Η Σοβιετική Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν σε μεγάλο βαθμό σε θέση να αποφύγουν έναν πυρηνικό πόλεμο, διαπραγματευόμενες μια σειρά πολιτικών συμφωνιών και συνθηκών που κράτησαν την στρατιωτική κλιμάκωση υπό έλεγχο. Δυστυχώς, το καθεστώς ελέγχου των εξοπλισμών που οι συμφωνίες αυτές βοήθησαν να οικοδομηθεί, βρίσκεται στα πρόθυρα της πλήρους κατάρρευσης.
Οι σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας βρίσκονται στο χειρότερο σημείο τους εδώ και δεκαετίες, με τεράστιες συνέπειες για το μέλλον του ελέγχου των εξοπλισμών και της μη διάδοσης [των πυρηνικών όπλων]. Εάν η κατάσταση επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο, η Ουάσιγκτον και η Μόσχα θα μπορούσαν σύντομα να βρίσκονται στα πρόθυρα μιας άμεσης αντιπαράθεσης ή ακόμα και μιας πυρηνικής
κλιμάκωσης.
Η Σοβιετική Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν σε μεγάλο βαθμό σε θέση να αποφύγουν έναν πυρηνικό πόλεμο, διαπραγματευόμενες μια σειρά πολιτικών συμφωνιών και συνθηκών που κράτησαν την στρατιωτική κλιμάκωση υπό έλεγχο. Δυστυχώς, το καθεστώς ελέγχου των εξοπλισμών που οι συμφωνίες αυτές βοήθησαν να οικοδομηθεί, βρίσκεται στα πρόθυρα της πλήρους κατάρρευσης.
Η Συνθήκη των Αντι-βαλλιστικών Πυραύλων (Anti-Ballistic Missile Treaty), η οποία θέσπισε όρια στην πυραυλική άμυνα, και η Συνθήκη για τις Συμβατικές Ένοπλες Δυνάμεις στην Ευρώπη (Treaty on Conventional Armed Forces in Europe), η οποία περιόριζε τον αριθμό των τανκς, των τεθωρακισμένων πολεμικών οχημάτων, των πυροβόλων όπλων, των πολεμικών αεροσκαφών και των επιθετικών ελικοπτέρων στην ηπειρωτική Ευρώπη, είναι νεκρές.
Εν τω μεταξύ, η Συνθήκη για τις Ενδιάμεσες Πυρηνικές Δυνάμεις (Intermediate Nuclear Forces Treaty, INF), η οποία απαγορεύει τους πυραύλους κρουζ και τους βαλλιστικούς πυραύλους που εκτοξεύονται από το έδαφος και έχουν εμβέλεια 500-5.500 χιλιόμετρα (310-3.400 μίλια), βρίσκεται σε μεγάλο πρόβλημα, με αμφότερες τις πλευρές να κατηγορούν η μια την άλλη για παραβιάσεις.
Εάν η Συνθήκη INF, ένας ακρογωνιαίος λίθος της ευρωπαϊκής ασφάλειας, καταρρεύσει, η Συνθήκη New START που υπογράφηκε το 2010 μεταξύ του τότε προέδρου της Ρωσίας, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, και του τότε προέδρου των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, δεν θα μπορέσει να επιβιώσει μόνη της. Η συμφωνία, η οποία μείωσε τον αριθμό των στρατηγικών πυρηνικών όπλων σε 700 αναπτυγμένους εκτοξευτήρες και 1.550 κεφαλές, θα λήξει ως εκ τούτου στις 5 Φεβρουαρίου 2021, χωρίς παράταση. Εάν όντως γίνει αυτό, το πολυπολικό διεθνές σύστημα θα βρεθεί σε χάος.
Για να αποφευχθεί μια καταστροφική σύγκρουση, οι δύο χώρες πρέπει να διατηρήσουν και να ενισχύσουν το δίχτυ ασφαλείας του ελέγχου των εξοπλισμών. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι απαραίτητο να επαναληφθεί ένας ρωσο-αμερικανικός διάλογος που θα οδηγήσει σε επίσημες διαπραγματεύσεις. Προς το παρόν, η ατζέντα πρέπει να είναι στενή, δίνοντας προτεραιότητα σε τρία βασικά ζητήματα: Την διατήρηση της Συνθήκης INF, την παράταση της Συνθήκης New START και την πρόληψη επικίνδυνων στρατιωτικών ατυχημάτων.
ΣΩΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΔΙΧΤΥ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΩΝ ΕΞΟΠΛΙΣΜΩΝ
Προς το παρόν, η Συνθήκη INF κινδυνεύει να καταρρεύσει λόγω κατηγοριών παραβίασης και από τις δύο πλευρές. Η αντιμετώπιση αυτών των κατηγοριών είναι το πρώτο βήμα για να διασφαλιστεί ότι η συνθήκη θα συνεχιστεί.
Η Μόσχα ισχυρίζεται ότι η Ουάσιγκτον διέπραξε τρεις παραβιάσεις της Συνθήκης. Καταρχάς, κατηγορεί τις Ηνωμένες Πολιτείες για την χρήση πυραύλων μεσαίας εμβέλειας (κατασκευασμένους από δύο στάδια ICBM) που έχουν απαγορευτεί στο πλαίσιο της συμφωνίας ως στόχοι για την δοκιμή αμερικανικών συστημάτων αμυντικής παρεμπόδισης βαλλιστικών πυραύλων (ballistic missile defense interceptors). Δεύτερον, η Ρωσία έχει επισημάνει την χρήση των οπλισμένων μη επανδρωμένων εναέριων οχημάτων (drones) από τις ΗΠΑ, τα οποία λειτουργούν ουσιαστικά ως πύραυλοι κρουζ εκτοξευόμενοι από την ξηρά, που είναι απαγορευμένοι από την συμφωνία. Τέλος, υποστηρίζει ότι το σύστημα πυραυλικής άμυνας Aegis Ashore των Ηνωμένων Πολιτειών που αναπτύχθηκε στην Ρουμανία (και σύντομα στην Πολωνία) μπορεί να προσαρμοστεί για να εκτοξεύει από την ξηρά επιθετικούς, εκτοξευόμενους από πλοία πυραύλους κρουζ (πυραύλους Tomahawk). Η Ουάσιγκτον ισχυρίζεται ότι δεν εγκατέστησε το απαραίτητο λογισμικό για να εκτοξεύει τους Tomahawks από την πλατφόρμα αυτή, αλλά η Μόσχα ανησυχεί ότι ακόμα και αν αυτό συμβαίνει σήμερα, θα μπορούσε εύκολα [η Ουάσινγκτον] να το κάνει στο μέλλον.
Ευτυχώς, υπάρχει ένας τρόπος επίλυσης καθεμιάς από αυτές τις διαφορές. Το ζήτημα των δοκιμαστικών πυραύλων μπορεί να διορθωθεί μέσω ενός συμβιβασμού που θα επιτρέψει τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στην Ρωσία να χρησιμοποιήσουν έναν περιορισμένο αριθμό (π.χ. πέντε έως δέκα ετησίως) απαγορευμένων όπλων, που να αναπτύσσονται μόνο στις βάσεις δοκιμών και όχι αλλού. Το πρόβλημα των drones απαιτεί έναν συμβιβαστικό ορισμό των συστημάτων αυτών, σε αντιδιαστολή με τους πυραύλους κρουζ που εκτοξεύονται από την ξηρά, οι οποίοι απαγορεύονται από την Συνθήκη INF. Τέλος, η Ουάσινγκτον πρέπει να συμφωνήσει να τροποποιήσει τους σωλήνες των εκτοξευτών παρεμπόδισης στην Ρουμανία και την Πολωνία, ώστε να μην μπορούν να εγκατασταθούν εκεί κάνιστρα που περιέχουν Tomahawks ή άλλους επιθετικούς πυραύλους. Οι Ρώσοι επιθεωρητές θα πρέπει να μπορούν να επισκέπτονται τις αμερικανικές εγκαταστάσεις σε αμφότερες τις τοποθεσίες για να επαληθεύσουν ότι αυτό συμβαίνει.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, εν τω μεταξύ, κατηγόρησαν την Ρωσία ότι παραβίασε την Συνθήκη INF, δοκιμάζοντας, κατασκευάζοντας και αναπτύσσοντας έναν νέο τύπο πυραύλου κρουζ, εκτοξευόμενο από την ξηρά, με απαγορευμένο βεληνεκές. Σε απάντηση, η κυβέρνηση των ΗΠΑ επέβαλλε κυρώσεις τον Δεκέμβριο του 2017 σε δύο ρωσικές εταιρείες (την Novator Design Bureau και την Titan Central Design Bureau) για τον υποτιθέμενο ρόλο τους στην ανάπτυξη αυτού του πυραύλου. Το Πεντάγωνο, εν τω μεταξύ, έχει λάβει κεφάλαια για να ξεκινήσει την έρευνα και την ανάπτυξη του δικού του νέου βαλλιστικού πυραύλου, ενδιάμεσου βεληνεκούς, κινούμενου και εκτοξευόμενου από την ξηρά. Ωστόσο, η διοίκηση Trump ανακοίνωσε τον περασμένο Δεκέμβριο ότι είναι έτοιμη να σταματήσει τις δραστηριότητες Έρευνας και Ανάπτυξης, αν η Μόσχα «επιστρέψει στην πλήρη και επαληθεύσιμη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις της σύμφωνα με την Συνθήκη INF» και η νέα Αναθεώρηση της Πυρηνικής Στάσης των ΗΠΑ (U.S. Nuclear Posture Review) δεν αναφέρει την απόσυρση από την Συνθήκη INF.
Το πρόβλημα μπορεί να επιλυθεί εάν η Ρωσία συμφωνήσει να προσκαλέσει Αμερικανούς επιθεωρητές να επαληθεύσουν ότι ο εν λόγω πύραυλος δεν είναι του είδους της εκτόξευσης από την ξηρά, που έχει απαγορευτεί από την Συνθήκη INF, αλλά μάλλον ένας επιθετικός πύραυλος επιφανείας –εδάφους (που εκτοξεύεται από πλοίο ή υποβρύχιο), και ο οποίος χρησιμοποιείται τώρα από το ρωσικό ναυτικό. (Η συνθήκη επιτρέπει την δοκιμή από επίγειες πλατφόρμες των εκτοξευόμενων από την θάλασσα πυραύλων κρουζ). Το ζήτημα μπορεί στην συνέχεια να ησυχάσει. Η Μόσχα και η Ουάσινγκτον πρέπει επίσης να συμφωνήσουν στην αποκατάσταση του αρχικού καθεστώτος επιθεώρησης και εποπτείας της Συνθήκης INF, το οποίο εγκαταλείφθηκε το 2001. Μπορούν επίσης να αποφασίσουν να ζητήσουν από άλλα κράτη που κατέχουν πυρηνικά όπλα να προσχωρήσουν στην συμφωνία.
Εάν διατηρηθεί η Συνθήκη INF, η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να διαπραγματευθούν γρήγορα την παράταση της Συνθήκης New START μέχρι το 2026. Σήμερα δεν υπάρχουν επίσημες διαπραγματεύσεις για βαθύτερες περικοπές στρατηγικών πυρηνικών όπλων. Αυτό σημαίνει ότι εάν η συνθήκη αφεθεί να λήξει το 2021, δεν θα υπάρχουν καθόλου περιορισμοί για τα πυρηνικά οπλοστάσια για πρώτη φορά από το 1972.
Τέλος, και οι δύο χώρες πρέπει να κάνουν μια νέα προσπάθεια για την πρόληψη επικίνδυνων στρατιωτικών ατυχημάτων που θα μπορούσαν γρήγορα να οδηγήσουν σε καταστροφή. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σοβιετική Ένωση υπέγραψαν συμφωνίες για την πρόληψη ατυχημάτων στην θάλασσα (1972)˙ για την πρόληψη πυρηνικού πολέμου (1973)˙ και για την πρόληψη επικίνδυνων στρατιωτικών δραστηριοτήτων (1989). Με την επίτευξη αυτών των συμφωνιών, οι δύο πλευρές συμφώνησαν να μην παίζουν παίγνια δειλίας (chicken games) ή να συμμετέχουν σε άλλες απερίσκεπτες δραστηριότητες. Οι ρυθμίσεις αυτές βοήθησαν στην πρόληψη επικίνδυνων περιστατικών όπως η σύγκρουση υποβρυχίων κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Μαζί με τις συνθήκες ελέγχου των όπλων, οι συμφωνίες αυτές συνέβαλαν στην σταθεροποίηση της αντιπαλότητας μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων και τελικά στον τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου. Η Μόσχα και η Ουάσινγκτον θα πρέπει να ξαναρχίσουν τακτικές επαφές για να επανεξετάσουν αυτές τις συμφωνίες, να τις εκσυγχρονίσουν και να τις προσαρμόσουν στη νέα κατάσταση.
Επιπλέον μέτρα θα μπορούσαν να βελτιώσουν περαιτέρω την κατάσταση. Υπάρχει, για παράδειγμα, μια χωριστή συμφωνία Ρωσίας-ΝΑΤΟ για την πρόληψη των στρατιωτικών ατυχημάτων. Αλλά προς το παρόν, δεν υπάρχει λόγος για να πρέπει να συνεχιστούν οι τρέχουσες τάσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας.
Εάν η Μόσχα και η Ουάσιγκτον συμφωνήσουν στους προτεινόμενους κανόνες ανταγωνισμού, μπορούν να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη, να διατηρήσουν το δίχτυ ασφαλείας για τα πυρηνικά και τον έλεγχο των εξοπλισμών για την επόμενη δεκαετία, και να αποτρέψουν τις εντάσεις από το να κλιμακωθούν μέχρι του σημείου της καταστροφής.
SERGEY ROGOV
Ακαδημαϊκός διευθυντής του Ινστιτούτου για Αμερικανικές και Καναδικές Σπουδές στην Ρωσική Ακαδημία Επιστημών. https://foreignaffairs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου