Η
επικεφαλίδα του άρθρου αυτού δεν σημαίνει ότι μέσα στο
μικρό χώρο που διαθέτουμε θα επιδιώξουμε να βρούμε τις
διαφορές μεταξύ των δύο αυτών μεγάλων
ιδεολογικοπολιτικών συστημάτων, αν και πιστεύουμε ότι
δεν υπάρχουν μεγάλες διαφορές, αφού και τα δύο αυτά
συστήματα είναι γέννημα της δυτικής μεταφυσικής, έχουν
το ίδιο σκεπτικό και την ίδια υποδομή (υλιστική) και
ουσιαστικά στον μεν Καπιταλισμό το κεφάλαιο ευρίσκεται
στον άνθρωπο, στον δε Μαρξισμό το κεφάλαιο ευρίσκεται
στο κράτος, επομένως στην ουσία είναι και τα δύο
καπιταλιστικά συστήματα. Αλλά θα ήθελα να δούμε την
σχέση του Χριστιανισμού με τα δύο αυτά μεγάλα συστήματα
πού χωρίζουν τον πλανήτη
μας.
Αυτό
γίνεται γιατί στις ημέρες μας λέγονται μερικά αντιφατικά
σχετικά με αυτό το θέμα. Από την μια μεριά υποστηρίζεται
ότι «δεν είναι δυνατόν να συμβιβασθεί ο Χριστιανισμός
με τον Μαρξισμό» και από την άλλη μεριά ότι «ο
Χριστιανισμός ταυτίζεται με τον Μαρξισμό, αφού ή
διδασκαλία του Μαρξ για τα κοινωνικά ζητήματα και ή
διδασκαλία του Χριστιανισμού μοιάζουν πολύ».
Δεν
έχουμε την απαίτηση να λύσουμε το θέμα. Γνωρίζουμε καλά
ότι είναι πολύπλοκο. Αλλά θα προσπαθήσουμε να εκθέσουμε
όσο το δυνατόν συντομότερα μερικές σκέψεις μας.
Πρέπει
να εξετάσουμε τα συστήματα αυτά από την
ιδεολογική-κοσμοθεωρητική πλευρά και την κοινωνιολογική,
εν σχέσει πάντοτε με τον Χριστιανισμό. Στην ιδεολογική
και κοσμοθεωρητική πλευρά υπάρχει σαφής αντίθεση του
Χριστιανισμού με τον Μαρξισμό. Η ιδεολογική τοποθέτηση
του Μαρξισμού είναι ανθρωποκεντρική, εξοβελίζει
τον Θεό και ερμηνεύει την ζωή υλιστικά.
Ο
Λεφτέρης Ελευθερίου, παλαιός κομμουνιστής (από το 1937),
πού τώρα (όταν
γραφόταν το κείμενο)
διευθύνει το «Κέντρο Μαρξιστικών ερευνών», γράφει
χαρακτηριστικά: «Μπορεί κανείς να είναι χριστιανός
σοσιαλιστής, μπορεί κανείς να είναι χριστιανός
κομμουνιστής, αλλά όχι χριστιανομαρξιστής και πολύ
περισσότερο θεομαρξιστής». Ο
ίδιος πιο κάτω λέγει: «Σε επίπεδο οντολογικό και
κοσμοθεωρητικό πρέπει να πούμε ότι ο Χριστιανισμός και
ο Μαρξισμός δεν συνενώνονται, δεν παντρεύονται.
Παραμένουν δυο αντιπαρατιθέμενες κοσμοαντιλήψεις. Αλλά
όμως, όταν λέμε αντιπαράθεση δεν σημαίνει αναγκαία και «εχθρότητα».
Βέβαια
πρέπει να παρατηρήσουμε ότι ο Μαρξ συνάντησε στην Δύση
έναν αποτυχημένο και αιρετικό Χριστιανισμό, που
είχε ταυτισθή με το κεφάλαιο και την φεουδαρχία και γι'
αυτό ήλθε σε αντίθεση με τον Χριστιανισμό και
χρησιμοποίησε την γνωστή ρήση του Φόϋερμπαχ «η
θρησκεία είναι το όπιο του λαού». Πιστεύω πως αν
ζούσε στον ορθόδοξο χώρο και είχε γνώση σαφή της
διδασκαλίας των ορθόδοξων Πατέρων πάνω σε διάφορα
κοινωνικά προβλήματα θα είχε ίσως διαφορετικές
αντιλήψεις για τον Χριστιανισμό, ιδίως για την Ορθόδοξη
Εκκλησία.
Γι'
αυτό σήμερα επικρατούν δυο συνθήματα. Το ένα «να
απελευθερώσουμε τον Μαρξ από τον Μαρξισμό» και το
άλλο «να απελευθερώσουμε τον Μαρξισμό από τον Μαρξ».
Από την άλλη μεριά ο καπιταλισμός δεν έχει ιδεολογία,
δεν έχει ιδέες. Μπορεί βέβαια να ζει στην πράξη τον
υλισμό, αφού θεοποιεί την ύλη και το χρήμα, αλλά είναι «ευάλωτος»
στις ιδέες και τις κοσμοθεωρίες. Γι' αυτό και μπορεί
εύκολα ένας καπιταλιστής να δεχθεί τον Χριστιανισμό,
τουλάχιστον ως κοσμοθεωρία. Δεν είναι τόσο μεγάλο
πρόβλημα να τον αρνηθεί.
Ας
έλθουμε τώρα στον κοινωνικό τομέα.
Εδώ ο Χριστιανισμός μοιάζει περισσότερο με τον Μαρξισμό,
παρά με τον Καπιταλισμό. Η ιερότητα της εργασίας και του
μισθού, η οικονομία, η οικονομική αυτάρκεια και
ανεξαρτητοποίηση, η καταναλωτική κοινωνία, που είναι τα
στηρίγματα του Καπιταλισμού, είναι εντελώς αντίθετα και
αντίθετα με τον Χριστιανισμό και δεν μπορούν να «δικαιωθούν»
από το χριστιανικό πνεύμα. Ενώ η κοινωνική διδασκαλία
του κομμουνισμού περί ισότητος και κοινοκτημοσύνης, που
εφαρμόζεται στον χώρο της Εκκλησίας με τα κοινόβια
Μοναστήρια συνδέεται με την διδασκαλία της Εκκλησίας.
Όλα αυτά βέβαια, με δυο σημαντικές και απαραίτητες
παρατηρήσεις και προϋποθέσεις:
Πρώτη. Η
ισότητα και η κοινοκτημοσύνη (κοινωνική διδασκαλία του
κομμουνισμού) είναι προπτωτική κατάσταση. Η ανάγκη της
ατομικής περιουσίας και όλες οι αρχές του Καπιταλισμού
είναι μεταπτωτική κατάσταση, δηλαδή καταστάσεις και
ενέργειες της μετά την πτώση ζωής. Ο άνθρωπος βιώνοντας
την αρρώστια, την αβεβαιότητα, την θνητότητα, θέλει να
κατέχει. Εμείς ζώντας μέσα στην Εκκλησία πρέπει να
αγωνιζόμαστε να φθάσουμε από την μεταπτωτική κατάσταση
στην προπτωτική. Αλλά αυτός ο αγώνας γίνεται με την
ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Μόνον με το Άγιο Πνεύμα
μπορούμε να αποκτήσουμε ισότητα, κοινοκτημοσύνη και
ακτημοσύνη ακόμη. Χωρίς το Άγιο Πνεύμα αυτή η απόκτηση
είναι ουτοπία. Οι περιπτώσεις κομμουνιστών που διαθέτουν
μεγάλη περιουσία δεν σπανίζουν!
Δεύτερη. Ενώ ο
Χριστιανισμός διδάσκει την ισότητα, την κοινοκτημοσύνη,
την εν Χριστώ αδελφότητα κ.λ.π., εν τούτοις θέλει όλα
αυτά να γίνονται με αγάπη και ελευθερία. «Το καλόν
ουκ έστιν καλόν, εάν μη καλώς γένηται». Η
αίσθηση ότι με το μίσος και την στέρηση της ελευθερίας
μπορούμε να φθάσουμε στην τέλεια κοινωνία, συνιστά
άγνοια του προβλήματος, αφού οποιαδήποτε δικαιοσύνη
χωρίς την αγάπη και την ελευθερία είναι αδικία.
Άλλωστε στην Ορθόδοξη Εκκλησία πιστεύουμε ότι ο άνθρωπος
έχει αρρωστήσει. Το αρρωστημένο πρόσωπο αρρωσταίνει
τους κοινωνικούς θεσμούς, ενώ το υγιές πρόσωπο ζωοποιεί
και ζωογονεί τους κοινωνικούς θεσμούς. Έχουμε ανάγκη
από την θεραπεία του ανθρώπου και την ανάπτυξη του
προσώπου. Δεν είναι οι καλές αρχές και οι δίκαιοι
νόμοι που θα κάνουν τους ανθρώπους δίκαιους και
ενάρετους, αλλά οι μεταμορφωμένοι άνθρωποι θα κάνουν
τους τέλειους νόμους. Ακόμη δεν είναι οι τέλειοι νόμοι
που θα κάνουν τον άνθρωπο ελεύθερο και ενάρετο, αλλά η
υπέρβαση του θανάτου και η νίκη εναντίον της αμαρτίας
και του διαβόλου.
Οι
Χριστιανοί έχουμε επιφυλάξεις στην ιδεολογία του
Μαρξισμού και στην κοινωνική διδασκαλία του Καπιταλισμού,
καθώς επίσης δεχόμαστε με προϋποθέσεις την κοινωνική
διδασκαλία του Μαρξισμού. Πάντως δεν αντιτιθέμεθα
εχθρικά ούτε στον Καπιταλισμό ούτε στον Μαρξισμό. Ο
Χριστιανισμός δεν μπορεί να αισθάνεται γύρω του εχθρούς.
Τους πολεμίους του, τους βλέπει σαν αρρώστους που θέλουν
θεραπεία.
Έτσι
προσπαθούμε να βρούμε τα καλά στοιχεία που διαθέτουν και
τα δυο αυτά συστήματα, ώστε και με την βοήθεια αυτών
(μια και ζούμε σε μια μεταπτωτική κοινωνία που πολλοί
άνθρωποι δεν θέλουν την ευεργετική επίδραση της
Εκκλησίας) να προχωρήσουμε στον μετασχηματισμό της
κοινωνίας, δηλαδή στην επικράτηση της Βασιλείας του
θεού και της δικαιοσύνης αυτού.
Επίσης αγαπούμε τον άνθρωπο όπου κι αν ανήκει, γιατί ο
καθένας έχει μια προσωπική ιστορία και προσπαθούμε να
τον οδηγήσουμε στην μόνη αταξική κοινωνία που είναι η εν
Χριστώ αδελφότητα, αφού μέσα εκεί καταργούνται όλες οι
εξωτερικές διαιρέσεις και ζούμε την εν Χριστώ κοινωνία.
Ιεροθέου Βλάχου,
Μητρ. Ναυπάκτου & Αγ. Βλασίου
Πηγή: Από το βιβλίο του ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ, παράγρ.
77, έκδ. γ΄, Δεκέμβριος 1985.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου