Έλσα Ράσιου
Εδώ και 42 χρόνια ο Ιούλης σημαδεύτηκε από ένα θλιβερό γεγονός. Την κατάληψη σε δύο φάσεις του 40% της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία, γεγονός που είναι γνωστό ως "Αττίλας" Δεν θα επιδοθώ σε ιστορικές αναλύσεις/εκτιμήσεις. Είναι έργο των ιστορικών. Θα προσπαθήσω απλά να ακροθίξω το ανθρώπινο εσωτερικό δράμα, όπως αποτυπώνεται στη ποίηση.
Το απάνθρωπο γεγονός πυροδοτεί μια έκρηξη δημιουργίας στη σύγχρονη κυπριακή ποίηση. Η έντασή κυμαίνεται από το θρήνο και το μοιρολόι για τη χαμένη πατρίδα, μέχρι τον κομμό της αρχαίας τραγωδίας. Ποιητές, παλαιότεροι και πρωτοεμφανιζόμενοι, βιώνουν κι αποτυπώνουν όχι μονάχα την ομορφιά και τις μνήμες της χαμένης πατρίδας, αλλά κυρίως την αρχέγονη πάλη ανάμεσα στο...
καλό και το κακό, το ηθικό δίκαιο και το άδικο. Η ανθρώπινη λογική συγκρούεται με την κτηνωδία της ανεξέλεγκτης βίας.
«Μητέρα θυμάσαι τον ουρανό
Που ’χαμε δεμένο κόμπο στο μαντήλι;
Μας τον πήραν οι ταχυδακτυλουργοί, μητέρα
έτσι όπως πριν την μπάλα μεσ’ απ’ το κουτί.
Θυμάσαι το ρυάκι πού 'πλενε τα πόδια μας,
θυμάσαι το ρυάκι πού του πλέναμε τα πόδια,
θυμάσαι τις λευκές κραυγές στη χαράδρα;
Θυμάσαι τις φλυαρίες πού ράμφιζαν τη ρόγα τής αυγής,
θυμάσαι τους ψιθύρους που μηχανορραφούσαν την άνοιξη,
θυμάσαι τα περιστέρια πού 'σκυβαν μεσ' στον ήλιο
να πιουν νερό στη χούφτα του,
θυμάσαι τ' όνειρο πού κυλούσε κι έφευγε
απάνω απ' τις φτερούγες τους,
θυμάσαι τ' όνειρο πού κρεμόταν κάτω απ' το λαιμό τους,
τ' όνειρο πού σκαρφάλωνε τις σημαίες τους;
Τώρα οξειδώθηκαν όλα μέσα μας, μητέρα,
τώρα σκέβρωσαν όλα μέσα μας.»
Ποιητές, ωστόσο, όπως ο Κ. Μόντης, Π. Μηχανικός, Κ. Βασιλείου, Ντίνα Κατσούρη, Π. Πασιαρδής, Κυρ. Χαραλαμπίδης, κ.α. αγγίζουν τις ανοιχτές πληγές της Κύπρου με ρεαλισμό και συχνά εναλλάσσουν το θρήνο με σκληρή κριτική μέσα από την ιστορική αλληγορία:
παρά πού άδιαφόρεσαν τελείως
για τα Ιερά τους οι Αντιοχείς.
Εδώ χρειάζεται Διόνυσος να δώσει
μάχη με το κρασί και τον κισσό.
Τι καρτεράς από θεό ευγενικό,
εξελιγμένο κι ευρωπαίο; χορτάριασε .
όταν οι λιγοστοί τον κράζαν Άπολλον
εξήγηση δεν έχει φιλοσοφική.
Πολιτισμός σημαίνει ολιγωρία
Όσοι ακριβώς δεν έχουν τι να χάσουν
την πεπτωκυΐαν φύσιν της αισθήσεως
αποκολλούν ή μάλλον αναρτούν.
Εμείς αυτούς θα πρέπει ν' αποτρέπουμε
ώστε να μη εύτελίζουσι τη δάφνη,
τη δάφνη σε ξεμάτιασμα για βασκαμένους,
σε πολεμία των σκώρων, σε
σκίχτρο ποντικιών.
Τα ’χουν ρημάξει όλα: την Κασταλία πηγή
«πηγήν εκ τάφου ομβρήσαντος Χριστού» αποκαλούν οι πλάνοι.
Πού να στηριχθείς; Τα λόγια της εγκράτειας,
μέτρον της αρετής,
πέραση έδώ δεν έχουν στους λάγνους Άντιοχείς.
Μαρτύριον του θεού μου, του ατυχούς Απόλλωνος,
να βλέπει μία χήνα -κι αυτή χωρίς κουπιά-
βγαλμένη από το στήθος του μόνου εναπομείναντος
στην πόλιν ιερέως. Δέν περισσεύει θεός.
Τον έχουν σπαταλήσει με πάσαν ευκολία
στις ευτελείς του βίου σαρκώδεις περιοχές .
Δίπλα μου ήτανε ο Ονήσιλος
βγαλμένος απ' την ιστορία και το θρύλο
ολοζώντανος.
Αρχιλεβέντης βασιλιάς αυτός
κρατούσε στο χέρι ό,τι του'χε απομείνει:
ένα καύκαλο
-το δικό του κρανίο -
γεμάτο μέλισσες
Δέκα χρόνια έστελλε τις μέλισσες του ο Ονήσιλος
να μας κεντρίσουν
να μας ξυπνήσουν
να μας φέρουν ένα μήνυμα
Δέκα χιλιάδες μέλισσες έστειλε ο Ονήσιλος
κι όλες ψοφήσανε απάνω στο παχύ μας δέρμα
χωρίς τίποτα να νιώσουμε.
Κι όταν το ποδοβολητό των βαρβάρων
έφτασε στη Σαλαμίνα
φρύαξε ο Ονήσιλος.
Άλλο δεν άντεξε
άρπαξετο καύκαλο του
και το θρυμμάτισε απάνω στο κεφάλι του
Κι έγειρε νεκρός
άδοξος, άθλιος...
Σήμερα, οι δημιουργίες αυτές δίδουν την αίσθηση μιας συνθετικής πολυμέρειας και φιλοσοφικής ευρύτητας, που με τον πανανθρώπινο χαρακτήρα της, εκπέμπει συγχρονικά και πανανθρώπινα διαχρονικά μηνύματα.
Ποιητές που πρωτοεμφανίζονται μετά ο '74 μορφολογικά βρίσκονται πολύ κοντά στον πεζολογικό αντι - ρητορικό λόγο. Αρθρώνουν έναν έντονα οργισμένο πολιτικό λόγο, σε μια προσπάθεια να γκρεμίσουν τα είδωλα, να απομυθοποιήσουν καταστάσεις και να καταλογίσουν ευθύνες. Συχνά διαπλέκουν αξεδιάλυτα τα προσωπικά τους αδιέξοδα και τις ανησυχίες με τις πολιτικές περιπέτειες του τόπου τους.
τώρα που οι δειλοί προδότες έγιναν
αντιστασιακοί κι η μορφή του αγώνα
χάθηκε μέσα στο φθόνο, για ποιον
ξενυχτάς και ιδρώνεις, μαζεύεις πάλιές
φωτογραφίες, καταγράφεις βουνά
και θάλασσες, μιλάς με γέρους που δεν
ακούνε, τρέχεις, τρέχεις; Αύριο, αύριο
θα βγει το νέο φεγγάρι, τα παιδιά θα
ζητούνε παραμύθια, και τις βιβλιοθήκες μας
θα τις έχουμε αλλάξει με
video, πες μου εσύ
ποιος θα λογοδοτήσει για όλους μας;
μισό ξυρισμένο κεφάλι ξενυχτά σε υγρά
υπόγεια μιας εποχής αλλόκοτης
Αποστήματα λουφάζουν στο κορμί
της κινήσεις ύποπτες περιφράζουν τ'
άδυτά της δασύτριχα κρύβουν το πρόσωπό της
Τις Κυριακές κανένας δε θυμάται
Μόνο στα γήπεδα βιάζεται η Μνήμη
όταν ο απολιθωμένος αχινός ψάχνει
να ξαναβρεί τα χαμένα του αγκάθια.
τι περιμέναμε να γίνει με τον τρομερό
βοριά που φυσάει ασταμάτητα
αφού του ανοίξαμε την Κερκόπορτα;
Το σκοτάδι τώρα πήχτρα. Τί φως να δώσουν
τα μάτια των νεκρών που φωσφορίζουν,
τί αντανάκλαση δυό-τρεις στιλπνές φλεβίτσες
σε κάποιες σχισμές των βουνών,
ένας αφρός κάποιου φοβισμένου κυμάτους
Πλούσιο φως ξεχύνουνε μονάχα τα ουράνια,
όμως εμείς... εμείς ως πότε θα κάθεζόμεθα
« εν σκότει και σκιά θανάτου» τριγυρισμένοι
από Ηρώδες και Ιούδες;
Από τη δεκαετία του 1990 και μετά η κυπριακή ποίηση αποστασιοποιείται πλέον από τα ιστορικά γεγονότα. Οι λίγοι επιζώντες εκείνης της εποχής είναι πια στην τρίτη ηλικία ή υπερήλικες........
Εδώ και 42 χρόνια ο Ιούλης σημαδεύτηκε από ένα θλιβερό γεγονός. Την κατάληψη σε δύο φάσεις του 40% της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία, γεγονός που είναι γνωστό ως "Αττίλας" Δεν θα επιδοθώ σε ιστορικές αναλύσεις/εκτιμήσεις. Είναι έργο των ιστορικών. Θα προσπαθήσω απλά να ακροθίξω το ανθρώπινο εσωτερικό δράμα, όπως αποτυπώνεται στη ποίηση.
Το απάνθρωπο γεγονός πυροδοτεί μια έκρηξη δημιουργίας στη σύγχρονη κυπριακή ποίηση. Η έντασή κυμαίνεται από το θρήνο και το μοιρολόι για τη χαμένη πατρίδα, μέχρι τον κομμό της αρχαίας τραγωδίας. Ποιητές, παλαιότεροι και πρωτοεμφανιζόμενοι, βιώνουν κι αποτυπώνουν όχι μονάχα την ομορφιά και τις μνήμες της χαμένης πατρίδας, αλλά κυρίως την αρχέγονη πάλη ανάμεσα στο...
καλό και το κακό, το ηθικό δίκαιο και το άδικο. Η ανθρώπινη λογική συγκρούεται με την κτηνωδία της ανεξέλεγκτης βίας.
Θυμάται νοσταλγικά, θρηνητικά ο Κώστας Μόντης στα "Τρία Γράμματα στη μητέρα"
«Μητέρα θυμάσαι τον ουρανό
Που ’χαμε δεμένο κόμπο στο μαντήλι;
Μας τον πήραν οι ταχυδακτυλουργοί, μητέρα
έτσι όπως πριν την μπάλα μεσ’ απ’ το κουτί.
Θυμάσαι το ρυάκι πού 'πλενε τα πόδια μας,
θυμάσαι το ρυάκι πού του πλέναμε τα πόδια,
θυμάσαι τις λευκές κραυγές στη χαράδρα;
Θυμάσαι τις φλυαρίες πού ράμφιζαν τη ρόγα τής αυγής,
θυμάσαι τους ψιθύρους που μηχανορραφούσαν την άνοιξη,
θυμάσαι τα περιστέρια πού 'σκυβαν μεσ' στον ήλιο
να πιουν νερό στη χούφτα του,
θυμάσαι τ' όνειρο πού κυλούσε κι έφευγε
απάνω απ' τις φτερούγες τους,
θυμάσαι τ' όνειρο πού κρεμόταν κάτω απ' το λαιμό τους,
τ' όνειρο πού σκαρφάλωνε τις σημαίες τους;
Τώρα οξειδώθηκαν όλα μέσα μας, μητέρα,
τώρα σκέβρωσαν όλα μέσα μας.»
Ποιητές, ωστόσο, όπως ο Κ. Μόντης, Π. Μηχανικός, Κ. Βασιλείου, Ντίνα Κατσούρη, Π. Πασιαρδής, Κυρ. Χαραλαμπίδης, κ.α. αγγίζουν τις ανοιχτές πληγές της Κύπρου με ρεαλισμό και συχνά εναλλάσσουν το θρήνο με σκληρή κριτική μέσα από την ιστορική αλληγορία:
Στοχάζεται ο Κυρ. Χαραλαμπίδης: ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ ΠΕΡΙΛΥΠΟΥΜΕΝΟΣ (Μεγάλο Σάββατο, 1998)
Δεν ήταν εξαιτίας του Γαλιλαίουπαρά πού άδιαφόρεσαν τελείως
για τα Ιερά τους οι Αντιοχείς.
Εδώ χρειάζεται Διόνυσος να δώσει
μάχη με το κρασί και τον κισσό.
Τι καρτεράς από θεό ευγενικό,
εξελιγμένο κι ευρωπαίο; χορτάριασε .
όταν οι λιγοστοί τον κράζαν Άπολλον
εξήγηση δεν έχει φιλοσοφική.
Πολιτισμός σημαίνει ολιγωρία
Όσοι ακριβώς δεν έχουν τι να χάσουν
την πεπτωκυΐαν φύσιν της αισθήσεως
αποκολλούν ή μάλλον αναρτούν.
Εμείς αυτούς θα πρέπει ν' αποτρέπουμε
ώστε να μη εύτελίζουσι τη δάφνη,
τη δάφνη σε ξεμάτιασμα για βασκαμένους,
σε πολεμία των σκώρων, σε
σκίχτρο ποντικιών.
Τα ’χουν ρημάξει όλα: την Κασταλία πηγή
«πηγήν εκ τάφου ομβρήσαντος Χριστού» αποκαλούν οι πλάνοι.
Πού να στηριχθείς; Τα λόγια της εγκράτειας,
μέτρον της αρετής,
πέραση έδώ δεν έχουν στους λάγνους Άντιοχείς.
Μαρτύριον του θεού μου, του ατυχούς Απόλλωνος,
να βλέπει μία χήνα -κι αυτή χωρίς κουπιά-
βγαλμένη από το στήθος του μόνου εναπομείναντος
στην πόλιν ιερέως. Δέν περισσεύει θεός.
Τον έχουν σπαταλήσει με πάσαν ευκολία
στις ευτελείς του βίου σαρκώδεις περιοχές .
Και ο Παντελής Μηχανικός στην ίδια συχνότητα: Ονήσιλος από τη συλλογή Κατάθεση»
Δίπλα μου ήτανε ο Ονήσιλος
βγαλμένος απ' την ιστορία και το θρύλο
ολοζώντανος.
Αρχιλεβέντης βασιλιάς αυτός
κρατούσε στο χέρι ό,τι του'χε απομείνει:
ένα καύκαλο
-το δικό του κρανίο -
γεμάτο μέλισσες
Δέκα χρόνια έστελλε τις μέλισσες του ο Ονήσιλος
να μας κεντρίσουν
να μας ξυπνήσουν
να μας φέρουν ένα μήνυμα
Δέκα χιλιάδες μέλισσες έστειλε ο Ονήσιλος
κι όλες ψοφήσανε απάνω στο παχύ μας δέρμα
χωρίς τίποτα να νιώσουμε.
Κι όταν το ποδοβολητό των βαρβάρων
έφτασε στη Σαλαμίνα
φρύαξε ο Ονήσιλος.
Άλλο δεν άντεξε
άρπαξετο καύκαλο του
και το θρυμμάτισε απάνω στο κεφάλι του
Κι έγειρε νεκρός
άδοξος, άθλιος...
Σήμερα, οι δημιουργίες αυτές δίδουν την αίσθηση μιας συνθετικής πολυμέρειας και φιλοσοφικής ευρύτητας, που με τον πανανθρώπινο χαρακτήρα της, εκπέμπει συγχρονικά και πανανθρώπινα διαχρονικά μηνύματα.
Ποιητές που πρωτοεμφανίζονται μετά ο '74 μορφολογικά βρίσκονται πολύ κοντά στον πεζολογικό αντι - ρητορικό λόγο. Αρθρώνουν έναν έντονα οργισμένο πολιτικό λόγο, σε μια προσπάθεια να γκρεμίσουν τα είδωλα, να απομυθοποιήσουν καταστάσεις και να καταλογίσουν ευθύνες. Συχνά διαπλέκουν αξεδιάλυτα τα προσωπικά τους αδιέξοδα και τις ανησυχίες με τις πολιτικές περιπέτειες του τόπου τους.
"Τ' απωθημένα ενός μικροαστού" του Λούη Περεντού (απόσπασμα)
τώρα που οι δειλοί προδότες έγιναν
αντιστασιακοί κι η μορφή του αγώνα
χάθηκε μέσα στο φθόνο, για ποιον
ξενυχτάς και ιδρώνεις, μαζεύεις πάλιές
φωτογραφίες, καταγράφεις βουνά
και θάλασσες, μιλάς με γέρους που δεν
ακούνε, τρέχεις, τρέχεις; Αύριο, αύριο
θα βγει το νέο φεγγάρι, τα παιδιά θα
ζητούνε παραμύθια, και τις βιβλιοθήκες μας
θα τις έχουμε αλλάξει με
video, πες μου εσύ
ποιος θα λογοδοτήσει για όλους μας;
Ένα ακόμη απόσπασμα του ίδιου από τη συλλογή«Κύπρις το μοιραίον»,1987 :
Η χώρα μου με βαμμένα μαλλιά καιμισό ξυρισμένο κεφάλι ξενυχτά σε υγρά
υπόγεια μιας εποχής αλλόκοτης
Αποστήματα λουφάζουν στο κορμί
της κινήσεις ύποπτες περιφράζουν τ'
άδυτά της δασύτριχα κρύβουν το πρόσωπό της
Τις Κυριακές κανένας δε θυμάται
Μόνο στα γήπεδα βιάζεται η Μνήμη
όταν ο απολιθωμένος αχινός ψάχνει
να ξαναβρεί τα χαμένα του αγκάθια.
Κι ο Άντης Περνάρης " Ιούλης, 15 , 1974"
Σπάσαμε το φανογυάλι,τι περιμέναμε να γίνει με τον τρομερό
βοριά που φυσάει ασταμάτητα
αφού του ανοίξαμε την Κερκόπορτα;
Το σκοτάδι τώρα πήχτρα. Τί φως να δώσουν
τα μάτια των νεκρών που φωσφορίζουν,
τί αντανάκλαση δυό-τρεις στιλπνές φλεβίτσες
σε κάποιες σχισμές των βουνών,
ένας αφρός κάποιου φοβισμένου κυμάτους
Πλούσιο φως ξεχύνουνε μονάχα τα ουράνια,
όμως εμείς... εμείς ως πότε θα κάθεζόμεθα
« εν σκότει και σκιά θανάτου» τριγυρισμένοι
από Ηρώδες και Ιούδες;
Από τη δεκαετία του 1990 και μετά η κυπριακή ποίηση αποστασιοποιείται πλέον από τα ιστορικά γεγονότα. Οι λίγοι επιζώντες εκείνης της εποχής είναι πια στην τρίτη ηλικία ή υπερήλικες........
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου