του Γιώργου Ρακκά
«Αυτά,
καλό είναι να αποφεύγονται». Η πρώτη αυθόρμητη αντίδραση καθώς
αντικρίζεις αυτήν την φωτογραφία, που προέρχεται από (απεγνωσμένη)
διαδήλωση ενάντια στην ισραηλινή κατοχή στην Γάζα. Ο διεθνής τύπος
αναφέρει ότι οι διαδηλωτές άνηκαν στην δύναμη Χαμάς, που κυβερνάει εδώ
και μερικά χρόνια την μαρτυρική λωρίδα.
Αρκεί
όμως να εκφράσει κανείς την διαφωνία του ή μήπως πρέπει να πάει
βαθύτερα. Στο μυαλό έρχεται ένας στίχος από της συγκέντρωσης της ΕΦΕΕ
του Σαββόπουλου: «Να φωτίσω τις αιτίες/ που μ’ αφήνουνε μισό». Αξίζει,
λοιπόν, να φωτίσουμε τις αιτίες για τις οποίες μένουμε μισοί σαν
βλέπουμε μια τέτοια φωτογραφία.
Παιχνίδια
της ιστορίας: Ο Χίτλερ και το Ολοκαύτωμα των Εβραίων. Το κράτος του
Ισραήλ που διέτρεξε στην σύντομη ιστορία του όλη την τεράστια απόσταση
μεταξύ της ηθικής του θύματος κι εκείνη του θύτη, αντιγράφοντας πολλές
από τις πρακτικές που εφάρμοσαν οι ναζί εναντίον των Εβραίων της
Ευρώπης, στους Παλαιστίνιους.
Από την
άλλη… «ο εχθρός του εχθρού είναι φίλος μου». Απ’ τη μια η ισλαμική
Χαμάς, ενσαρκώνοντας αυτήν την τόσο γνώριμη για την μουσουλμανική
Ανατολή ολοκληρωτική σύμφυση πολιτικής, στρατιωτικής και θρησκευτικής
εξουσίας –με τρόπο που έχει πληρώσει ακριβά ο ίδιος ο αγώνας των
Παλαιστινίων– αρέσκεται στο να σοκάρει τον εχθρό, κι ύστερα ολάκερη τη
Δύση, πετώντας την στην μούρη τα σύμβολα των δικών της εφιαλτικών
φαντασμάτων.
Αυτό, όμως, πάλι δεν αρκεί.
Πριν από χρόνια, είχε κυκλοφορήσει ένα ντοκιμαντέρ που εξιστορούσε τον βίο του Ζακ Βερζέ (1).
Δικηγόρος, ο ίδιος, ενσάρκωσε μια ανεπανάληπτα οριακή μορφή της
επαναστατικής περιπέτειας του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. Ενεργός και
μαχητικός συμπαραστάτης του αντι-αποικιακού αγώνα στην Αλγερία.
Μετέπειτα, θα «χαθεί» από προσώπου γης για δέκα περίπου χρόνια,
εμπλεκόμενος στα ένοπλα δίκτυα που θα οργανωθούν και θα λειτουργήσουν
μεταξύ 1965 και 1975, μεταξύ των επαναστατικών εθνικοαπελευθερωτικών
οργανώσεων της Παλαιστίνης και των ένοπλων επαναστατικών οργανώσεων της
Ευρώπης -κύρια των Γερμανικών, RAF, 2 Ιούνη, Επαναστατικών Πυρήνων. Σε
κάποια στιγμή, στο ντοκιμαντέρ, κατά την περιγραφή εκείνη της περιόδου,
βγαίνει στην οθόνη ο Χανς Γιόακιμ Κλάιν, πρώην μέλος
των Επαναστατικών Πυρήνων, που συμμετείχε μαζί με τον Κάρλος στην
υπόθεση ομηρίας κατά την συνδιάσκεψη του ΟΠΕΚ το 1975, μετέπειτα
διαφωνών και συγγραφέας του αυτοκριτικού Ρέκβιεμ για έναν αντάρτη πόλεων.
Στο ντοκυμαντέρ, λέει ότι πήρε την απόφασή του να εγκαταλείψει την
ένοπλη πάλη έπειτα από μια λογομαχία σε στρατόπεδο εκπαίδευσης στη Μέση
Ανατολή, όταν ο Παλαιστίνιος ομόλογός του, αν και μέλος αριστερής
ριζοσπαστικής εθνικοαπελευθερωτικής οργάνωσης, εκθείαζε τον Χίτλερ.
Και
ο ίδιος ο Βερζέ θα μπλέξει μέσα σε αυτές τις αντιφάσεις. Αφού θα
περάσει μια ακόμα περιπέτεια ως δικηγόρος του Κάρλος, θα προβεί σε μια
κίνηση που θα προκαλέσει σοκ στην πανευρωπαϊκή κοινή γνώμη, δεχόμενος να
αναλάβει την συμπαράσταση του ναζί «χασάπη της Λυόν», Κλάους Μπάρμπι.
Ο ίδιος, θα υποστηρίξει την απόφασή του αυτή, που αποξένωσε,
απογοήτευσε και εξόργισε όχι μόνο την κοινή γνώμη, αλλά και τους
περισσότερους από τους πρώην συντρόφους του, λέγοντας λίγο ως πολύ ότι
την θεώρησε ως μια «εικονοκλαστική κίνηση», στοχεύοντας με αυτήν να
αποδείξει ότι οι φονικές πρακτικές που εφάρμοσε ο Μπάρμπι στη Λυόν,
επαναλήφθηκαν λίγα χρόνια μετά από την γαλλική αποικιακή διοίκηση στην
Αλγερία.
Υπεκφυγές. Όπως και υπεκφυγή
είναι να προσπαθήσει κανείς να δικαιολογήσει την σβάστικα δίπλα από την
Παλαιστινιακή σημαία. Κι αυτό όχι για τους «ηθικοπλαστικούς λόγους» που
συνήθως επικαλείται η κυρίαρχη σήμερα, αν και υπό κλονισμό, φιλελεύθερη
πολιτική ορθότητα της παγκοσμιοποίησης. Αλλά για λόγους βαθύτερους.
Η
αντίφαση μεταξύ μέσων και σκοπών, το δίκιο που αναγκάζεται να
υιοθετήσει το προσωπείο του άδικου στον αγώνα του να επικρατήσει,
αποτελούν κεντρικά μοτίβα μέσα από τα οποία η αρχαία ελληνική τραγωδία
αποζητούσε το μέτρο και τα όρια της ύβρεως. Η ίδια η έννοια του
τραγικού, όταν δεν εκφυλίζεται σε σχήμα λόγου και ανακτά το υπαρξιακό
και φιλοσοφικό της βάθος, έρχεται να απαντήσει σε αυτές τις βαθύτατες
αντιφάσεις, που ίσως και να πηγάζουν από την ίδια την υφή του είδους μας
και των κοινωνιών τους.
Μετά από τις απίστευτες πολιτικές περιπέτειες του 20ού
αιώνα, και καθώς ο κινητήρας της ιστορίας συνεχίζει την λειτουργία του
μέσα από τις εκατόμβες σκληρών συγκρούσεων που γίνονται και θα γίνουν
ολοένα και σκληρότερες, αυτή ακριβώς η έννοια του τραγικού πρέπει να
επανέλθει. Να επανέλθει ως κεντρική, θεμελιώδης έννοια μιας νέας
επαναστατικής αντίληψης. Επαναστατικής, γιατί ακριβώς οι ισορροπίες, η
συνοχή του κόσμου μας έχει χαθεί, και αυτός κινδυνεύει να σχιστεί βίαια
σε χίλια κομμάτια.
Η τραγική αντίληψη
για την ιστορία και τον άνθρωπο, διδάσκει μιαν ορισμένη
αποστασιοποίηση. Αποστασιοποίηση, ωστόσο, «θερμού» και όχι «ψυχρού
τύπου». Σύμφωνα με αυτήν η δικαιοσύνη είναι μια. Μάλιστα, στο πλαίσιο
της αρχαιοελληνικής κοσμοαντίληψης από την οποία πηγάζει, δεν επιδέχεται
ορισμού -πηγάζει από την ανάγκη για την αμοιβαία συνύπαρξη που
συγκροτεί τις πολιτικές κοινωνίες. Αδίκως απορούν οι σχολιαστές του
Αριστοτέλη για το ότι αυτός ασχολείται τόσο πολύ μαζί της, αλλά δεν την
ορίζει. Η ουσία της δικαιοσύνης, ο προγραμματιστικός της πυρήνας, το
λογισμικό της αν θα θέλαμε να μιλήσουμε με τους όρους των σύγχρονων
υπολογιστών, διαμορφώνεται από την οντολογική μας ανάγκη για κοινωνική
συνύπαρξη. Σχηματοποιείται ανάλογα με τις περιστάσεις, βέβαια, αλλά οι
τελευταίες δεν την ορίζουν, ούτε την σχετικοποιούν: Ειδάλλως η
δικαιοσύνη θα ήταν απόλυτο παίγνιο της ισχύος, και η ζωή εκείνων που δεν
κατέχουν την τελευταία θα ‘ταν όπως το φτερό στην πυρηνική θύελλα. Από
την άλλη, βέβαια η σχηματοποίηση της δικαιοσύνης αποτελεί ‘άθλημα’ – γι’
αυτόν ακριβώς τον λόγο ο αθηναϊκός Δήμος «θεατροκρατούνταν». Έθετε την
τραγωδία στο επίκεντρο δημόσιας του ζωής, ακριβώς για να ακονίζει την
συνείδησή του στην άσκησή της.
«Το δίκαιο», επομένως, δεν το έχουν οι
εξεγερμένοι, μόλο που το ελατήριο της εξέγερσής τους μπορεί να είναι
δίκαιο. Το μερικό με το καθολικό δίκαιο δεν ταυτίζεται απόλυτα, όπως
προέτασσαν ιδεολογικοί αυτοματισμοί μεταφυσικού τύπου, οι οποίοι θα
κυριαρχήσουν μέσα στον 20ό αιώνα, ιδίως στο δεύτερο μισό του. Επαφίεται
στον λόγο και στις πράξεις του κινητοποιούμενου να αγγίξει το «γενικό
δίκαιο», και στον βαθμό που το πετυχαίνει, δύναται να κατακτήσει την
«ηγεμονία», δηλαδή να εξασφαλίσει την «μαλακή ισχύ» εκείνη που θα
μετατρέψει το αίτημά του σε γενικό, καθολικό αίτημα όλου του κόσμου.
Φυσικά, ο κινητοποιούμενος μπορεί και να «χάσει το δίκιο του», να
μετέλθει τέτοιων μέσων και πρακτικών που θα οδηγήσουν τον αγώνα του στην
περιθωριοποίηση και την απαξία.
Πράγμα που επί του προκειμένου μπορεί να συμβεί, αν κατισχύσει η λογική που εκφράζεται μέσα από αυτήν την φωτογραφία.
Οι
πολιτικές γραμμές ποτέ δεν είναι ευθείες. Αυτά που κάνουν οι Ισραηλινοί
στους Παλαιστίνιους δεν αναιρούν, ούτε σχετικοποιούν τα εγκλήματα των
ναζί σε βάρος των Εβραίων. Η αναβίωση ενός συμβόλου στο πλαίσιο μιας
απελπισμένης κινητοποίησης, καθώς ο ισραηλινός στρατός έχει σφίξει τον
κλοιό της Γάζας με σκοπό να θέσει στους Παλαιστινίους το δίλημμα
«φεύγετε όλοι ή πεθαίνετε», έχει πολιτικό βάθος.
Σε
αυτήν την κατάσταση, όπου το κράτος του Ισραήλ ξεδιπλώνει ένα σενάριο
μαζικής εξόντωσης, για να προκαλέσει μια βιβλικών διαστάσεων έξοδο των
Παλαιστινίων από την λωρίδα της Γάζας, φέρει ευθύνες και η Χαμάς. Η
διακυβέρνησή της είναι σκέτη απογοήτευση: Διέσπασε την ενότητα του
κινήματος με τη Δυτική Όχθη, ταυτίστηκε με ό,τι πιο σάπιο, επιθετικό,
αυταρχικό και βάρβαρο έχει αναδείξει το ισλαμικό κίνημα, τον Ταγίπ Ερντογάν, το Κατάρ
και άλλες τέτοιες δυνάμεις που πολύ θα ήθελαν να μεταβάλουν τη Γάζα σ’
ένα προτεκτοράτο όπου σε συνεννόηση με το Ισραήλ θα κάνουν μπίζνες στην
Ανατολική Μεσόγειο – ένα σενάριο που απομακρύνεται τώρα καθώς η
γεωπολιτισμική αντιπαλότητα του ισλαμικού ολοκληρωτισμού, με το
σιωνιστικό κράτος αγγίζει και πάλι το ζενίθ. Αυτές ακριβώς οι
«συμμαχίες» της Χαμάς, ήταν εκείνες που επέτρεψαν στο καθεστώς της Αιγύπτου
να κλείσει ερμητικά τις περισσότερες στοές και τα περάσματα με τα
σύνορά της, που διασφάλιζαν μια κάποια ροή τροφοδοσίας προϊόντων προς
την Λωρίδα της Γάζας.
«It takes two
to tango» λεν οι αγγλοσάξωνες. Έτσι, ενώ το δίκαιο των Παλαιστινίων
είναι αδιαμφισβήτητο, η κατάσταση από την δεκαετία του 2000 κι έπειτα
έχει μεταβληθεί σε αυτό που οι θεωρητικοί τον παιγνίων αποκαλούν
«κατάσταση ήττας-ήττας». Η αλληλοτροφοδότηση του ισλαμικού
φονταμενταλισμού με τον σιωνισμό είναι θανάσιμη, και έχει οδηγήσει στο
σημείο τήξης εκείνο όπου έχει σιγήσει οποιαδήποτε φωνή, εκατέρωθεν,
διεκδικούσε την εύρεση λύσης στην βάση της αμοιβαιότητας, δηλαδή, να
δοθεί το δικαίωμα στον Παλαιστινιακό λαό στην αυτοδιάθεση, προς μια
κατεύθυνση που να δημιουργεί συνθήκες αμοιβαιότητας για την
ισραηλο-παλαιστινιακή συνύπαρξη. Ο πολιτικός συνασπισμός των
Παλαιστινίων που ζουν στο Ισραήλ, και οι οποίοι συγκροτήθηκαν στις
πρόσφατες εκλογές με αυτήν την ατζέντα, σε συνεργασία με διάφορα
κομμάτια της ισραηλινής κοινωνίας που αμφισβητούν το σιωνιστικό
χαρακτήρα του κράτους τους, έχει προ πολλού διαλυθεί.
Οι
ηγεσίες των δυο πλευρών, χωρίς να υπάρχει συμψηφισμός του θήτη και του
θύματος, διολισθαίνουν ολοένα και περισσότερο στην ρητορική της «τελικής
λύσης»: Η επανεμφάνιση της σβάτσικας έχει να κάνει και με αυτήν την
διάσταση, και, μέσα σε αυτό το κλίμα που αναδύεται φιγούρες όπως αυτή
του Γιασέρ Αραφάτ, μοιάζουν μακρινές, σαν να ανήκουν σε
ένα άλλο σύμπαν, καθώς σήμερα κυριαρχεί η αντι-πολιτική της κάθετης
αντιπαλότητας, η προοπτική της ριζικής εξόντωσης.
Τα
ανά τον κόσμο κινήματα αλληλεγγύης χάνουν από τον ορίζοντά τους αυτήν
την διάσταση. Γι’ αυτούς η συγκρότηση των στρατοπέδων είναι «ως
συνήθως», και η ρητορική τους επαναλαμβάνεται μονότονα και μηχανικά.
Μπλέκει και με άλλες διαστάσεις: Στην Γαλλία η κοινή γνώμη έχει
διαιρεθεί μεταξύ των «ισλαμοαριστεριστών» και των «ισλαμόφοβων»,
αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά αυτό με το οποίο κορόιδευαν τη Δύση
πριν 8 αιώνες… οι καλόγεροι του παραπαίοντος Βυζαντίου. Οι δυτικοί είναι
«μανιχαίοι», ορίζουν ουσιοκρατικά το καλό και το κακό, ενίοτε μπορούν
να αντιστρέψουν τους παραδεδομένους ορισμούς. Ο «λευκός άνθρωπος»
στερέωσε την κυριαρχία του πάνω στο «μίσος του άλλου»· τώρα που
πλαδάρεψε μέσα στην βεβαιότητά της, αφήνοντας έτσι τις ενοχές του να
βγουν στην επιφάνεια, αντέστρεψε τους μαγνητικούς ιδεολογικούς της
πόλους: Πλέον «μισεί τον εαυτό του» – αυτό ακριβώς εκφράζεται μέσα από
την τυραννία της πολιτικής ορθότητας, τον πολυπολιτισμικό μηδενισμό.
Φυσικά, τέτοιο νευρόσπαστο είναι ανίκανο να εξέλθει από το χάος που το
ίδιο έχει δημιουργήσει και αναπαράγει.
Εδώ,
πάλι, στην Ελλάδα έχουμε άλλα προβλήματα. Τρεις και πλέον χιλιάδες
χρόνια περιπετειώδους βίου έχουν μεταβάλει τον λαό σε έναν κουρασμένο
και κυνικό βετεράνο της ιστορίας. Που ξέρει δια μιας να διαισθάνεται την
τροπή που παίρνει η παλάντζα της ισχύος, αλλά διατηρεί πλέον ελάχιστη
εκτίμηση για τον ίδιο του τον εαυτό, αρνείται να πιστέψει σε οποιοδήποτε
όραμα. Ο κυνικός είναι ο μόνος αποτελεσματικός εχθρός του τραγικού.
Γιατί ενσωματώνει την γνώση των σπαρακτικών αντιφάσεων που διέπουν την
ανθρώπινη κοινωνική ύπαρξη, ωστόσο διδάσκει την οδό της ψυχρής, αντί της
θερμής, αποστασιοποίησης. Το πάθος δεν φέρνει μάθος, αλλά κέρδος. Ο
τραγικός άνθρωπος είναι συλλογιστικός των αντιφάσεών του. Ο κυνικός,
υπολογιστικός (2).
Έτσι για την
Παλαιστίνη, βλέπουμε πολιτικούς χώρους που αρνούνται την πραγματικότητα
και την σημασία του έθνους, αξιώνουν να πρωταγωνιστήσουν στο κίνημα
συμπαράστασης υπέρ ενός… εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος. Δεν είναι
παρανοϊκοί, είναι όπως και οι άρχουσες τάξεις που υποτίθεται ότι
αμφισβητούν, μεταπράτες, «μικρέμποροι-εισαγωγείς δίκαιων εξεγέρσεων»,
για τις οποίες φυσικά δεν δίνουν δεκάρα πέραν του γεγονότος ότι τους
γεμίζουν την πολιτική τους βιτρίνα. «Στην τελική», που λέμε σήμερα, «η
Παλαιστίνη είναι μακριά». Η Κύπρος όχι και τόσο. Για αυτόν τον τύπο του
ιδιοτελούς αλληλέγγυου που κατασκευάζει την πολιτική του περσόνα
διαφημίζοντας την καλοσύνη και την ανιδιοτέλειά του οι αγνοούμενοι και
οι νεκροί της Εισβολής, λόγου χάρη, μπορούν να σαπίσουν στην λήθη, γιατί
η ύπαρξή τους αποδεικνύει ακριβώς ότι η ‘αλληλεγγύη’ τους είναι σικέ,
προσποίηση, υπολογισμός -που λέγαμε παραπάνω.
Άραγε
υπάρχει διέξοδος από αυτό το κουβάρι των αντιφάσεων; Η διπολική λογική
των ‘στρατοπέδων’ στην οποία έχει εθιστεί ο ‘παραταξιακός άνθρωπος’ του
20ου αιώνα καταρρέει. Όποιος την ακολουθεί κινδυνεύει με κατάθλιψη ή
ιδεοληψία. Μπροστά σε αυτήν την κρίση, η «πολιτικοποίηση του τραγικού»
φαντάζει ικανή διέξοδος. Όχι, δεν πρόκειται για «κλασικιστικό κλισέ». Το
τραγικό αποτελεί την μόνη ‘επιστημολογική βάση’ που έχει την δυνατότητα
να κατασκευάσει μια «κβαντική πολιτική αντίληψη» ικανή να ανταπεξέλθει
στην γεωπολιτική και την πολιτική του χάους στον 21ο αιώνα. Σύμφωνα με
αυτήν, κατ’ αρχάς και κατ’ αρχήν «δεν είμαστε με κανέναν». Είμαστε με το
δίκαιο, και στηρίζουμε όποιον το προσεγγίζει, έστω και σχετικά,
στηρίζουμε όποιον αγωνίζεται να κρατηθεί μέσα σε αυτό.
Έτσι λοιπόν, «αυτά», της φωτογραφίας δηλαδή, για να επανέλθουμε στην αρχή, «δεν πρέπει να συμβαίνουν».
=================
Σημειώσεις:
(1) L’Avocat de la terreur, 2007. Στα ελληνικά κυκλοφόρησε υπό τον τίτλο Ο δικηγόρος του Διαβόλου, μια ατυχής μεταφορά καθώς έτσι συγχέεται με την ομώνυμη ταινία.
(2)
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο Κώστας Ζουράρις. Αυτοπροβλήθηκε ως
θεωρητικός του «συναμφότερου», αρχικά, αργότερα όμως κι έπειτα από την
τελευταία ανάμειξη του με την πολιτική, με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ,
φάνηκε ότι όλη αυτή η έφεση προς την «ενότητα των αντιθέτων» δεν ήταν
παρά μια ψυχολογική ανάγκη εκλογίκευσης του πιο χυδαίου τυχοδιωκτισμού,
της πιο κυνικής ματαιοδοξίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου