Ήταν ένα ήσυχο , πανέμορφο και πάμπλουτο σε αγαθά της φύσης ευλογημένο νησί. Αυτό το κυβερνούσε μια παρέα βολευτών (έτσι τους έλεγαν) για πολλά χρόνια. Τα τελευταία όμως 30 χρόνια και βάλε , δύο παρέες έκαναν κουμάντο εναλλάξ. Όμως ενώ οι κυβερνήτες πλούτιζαν , το νησί και οι ιθαγενείς συνεχώς ένοιωθαν να φτωχαίνουν. Για πολύ χρόνο οι κυβερνήτες έριχναν στους ιθαγενείς κοκαλάκια και ψαχνά προσεχτικά και επιδέξια , ανάλογα με τις σχέσεις που είχαν αναπτύξει.
Για να μακρύνουν την παρουσία τους στο άρμεγμα , ζήτησαν πρόσθετο καναβούρι (βασική τροφή) κ.α, από τους «φίλους» τους τους πειρατές που έρχονταν στο νησί τακτικά , πότε για διακοπές, πότε για «μπίζνες» που κανένας δεν καταλάβαινε και πότε για να πάρουν μέτρα για να… βρίσκονται. Ναι έρχονταν συχνά και τελείως αθόρυβα , σαν πρωινή αύρα! Εκείνοι ανταποκρίθηκαν αλλά μαζί με το καναβούρι έστειλαν και διάφορα χορτάρια (κουτόχορτο, της λησμονιάς, της τρέλας, του ύπνου κ.λ.π) για τους ιθαγενείς, δημοκρατάτα (ειδικά νομίσματα για κάθε συναλλαγή) και άφθονο χρυσό για τους κυβερνήτες.
Διαμήνυσαν όμως ότι θα πρέπει να περιοριστεί το καναβούρι και οι άλλες τροφές –εκτός από το κουτόχορτο- για τους πολλούς ώστε να περιοριστούν οι σπατάλες . Έτσι θα αφιερώσουν περισσότερο χρόνο στο σκάψιμο για να μπορούν να στείλουν πολύτιμα (ήταν τίγκα το έδαφος και το υπέδαφος του νησιού) στην ανοιχτή θάλασσα όπου «στόλιζαν» οι πειρατές.
Κάνοντας τους θλιμμένους οι βολευτές (όπως έλεγαν τους άρχοντες του νησιού) βγήκαν και είπαν στους ιθαγενείς «το και το». Πρέπει να πεινάσετε για να μη φτωχύνουμε και έρθει εδώ ο μπάστακας (ένα είδος επιτρόπου) των πειρατών και μας τα πάρουν όλα. Οργίστηκαν κάμποσοι από τους ιθαγενείς - τι κάμποσοι πολλοί ήταν- αλλά θες η οκνηρία , θες η κακιά συνήθεια της αραχτής, θες η ανεμυαλιά, οι πολλοί τόριξαν στην ξάπλα. Τους είδαν έτσι οι βολευτές και αμόλησαν τους αρκουδιαραίους (κάτι σαν τους μπάτσους ή αστυνομικούς στα δικά μας), να λιανίσουν τους διαμαρτυρόμενους και τους εγκάθετους (ένα είδος κουκουλοφόρων).
Πάνω στην αναμπουμπούλα αποφάσισαν λέει να φέρουν χαλι-νάρι, ένα ειδικό εργαλείο για να τους κάνουν ζάφτι , όλους τους μυστήριους ιθαγενείς που γκρίνιαζαν για τα χορταράκια που δίνουν οι πολυχρονεμένοι αφεντάδες. Αφού συνήλθαν λίγο οι φουκαριάρηδες απ’ το γενικό μπαγλάρωμα των αρκουδιαραίων και των βολευτάδων, άρχισαν και πάλι να στριμώχνονται και να μουρμουρίζουν κάτι σαν «αντίσταση», «λευτεριά», «να τους πάρουμε στο κηνύγι», «στον Καιάδα» και άλλα περίεργα!!! Αράδιαζαν και κάτι άλλα περίεργα χαζο-ονόματα όπως Λεωνίδας, Μιλτιάδης, Σπάρτη, Αθήνα, Αλέξανδρος, Γέρος, Κούγκι , ακαταλαβίστικα πράγματα, σαν ξένες γλώσσες. Τάλεγαν και έτρεχαν σαν κυνηγημένοι !!!
Τώρα , τι ήταν αυτό δεν ξέρω να πω! Όμως θα προσπαθήσω να ξανακοιμηθώ, μπας και δω καμιά συνέχεια στο όνειρο που σας διηγιέμαι . Μην μου πείτε πως δεν καταλάβατε ότι ήταν ένα «ονειρεμένο» όνειρο!!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου