ο πολυμαθής αυτός άνθρωπος, ένα από τα λαμπρότερα μυαλά της «βυζαντινής» ιστορίας, συνδύαζε αυτές τις αρετές με έναν αμφιβόλου ποιότητος χαρακτήρα, γενόμενος ουσιαστικά η προσωποποίηση του στερεοτύπου της αυλικής ραδιουργίας.
Το ιστορικό πλαίσιο
Ο Μιχαήλ Ψελλός έδρασε τον 11ο αιώνα, ειδικότερα δεν την επαύριο της μεγάλης ακμής της αυτοκρατορίας υπό τους στρατηλάτες Μακεδόνες βασιλείς, οπότε το Ρωμαϊκό κράτος ευρίσκετο σε καλή οικονομική και πολιτική κατάσταση, η εσωτερική όμως σήψη και οι πολιτικές αντιπαλότητες ήδη υπέσκαπταν ταχύτατα την ασφάλεια και ευημερία του, με καταστροφικές όπως θα δούμε συνέπειες.
Η περίοδος της Μακεδονικής δυναστείας χαρακτηρίστηκε από σημαντική άνθιση των τεχνών και των επιστημών, με την παράλληλη αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για την αρχαία ελληνική γραμματεία, η οποία είχε ατονήσει στους δύσκολους χρόνους μετά την αραβική έκρηξη. Αποτελούσε συνέχεια των πρώτων βημάτων που έγιναν επί Θεοφίλου και Μιχαήλ Γ’ τον 9ο αιώνα, οπότε αναδιοργανώθηκε η αυτοκρατορική σχολή της Μαγναύρας και σταδιοδρόμησαν οικουμενικοί άνδρες όπως ο Λέων ο Μαθηματικός και ο Άγιος Φώτιος ο Μέγας. Οι σύγχρονοι ιστορικοί ομιλούν με θαυμασμό για τον «πρώτο βυζαντινό ουμανισμό» και την «μακεδονική αναγέννηση», όροι που αν και προδίδουν την προβληματική θέαση περί σκοτεινού Μεσαίωνος και διαδοχικών αναγεννήσεων πριν την «τελική», δείχνουν το σημαντικό πνευματικό μέγεθος της αυτοκρατορίας και το κλίμα ανανεώσεως που επεκράτησε. Από τους ιδίους τους Μακεδόνες αυτοκράτορες, ξεχωρίζουν ο Λέων ΣΤ’ ο Σοφός και ο υιός του Κωνσταντίνος Ζ’ πορφυρογέννητος, οι οποίοι παρήγγειλαν ή συνέγραψαν οι ίδιοι πλήθος ιστορικών, πολιτικών και επιστημονικών έργων, συνεχίζοντας την εγκυκλοπαιδική παράδοση που θεμελίωσε η «Μυριόβιβλος» του Φωτίου. Παράλληλα άνθιζε η πατριαρχική σχολή της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία για να ανταγωνιστεί την αυτοκρατορική αλλά και να δίνει μία καλύτερη παιδεία στους σπουδαστές της, ενσωμάτωνε πλέον μαθήματα ρητορικής και φιλοσοφίας. Οι στρατηλάτες βασιλείς Νικηφόρος Φωκάς, Ιωάννης Τσιμισκής και Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος υπήρξαν μάλλον αδιάφοροι για τα γράμματα, η πολιτιστική όμως ανάπτυξη δεν σταμάτησε.
Η ζωή του
Ο Μιχαήλ Ψελλός γεννήθηκε ως Κωνσταντίνος το έτος 1018, κοντά στην Βασιλεύουσα. Η οικογένεια του, μεσαίας κοινωνικής τάξεως και πιθανότατα ξεπεσμένη αριστοκρατική, καταγόταν από τη Νικομήδεια. Ο νεαρός Κωνσταντίνος έλαβε πλήρη μόρφωση και φαίνεται να είχε μεγάλη έφεση στα γράμματα. Ορισμένες πηγές αναφέρουν πως σπούδασε στην Αθήνα, η οποία αντίθετα με την διαδεδομένη άποψη ήταν μία από της σημαντικότερες πόλεις της ρωμαϊκής Ελλάδος.
Στα 16 του χρόνια ο Ψελλός εστάλη στην Κωνσταντινούπολη για να μαθητεύσει κοντά σε έναν θεματικό κριτή (δικαστή) που περιόδευε τις ευρωπαϊκές επαρχίες. Σύντομα όμως άσχημα νέα τον έκαναν να επιστρέψει εσπευσμένα στην Βασιλεύουσα: ο πρόωρος θάνατος της αδελφής του είχε ρίξει την οικογένεια του στο πένθος. Αμφότεροι οι γονείς του γίνονται μοναχοί, ενώ ο Κωνσταντίνος έμεινε στην Πόλη για να συνεχίσει τις σπουδές του. Διδάχθηκε ρητορική και φιλοσοφία από τον Ιωάννη Μαυρόποδα, ενώ ήρθε σε επαφή με τον μετέπειτα πατριάρχη και διαπρεπή νομοδιδάσκαλο Ιωάννη Ξιφλίνο. Έχει ενδιαφέρον πάντως πως στο έργο του διαμαρτύρεται πως η φιλοσοφία στην εποχή του ήταν «νεκρή» και δεν έβρισκε καλό δάσκαλο να τον μυήσει, συνεπώς έπρεπε να γίνει αυτοδίδακτος. Η επαγγελματική του σταδιοδρομία παραμένει προσανατολισμένη στα δικαστικά, αφού μεταξύ 1038 και 1041 θα δράσει ως θεματικός κριτής στην Μικρά Ασία. Στην προσωπική του ζωή, μαθαίνουμε πως παντρεύτηκε και απέκτησε μία κόρη, η οποία όμως πέθανε σε ηλικία μόλις 8 ετών. Μεταγενέστερα έγγραφα δείχνουν πως κάποια στιγμή πρέπει να υιοθέτησε ένα άλλο κορίτσι.
Εκεί που όμως θα ανέλθει το πολιτικό και εκπαιδευτικό άστρο του Ψελλού ήταν στην ανακτορική αυλή της Κωνσταντινουπόλεως. Θα γίνει βασιλικός υπογραμματεύς του Μιχαήλ Δ’ του Παφλαγόνος (1034-1041), δευτέρου συζύγου της αυγούστας Ζωής της Πορφυρογέννητης, καθώς και του διαδόχου και ανεψιού του Μιχαήλ Ε’ Καλαφάτη (1041-1042). Παράλληλα εδίδασκε ορθογραφία και φιλοσοφία. Όταν ο Καλαφάτης θέλησε να εξορίσει την Ζωή και να μείνει μόνος αυτοκράτορας, ο λαός της Κωνσταντινουπόλεως ξέσπασε εναντίον του, με τον Ψελλό να είναι αυτόπτης μάρτυρας των ταραχών, της τραγικής πτώσεως και συλλήψεως του Μιχαήλ, όπως και της τυφλώσεως του.
Όταν αμέσως μετά η Ζωή νυμφεύθηκε και ανέβασε στον θρόνο τον Κωνσταντίνο Θ’ Μονομάχο (1042-1055), ο Ψελλός έγινε έμπιστος του. Ο αυτοκράτορας θα του χαρίσει γαίες στη Βιθυνία και θα του απονείμει διαδοχικά μεγάλα αξιώματα τόσο στην αυλή όσο και στην σύγκλητο. Παρά την στενή τους σχέση, ο Ψελλός στα γραπτά του διαμαρτυρόταν πως δεν μπόρεσε να αποσπάσει τον Κωνσταντίνο Θ’ από τα πάθη του, την φιληδονία του και την αδιαφορία του για την ορθή διακυβέρνηση, η οποία τόσο στοίχισε στο κράτος σε μία κρίσιμη εποχή όπου οι εξωτερικές υποθέσεις της Ρωμανίας άρχισαν να επιδεινώνονται.
Από τα λίγα ωφέλιμα που έπραξε ο Κωνσταντίνος Μονομάχος ήταν η αναδιοργάνωση της αυτοκρατορικής σχολής. Θέλοντας να εκτονώσει την αντιπαλότητα στην οποία είχαν εν τω μεταξύ έλθει ο Ξιφλίνος και ο Ψελλός, διόρισε τον πρώτο «νομοφύλακα», επικεφαλής της νομικής σχολής, ενώ τον δεύτερο «ύπατο των φιλοσόφων». Η περίοδος θεωρείται από τις πιο παραγωγικές και ζωηρές της «βυζαντινής» διανοήσεως.
Η θέση του Ψελλού στην κορυφή της βασιλικής αυλής δεν θα κρατήσει πολύ. Προς τα τέλη της βασιλείας του Μονομάχου ο κύκλος του θα εκτοπιστεί από τα ανάκτορα και θα αποσυρθεί από το πολιτικό προσκήνιο. Το έτος 1054 θα πεθάνει η μητέρα του Ψελλού, κάτι το οποίο θα συντελέσει στην απόφαση του θα μονάσει. Ο Κωνσταντίνος Ψελλός θα πάρει το όνομα Μιχαήλ, με το οποίο θα μείνει και στην ιστορία. Ο ίδιος αναφέρει πως παλαιόθεν είχε την τάση του αναχωρητισμού. Σεβόμενοι μεν την άβυσσο της ανθρωπίνου ψυχής, μπορούμε δε να δούμε αυτήν τη δήλωση με σκεπτικισμό, καθώς προέρχεται από έναν άνθρωπο στενά συνδεδεμένο με την εξουσία, από την οποία όπως θα δούμε ευθύς αμέσως δεν απείχε για καιρό.
Με τον θάνατο του Μονομάχου το 1055 η αδελφή της Ζωής (που είχε εκδημήσει ήδη από το 1050), Θεοδώρα Πορφυρογέννητη, άφησε το μοναστήρι όπου ως τότε διαβιούσε και ανήλθε στο θρόνο για ένα σύντομο διάστημα μονοκρατορίας. Η Θεοδώρα ανακάλεσε τον Μιχαήλ Ψελλό από την μονή του στον βιθυνικό Όλυμπο για να στελεχώσει την αυλή της. Ο Ψελλός έζησε μία από τις πιο καταιγιστικά ταραχώδεις περιόδους της ρωμαϊκής ιστορίας εδώ και αιώνες, καθώς ένα χρόνο μετά η Θεοδώρα ανατράπηκε από τον Μιχαήλ ΣΤ’ Στρατιωτικό, ενώ τον μεθεπόμενο ο Ισαάκιος Α’ Κομνηνός διενέργησε στρατιωτικό κίνημα με αποτέλεσμα την κατάληψη του θρόνου. Ο Ψελλός ομολογεί πως συμμετείχε στην κίνηση αυτή υπέρ του Ισαακίου, επισημαίνοντας ότι χάρη στις δικές του ενέργειες αποφεύχθηκε η αιματοχυσία.
Κατά την βασιλεία του ο Ισαάκιος Κομνηνός ήρθε σε σύγκρουση με τον πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριο (τον γνωρίζουμε κυρίως για τον ρόλο του στο Μεγάλο Σχίσμα του 1054) και θέλησε να τον εκτοπίσει από τη θέση του. Ο Ψελλός, παρ’ ότι παλαιός φίλος του Κηρουλαρίου, με τον οποίο είχε συνεργαστεί για να ανατρέψουν τον Μιχαήλ ΣΤ’, ανέλαβε να γράψει το πλαστό κατηγορητήριο του πατριάρχου, στο οποίο του απέδιδε συνωμοσία για τον φόνο του αυτοκράτορος και ανήθικη συμπεριφορά. Ο Κηρουλάριος όμως θα πεθάνει εξόριστος πριν την δίκη, οπότε ο Μιχαήλ Ψελλός θα του γράψει… έναν πανηγυρικό επιτάφιο. Σε ανταμοιβή για την συνέργεια του, ο Ισαάκιος θα χρίσει τον Ψελλό ως πρόεδρο της συγκλήτου, παρά τις διαμαρτυρίες του σώματος για το πως είναι δυνατόν ένας μοναχός να φέρει αξιώματα. Το 1059 ο αυτοκράτορας θα ασθενήσει σοβαρά, στον βαθμό που νόμιζε πως θα πεθάνει. Ξανά στις επάλξεις των αυλικών ραδιουργιών, ο Ψελλός έπεισε τον Ισαάκιο να παραιτηθεί και να καρεί μοναχός, με αποτέλεσμα την πορφύρα να ενδυθεί ο Κωνσταντίνος Ι’ Δούκας. Και πάλι ο Ψελλός διαμαρτύρεται πως ο νέος πάτρωνας του αγνοεί τις συστάσεις του και οδηγεί το κράτος στην καταστροφή με την ανικανότητα του.
Το 1067 ο Κωνσταντίνος Δούκας απεβίωσε, αφήνοντας στο θρόνο την χήρα του Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα και τον ανήλικο υιό τους Μιχαήλ. Ο Ψελλός μένει στα ανάκτορα ως σύζυγος της αυγούστας, από όπου θα πνέει τα μένεα εναντίον του νέου συζύγου της Ρωμανού Δ’ Διογένη. Εκείνες τις δεκαετίες είναι σε πλήρη εξέλιξη ο πόλεμος μεταξύ της αυλικής/αστικής και της στρατιωτικής/επαρχιακής αριστοκρατίας, με την πρώτη να προχωρά στην υπονόμευση της αμύνης της αυτοκρατορίας για να περιορίσει τους αντιπάλους της, με καταστροφικά αποτελέσματα. Ο Ψελλός, αναφανδόν πρόμαχος της πρώτης παρατάξεως, θα εμπλακεί στην συνωμοσία εναντίον του Ρωμανού ύστερα από την ήττα του από τους Τούρκους στο Μαντζικέρτ (1071). Ο άτυχος πολεμιστής βασιλεύς αναγκάστηκε να παραδοθεί στους εχθρούς του, υπό τον όρο να αφεθεί ήσυχος να μονάσει και να αποσυρθεί από την πολιτική. Εκείνοι όμως δεν επρόκειτο να σεβαστούν τους όρκους τους: ο Ρωμανός αφού συνελήφθη, τυφλώθηκε και εξορίστηκε στα Πριγκηπονήσια.
Ακόμη και η ίδια εκτέλεση της ποινής ήταν φρικτή. Αντί της κλασσικής πρακτικής, κατά την οποία το θύμα τυφλωνόταν με χτυπήματα στα οπτικά νεύρα στο πλάι της κεφαλής ή με το άγγιγμα πυρωμένου σιδήρου στους οφθαλμούς για να αχρηστευθούν, ο Ρωμανός έπεσε στα χέρια ενός ερασιτέχνη δημίου ο οποίους του ξερίζωσε και έχυσε τα μάτια του. Μέσα στη δυστυχία τους και τους πόνους του, όπου θα τον βρει ο θάνατος το 1072, ο Ρωμανός Διογένης έλαβε μία επιστολή «συμπαράστασης» από τον Ψελλό, στην οποία ο αυλοκόλακας του λέει, από συμπόνοια υποτίθεται, πως δε γνωρίζει αν θα έπρεπε να τον θρηνήσει ως κακόμοιρο ή να τον θαυμάσει σαν μάρτυρα, γιατί αφού τυφλώθηκε ο Θεός θα τον αξιώσει σε ένα καλύτερο φως…
Ο Ψελλός στη συνέχει θα διατελέσει σύμβουλος του Μιχαήλ Ζ’ Δούκα, του γνωστού ως Παραπινάκη (άδειο πιάτο) για την καταστροφική οικονομική του πολιτική. Γρήγορα όμως θα εκπέσει της βασιλικής ευνοίας και θα σταλεί πίσω στο μοναστήρι, όπου θα πεθάνει ξεχασμένος και άσημος. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή ημερομηνία του θανάτου του. Υπολογίζεται κάποιο σημείο στα τέλη της δεκαετίες του 1070 ή λίγο αργότερα.
Το έργο του Μιχαήλ Ψελλού
Αφήνοντας πίσω τον ταραχώδη βίο και την χαμερπή πολιτεία του, καλό θα ήταν εδώ να αφιερώσουμε την προσοχή μας στο έργο του Ψελλού ως συγγραφέως, φιλοσόφου και επιστήμονος: η ευρυμάθεια, πολυμάθεια και περιέργεια του είναι εντυπωσιακές. Ήταν σίγουρα ο μεγαλύτερος νους της εποχής του και εύκολα συγκαταλέγεται στους κορυφαίους όλης της «βυζαντινής» ιστορίας. Όπως συνέβαινε συνήθως με όλους τους σημαντικούς διανοητές πριν την ανάπτυξη της εξειδικεύσεως που έφερε η επιστημονική πρόοδος των τελευταίων αιώνων, ασχολήθηκε με πάρα πολλούς τομείς της γνώσεως, από την ιατρική μέχρι την ιστορία. Αυτό γίνεται αρκετά προφανές εάν δούμε τον κατάλογο των βασικών έργων του:
Ο Ψελλός ως φιλόσοφος
Όπως ήδη αναφέρθηκε, ο Ψελλός ανέλαβε να «αναγεννήσει» τον φιλοσοφικό στοχασμό με βάση την αρχαία παράδοση. Υπήρξε μελετητής και λάτρης του Πλάτωνος, κάτι που τον έφερε σε σύγκρουση με τον πατριάρχη Ιωάννη Ξιφλίνο, διδασκάλου των νομικών στην αυτοκρατορική σχολή, ο οποίος ήταν αριστοτελικός. Ο Ψελλός ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την έννοια του αυτεξουσίου του ανθρώπου, καθώς και την ελευθερία δράσεως και σκέψεως του. Εκφέρει ακόμη ενδιαφέρουσες απόψεις σχετικά με την σχέση της φιλοσοφίας με την πίστη, καθώς και του Θεού με τον κόσμο. Όπως γίνεται και με άλλους διανοητές της εποχής, έχουν διατυπωθεί υπόνοιες για πιθανό αγνωστικισμό ή αθεΐα του Ψελλού, όμως τέτοιοι ισχυρισμοί φαίνονται υπερβολικοί και αβάσιμοι. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως ο «ύπατος των φιλοσόφων» δεν ακροβατούσε στα όρια της ετεροδοξίας, όταν περιέγραφε με τον χριστιανικό Θεό ως δημιουργό του κόσμου και θεσπίσαντα τους φυσικούς νόμους, δεν αφήνει όμως πολλά περιθώρια σε υπέρ της φύσεως παρεμβάσεις του – ουσιαστικά αφήνοντας πολύ λίγο χώρο στο θαύμα, παρ’ ότι στο ιστορικό του έργο κάνει αισθητή την παρουσία της η ιδέα της Θείας Προνοίας. Ο Ψελλός επεδίωκε έναν συγκερασμό ή μάλλον κάποια συνεργασία μεταξύ φιλοσοφίας και θρησκείας. Η πρώτη θέτει τις βάσεις των όρων και της συλλογιστικής διαδικασίας, τα οποία χρησιμοποιεί η θεολογία να κτίσει τις πνευματικές της ενοράσεις. Αν και δεν δέχθηκε ποτέ ευθύ διωγμό για τις ιδέες του (ίσως ένεκα της μεγάλης ισχύος του στην αυλή), οι νεοπλατωνικές ροπές του Ψελλού πάντοτε τον καθιστούσαν ύποπτο. Ο μαθητής του Ιωάννης Ιταλός καταδικάστηκε από την Εκκλησία επί Αλεξίου Κομνηνού.
Η ενασχόληση του με την μαγεία
Στην σημερινή αντίληψη περί ερεύνης και γνώσεως, η πίστη στην μαγεία θεωρείται αφέλεια και η εξάσκηση της τσαρλατανισμός. Στην αρχαιότητα και τον μεσαίωνα όμως (αλλά και αρκετά αργότερα) η μαγεία ήταν ένα ακόμη πεδίο το οποίο προσκαλούσε τον φιλοπερίεργο και τον μορφωμένο άνθρωπο να το κατακτήσει. Παρά τις αυστηρές εκκλησιαστικές απαγορεύσεις, συχνά θεσπισμένες ως νόμος του κράτους, αρκετοί Ανατολικοί Ρωμαίοι έτρεφαν ισχυρό ενδιαφέρον για ποικίλα είδη μαγείας, μαντείας και αστρολογίας. Ο Μιχαήλ Ψελλός δεν θα μπορούσε να αφήσει ένα τόσο μεγάλο κεφάλαιο πιθανής γνώσεως ανεξερεύνητο. Άλλωστε μιλήσαμε είδη για τις μελέτες του περί φυσικών ιδιοτήτων των στοιχείων – οι μέθοδοι της αλχημείας δεν ήταν απαραιτήτως επιστημονικοί, η σημερινή όμως επιστήμη της χημείας της χρωστά πάρα πολλά. Ο Ψελλός εξέταζε λίθους, αρώματα και βότανα, τα οποία σε διαφόρους συνδυασμούς και μαγικές χρήσεις μπορούσαν να επιφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα στον υλικό κόσμο. Οι αρχαίοι διδάσκαλοι του στον τομέα ήταν οι περίφημοι Χαλδαίοι μάγοι της ανατολής, ο Ερμής ο Τρισμέγιστος και οι Νεοπλατωνικοί (Πλωτίνος, Πορύριος, Ιάμβλιχος, Πρόκλος).
Παρ’ όλα αυτά ο Ψελλός φαίνεται συνετός και διστακτικός στον τομέα της μαγείας, ίσως λόγω των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, ίσως επειδή φοβείτο τις «δυνάμεις» τις οποίες ανακινούσε η μαγική τελετουργία. Στα κείμενα του βρίσκουμε, για παράδειγμα, την άρνηση του να γράψει ακριβώς το τάδε ή δείνα ξόρκι, φοβούμενος ότι κάποιος θα το χρησιμοποιήσει για κακό. Παλαιότερα αποδιδόταν στον Ψελλό το έργο «Περί Δαιμόνων», όπου περιγράφονται τα είδη, οι ιεραρχίες και οι ιδιότητες των εκπεσόντων αγγέλων, όμως σήμερα οι ιστορικοί το θεωρούν πόνημα αγνώστου.
Το ιστορικό του έργο
Η «Χρονογραφία» του Ψελλού καλύπτει το απόγειο και την παρακμή της Μακεδονικής δυναστείας, μαζί με την άνοδο και πτώση των Δουκών. Ο συγγραφέας δεν γράφει για το απώτερο παρελθόν ούτε είναι εξωτερικός παρατηρητής. Είναι ενεργός και σημαντικός δρων στις πολιτικές εξελίξεις της αυτοκρατορίας, ειδικά σε ότι αφορά την αυλή της Κωνσταντινουπόλεως. Γνώριζε προσωπικά και υπηρέτησε διαδοχικούς αυτοκράτορες, με ορισμένους εκ των οποίων είχε στενές σχέσεις. Αυτή η θέση του Ψελλού δίνει ένα πλεονέκτημα και ένα μειονέκτημα. Αφ’ ενός η εγγύτητα στην εξουσία δίνει πρόσβαση σε πληροφορίες που ειδάλλως δεν θα μπορούσε είχε, ενώ η προσωπική επαφή επιτρέπει στον συγγραφέα και συνθέτει λεπτομερείς προσωπογραφίες, καθώς στο έργο του το ήθος του βασιλέως συνδέεται άμεσα με την πολιτεία του. Αφ’ ετέρου και δυσμενώς, αφού ο Ψελλός ήταν πολιτικός των ανακτόρων είχε συμφέροντα σε ό,τι συνέβαινε – είδαμε πριν πως ενεπλάκη στην ανύψωση ή στην ανατροπή αυτοκρατόρων. Αυτό υπονομεύει σε πολύ μεγάλο βαθμό την αντικειμενικότητα του, αφού μπορεί να ελέγξει τι θα πει για να προβάλλει θετικά τον εαυτό του και τους πάτρωνες του. Τούτη η σκοπιμότητα καθιστά την γραφή του συχνά αντιφατική, ενίοτε δε και ελλιπή. Η ιστορία π.χ. για την συκοφάντηση του Μιχαήλ Κηρουλαρίου δεν μας είναι γνωστή από τον Ψελλό, ο οποίος δεν την αναφέρει καθόλου στο βιβλίο του, αλλά από τον Μιχαήλ Ατταλειάτη. Η «Χρονογραφία» λοιπόν δεν αποτελεί κατ’ εξοχήν ιστορικό έργο, αλλά απομνημονεύματα. Είναι η πρώτη φορά στην ανατολική ρωμαϊκή ιστορία που ένας πολιτικός παράγων γράφει την ιστορία όπως την έζησε εκείνος – και δη μέσα στην αυλή, όχι από το πεδίο της μάχης όπως έκανε ο Προκόπιος.
Αποτίμηση
Ο Μιχαήλ Ψελλός έδρεψε μικτές αξιολογήσεις από τους βυζαντινολόγους, οι οποίοι τόνισαν τα προσωπικά του ελαττώματα παράλληλα με το διανοητικό του βάρος. Λέγει ο Γάλλος ιστορικός Κάρολος Ντηλ, πως ήταν «από τα πλέον αξιοπρόσεκτα δείγματα εκείνων των βυζαντινών ψυχών, στις οποίες συνυπάρχουν σε έναν τόσο εκπληκτικό συνδυασμό τα υψηλότερα πνευματικά χαρίσματα και η πιο απόλυτη μετριότητα χαρακτήρος». Για τον Γερμανό συνάδελφο του Κάρολο Κρουμπάχερ, «η αναρριχητική δουλοφροσύνη, η έλλειψη ηθικών δισταγμών…η αχόρταγη φιλοδοξία, η τεράστια ματαιοδοξία είναι τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του». Πολύ σκληρά κρίνει τον Ψελλό ο εθνικός ιστορικός του νέου Ελληνισμού, Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ο οποίος εντάσσει την δράση του στην ευρύτερη παρακμή της εποχής των Δουκών και του καταστροφικού πολέμου της αστικής αριστοκρατίας κατά της στρατιωτικής, με ό,τι ολέθριο έφερε για την αυτοκρατορία «η εσχάτη παραλυσία εις ην έφερε τα πράγματα η μερίς των Ψελλών, Δουκών και συντροφίας […] υπό ηγεμόνος αθλίου, του Μιχαήλ Ζ΄, και του έτι αθλιωτέρου διδασκάλου και συμβούλου Ψελλού». Για όσους επικεντρώνονται όμως στο φιλοσοφικό και επιστημονικό του έργο, ο Μιχαήλ Ψελλός υπήρξε ένα λαμπρό πνεύμα φιλομαθείας και ελευθεροφροσύνης, ένας αληθής πρόδρομος της Ιταλικής Αναγεννήσεως.
Ποιος έχει δίκαιο; Λογικά, όλοι οι παραπάνω. Οι ανθρώπινες προσωπικότητες είναι πολυσχιδείς – ιδίως όσες είναι τόσο υψηλές, ιδίως όσες εμπλέκονται με την εξουσία. Η ανηθικότητα και μεγαλοφυΐα λοιπόν του Μιχαήλ Ψελλού αποτελεί ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πορτραίτα της μεσαιωνικής μας ιστορίας.
cognoscoteam.gr
ΠΗΓΕΣ
Απόστολος Καρποζήλος, «Βυζαντινοί Ιστορικοί και Χρονογράφοι», τ. Γ’, σελ. 59-161
Εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ, 1973
Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό ΠΡΩΙΑ, 1957
ΕΛΞΕΥΣΙΣ
Βικιπαίδεια
Άννα Λάζου, «Ο Μιχαήλ Ψελλός και οι επιστημονικές επαναστάσεις στην παράδοση του ευρωπαϊκού πολιτισμού» (pdf)
Σεβαστή Ζωή, Έωα και Εσπέρια 6 (2004-2006), «Μιχαήλ Ψελλός και Μιχαήλ Κηρουλάριος» (pdf)
Γ. Α. Μέγας, «Ο Μιχαήλ Ψελλός ως λαογράφος» (Θ’ Βυζαντινολογικό Συνέδριο Θεσσαλονίκης, 1953) pdf
Δημήτρης Γουσόπουλος και Γιάννα Κατσιαμπούρα, «Βυζαντινή φυσική φιλοσοφία και μετασχηματισμός της ύλης: η περίπτωση του Μιχαήλ Ψελλού», 7ο Πανελλήνιο Συνέδριο “Η ιστορία και Φιλοσοφία των Επιστημών στη Διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών”, 2012 (pdf)
Το γεγονός ότι κάποιος μπορεί να είναι ευεργέτης ή ήρωας δεν σημαίνει πως θα είναι και ηθικός. Αυτό ξεχνάμε και εκπλησσόμαστε, όταν για παράδειγμα ανακαλύπτουμε πως ένας στρατιωτικός ήρωας έχει στο ιστορικό του εκτός από θριάμβους και μικρά ή μεγαλύτερα εγκλήματα πολέμου, πως ένας φιλόσοφος ήταν διεφθαρμένος ή διεστραμμένος, πως ένας καλλιτέχνης ή επιστήμων ήταν κακός χαρακτήρας και ανέντιμος. Ακόμη και πολλοί άγιοι της Εκκλησίας είχαν πολύ σκοτεινό και αμαρτωλό παρελθόν, ορισμένοι δε διετήρησαν σοβαρά ελαττώματα και μετά την μετάνοια τους, προσπαθώντας διαρκώς να τα δαμάσουν.
Ο πρόλογος αυτός είναι θαρρώ απαραίτητος πριν συναντήσουμε την μεγάλη ιστορική προσωπικότητα του Μιχαήλ Ψελλού, του Ανατολικού Ρωμαίου φιλοσόφου, πολιτικού και πανεπιστήμονος. Όπως θα δούμε αμέσως παρακάτω, ο πολυμαθής αυτός άνθρωπος, ένα από τα λαμπρότερα μυαλά της «βυζαντινής» ιστορίας, συνδύαζε αυτές τις αρετές με έναν αμφιβόλου ποιότητος χαρακτήρα, γενόμενος ουσιαστικά η προσωποποίηση του στερεοτύπου της αυλικής ραδιουργίας.
Το ιστορικό πλαίσιο
Ο Μιχαήλ Ψελλός έδρασε τον 11ο αιώνα, ειδικότερα δεν την επαύριο της μεγάλης ακμής της αυτοκρατορίας υπό τους στρατηλάτες Μακεδόνες βασιλείς, οπότε το Ρωμαϊκό κράτος ευρίσκετο σε καλή οικονομική και πολιτική κατάσταση, η εσωτερική όμως σήψη και οι πολιτικές αντιπαλότητες ήδη υπέσκαπταν ταχύτατα την ασφάλεια και ευημερία του, με καταστροφικές όπως θα δούμε συνέπειες.
Η περίοδος της Μακεδονικής δυναστείας χαρακτηρίστηκε από σημαντική άνθιση των τεχνών και των επιστημών, με την παράλληλη αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για την αρχαία ελληνική γραμματεία, η οποία είχε ατονήσει στους δύσκολους χρόνους μετά την αραβική έκρηξη. Αποτελούσε συνέχεια των πρώτων βημάτων που έγιναν επί Θεοφίλου και Μιχαήλ Γ’ τον 9ο αιώνα, οπότε αναδιοργανώθηκε η αυτοκρατορική σχολή της Μαγναύρας και σταδιοδρόμησαν οικουμενικοί άνδρες όπως ο Λέων ο Μαθηματικός και ο Άγιος Φώτιος ο Μέγας. Οι σύγχρονοι ιστορικοί ομιλούν με θαυμασμό για τον «πρώτο βυζαντινό ουμανισμό» και την «μακεδονική αναγέννηση», όροι που αν και προδίδουν την προβληματική θέαση περί σκοτεινού Μεσαίωνος και διαδοχικών αναγεννήσεων πριν την «τελική», δείχνουν το σημαντικό πνευματικό μέγεθος της αυτοκρατορίας και το κλίμα ανανεώσεως που επεκράτησε. Από τους ιδίους τους Μακεδόνες αυτοκράτορες, ξεχωρίζουν ο Λέων ΣΤ’ ο Σοφός και ο υιός του Κωνσταντίνος Ζ’ πορφυρογέννητος, οι οποίοι παρήγγειλαν ή συνέγραψαν οι ίδιοι πλήθος ιστορικών, πολιτικών και επιστημονικών έργων, συνεχίζοντας την εγκυκλοπαιδική παράδοση που θεμελίωσε η «Μυριόβιβλος» του Φωτίου. Παράλληλα άνθιζε η πατριαρχική σχολή της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία για να ανταγωνιστεί την αυτοκρατορική αλλά και να δίνει μία καλύτερη παιδεία στους σπουδαστές της, ενσωμάτωνε πλέον μαθήματα ρητορικής και φιλοσοφίας. Οι στρατηλάτες βασιλείς Νικηφόρος Φωκάς, Ιωάννης Τσιμισκής και Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος υπήρξαν μάλλον αδιάφοροι για τα γράμματα, η πολιτιστική όμως ανάπτυξη δεν σταμάτησε.
Η ζωή του
Ο Μιχαήλ Ψελλός γεννήθηκε ως Κωνσταντίνος το έτος 1018, κοντά στην Βασιλεύουσα. Η οικογένεια του, μεσαίας κοινωνικής τάξεως και πιθανότατα ξεπεσμένη αριστοκρατική, καταγόταν από τη Νικομήδεια. Ο νεαρός Κωνσταντίνος έλαβε πλήρη μόρφωση και φαίνεται να είχε μεγάλη έφεση στα γράμματα. Ορισμένες πηγές αναφέρουν πως σπούδασε στην Αθήνα, η οποία αντίθετα με την διαδεδομένη άποψη ήταν μία από της σημαντικότερες πόλεις της ρωμαϊκής Ελλάδος.
Στα 16 του χρόνια ο Ψελλός εστάλη στην Κωνσταντινούπολη για να μαθητεύσει κοντά σε έναν θεματικό κριτή (δικαστή) που περιόδευε τις ευρωπαϊκές επαρχίες. Σύντομα όμως άσχημα νέα τον έκαναν να επιστρέψει εσπευσμένα στην Βασιλεύουσα: ο πρόωρος θάνατος της αδελφής του είχε ρίξει την οικογένεια του στο πένθος. Αμφότεροι οι γονείς του γίνονται μοναχοί, ενώ ο Κωνσταντίνος έμεινε στην Πόλη για να συνεχίσει τις σπουδές του. Διδάχθηκε ρητορική και φιλοσοφία από τον Ιωάννη Μαυρόποδα, ενώ ήρθε σε επαφή με τον μετέπειτα πατριάρχη και διαπρεπή νομοδιδάσκαλο Ιωάννη Ξιφλίνο. Έχει ενδιαφέρον πάντως πως στο έργο του διαμαρτύρεται πως η φιλοσοφία στην εποχή του ήταν «νεκρή» και δεν έβρισκε καλό δάσκαλο να τον μυήσει, συνεπώς έπρεπε να γίνει αυτοδίδακτος. Η επαγγελματική του σταδιοδρομία παραμένει προσανατολισμένη στα δικαστικά, αφού μεταξύ 1038 και 1041 θα δράσει ως θεματικός κριτής στην Μικρά Ασία. Στην προσωπική του ζωή, μαθαίνουμε πως παντρεύτηκε και απέκτησε μία κόρη, η οποία όμως πέθανε σε ηλικία μόλις 8 ετών. Μεταγενέστερα έγγραφα δείχνουν πως κάποια στιγμή πρέπει να υιοθέτησε ένα άλλο κορίτσι.
Εκεί που όμως θα ανέλθει το πολιτικό και εκπαιδευτικό άστρο του Ψελλού ήταν στην ανακτορική αυλή της Κωνσταντινουπόλεως. Θα γίνει βασιλικός υπογραμματεύς του Μιχαήλ Δ’ του Παφλαγόνος (1034-1041), δευτέρου συζύγου της αυγούστας Ζωής της Πορφυρογέννητης, καθώς και του διαδόχου και ανεψιού του Μιχαήλ Ε’ Καλαφάτη (1041-1042). Παράλληλα εδίδασκε ορθογραφία και φιλοσοφία. Όταν ο Καλαφάτης θέλησε να εξορίσει την Ζωή και να μείνει μόνος αυτοκράτορας, ο λαός της Κωνσταντινουπόλεως ξέσπασε εναντίον του, με τον Ψελλό να είναι αυτόπτης μάρτυρας των ταραχών, της τραγικής πτώσεως και συλλήψεως του Μιχαήλ, όπως και της τυφλώσεως του.
Όταν αμέσως μετά η Ζωή νυμφεύθηκε και ανέβασε στον θρόνο τον Κωνσταντίνο Θ’ Μονομάχο (1042-1055), ο Ψελλός έγινε έμπιστος του. Ο αυτοκράτορας θα του χαρίσει γαίες στη Βιθυνία και θα του απονείμει διαδοχικά μεγάλα αξιώματα τόσο στην αυλή όσο και στην σύγκλητο. Παρά την στενή τους σχέση, ο Ψελλός στα γραπτά του διαμαρτυρόταν πως δεν μπόρεσε να αποσπάσει τον Κωνσταντίνο Θ’ από τα πάθη του, την φιληδονία του και την αδιαφορία του για την ορθή διακυβέρνηση, η οποία τόσο στοίχισε στο κράτος σε μία κρίσιμη εποχή όπου οι εξωτερικές υποθέσεις της Ρωμανίας άρχισαν να επιδεινώνονται.
Από τα λίγα ωφέλιμα που έπραξε ο Κωνσταντίνος Μονομάχος ήταν η αναδιοργάνωση της αυτοκρατορικής σχολής. Θέλοντας να εκτονώσει την αντιπαλότητα στην οποία είχαν εν τω μεταξύ έλθει ο Ξιφλίνος και ο Ψελλός, διόρισε τον πρώτο «νομοφύλακα», επικεφαλής της νομικής σχολής, ενώ τον δεύτερο «ύπατο των φιλοσόφων». Η περίοδος θεωρείται από τις πιο παραγωγικές και ζωηρές της «βυζαντινής» διανοήσεως.
Η θέση του Ψελλού στην κορυφή της βασιλικής αυλής δεν θα κρατήσει πολύ. Προς τα τέλη της βασιλείας του Μονομάχου ο κύκλος του θα εκτοπιστεί από τα ανάκτορα και θα αποσυρθεί από το πολιτικό προσκήνιο. Το έτος 1054 θα πεθάνει η μητέρα του Ψελλού, κάτι το οποίο θα συντελέσει στην απόφαση του θα μονάσει. Ο Κωνσταντίνος Ψελλός θα πάρει το όνομα Μιχαήλ, με το οποίο θα μείνει και στην ιστορία. Ο ίδιος αναφέρει πως παλαιόθεν είχε την τάση του αναχωρητισμού. Σεβόμενοι μεν την άβυσσο της ανθρωπίνου ψυχής, μπορούμε δε να δούμε αυτήν τη δήλωση με σκεπτικισμό, καθώς προέρχεται από έναν άνθρωπο στενά συνδεδεμένο με την εξουσία, από την οποία όπως θα δούμε ευθύς αμέσως δεν απείχε για καιρό.
Με τον θάνατο του Μονομάχου το 1055 η αδελφή της Ζωής (που είχε εκδημήσει ήδη από το 1050), Θεοδώρα Πορφυρογέννητη, άφησε το μοναστήρι όπου ως τότε διαβιούσε και ανήλθε στο θρόνο για ένα σύντομο διάστημα μονοκρατορίας. Η Θεοδώρα ανακάλεσε τον Μιχαήλ Ψελλό από την μονή του στον βιθυνικό Όλυμπο για να στελεχώσει την αυλή της. Ο Ψελλός έζησε μία από τις πιο καταιγιστικά ταραχώδεις περιόδους της ρωμαϊκής ιστορίας εδώ και αιώνες, καθώς ένα χρόνο μετά η Θεοδώρα ανατράπηκε από τον Μιχαήλ ΣΤ’ Στρατιωτικό, ενώ τον μεθεπόμενο ο Ισαάκιος Α’ Κομνηνός διενέργησε στρατιωτικό κίνημα με αποτέλεσμα την κατάληψη του θρόνου. Ο Ψελλός ομολογεί πως συμμετείχε στην κίνηση αυτή υπέρ του Ισαακίου, επισημαίνοντας ότι χάρη στις δικές του ενέργειες αποφεύχθηκε η αιματοχυσία.
Κατά την βασιλεία του ο Ισαάκιος Κομνηνός ήρθε σε σύγκρουση με τον πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριο (τον γνωρίζουμε κυρίως για τον ρόλο του στο Μεγάλο Σχίσμα του 1054) και θέλησε να τον εκτοπίσει από τη θέση του. Ο Ψελλός, παρ’ ότι παλαιός φίλος του Κηρουλαρίου, με τον οποίο είχε συνεργαστεί για να ανατρέψουν τον Μιχαήλ ΣΤ’, ανέλαβε να γράψει το πλαστό κατηγορητήριο του πατριάρχου, στο οποίο του απέδιδε συνωμοσία για τον φόνο του αυτοκράτορος και ανήθικη συμπεριφορά. Ο Κηρουλάριος όμως θα πεθάνει εξόριστος πριν την δίκη, οπότε ο Μιχαήλ Ψελλός θα του γράψει… έναν πανηγυρικό επιτάφιο. Σε ανταμοιβή για την συνέργεια του, ο Ισαάκιος θα χρίσει τον Ψελλό ως πρόεδρο της συγκλήτου, παρά τις διαμαρτυρίες του σώματος για το πως είναι δυνατόν ένας μοναχός να φέρει αξιώματα. Το 1059 ο αυτοκράτορας θα ασθενήσει σοβαρά, στον βαθμό που νόμιζε πως θα πεθάνει. Ξανά στις επάλξεις των αυλικών ραδιουργιών, ο Ψελλός έπεισε τον Ισαάκιο να παραιτηθεί και να καρεί μοναχός, με αποτέλεσμα την πορφύρα να ενδυθεί ο Κωνσταντίνος Ι’ Δούκας. Και πάλι ο Ψελλός διαμαρτύρεται πως ο νέος πάτρωνας του αγνοεί τις συστάσεις του και οδηγεί το κράτος στην καταστροφή με την ανικανότητα του.
Το 1067 ο Κωνσταντίνος Δούκας απεβίωσε, αφήνοντας στο θρόνο την χήρα του Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα και τον ανήλικο υιό τους Μιχαήλ. Ο Ψελλός μένει στα ανάκτορα ως σύζυγος της αυγούστας, από όπου θα πνέει τα μένεα εναντίον του νέου συζύγου της Ρωμανού Δ’ Διογένη. Εκείνες τις δεκαετίες είναι σε πλήρη εξέλιξη ο πόλεμος μεταξύ της αυλικής/αστικής και της στρατιωτικής/επαρχιακής αριστοκρατίας, με την πρώτη να προχωρά στην υπονόμευση της αμύνης της αυτοκρατορίας για να περιορίσει τους αντιπάλους της, με καταστροφικά αποτελέσματα. Ο Ψελλός, αναφανδόν πρόμαχος της πρώτης παρατάξεως, θα εμπλακεί στην συνωμοσία εναντίον του Ρωμανού ύστερα από την ήττα του από τους Τούρκους στο Μαντζικέρτ (1071). Ο άτυχος πολεμιστής βασιλεύς αναγκάστηκε να παραδοθεί στους εχθρούς του, υπό τον όρο να αφεθεί ήσυχος να μονάσει και να αποσυρθεί από την πολιτική. Εκείνοι όμως δεν επρόκειτο να σεβαστούν τους όρκους τους: ο Ρωμανός αφού συνελήφθη, τυφλώθηκε και εξορίστηκε στα Πριγκηπονήσια.
Ακόμη και η ίδια εκτέλεση της ποινής ήταν φρικτή. Αντί της κλασσικής πρακτικής, κατά την οποία το θύμα τυφλωνόταν με χτυπήματα στα οπτικά νεύρα στο πλάι της κεφαλής ή με το άγγιγμα πυρωμένου σιδήρου στους οφθαλμούς για να αχρηστευθούν, ο Ρωμανός έπεσε στα χέρια ενός ερασιτέχνη δημίου ο οποίους του ξερίζωσε και έχυσε τα μάτια του. Μέσα στη δυστυχία τους και τους πόνους του, όπου θα τον βρει ο θάνατος το 1072, ο Ρωμανός Διογένης έλαβε μία επιστολή «συμπαράστασης» από τον Ψελλό, στην οποία ο αυλοκόλακας του λέει, από συμπόνοια υποτίθεται, πως δε γνωρίζει αν θα έπρεπε να τον θρηνήσει ως κακόμοιρο ή να τον θαυμάσει σαν μάρτυρα, γιατί αφού τυφλώθηκε ο Θεός θα τον αξιώσει σε ένα καλύτερο φως…
Ο Ψελλός στη συνέχει θα διατελέσει σύμβουλος του Μιχαήλ Ζ’ Δούκα, του γνωστού ως Παραπινάκη (άδειο πιάτο) για την καταστροφική οικονομική του πολιτική. Γρήγορα όμως θα εκπέσει της βασιλικής ευνοίας και θα σταλεί πίσω στο μοναστήρι, όπου θα πεθάνει ξεχασμένος και άσημος. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή ημερομηνία του θανάτου του. Υπολογίζεται κάποιο σημείο στα τέλη της δεκαετίες του 1070 ή λίγο αργότερα.
Το έργο του Μιχαήλ Ψελλού
Αφήνοντας πίσω τον ταραχώδη βίο και την χαμερπή πολιτεία του, καλό θα ήταν εδώ να αφιερώσουμε την προσοχή μας στο έργο του Ψελλού ως συγγραφέως, φιλοσόφου και επιστήμονος: η ευρυμάθεια, πολυμάθεια και περιέργεια του είναι εντυπωσιακές. Ήταν σίγουρα ο μεγαλύτερος νους της εποχής του και εύκολα συγκαταλέγεται στους κορυφαίους όλης της «βυζαντινής» ιστορίας. Όπως συνέβαινε συνήθως με όλους τους σημαντικούς διανοητές πριν την ανάπτυξη της εξειδικεύσεως που έφερε η επιστημονική πρόοδος των τελευταίων αιώνων, ασχολήθηκε με πάρα πολλούς τομείς της γνώσεως, από την ιατρική μέχρι την ιστορία. Αυτό γίνεται αρκετά προφανές εάν δούμε τον κατάλογο των βασικών έργων του:
- Περί Αριθμών. Βιβλίο μαθηματικών, όπως προδίδει το όνομα του, το οποίο αντλεί από αρχαίες πηγές, κυρίως το Νικόμαχο, τον Ευκλείδη και τον Θέωνα.
- Επιλύσεις φυσικών ζητημάτων.
- Περί Λίθων δυνάμεων. Το έργο αυτό ασχολήθηκε με τις ιδιότητες των ορυκτών. Εντασσόμενο στον ημι-επιστημονικό, ημι-μαγικό κλάδο της αλχημείας, περιγράφει την προσπάθεια του συγγραφέως να βρει μεθόδους παρασκευής χρυσού.
- Διδασκαλία Παντοδαπή. Αποτελεί ένα είδος γενικής εγκυκλοπαιδείας, το οποίο περιλαμβάνει πληροφορίες αστρονομίας, μετεωρολογίας, βοτανικής, φυσικής και μαθηματικών.
- Σύνταγμα Ευσύνοπτον εις τας Τέσσαρας Μαθηματικάς Επιστήμας. Αποτελεί ουσιαστικά ένα διδακτικό έργο της «μέσης» βαθμίδος της μεσαιωνικής εκπαιδεύσεως. Και στην Ρωμανία και στην Δύση, οι μαθητές ξεκινούσαν με την μελέτη των τριών αρχικών επιστημών (trivium), δηλαδή της γραμματικής, της λογικής και της ρητορικής, και προχωρούσαν στις τέσσερις ανώτερες «μαθηματικές» (quadrivium). Αυτές ήταν η αριθμητική, η μουσική, η γεωμετρία και η αστρονομία. Το «Σύνταγμα Ευσύνοπτον» θα γινόταν το πρώτο ελληνικό βιβλίο μαθηματικών που θα εκδιδόταν με την μέθοδο της τυπογραφίας, το 1532.
- Χρονογραφία. Πρόκειται για ένα ιστορικό έργο, το οποίο καλύπτει την περίοδο της ρωμαϊκής ιστορίας από το 976 (έτος θανάτου του Ιωάννου Α’ Τσιμισκή και ανόδου του Βασιλείου Β’) ως το 1078 (πτώση Μιχαήλ Ζ’ Δουκός, ανάρρηση Νικηφόρου Γ’ Βοτανειάτου). Θα μας απασχολήσει εκτενέστερα παρακάτω.
Ο Ψελλός ως φιλόσοφος
Όπως ήδη αναφέρθηκε, ο Ψελλός ανέλαβε να «αναγεννήσει» τον φιλοσοφικό στοχασμό με βάση την αρχαία παράδοση. Υπήρξε μελετητής και λάτρης του Πλάτωνος, κάτι που τον έφερε σε σύγκρουση με τον πατριάρχη Ιωάννη Ξιφλίνο, διδασκάλου των νομικών στην αυτοκρατορική σχολή, ο οποίος ήταν αριστοτελικός. Ο Ψελλός ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την έννοια του αυτεξουσίου του ανθρώπου, καθώς και την ελευθερία δράσεως και σκέψεως του. Εκφέρει ακόμη ενδιαφέρουσες απόψεις σχετικά με την σχέση της φιλοσοφίας με την πίστη, καθώς και του Θεού με τον κόσμο. Όπως γίνεται και με άλλους διανοητές της εποχής, έχουν διατυπωθεί υπόνοιες για πιθανό αγνωστικισμό ή αθεΐα του Ψελλού, όμως τέτοιοι ισχυρισμοί φαίνονται υπερβολικοί και αβάσιμοι. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως ο «ύπατος των φιλοσόφων» δεν ακροβατούσε στα όρια της ετεροδοξίας, όταν περιέγραφε με τον χριστιανικό Θεό ως δημιουργό του κόσμου και θεσπίσαντα τους φυσικούς νόμους, δεν αφήνει όμως πολλά περιθώρια σε υπέρ της φύσεως παρεμβάσεις του – ουσιαστικά αφήνοντας πολύ λίγο χώρο στο θαύμα, παρ’ ότι στο ιστορικό του έργο κάνει αισθητή την παρουσία της η ιδέα της Θείας Προνοίας. Ο Ψελλός επεδίωκε έναν συγκερασμό ή μάλλον κάποια συνεργασία μεταξύ φιλοσοφίας και θρησκείας. Η πρώτη θέτει τις βάσεις των όρων και της συλλογιστικής διαδικασίας, τα οποία χρησιμοποιεί η θεολογία να κτίσει τις πνευματικές της ενοράσεις. Αν και δεν δέχθηκε ποτέ ευθύ διωγμό για τις ιδέες του (ίσως ένεκα της μεγάλης ισχύος του στην αυλή), οι νεοπλατωνικές ροπές του Ψελλού πάντοτε τον καθιστούσαν ύποπτο. Ο μαθητής του Ιωάννης Ιταλός καταδικάστηκε από την Εκκλησία επί Αλεξίου Κομνηνού.
Η ενασχόληση του με την μαγεία
Στην σημερινή αντίληψη περί ερεύνης και γνώσεως, η πίστη στην μαγεία θεωρείται αφέλεια και η εξάσκηση της τσαρλατανισμός. Στην αρχαιότητα και τον μεσαίωνα όμως (αλλά και αρκετά αργότερα) η μαγεία ήταν ένα ακόμη πεδίο το οποίο προσκαλούσε τον φιλοπερίεργο και τον μορφωμένο άνθρωπο να το κατακτήσει. Παρά τις αυστηρές εκκλησιαστικές απαγορεύσεις, συχνά θεσπισμένες ως νόμος του κράτους, αρκετοί Ανατολικοί Ρωμαίοι έτρεφαν ισχυρό ενδιαφέρον για ποικίλα είδη μαγείας, μαντείας και αστρολογίας. Ο Μιχαήλ Ψελλός δεν θα μπορούσε να αφήσει ένα τόσο μεγάλο κεφάλαιο πιθανής γνώσεως ανεξερεύνητο. Άλλωστε μιλήσαμε είδη για τις μελέτες του περί φυσικών ιδιοτήτων των στοιχείων – οι μέθοδοι της αλχημείας δεν ήταν απαραιτήτως επιστημονικοί, η σημερινή όμως επιστήμη της χημείας της χρωστά πάρα πολλά. Ο Ψελλός εξέταζε λίθους, αρώματα και βότανα, τα οποία σε διαφόρους συνδυασμούς και μαγικές χρήσεις μπορούσαν να επιφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα στον υλικό κόσμο. Οι αρχαίοι διδάσκαλοι του στον τομέα ήταν οι περίφημοι Χαλδαίοι μάγοι της ανατολής, ο Ερμής ο Τρισμέγιστος και οι Νεοπλατωνικοί (Πλωτίνος, Πορύριος, Ιάμβλιχος, Πρόκλος).
Παρ’ όλα αυτά ο Ψελλός φαίνεται συνετός και διστακτικός στον τομέα της μαγείας, ίσως λόγω των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, ίσως επειδή φοβείτο τις «δυνάμεις» τις οποίες ανακινούσε η μαγική τελετουργία. Στα κείμενα του βρίσκουμε, για παράδειγμα, την άρνηση του να γράψει ακριβώς το τάδε ή δείνα ξόρκι, φοβούμενος ότι κάποιος θα το χρησιμοποιήσει για κακό. Παλαιότερα αποδιδόταν στον Ψελλό το έργο «Περί Δαιμόνων», όπου περιγράφονται τα είδη, οι ιεραρχίες και οι ιδιότητες των εκπεσόντων αγγέλων, όμως σήμερα οι ιστορικοί το θεωρούν πόνημα αγνώστου.
Το ιστορικό του έργο
Η «Χρονογραφία» του Ψελλού καλύπτει το απόγειο και την παρακμή της Μακεδονικής δυναστείας, μαζί με την άνοδο και πτώση των Δουκών. Ο συγγραφέας δεν γράφει για το απώτερο παρελθόν ούτε είναι εξωτερικός παρατηρητής. Είναι ενεργός και σημαντικός δρων στις πολιτικές εξελίξεις της αυτοκρατορίας, ειδικά σε ότι αφορά την αυλή της Κωνσταντινουπόλεως. Γνώριζε προσωπικά και υπηρέτησε διαδοχικούς αυτοκράτορες, με ορισμένους εκ των οποίων είχε στενές σχέσεις. Αυτή η θέση του Ψελλού δίνει ένα πλεονέκτημα και ένα μειονέκτημα. Αφ’ ενός η εγγύτητα στην εξουσία δίνει πρόσβαση σε πληροφορίες που ειδάλλως δεν θα μπορούσε είχε, ενώ η προσωπική επαφή επιτρέπει στον συγγραφέα και συνθέτει λεπτομερείς προσωπογραφίες, καθώς στο έργο του το ήθος του βασιλέως συνδέεται άμεσα με την πολιτεία του. Αφ’ ετέρου και δυσμενώς, αφού ο Ψελλός ήταν πολιτικός των ανακτόρων είχε συμφέροντα σε ό,τι συνέβαινε – είδαμε πριν πως ενεπλάκη στην ανύψωση ή στην ανατροπή αυτοκρατόρων. Αυτό υπονομεύει σε πολύ μεγάλο βαθμό την αντικειμενικότητα του, αφού μπορεί να ελέγξει τι θα πει για να προβάλλει θετικά τον εαυτό του και τους πάτρωνες του. Τούτη η σκοπιμότητα καθιστά την γραφή του συχνά αντιφατική, ενίοτε δε και ελλιπή. Η ιστορία π.χ. για την συκοφάντηση του Μιχαήλ Κηρουλαρίου δεν μας είναι γνωστή από τον Ψελλό, ο οποίος δεν την αναφέρει καθόλου στο βιβλίο του, αλλά από τον Μιχαήλ Ατταλειάτη. Η «Χρονογραφία» λοιπόν δεν αποτελεί κατ’ εξοχήν ιστορικό έργο, αλλά απομνημονεύματα. Είναι η πρώτη φορά στην ανατολική ρωμαϊκή ιστορία που ένας πολιτικός παράγων γράφει την ιστορία όπως την έζησε εκείνος – και δη μέσα στην αυλή, όχι από το πεδίο της μάχης όπως έκανε ο Προκόπιος.
Αποτίμηση
Ο Μιχαήλ Ψελλός έδρεψε μικτές αξιολογήσεις από τους βυζαντινολόγους, οι οποίοι τόνισαν τα προσωπικά του ελαττώματα παράλληλα με το διανοητικό του βάρος. Λέγει ο Γάλλος ιστορικός Κάρολος Ντηλ, πως ήταν «από τα πλέον αξιοπρόσεκτα δείγματα εκείνων των βυζαντινών ψυχών, στις οποίες συνυπάρχουν σε έναν τόσο εκπληκτικό συνδυασμό τα υψηλότερα πνευματικά χαρίσματα και η πιο απόλυτη μετριότητα χαρακτήρος». Για τον Γερμανό συνάδελφο του Κάρολο Κρουμπάχερ, «η αναρριχητική δουλοφροσύνη, η έλλειψη ηθικών δισταγμών…η αχόρταγη φιλοδοξία, η τεράστια ματαιοδοξία είναι τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του». Πολύ σκληρά κρίνει τον Ψελλό ο εθνικός ιστορικός του νέου Ελληνισμού, Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ο οποίος εντάσσει την δράση του στην ευρύτερη παρακμή της εποχής των Δουκών και του καταστροφικού πολέμου της αστικής αριστοκρατίας κατά της στρατιωτικής, με ό,τι ολέθριο έφερε για την αυτοκρατορία «η εσχάτη παραλυσία εις ην έφερε τα πράγματα η μερίς των Ψελλών, Δουκών και συντροφίας […] υπό ηγεμόνος αθλίου, του Μιχαήλ Ζ΄, και του έτι αθλιωτέρου διδασκάλου και συμβούλου Ψελλού». Για όσους επικεντρώνονται όμως στο φιλοσοφικό και επιστημονικό του έργο, ο Μιχαήλ Ψελλός υπήρξε ένα λαμπρό πνεύμα φιλομαθείας και ελευθεροφροσύνης, ένας αληθής πρόδρομος της Ιταλικής Αναγεννήσεως.
Ποιος έχει δίκαιο; Λογικά, όλοι οι παραπάνω. Οι ανθρώπινες προσωπικότητες είναι πολυσχιδείς – ιδίως όσες είναι τόσο υψηλές, ιδίως όσες εμπλέκονται με την εξουσία. Η ανηθικότητα και μεγαλοφυΐα λοιπόν του Μιχαήλ Ψελλού αποτελεί ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πορτραίτα της μεσαιωνικής μας ιστορίας.
cognoscoteam.gr
ΠΗΓΕΣ
Απόστολος Καρποζήλος, «Βυζαντινοί Ιστορικοί και Χρονογράφοι», τ. Γ’, σελ. 59-161
Εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ, 1973
Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό ΠΡΩΙΑ, 1957
ΕΛΞΕΥΣΙΣ
Βικιπαίδεια
Άννα Λάζου, «Ο Μιχαήλ Ψελλός και οι επιστημονικές επαναστάσεις στην παράδοση του ευρωπαϊκού πολιτισμού» (pdf)
Σεβαστή Ζωή, Έωα και Εσπέρια 6 (2004-2006), «Μιχαήλ Ψελλός και Μιχαήλ Κηρουλάριος» (pdf)
Γ. Α. Μέγας, «Ο Μιχαήλ Ψελλός ως λαογράφος» (Θ’ Βυζαντινολογικό Συνέδριο Θεσσαλονίκης, 1953) pdf
Δημήτρης Γουσόπουλος και Γιάννα Κατσιαμπούρα, «Βυζαντινή φυσική φιλοσοφία και μετασχηματισμός της ύλης: η περίπτωση του Μιχαήλ Ψελλού», 7ο Πανελλήνιο Συνέδριο “Η ιστορία και Φιλοσοφία των Επιστημών στη Διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών”, 2012 (pdf)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου