του Όθωνα Κουμαρέλλα
Δεν θα ασχοληθώ ιδιαίτερα τώρα με την ουσία των προγραμματικών δηλώσεων της νέας κυβέρνησης. Ούτε με τις τοποθετήσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης επί αυτών. Διότι πολιτικά, αυτό που μέτρησε τις πρώτες ημέρες της νέας διακυβέρνησης και επιβεβαιώθηκε με την ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι η ετοιμότητα της Δεξιάς να μπορεί να κατευθύνει με επιτυχία την κοινωνική προσδοκία και τις αντίστοιχες λαϊκές αναμονές από μια νέα κυβέρνηση.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η ΝΔ έδειξε πιο έμπειρη, πιο ευέλικτη και εν τέλει πιο έξυπνη στη δημιουργία και τη διαχείριση προς δικό της όφελος της κοινωνικής διαθεσιμότητας, φέροντας τους αντιπάλους της σαν «φτωχούς συγγενείς» στην πολιτική διαχείριση της νέας πραγματικότητας που οι εκλογές της 7ης Ιουλίου
δημιούργησαν. Αντίθετα με το 2015, που τότε ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε να διαχειριστεί την ελπίδα του λαού για μια άλλη πολιτική και απέτυχε οικτρά, η Νέα Δημοκρατία ήλθε το 2019 για να διαχειριστεί την απελπισία και τα αδιέξοδα που δημιούργησε στην κοινωνία η πολιτική των Μνημονίων που εφαρμόστηκε με πιστότητα και από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Με την άμεση συγκρότηση της νέας κυβέρνησης, τις αλλαγές στη σύνθεση του Υπουργικού Συμβουλίου και την κάλυψη όλων των νευραλγικών θέσεων του κρατικού μηχανισμού σε ελάχιστο χρόνο. Με την επίσης ταχεία κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της καταστροφικής καταιγίδας στη Χαλκιδική και του σεισμού της Αθήνας, έδειξε μια ετοιμότητα -πραγματική, ή όχι, είναι άλλο ζήτημα- στην έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση κρίσιμων καταστάσεων.
Η εικόνα αυτή είναι σε αντιδιαστολή με τη ραθυμία και την πλήρη έλλειψη συντονισμού των αρμοδίων φορέων σε αντίστοιχες επικίνδυνες κρίσεις κατά το πρόσφατο παρελθόν. Με τον τρόπο αυτό η ΝΔ έθεσε εαυτόν στη θέση του «επαγγελματία» που ξέρει τη δουλειά, έναντι των «ερασιτεχνών» πολιτικών της αντιπάλων. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδειξε ότι ήταν από καιρό έτοιμος να αναλάβει τα καθήκοντα του πρωθυπουργού κι αυτό αποτελεί μια πρώτη δικαίωση πολύ σημαντική γι’ αυτούς που τον επέλεξαν δια της ψήφου των.
Όμως αυτό να μη σήμαινε και πολλά για μια νέα κυβέρνηση που απολαμβάνει έτσι κι αλλιώς μια μικρή περίοδο χάριτος, ανοχής και αναμονής και που στο αμέσως επόμενο διάστημα θα έχει να αντιμετωπίσει σοβαρότατα προβλήματα, τόσο στην οικονομία, όσο και στα φλέγοντα εθνικά μας θέματα. Έτσι φτάσαμε στις προγραμματικές δηλώσεις και τον τρόπο που επέλεξε ο κ. Μητσοτάκης να διαχειριστεί τη συζήτηση, φέροντας τους αντιπάλους του σε δυσχερή θέση, με επιχειρήματα που ελάχιστα αγγίζουν την κοινωνία – προς το παρόν τουλάχιστον.
Οι «έξι αλήθειες» του Κυριάκου
Πιστός στην επικοινωνιακή γραμμή που ακολούθησε κατά την προεκλογική περίοδο δεν όξυνε τους τόνους. Απέφυγε με κάθε τρόπο τον καταγγελτικό λόγο. Αναφέρθηκε με έμφαση στην αναγκαία ενότητα όλων για να προχωρήσει η χώρα μπροστά. Με έναν σχετικά υποτονικό λόγο, υπογράμμισε επί της ουσίας, το οριστικό κλείσιμο της περιόδου της «οργής» και την πανηγυρική έναρξη της περιόδου της «ελπίδας» για τους περισσότερους. Με πολιτικό πολιτισμό αντάξιο μιας ευρωπαϊκής χώρας. «Ήλθα για να κάνω μια νέα αρχή» είπε, δίνοντας έμφαση στην αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα.Αποσιωπώντας τις πολιτικές που προτίθεται να ακολουθήσει σε κάθε κρίσιμο ζήτημα, όπως σωστά του επισήμανε ο τέως πρωθυπουργός κ. Τσίπρας στη δική του πρωτολογία, έμεινε στη διατύπωση των έξι δικών του «αληθειών», όπως τις αποκάλεσε. «Είναι καιρός η Ελλάδα να πάει μπροστά με ενότητα, πρόγραμμα και σκληρή δουλειά», σημείωσε χαρακτηριστικά. Απευθυνόμενος σε ένα καταταλαιπωρημένο κοινωνικό σώμα από τη δεκαετή κρίση, περιέγραψε ακριβώς ό,τι η κοινωνία στην πλειοψηφία της θα ήθελε να ακούσει, έστω κι αν δεν τα πολυπιστεύει.
Μπορεί πολλοί να διαμαρτύρονται για την πρόθεσή του να καταργήσει το πανεπιστημιακό άσυλο, αλλά αδυνατούν να επιχειρηματολογήσουν μπροστά στη διαμορφωμένη πραγματικότητα. Δηλαδή, ότι αυτό το άσυλο μόνον στη σκέψη κάποιων ανθρώπων υφίσταται. Επί της ουσίας έχει εδώ και πολύ καιρό καταργηθεί. Τόσο αναφορικά με την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και την απρόσκοπτη ακαδημαϊκή διδασκαλία, που όλοι κόπτονται, όσο και από το γεγονός ότι οι σχολές έχουν γίνει άντρο έκνομων δραστηριοτήτων στο όνομα της αμφισβήτησης.
Με ανύπαρκτο το φοιτητικό κίνημα που μαζί με τους διδάσκοντες θα εγγυόνταν το άσυλο αυτό, η ασυδοσία και η υποβάθμιση έχουν καταντήσει βραχνάς, πέραν της αισθητικής τριτοκοσμικού μαχαλά που παρουσιάζουν αρκετές σχολές. Ο κόσμος έχει κουραστεί και θέλει να δοθεί ένα τέλος σε όλα αυτά, όπως και στην παρακμιακή εικόνα που παρουσιάζουν τόσο το κέντρο όσο και πολλές συνοικίες της Αθήνας κι όχι μόνο.
Ο κ. Μητσοτάκης ανταποκρίνεται απλά στο «λαϊκό» αίτημα για τάξη και ασφάλεια, σπρώχνοντας τη «δικαιωματική» Αριστερά στο περιθώριο. Η εγκατάλειψη της γνωστής κατάληψης του City Plaza, αμέσως μετά την εκλογή της νέας κυβέρνησης απετέλεσε έναν τεράστιο συμβολισμό με πολλαπλή στόχευση για την επιστροφή στην «κανονικότητα».
Η Δεξιά εκφραστής της «μόνης δυνατής πολιτικής»
Ήσαν οι ίδιοι οι καταληψίες που χάρισαν στη νέα κυβέρνηση αυτό το «δώρο» με την οικειοθελή τους αποχώρηση, χωρίς να ανοίξει ρουθούνι, πείθοντας τους περισσότερους ότι και μόνον η έκφραση της πολιτικής βούλησης αρκεί. Αντιπαραβαλλόμενη φυσικά με την προηγούμενη υποτιθέμενη βούληση για ανοχή στην παρανομία και το «μπάχαλο» προς όφελος διάφορων ύποπτων κυκλωμάτων.Ο κ. Μητσοτάκης με τις έξι «αλήθειες» του στις προγραμματικές δηλώσεις και τις περισσότερες αποσιωπήσεις, μόχλευσε την προσδοκία και την ελπίδα σε ευρύτερες λαϊκές μάζες, που έχουν πλέον κάθε λόγο να αντιμετωπίζουν με καχυποψία τους πολιτικούς του αντιπάλους. Δεν έμεινε όμως εκεί. Σε πείσμα της λογικής επιχειρηματολογίας του κ. Βαρουφάκη ότι είναι ασύμβατες οι φορολογικές ελαφρύνσεις, που εξαγγέλλει με την αποδοχή του 3,5% πρωτογενών πλεονασμάτων για την αποπληρωμή των τόκων του δημόσιου χρέους, ο κ. Μητσοτάκης εξήγγειλε μεσοσταθμική μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 22%, ήδη από τώρα: «ἅμ᾽ ἔπος τε καὶ ἔργον ἐμήδετο»! Κι ενώ πολλοί θα περίμεναν εξαγγελίες περικοπών δημοσίων δαπανών και ενδεχομένως απολύσεις, εξήγγειλε ευάριθμες προσλήψεις! Στον τομέα της Υγείας, της εκπαίδευσης, στην αστυνομία και στον στρατό.
Στην πολιτική μετρούν αρχικά πάντα οι εντυπώσεις. Ο λογαριασμός για τα πεπραγμένα έρχεται στο τέλος. Αυτό θα πρέπει να το έχει πλέον μάθει καλά ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, που επιδόθηκαν στο κυνήγι μόνο των εντυπώσεων για τέσσερα ολόκληρα χρόνια, εφαρμόζοντας στην πράξη νεοφιλελεύθερη πολιτική. Ο κ. Μητσοτάκης το κατάλαβε εγκαίρως και ξεκινάει πράττοντας για να κερδίσει και τις εντυπώσεις. Προς το παρόν τα καταφέρνει. Η συνέχεια θα δείξει.
Ωστόσο, το περιθώριο που έχει είναι τεράστιο, εξ αιτίας της απολύτου αναξιοπιστίας των πολιτικών του αντιπάλων. Ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά το υψηλό ποσοστό που έλαβε στις εκλογές εξ αιτίας του αντιδεξιού συνδρόμου, σπατάλησαν γρήγορα το πολιτικό κεφάλαιο που απλόχερα τους έδωσε ο ελληνικός λαός το 2015. Τους το είχε δώσει για να εφαρμόσουν μια διαφορετική πολιτική, οδηγώντας τη χώρα στην έξοδο από τη χρεοκρατία και τα μνημόνια.
Με την πολιτική που εφάρμοσαν έπεισαν και τον τελευταίο ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Συνεπώς η καλύτερη εφαρμογή της μόνης δυνατής πολιτικής δεν μπορεί παρά να γίνεται από αυτούς που την εκφράζουν πρωτογενώς και γνήσια, δηλαδή από τη Δεξιά. Και ο κ. Μητσοτάκης έρχεται να το επιβεβαιώσει. Φυσικά, όσοι πιστεύουν ότι υπάρχει άλλη εναλλακτική πολιτική διεξόδου, στον αντίποδα της ασκούμενης, οφείλουν να διδαχθούν από την πραγματικότητα, να κατανοήσουν τους λόγους που απέτυχαν μέχρι τώρα να την εκφράσουν με έναν αξιόπιστο τρόπο και να προσπαθήσουν ξανά από μηδενική βάση.
από το «https://slpress.gr/»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου