Τετάρτη 18 Απριλίου 2018

Πῶς ὡς ἕνα βασιλικό συνοικέσιο μετ᾿ ἀλλοφύλλων καί ἀλλόγλωσσων τῆς μακεδονικῆς δυναστείας συνετέλεσε στόν ἐκχριστιανισμό τῶν Ρώσων

Χρήστου Νικολόπουλουθεολόγου
Διπλωματικὲς ἐπιγαμίες μεταξὺ μελῶν τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορικῆς οἰκογένειας μὲ ἄλλους βασιλικούς, αὐτοκρατορικούς, κομητικοὺς καὶ δουκικοὺς οἴκους εἴχαμε ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς ἔνδοξης αὐτῆς ἑλληνικῆς αὐτοκρατορίας καὶ αὐτὸ γιατὶ τὰ γαμικὰ αὐτὰ συναλλάγια ἀποτελοῦσαν σημαντικὸ παράγοντα τῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς τοῦ βυζαντινοῦ κράτους.
Μελετώντας κανεὶς τὶς ἱστορικὲς πηγὲς γιὰ τὰ βασιλικὰ συνοικέσια καταλήγει ἐξ ἀρχῆς στὸ συμπέρασμα ὅτι οἱ μαρτυρίες εἶναι ἐλάχιστες, επιγραμματικὲς καὶ πάντα ἀναφέρονται μὲ τὴν εὐκαιρία ἐπισήμανσης ἄλλων πολιτικῶν γεγονότων, τῶν ὁποίων τὴν ἐξέλιξη διευκόλυναν οἱ διαπραγματεύσεις αὐτές. Οἱ πηγὲς ποτὲ δὲν ἀποκάλυπταν τοὺς λόγους γιὰ τοὺς ὁποίους οἱ ἀντιπρόσωποι τῶν δύο βασιλικῶν οἰκογεινειῶν προσπαθοῦσαν τὴν σύναψη ἑνὸς βασιλικοῦ συνοικεσίου, καθὼς καὶ τὶς αἰτίες ποὺ τελικὰ ὁδήγησαν κατὰ καιροὺς στὸ μὴ αἴσιο τέλος σχετικῶν διαπραγματεύσεων. Διαπιστώνει κανεὶς ὅτι, ἐφόσον οἱ δυναστικὲς αὐτὲς γαμικὲς συνδέσεις ἀνῆκαν στὸν χῶρο τῆς ὑψηλῆς διπλωματίας, ἦταν φυσικὸ ἀρκετὰ πράγματα νὰ ἀποκρύπτονται.
Ἄννα, ἀδερφὴ τοῦ Βασιλείου Β΄ Βουλγαροκτόνου
Τὸ τελευταῖο πρόσωπο τῆς Μακεδονικῆς δυναστείας, ποὺ ἐνεπλάκη σὲ διπλωματικὸ γαμικὸ συναλλάγιο καὶ ἀπασχόλησε τὰ ἱστορικὰ κείμενα, ἦταν ἡ θυγατέρα τοῦ Ρωμανοῦ Β΄, Ἄννα, καὶ ἀδερφὴ τοῦ αὐτοκράτορα Βασιλείου Β΄ Βουλγαροκτόνου (976-1025). Ἡ Ἄννα γεννήθηκε τὸ 963, δύο μέρες πρὶν ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα της: τεχθείσης αὐτῷ καὶ θυγατρὸς πρὸ δύο ἡμερῶν τῆς αὐτοῦ τελευτῆς, ἣν Ἄνναν ὠνόμασαν.
Ὁ Ρωμανοῦ παῖς, πορφυρόβλαστος κλάδος, αὐτοκράτωρ Βασίλειος Β΄, στὴν ἀρχὴ τῆς διακυβέρνησής του, ἀντιμετώπισε δύο στάσεις πὸ τοὺς στρατηγούς του Βάρδα Φωκᾶ καὶ Βάρδα Σκληρό. Γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν δύο αὐτῶν στάσεων ὁ βυζαντινὸς αὐτοκράτορας ζήτησε βοήθεια ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα τοῦ Κιέβου, Βλαδίμηρο τὸν Ρῶσο. Μὲ βάση τὴ συμφωνία ποὺ ἔγινε ἀνάμεσα στὶς δύο πλευρές, ὁ ἡγεμόνας θὰ ἔστελνε μία στρατιωτικὴ δύναμη γιὰ τὸν ἀγῶνα ἐναντίον τῶν σφετεριστῶν, ἐνῷ ὁ αὐτοκράτορας Βασίλειος Β΄ ὑποσχόταν νὰ δώσει ὡς σύζυγο τὴν ἀδερφή του Ἄννα, μόλις αὐτὸς γινόταν χριστιανός (1).
Οἱ Ρῶσοι ἔστειλαν τὴ βοήθεια καὶ τὴν ἄνοιξη τοῦ 988 μία ρωσικὴ δύναμη ἀπὸ 6.000 Βαράγγους ἐμφανίστηκε στὸ βυζαντινὸ ἔδαφος. Μὲ τὴ συγκεκριμένη δύναμη ὁ αὐτοκράτορας μπόρεσε νὰ νικήσει τοὺς στασιαστές. Μετὰ τὴν παρέλευση τοῦ κινδύνου, τὸ Βυζάντιο προσπάθησε νὰ ἀκυρώσει τὴν ὑπόσχεση ποὺ εἶχε δώσει. Ὁ Βλαδίμηρος κυρίευσε στὴν περιοχὴ τῆς Κριμαίας τὴν πόλη τῆς Χερσώνας, γιὰ νὰ ἐκβιάσει τὴν ἀπόδοση σ’αὐτὸν τῆς Ἄννας ὡς συζύγου του, κάτι τὸ ὁποῖο καὶ πέτυχε. Ἔτσι ἡ τελετὴ τοῦ γάμου τοποθετεῖται μετὰ τὴν κατάληψη τῆς Χερσώνας, ποὺ ἔγινε μεταξὺ Ἀπριλίου καὶ Ἰουλίου τοῦ 989 (2). Στὸ Ρωσικὸ Χρονικὸ γίνεται ἀναφορὰ γιὰ τὶς ἐνστάσεις τῆς Ἄννας, ποὺ θεωροῦσε ὅτι θὰ ἦταν αἰχμάλωτη στὸν νέο τόπο κατοικίας της. Ἡ πριγκίπισσα τελικὰ ἀναχώρησε γιὰ τὴ Χερσώνα. Σύμφωνα μὲ τὸ Χρονικό, ὁ Ρῶσος ἡγεμόνας ὑπέφερε ἀπὸ μία ἀρρώστια στὰ μάτια καὶ εἶχε χάσει τὸ φῶς του. Ἡ πριγκίπισσα τοῦ δήλωσε ὅτι θὰ ἔπρεπε νὰ βαπτιστεῖ γιὰ νὰ ξαναδεῖ.
Ἀμέσως μετὰ τὴ βάπτιση ἀποκαταστάθηκε ἡ ὅρασή του, ἐνῷ ὅσοι εἶδαν τὸ θαῦμα πίστεψαν καὶ βαπτίστηκαν (3). Ἀμέσως μετὰ ἀκολούθησε ὁ γάμος τοῦ ἡγεμόνα μὲ τὴν Ἄννα. Ἡ Χερσώνα ἐπιστράφηκε στὸν αὐτοκράτορα ὡς δῶρο γιὰ τὸν γάμο, ἐνῷ οἱ νεόνυμφοι πῆγαν στὸ Κίεβο. Οἱ κάτοικοι τῆς πόλης βαπτίστηκαν στὸ ποτάμι Δνείπερο. Μετὰ τὸ γάμο του, ὁ Βλαδίμηρος δέχτηκε ἀπὸ τὸ Βυζάντιο οἰκοδόμους, θεολογικὰ ἔργα καὶ ἄλλα στοιχεῖα ποὺ σηματοδότησαν τὴν ἔναρξη νέων σχέσεων ἀνάμεσα στοὺς δύο λαούς. Ἀρμένικες ἐπιγραφὲς ποὺ ἔχουν βρεθεῖ σὲ κτίσματα τοῦ Κιέβου συμπίπτουν χρονικὰ μὲ τὴν ἀνακατασκευὴ τῆς Ἁγίας Σοφίας, ἀπὸ Ἀρμένιο ἀρχιτέκτονα. Ἴσως ἡ Ἄννα, κατόπιν συνεννόησης μὲ τὰ ἀδέλφια της στὴ Βασιλεύουσα, νὰ προσκάλεσε στὸ Κίεβο τὸν Ἀρμένιο ἀρχιτέκτονα Trdat.
Ἐπίσης, δύο τουλάχιστον ἀγόρια (Ρωμανὸς καὶ Δαυίδ) καὶ ἕνα κορίτσι (Θεοφανώ), ποὺ γεννήθηκαν ἀπὸ αὐτὸν τὸν γάμο, πῆραν τὰ ὀνόματά τους ἀπὸ τοὺς γονεῖς τῆς Ἄννας. Ἴσως ἡ κίνηση αὐτὴ νὰ δείχνει μία προσπάθεια τῆς πριγκίπισσας νὰ μεταλαμπαδεύσει μέχρι ἕνα σημεῖο τὴ βυζαντινὴ ἐκπαίδευση καὶ ἀγωγή, ποὺ εἶχε λάβει ἀπὸ τὰ παιδικά της χρόνια, στὴ νέα της πατρίδα. Ἴσως ἡ δολοφονία τῶν δύο ἀγοριῶν ἀπὸ τὸν μεγαλύτερο ἀδερφό τους, τὸν Σβιατοπόλκ, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα τους, νὰ σήμαινε τὴν προσπάθεια προώθησής τους ἀπὸ τὴ μάνα τους στὸν θρόνο. Ἀπὸ αὐτὸν τὸν γάμο ἐπωφελήθηκαν φυσικὰ οἱ Ρῶσοι, οἱ ὁποῖοι ἀπέκτησαν κῦρος καὶ τοποθετήθηκαν σὲ ὑψηλὴ βαθμίδα στὴν πυραμίδα τῶν μελῶν τῆς βυζαντινῆς κοινοπολιτείας. Ὁ ἡγεμόνας τοῦ Κιέβου, μέσῳ τῆς ἀποδοχῆς τοῦ χριστιανισμοῦ, κατόρθωσε νὰ ἐπιβληθεῖ στοὺς ἀτίθασους ὑπηκόους του καὶ νὰ ἐνισχύσει τὴ θέση του μέσῳ τῆς συγγένειας ποὺ ἀνέπτυξε μὲ τὸν βυζαντινὸ αὐτοκράτορα. Ὁ ἐκχριστιανισμὸς τῶν Ρώσων συντέλεσε ἔτσι, ὥστε ἡ πολιτιστικὴ ἀνάπτυξη τῆς Ρωσίας νὰ συντελεστεῖ στοὺς ἑπόμενους αἰῶνες μὲ ἔντονη τὴν ἐπίδραση τοῦ Βυζαντίου. Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι μέχρι σήμερα ἡ Μόσχα θεωρεῖται Τρίτη Ρώμη. Ἐντούτοις, τὸ κέρδος ἦταν μεγαλύτερο γιὰ τοὺς Βυζαντινούς, οἱ ὁποῖοι κατόρθωσαν νὰ σημειώσουν ἐπιτυχία.
Ἡ ἔκταση τῆς βυζαντινῆς ἐπιρροῆς διευρύνθηκε σὲ τεράστια, ἀχανῆ γεωγραφικὰ ἐδάφη καὶ τὸ πιὸ μεγάλο καὶ ἰσχυρὸ σλαβικὸ κράτος τῆς ἐποχῆς ἐκείνης βρέθηκε θεληματικὰ κάτω ἀπὸ τὴν πνευματικὴ κηδεμονία τοῦ πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινούπολης. Συντελέστηκε μιὰ ἐπιτυχία ὄχι μονάχα σὲ στρατιωτικό, ἀλλὰ καὶ σὲ πολιτικὸ-θρησκευτικὸ ἐπίπεδο, ἐφόσον κατόρθωσαν νὰ θέσουν ὑπὸ τὴ σφαῖρα ἐπιρροῆς τους ἕναν δυναμικὸ καὶ πολυπληθῆ λαό. Μεταφέροντας καὶ τὴν προσωπική μου μαρτυρία, ἀπὸ ἐπαφὲς ποὺ ἔχω μὲ πρόσωπα τῆς ρωσικῆς κοινωνίας, τολμῶ νὰ πῶ ὅτι οἱ Ρῶσοι βλέπουν τὴν Ἑλλάδα μὲ δέος καὶ σεβασμό, πρῶτον ἐξαιτίας τῆς μεταλαμπάδευσης τοῦ χριστιανισμοῦ σὲ αὐτοὺς καὶ ἔπειτα λόγῳ τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πνεύματος. Ἀρκετὲς φορὲς μοῦ ἔχουν πεῖ τὴ φράση «χωρὶς ἐσᾶς, σήμερα θὰ ἤμασταν ἀκόμα εἰδωλολάτρες. Σᾶς χρωστᾶμε τὰ πάντα». Μάλιστα, σὲ ἐρώτηση ποὺ ἔθεσα σὲ ἡγούμενο ἑνὸς πολὺ γνωστοῦ ρωσικοῦ μοναστηριοῦ σχετικὰ μὲ τὸ γιατί, ὅταν πηγαίνει στὸ Ἅγιον Ὅρος δὲν ἐπισκέπτεται ποτὲ τὸ ρωσικὸ ἢ τὰ ἄλλα σλάβικα μοναστήρια, μοῦ ἀπάντησε: «θέλω νὰ βαφτιστῶ στὴν ἑλληνικὴ ἀσκητικὴ παράδοση». Μάλιστα, τὴν πρώτη φορὰ ποὺ ἦρθε στὴν Ἑλλάδα, τὸ πρῶτο ποὺ ζήτησε νὰ ἐπισκεφτεῖ ἦταν ὁ βράχος τοῦ Ἀρείου Πάγου, ἐκεῖ ὅπου ἐκφώνησε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τὸν γνωστό του λόγο, καθὼς καὶ τό Βῆμα τοῦ ἴδιου Ἀποστόλου στὴν ἀρχαία Κόρινθο. 
Τὰ ὀφέλη ποὺ προέκυπταν ἀπὸ τὰ βασιλικὰ συνοικέσια ἦταν πολλὰ γιὰ τὸ Βυζάντιο. Ἡ αὐτοκρατορία κέρδιζε πρωτίστως τὴ φιλία καὶ τὴν εἰρήνη ἑνὸς γειτονικοῦ λαοῦ. Οἱ δεσμοὶ αὐτῆς τῆς φιλίας ἐκδηλώνονταν πολλὲς φορὲς καὶ σὲ παροχὴ στρατιωτικῆς βοήθειας καὶ ἀπὸ τὰ δύο μέρη. Ἔτσι ἀνάμεσα στοὺς δύο λαοὺς ἐγκαθιδρυόταν μία σχέση ἀλληλοεξάρτησης. Ἡ ξένη ἡγεμονικὴ αὐλή, μὲ μέλος τῆς ὁποίας συναπτόταν ὁ γάμος τοῦ προερχόμενου ἀπὸ τὸν αὐτοκρατορικὸ οἶκο συζύγου, ἐτίθετο αὐτόματα ὑπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ βυζαντινοῦ αὐτοκράτορα. Μὲ τὶς ἐπιγαμίες, οἱ ἀλλοεθνεῖς λάμβαναν ἀξιοσημείωτες θετικὲς πολιτιστικὲς ἐπιρροὲς ἀπὸ τὴν πιὸ δυνατὴ αὐτοκρατορία ἐκείνης τῆς ἐποχῆς. Θεολογικὰ καὶ φιλοσοφικὰ βιβλία μεταφέρονταν γιὰ μετάφραση στὶς κατὰ τόπους ἡγεμονίες. «Βάρβαρα» ἔθνη «ἀνακάλυπταν» τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες φιλοσόφους καὶ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς πατέρες.
Αὐτούσια βυζαντινὰ νομοθετήματα μεταφράστηκαν γιὰ τὶς ξένες ἡγεμονικὲς αὐλές. Πολλὲς φορὲς οἱ διπλωματικὲς αὐτὲς ἐπιγαμίες λειτούργησαν κατὰ καιροὺς σὲ βάρος τῶν βυζαντινῶν συμφερόντων, ἀφοῦ ἀποτέλεσαν πρόφαση γιὰ τοὺς ἑκάστοτε ἀλλοεθνεῖς συγγενεῖς τοῦ βυζαντινοῦ αὐτοκράτορα νὰ ἐπέμβουν στὰ ἐσωτερικὰ ζητήματα τῆς αὐτοκρατορίας ἢ νὰ ἀξιώσουν τὴν κατάληψη βυζαντινῶν ἐδαφῶν. Τὰ μέλη τῶν ξένων ἡγεμονικῶν οἴκων πίστευαν ὅτι ἡ ἐπιγαμία λειτουργοῦσε ὡς μέσο νομιμοποίησης τῶν ἐπεμβάσεών τους ἐναντίον τῆς αὐτοκρατορίας. Σὲ γενικὲς γραμμὲς μποροῦμε νὰ ἰσχυριστοῦμε ὅτι ἡ βυζαντινὴ διπλωματία θεωροῦσε τὴν ἐπιγαμία ὡς βασικὸ μέσο ρύθμισης τῶν σχέσεών της μὲ τὰ ἄλλα ἔθνη καὶ ἱκανοποίησης τῶν στόχων της. Ἡ σύναψη ὅμως ἑνὸς τέτοιου γάμου δὲν μποροῦσε νὰ ἀποτελέσει μακροπρόθεσμη ἐγγύηση οὔτε γιὰ τὴν κατοχύρωση τῆς εἰρήνης, οὔτε καὶ γιὰ τὴν ἐξασφάλιση τῆς, ζητούμενης κάθε φορὰ ἀπὸ τοὺς νέους ξένους συγγενεῖς, προσδοκώμενης βοήθειας.

1. G. Ostrogorsky, Ἱστορία τοῦ βυζαντινοῦ κράτους, τ. 2, μτφρ. Ἰ. Παναγόπουλος, Ἀθῆνα 1995 (= G. Ostrogorsky, Geschichte des byzantinischen states, München 1963), σ. 186-187.

2. T. Venning, A chronology of the byzantine empire, New York 2006, σ. 335.


3. The Russian Primary Chronicle: Laurentian Text, ἔκδ. S. CrossO. Sherbowitz-Wetzor, Cambridge 1953, σσ. 112-113.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου