Πέμπτη 11 Ιουλίου 2019

Γεώργιος Αβέρωφ: Η εμβληματική μορφή της Ελλάδας


Σε ηλικία είκοσι δύο ετών εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο και κατάφερε να αποκτήσει κολοσσιαία περιουσία. Διέθεσε τεράστια ποσά για κοινωφελείς σκοπούς, αφιέρωσε τη ζωή του στην προσφορά και σήμερα θεωρείται ο  σημαντικότερος εθνικός ευεργέτης της πατρίδας μας.
Ξεκίνησε από το Μέτσοβο όπου γεννήθηκε ως βοσκόπουλο και παράλληλα μαθητής του Ελληνοσχολείου του Μετσόβου στο οποίο έμαθε τα πρώτα γράμματα και εξελίχθηκε σε δραστήριο επιχειρηματία που έγινε ο  μεγαλύτερος έμπορος της Αιγύπτου
Ο Γεώργιος Αυγέρος – Αποστολάκας – όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γιος του Μιχαήλ Αυγέρου – Αποστολάκα και της Ευδοκίας Φάφαλη γεννήθηκε στο Μέτσοβο στις 15 Αυγούστου του 1815.
Ήταν ο υστερότοκος γιος ανάμεσα στα επτά αδέλφια του – τρία κορίτσια και τέσσερα αγόρια.
Ο πατέρας του Γεώργιου, Μιχαήλ Αυγέρου Αποστολάκας, ήταν κτηνοτρόφος στο επάγγελμα και έζησε το 1753 ως το 1840. Κατά τη συνήθεια της εποχής καθιέρωσε ως επώνυμο το όνομα του πατέρα του, Αυγερινού (Αυγέρου), το οποίο μετατράπηκε σε Αβέρωφ. Ο Μιχαήλ είχε πάρει ως πρώτη σύζυγο την αδελφή του Αναστάσιου Τοσίτσα. Μαζί της έκανε δύο παιδιά τον Αναστάσιο (1785-1856) και την Ελένη. Με τον δεύτερο γάμο του με την Ευδοκία Φάφαλη έκανε έξι παιδιά: τον Αυγερινό, την Χάιδω, τον Δημήτριο, τον Στρατή, τον
Νικόλαο και τον Γεώργιο.
Ο Γεώργιος Αβέρωφ  οπως έκαναν  τότε οι περισσότεροι νέοι πολυμελών οικογενειών  αποφάσισε να φύγει από την Ελλάδα για “να κάνει την τύχη του” πήρε το δρόμο της ξενιτιάς.
Ο μεγαλύτερος αδελφός του Αναστάσιος δούλευε ήδη σε εμπορική επιχείρηση του θείου του Ν. Στουρνάρα στο Κάιρο στην Αίγυπτο. Έτσι το 1837, σε ηλικία μόλις 19 ετών, έφυγε από το Μέτσοβο όπου γεννήθηκε και εγκαταστάθηκε αρχικά κοντά στον αδελφό του. Διευθύνει το κατάστημα υφασμάτων και εμπορεύεται το βαμβάκι.
Λέγεται πως τη στιγμή που έφευγε από το Μέτσοβο, γονάτισε για να αποχαιρετήσει την μητέρα του και πήρε την ευχή της «χώμα να πιάνεις, μάλαμα να γίνεται». Έτσι, ένα βράδυ του Ιουνίου του 1840 έφτασε στο Κάιρο και εκεί εργάστηκε για πάνω από είκοσι χρόνια στο εμπορικό κατάστημα του θείου του Ν.Στουρνάρα, υπό την ηγεσία του μεγαλύτερου αδερφού του Αναστάση.
Μετά το θάνατο του αδελφού του συνεχίζει τις επιχειρηματικές δραστηριότητές του. Αργότερα, το 1866 εγκαθίσταται στην Αλεξάνδρεια όπου και ασχολήθηκε με δική του πλέον εμπορική επιχείρηση εισαγωγών – εξαγωγών.
Στο εμπόριο αυτό κατάφερε να εξάγει στη Ρωσία τεράστιες ποσότητες, για την εποχή εκείνη χουρμάδων, και ακολουθώντας το τότε εμπόριο ανταλλαγής ειδών ζήτησε και εισήγαγε μεγάλη ποσότητα χρυσονημάτων (μπρισίμ).
Αυτή ήταν η πρώτη του εμπορική πράξη που του επέφερε τεράστια κέρδη και τον καθιέρωσε γενικότερα.
Έτυχε τότε να παντρεύεται ένας Αιγύπτιος Πασάς και σύμφωνα με τα έθιμα οι παριστάμενοι στο γάμο έπρεπε να φορούν χρυσοκέντητες στολές. Έτσι τα εισαγόμενα αυτά “χρυσονήματα του Αβέρωφ” όπως ονομάστηκαν κυριολεκτικά έγιναν ανάρπαστα σε πολλαπλάσια τιμή, τόσο από τη Βασιλική Αυλή όσο και από τους αξιωματούχους της Χώρας.
Μ΄ εκείνο το κεφάλαιο που απέκτησε ο Αβέρωφ ξεκίνησε με συνεχή άλματα να δημιουργεί στη σειρά ευρύτατες επιχειρήσεις με εκπληκτικές επιτυχίες. Έτσι για αρκετά χρόνια θα ασκεί το αποκλειστικό εμπόριο υφασμάτων στο Σουδάν.
Αγοράζει μεγάλο μέρος του βαμβακιού της Αιγύπτου καταφέρνοντας να το μεταποιήσει την κατάλληλη στιγμή όταν η ζήτηση στην Αγγλία ήταν αυξημένη, σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, αφού το αμερικάνικο βαμβάκι δεν μπόρεσε να φθάσει στις ευρωπαϊκές αγορές.
Όταν η χολέρα εξαπλώθηκε στην Αίγυπτο ο Αβέρωφ δεν δέχθηκε να εγκαταλείψει την Αλεξάνδρεια κι έτσι πολλαπλασίασε τον κύκλο εργασιών του.
Ο Γεώργιος συνδέθηκε στενά με τον χεδίβη της Αιγύπτου Τεουφίκ και εφοδίαζε τα ανάκτορα με κάθε είδους πολύτιμα αντικείμενα που εισήγαγε από την Οδησσό, ενώ πληρωνόταν σε αιγυπτιακές πρώτες ύλες που εξήγαγε και πωλούσε εκεί με την μεσολάβηση του αντιπροσώπου του.
Στη συνέχεια ανέπτυξε ευρύτερα κυρίως τις συναλλαγές του στον τομέα του σιτεμπορίου και της κλωστοϋφαντουργίας.
Η μεγαλύτερη επιτυχία του όμως ήταν ο έγκαιρος εφοδιασμός της ευρωπαϊκής αγοράς με αιγυπτιακό βαμβάκι, όταν παρατηρήθηκε έλλειψη εξαιτίας του αμερικανικού εμφύλιου πολέμου.
Ο εμφύλιος της Αμερικής προκάλεσε μια απρόβλεπτη έλλειψη βάμβακος στην Ευρώπη. Έτσι, μεταξύ 1861 και 1866 το αμερικανικό βαμβάκι δεν έφτανε στις ευρωπαϊκές αγορές και η τιμή του άγγιξε επίπεδα, που ποτέ άλλοτε δεν είχε προσεγγίσει. Καθώς η Ευρώπη επί πέντε χρόνια στερούνταν το αμερικανικό βαμβάκι, η ευρωπαϊκή βιομηχανία αναγκάστηκε να αναζητήσει μια νέα αγορά.
Η έλλειψη καλύφθηκε ως ένα μέρος με εισαγωγές από τις Ινδίες αλλά προ πάντων με εισαγωγές από την Αίγυπτο.
Η συγκυρία αυτή δημιούργησε μια ραγδαία ανάπτυξη της καλλιέργειας βάμβακος στην Αίγυπτο. Ο κύκλος εργασιών του αυξήθηκε αλματωδώς και το 1870 ο Γεώργιος Αβέρωφ αναγνωρίστηκε ως ο μεγαλύτερος έμπορος της Αιγύπτου.
Ο Γεώργιος έχοντας βρεθεί σε πλήρη οικονομική ακμή επιδόθηκε και σε τραπεζικές εργασίες, συγκεντρώνοντας ταυτόχρονα στα χέρια του τον μεγαλύτερο έλεγχο του εμπορίου βάμβακος, αλλά και της οικονομίας της Αιγύπτου γενικότερα.
Έχοντας συγκεντρώσει σημαντικά κεφάλαια ασχολήθηκε επίσης με την αγορά και εκμίσθωση κτημάτων στις όχθες του Νείλου.
Έτσι κυριαρχούσε στο εσωτερικό και εξωτερικό εμπόριο της Αιγύπτου με τα ποταμόπλοιά του, που σχεδόν μονοπωλιακά μετέφεραν εμπορεύματα στα λιμάνια του Νείλου και της Αλεξάνδρειας.
Με τη θέση που κατέλαβε στην οικονομική ζωή της Αιγύπτου έγινε θρύλος για τους ντόπιους. Το όνομά του επιζεί ως σήμερα στον κόλπο «Αμπουρώφ» του Νείλου εις τα ενδότερα της αφρικανικής ηπείρου.
Ο κόλπος πήρε το όνομά του από τη μάχη που δόθηκε σε εκείνο το σημείο. Ο Αβέρωφ, θέλοντας να βοηθήσει τους Αιγύπτιους και τους Άγγλους να κατατροπώσουν τον σουδανό Μοχάμεντ Αχμέντ και το κίνημα των Μαχντιστών που είχε ξεσηκωθεί εναντίον της Αιγύπτου, έθεσε στη διάθεση του άγγλου διοικητή Κίρτσενερ τα ποταμόπλοιά του.
Τα ποταμόπλοια διασκευάστηκαν σε κανονιοφόρα και ο αγγλικός στρατός προχώρησε μέσω της φυσικής πλωτής αρτηρίας του Νείλου προς το Νότο. Τόσο σημαντική ήταν η συμβολή του Αβέρωφ που το όνομα του έμεινε χαραγμένο στην καρδιά της αφρικανικής γης, στον κόλπο του Νείλου που αποβιβάστηκαν οι Άγγλοι στρατιώτες.
Οι χορηγίες
Ο Αβέρωφ, εκ φύσεως φιλάνθρωπος και φιλογενής, άρχισε από νωρίς να ασχολείται με την ελληνική Κοινότητα Αλεξάνδρειας συμμετέχοντας στους εράνους της. Διετέλεσε πρόεδρος της από το 1885 ως το θάνατό του στις 15 Ιουλίου το 1899 στο Ράμλεχ της Αλεξάνδρειας.
Βοήθησε την ελληνική κοινότητα της Αλεξάνδρειας ιδρύοντας σχολεία και νοσοκομεία. Όταν εξελέγη πρόεδρος  στην ελληνική Κοινότητα Αλεξάνδρειας έθεσε ως όρο την αποπληρωμή των χρεών της κοινότητας τα οποία ανέρχονταν στο ύψος των 20000 αγγλικών λιρών, και που ο ίδιος κάλυψε κατά το ήμισυ.
Ανέλαβε την πρωτοβουλία και τη δαπάνη να συστήσει αρχικά ελληνικό Γυμνάσιο και Παρθεναγωγείο, και αργότερα νοσοκομείο. Αλλά και μέσω της Κοινότητας βοήθησε στην ίδρυση διαφόρων ευαγών καθιδρυμάτων.
Τις πρώτες δωρεές του Αβέρωφ προς την ελληνική κοινότητα Αλεξάνδρειας ακολούθησαν άλλες σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Μεταξύ άλλων, χορήγησε χρήματα για την επέκταση του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, την αναμόρφωση του Παναθηναϊκού σταδίου και τον ανδριάντα του Ρήγα Φεραίου και του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Η πρώτη δωρεά του Γεωργίου Αβέρωφ στην Ελλάδα ήταν 5.000 χρυσές λίρες στον έρανο για την Κρητική Επανάσταση του 1866.
Για τις ανάγκες της πρώτης Ολυμπιάδας του 1896 ανέλαβε την αναμαρμάρωση του Παναθηναϊκού σταδίου. Έκτοτε, η πόλη των Αθηνών απέκτησε το καλύτερο στάδιο της εποχής παγκοσμίως.
Με χορηγία του Αβέρωφ υλοποιήθηκε η πρωτοπόρος πρωτοβουλία της Ελληνίδας εκπαιδευτικού και φεμινίστριας Καλλιόπης Κεχαγιά (1839-1905) για την ανέγερση και σύσταση Εφηβείου.
Σύμφωνα με την Κεχαγιά, η κατάσταση των ελληνικών φυλακών για τους ανήλικους ήταν απαράδεκτη, καθώς ανήλικοι τρόφιμοι συμβίωναν με τους ενήλικες με αποτέλεσμα συχνά η φυλακή από μέρος σωφρονισμού να μετατρέπεται σε ένα σχολείο παραβατικότητας.
Έτσι το 1892 χτίστηκε με δική του δωρεά το «Αβερώφειο Εφηβείο» ή «φυλακές Αβέρωφ», ένα κτιριακό συγκρότημα στους Αμπελόκηπους Αθηνών για να χρησιμεύσει ως φυλακή ανηλίκων.
Το Εφηβείο Αβέρωφ αποτέλεσε υπόδειγμα σωφρονιστικού καταστήματος την εποχή εκείνη για την Ελλάδα.
Διέθετε σχολείο, βιβλιοθήκη, εργαστήρια σε ειδικούς χώρους στα οποία εξασκούνταν οι τρόφιμοι, νοσοκομείο με αυτόνομους χώρους αναρρώσεως, μαγειρείο, τραπεζαρία και ναό. Πρότυπος θεωρείται και ο τρόπος και η διαφάνεια στην εξασφάλιση και διαχείριση των οικονομικών πόρων, η οργάνωση των εθελοντών, η αρχιτεκτονική του χώρου και ο εξοπλισμός του κτιρίου.
Λίγα χρόνια όμως μετά την κατασκευή τους, και παρά το αρχικό όραμα, λόγω της ταραγμένης περιόδου του εθνικού διχασμού μετατράπηκαν άτυπα σε φυλακές πολιτικών κρατουμένων, αντιπάλων του εκάστοτε καθεστώτος. Τελικά κατεδαφίστηκαν το 1971.
Από το 1916 ως τις 28 Αυγούστου 1971 το Εφηβείο Αβέρωφ χρησίμευσε ως φυλακές πολιτικών και στρατιωτικών καταδίκων. Αργότερα στη θέση των φυλακών άρχισε η ανέγερση του Δικαστικού Μεγάρου της Αθήνας.
Με χρήματα του Γεώργιου Αβέρωφ αποπερατώθηκε το μέγαρο του Πολυτεχνείου της Αθήνας, που το αρχικό κεφάλαιο για την ίδρυσή του είχαν διαθέσει οι επίσης Μετσοβίτες μεγαλέμποροι της Αιγύπτου Νικόλαος Στουρνάρας και Μιχαήλ Τοσίτσας. Το Πολυτεχνείο Αθηνών ονομάστηκε «Μετσόβιο» γιατί και οι τρεις δωρητές του κατάγονταν από το Μέτσοβο.
Στον Αβέρωφ επίσης οφείλονται η ανέγερση κτιρίων και ιδρυμάτων όπως η σχολή Ευελπίδων, η Γεωργική σχολή της Λάρισας, το Ωδείο των Αθηνών, της Ελληνικής Φιλαρμονικής της Αλεξάνδρειας κ.α

«Το Θωρηκτό Αβέρωφ»
Το μεγαλύτερο ευεργέτημα του πάντως θεωρείται η δωρεά 2.500.000 χρυσών φράγκων στο Πολεμικό Ναυτικό, χρήματα με τα οποία ναυπηγήθηκε το θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ».
Το θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ» είναι ένα πλοίο – θρύλος του Πολεμικού μας Ναυτικού. Είναι ζήτημα αν στην παγκόσμια ναυτική ιστορία θα συναντήσουμε άλλο πολεμικό πλοίο που να συνδέθηκε για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα με την ιστορία ενός έθνους. Η φήμη και ο σεβασμός που απολαμβάνει απ’ όλους τους Έλληνες φθάνει ως τις μέρες μας.
Το θωρηκτό «Αβέρωφ» καθελκύστηκε στις 27 Φεβρουαρίου 1910 και παραδόθηκε στη χώρα μας στις 15 Μαΐου 1911. Ύστερα από ένα σύντομο ταξίδι στην Αγγλία με την ευκαιρία της στέψης του βασιλιά Γεωργίου Ε’, την 1η Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου κατέπλευσε στο Φάληρο κι έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από τον ελληνικό λαό. Το πλοίο, από τα πιο σύγχρονα πολεμικά της εποχής του, ήταν ατμοκίνητο, έπλεε με ταχύτητα 24 κόμβων και είχε πλήρωμα 20 αξιωματικών και 670 ναυτών. Αμέσως έγινε η ναυαρχίδα του απαρχαιωμένου ελληνικού στόλου.
Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αν και γερασμένο, παρέμεινε η ναυαρχίδα του ελληνικού στόλου. Μετά τη γερμανική εισβολή, τον Απρίλιο του 1941, επικράτησε προς στιγμήν η ιδέα να βυθισθεί για να μην παραδοθεί στον εχθρό, αλλά γρήγορα εγκαταλείφθηκε. Το «τυχερό καράβι», όπως είχε αποκληθεί, έφθασε τελικά σώο στην Αλεξάνδρεια και για το υπόλοιπο του πολέμου συμμετείχε σε νηοπομπές στον Ινδικό Ωκεανό.
Οι δύο τελευταίες του αποστολές – ειρηνικές αυτή τη φορά – ήταν η μεταφορά της κυβέρνησης της Απελευθέρωσης του Γεωργίου Παπανδρέου στον Πειραιά (17 Οκτωβρίου 1944) και το ταξίδι του στη Ρόδο (15 Μαΐου 1945), όπου έφερε το μήνυμα της προσάρτησης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα.
Το 1952 το «αήττητο πλοίο», που συνδέθηκε άρρηκτα με τον ναύαρχο Κουντουριώτη και την πολιτική πίστη του Ελευθερίου Βενιζέλου στη ναυτική ισχύ της Ελλάδος, παροπλίστηκε και σήμερα ναυλοχεί στο Φάληρο, όπου λειτουργεί ως Πολεμικό Μουσείο.
Το ένδοξο αυτό πολεμικό πλοίο στοίχισε 22,3 εκατομμύρια δραχμές, από τις οποίες τα 8 εκατομμύρια προήλθαν από το κληροδότημα του Γεωργίου Αβέρωφ. Ο Αβέρωφ όριζε στη διαθήκη του να διατεθεί το ένα πέμπτο της περιουσίας του για τη ναυπήγηση πολεμικού πλοίου, που θα έφερε το όνομά του και θα χρησίμευε και ως Σχολή Δοκίμων.
Διαθήκη
Η Διαθήκη του Μεγάλου Ευεργέτη, Γεωργίου Αβέρωφ συντάχθηκε ιδιόχειρα από τον ίδιον στις 18/30 Μαρτίου 1898 (στην οικία του που βρίσκονταν στο ακίνητο των Αδελφών Βολανάκη) και επικυρώθηκε από το “εν Αλεξανδρεία” Ελληνικό Προξενικό Δικαστήριο κατά τη συνεδρίασή του στις 16/28 Ιουλίου του 1899, την επομένη του θανάτου του. Ακολούθησε τηλεγράφημα του Έλληνα γενικού Πρόξενου Ι. Γρυπάρη προς ενημέρωση του Βασιλέα των Ελλήνων και αργότερα στις 9 Αυγούστου 1899, στάλθηκε ακριβές αντίγραφο της διαθήκης, που βεβαίωνε ο ίδιος ο πρόξενος και που παραδόθηκε στην Ελληνική Κυβέρνηση. Η Διαθήκη τυπώθηκε και δημοσιεύτηκε στον ελληνόγλωσσο αλεξανδρινό τύπο “Ταχυδρόμου” του Γ. Τηνίου
Ο Γεώργιος Αβέρωφ πέθανε στην Αλεξάνδρεια στις 15 Ιουλίου του 1899 και κηδεύτηκε σε πάνδημο πένθος του Ελληνισμού. Η Ελληνική Κυβέρνηση (του Γ. Θεοτόκη) στις 22 Απριλίου του 1908 έστειλε το εύδρομο “ΜΙΑΟΥΛΗΣ” και μετέφερε τη σορό του στην Ελλάδα όπου με ιδιαίτερες τελετές αναπαύθηκε στο χώμα της πατρίδας του που τόσα πολλά είχε προσφέρει. Η Ελληνική Πολιτεία, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις πλούσιες προς το έθνος δωρεές και υπηρεσίες, τον ανακήρυξε Μέγα Εθνικό Ευεργέτη και ανήγειρε μαρμάρινο ανδριάντα προ των προπυλαίων του Παναθηναϊκού Σταδίου.

dinamiprosforas.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου