Παρασκευή 19 Ιουλίου 2019

Γιατί οι κυρώσεις δεν πτοούν τον Ερντογάν



του Κώστα Ράπτη

Η πρώτη δημόσια τοποθέτηση του Ντόναλντ Τραμπ για την προμήθεια από την Τουρκία ρωσικών συστημάτων S-400 επιβεβαιώνει αυτό που ήταν ήδη βέβαιο, δηλ. την αποβολή της γείτονος από το πρόγραμμα των μαχητικών νέας γενιάς F-35. Όμως κατά τα λοιπά, εντυπωσιάζει με τον σχεδόν απολογητικό τόνο της.
Ο ένοικος του Λευκού Οίκου ουσιαστικά δικαιολόγησε τις κινήσεις της Άγκυρας, ρίχνοντας για άλλη μία φορά την ευθύνη στην κυβέρνηση Ομπάμα, η οποία «ανοήτως» απέρριψε το αίτημα μιας χώρας του ΝΑΤΟ για αγορά αντιεροπορικών Patriot. Δεν παρέλειψε επίσης να αναφέρει ότι η ακύρωση της παραγωγής 100 μαχητικών F-35 για την Τουρκία «ασφαλώς δεν καθιστά ευτυχή» την
κατασκευάστρια εταιρεία Lockheed Martin και απειλεί «πολλές θέσεις εργασίας».
«Βρίσκονται σε δύσκολη θέση – και βρεθήκαμε και εμείς σε δύσκολη θέση» ήταν η περιγραφή της κατάστασης των τουρκο-αμερικανικών σχέσεων, όπως την συνόψισε ο Τραμπ μιλώντας σε συνεδρίαση του υπουργικού του συμβουλίου.
Δεν είναι αυτή η εικόνα μιας υπερδύναμης η οποία ετοιμάζεται να αφήσει την οργή της να ξεσπάσει εναντίον ενός συμμάχου που αποσκίρτησε.
Αντίστοιχα και τα μηνύματα των Τούρκων ιθυνόντων να αφήσουν πίσω τους οι δύο πλευρές την «τελειωμένη υπόθεση» των S-400 ή να συγκροτήσουν μία κοινή επιτροπή ώστε να επιλυθούν τα όποια ερωτήματα για την ασφάλεια των F-35 παραπέμπουν σε μία συνθετότερη χορογραφία.
Το παράδοξο αυτό δεν οφείλεται μόνο σε λόγους υποκειμενικούς, ήτοι τις αναστολές του Τραμπ και τις εγγυήσεις που ενδεχομένως αυτός έχει ήδη δώσει στον Ερντογάν κατά τη συνάντησή τους στην Οζάκα στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής της G20.
Αφορά και ένα ευρύτερο, αντικειμενικό πρόβλημα: ότι δηλ. η αμερικανική απάντηση έχει όρια, τα οποία προϋποθέτει το ριψοκίνδυνο παιχνίδι της Τουρκίας.
Η τουρκική πλευρά προσπαθεί να προσφέρει στον Τραμπ οδούς διαφυγής – αφενός γνωστοποιώντας ότι η παραγγελία των S-400 υπεγράφη πριν από την ψήφιση του αμερικανικού νόμου CAATSA που επιβάλλει την επιβολή κυρώσεων, και αφετέρου ξεδιπλώνοντας χωρίς βιασύνη την παραλαβή των επίμαχων συστημάτων, ώστε η αμερικανική στάση να δοκιμασθεί στον χρόνο. Μπορεί οι πρώτες πτήσεις που μετέφεραν στην Άγκυρα (περιφερειακά) τμήματα των S-400 να αποτέλεσαν (πράγμα πρωτοφανές) αντικείμενο ζωντανής τηλεοπτικής κάλυψης, όμως οι καθαυτοί πύραυλοι εκτιμάται ότι θα μεταφερθούν δια θαλάσσης και τα αντιαεροπορικά συστήματα δεν θα είναι λειτουργικά πριν από το τέλος του έτους, οπότε και θα έχει ολοκληρωθεί η εκπαίδευση των πρώτων χειριστών τους.
Σε κάθε περίπτωση, η τουρκική αντιπολίτευση στηρίζει αυτή την επίδειξη στρατηγικής αυτονομίας της χώρας, ενώ ο ίδιος ο Ερντογάν μόνο πολιτικά κέρδη μπορεί να έχει στο εσωτερικό από την καλλιέργεια ενός κλίματος «διεθνούς περικύκλωσης».
Άλλωστε, οι τελετές για την τρίτη επέτειο του αποτυχημένου πραξικοπήματος του 2016 έδωσαν στον ισχυρό άνδρα της Άγκυρας να επιδοθεί στο αγαπημένο του παιχνίδι των συμβολισμών. Μνημονεύοντας τους νεκρούς της από αέρος επίθεσης των πραξικοπηματιών στο αρχηγείο της Αστυνομίας, τόνισε ότι η Τουρκία παίρνει τα μέτρα της για να μην ξαναζήσει τίποτε παρόμοιο. Και πράγματι, οι S-400, οι οποίοι πρωτίστως αφορούν την απειλή από δυτικά αεροσκάφη, εγκαθίστανται για αρχή στην περιοχή της τουρκικής πρωτεύουσας…
Η πρόσφατη συγκέντρωση τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων στα σύνορα με τη Συρία αποτελεί άλλη μία πηγή εκνευρισμού για τη Ουάσιγκτον. Το μήνυμα των Τούρκων ιθυνόντων είναι ότι αν οι επαπειλούμενες κυρώσεις βγούν εκτός ελέγχου, τότε οι τουρκικές απειλές για στρατιωτική επέμβαση στην κουρδοκρατούμενη βορειοανατολική Συρία θα υλοποιηθούν -και ο συνολικός σχεδιασμός ΗΠΑ και Ισραήλ στην περιοχή θα υποστεί μέγα πλήγμα. Αντίστοιχα θα τεθεί υπό αίρεση η παρουσία αμερικανικών δυνάμεων (και πυρηνικών όπλων) στην βάση του Ιντσιρλίκ.
Σε αυτό το φόντο, δεν είναι περίεργο που αναμένεται στην Άγκυρα νέα αντιπροσωπεία του αμερικανικού Πενταγώνου για συνομιλίες.
Ο Ταγίπ Ερντογάν όχι μόνο εμβαθύνει διαρκώς τις σχέσεις με τη Ρωσία, με την οποία παρά λίγο να υπάρξει θερμή σύγκρουση το 2015, όχι μόνο ανοίγεται και σε άλλους ιστορικούς ανταγωνιστές της χώρας του, όπως το Ιράν, προθυμοποιούμενος να μεσολαβήσει στη διένεξη Τραμπ-Τεχεράνης, αλλά φθάνει μέχρι του σημείου να υποστείλει, κατά την πρόσφατη θερμή υποδοχή του στο Πεκίνο, κάθε κριτική για την κινεζική στάση έναντι της τουρκογενούς μειονότητας των Ουιγούρων. Η έλξη της «ευρασιατικής ολοκλήρωσης» είναι μεγάλη -και συμμετρική προς τη φιλοδοξία της Τουρκίας για έναν αναβαθμισμένο αυτόνομο ρόλο.
Οι ΗΠΑ, με αυτή τη λογική, καλούνται να συμφιλιωθούν με τα νέα αυτά δεδομένα ή να επιλέξουν σε ποιο βαθμό και με ποιό ρυθμό θα εξωθήσουν την δεύτερη μεγαλύτερη χώρα του ΝΑΤΟ σε ακόμη πιο ανεξέλεγκτη πορεία.

από το «https://www.capital.gr/»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου