Σάββατο 27 Ιουλίου 2019

Καθεστωτικοί διανοούμενοι – Σοσιαλφιλελευθερισμός και νεοφιλελευθερισμός



του Κώστα Κουτσουρέλη

«Για τους σοσιαλφιλελεύθερους της Αριστεράς και τους νεοφιλελεύθερους της Δεξιάς επικρατεί η εντύπωση ότι εχθρεύονται οι μεν τους δε. Όμως, αν τους δούμε από κάποια απόσταση, είναι και οι δύο τους στοιχεία οργανικά της ίδιας βαθύρριζης διεργασίας, είναι πτέρυγες του ίδιου κινήματος, προωθούν με κάθε μέσο την “απελευθέρωση”, το “άνοιγμα”, την “απορρύθμιση” που οδήγησαν στον σημερινό κοινωνικό σχηματισμό. Όραμά τους κοινό και οι δύο αυτές πτέρυγες της Νέας Μεσαίας Τάξης έχουν την αυτοπραγμάτωση, συνδυασμένη όμως με την επιτυχία και το πρεστίζ. Ώστε αστισμός και μποεμία εδώ ταυτίζονται».
Το παραπάνω απόσπασμα είναι από συνέντευξη στην εφημερίδα Τageszeitung του Βερολίνου του Γερμανού κοινωνιολόγου Αντρέας Ρέκβιστ. Στο τελευταίο
του βιβλίο («Die Gesellschaft der Singularitäten», Suhrkamp 2017), ο Ρέκβιτς συνδέει πολλά σκόρπια νήματα και προτείνει μια συνεκτική όσο και πειστική περιγραφή της σημερινής ταξικής δομής των δυτικών κοινωνιών.
Η κυρίαρχη «Νέα Μεσαία Τάξη», όπως την αποκαλεί, απαρτίζεται από οπαδούς του άκρατου λιμπεραλισμού, του κοσμοπολιτισμού, των ανοιχτών συνόρων, της κατάργησης των εθνικών κρατών. Μπορεί να ψηφίζουν οικολόγους ή Μακρόν, Κεντροδεξιά ή Ομπάμα, μπορεί να είναι χρηματιστές ή τραπεζίτες, καλλιτέχνες ή διανοούμενοι. Η ψήφος τους, όμως, δεν έχει σημασία, στα μείζονα ζητήματα συμπίπτουν.
Απέναντί τους, έχουν την «Παλιά Μεσαία Τάξη», τα φθίνοντα λόγω της αποβιομηχάνισης αστικά και εργατικά στρώματα που στήριξαν μεταπολεμικά την σοσιαλδημοκρατία και την χριστιανοδημοκρατία. Τα στρώματα αυτά κατά παράδοση υποστηρίζουν μέτρα υπέρ της εισοδηματικής αναδιανομής και της μείωσης του ταξικού χάσματος και είναι οι ιστορικοί φορείς του κοινωνικού κράτους.
Πλέον όμως, καθώς αισθάνονται ότι τα κόμματά τους τα έχουν εγκαταλείψει, στρέφονται όλο και συχνότερα σε αντισυστημικούς δεξιόστροφους ή αριστερόστροφους πολιτικούς για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους. Στις ΗΠΑ ήταν εκείνα που εξέλεξαν πρόεδρο τον Ντόναλντ Τραμπ. Στη Βρετανία έδωσαν την πλειοψηφία στις δυνάμεις του Brexit.

Σοσιαλφιλελεύθεροι διανοούμενοι

Κάτω κι από τις δύο αυτές μεσαίες τάξεις, την Παλαιά και τη Νέα, βρίσκεται το απέραντο πρεκαριάτο, που κάνει τρεις δουλειές για να τα φέρει βόλτα, βιώνει τις συνέπειες της «απελευθέρωσης» στις εργασιακές σχέσεις και ζει σαν να μην υπάρχει μέλλον. Στην πλειονότητά τους οι σημερινοί διανοούμενοι και καλλιτέχνες της Δύσης αυτοπροσδιορίζονται βεβαίως ως «αριστεροί», όπως το έκαναν και οι ομόλογοί τους μισό αιώνα πρωτύτερα.
Σε αντίθεση, όμως, με εκείνους, που έβλεπαν τον εαυτό τους ως φυσικό σύμμαχο των εργατικών στρωμάτων στον αγώνα τους απέναντι στις ελίτ, οι τωρινοί διανοούμενοι ως «Αριστερά» εκλαμβάνουν τον σοσιαλφιλελευθερισμό και συμπράττουν με τις ελίτ. Έτσι έχουν υποστείλει περίπου ολοκληρωτικά την κριτική στον καπιταλισμό και τα συνοδά του φαινόμενα, τον άκρατο καταναλωτισμό και την εμπορευματοποίηση των κοινωνικών σχέσεων.
Το κύριο αίτημα που προβάλλουν είναι η προστασία των μειονοτήτων, συχνά επειδή και οι ίδιοι ατομικά ανήκουν σε αυτές. Όμως, σε αντίθεση με την ιστορική Αριστερά που εξέφραζε ή φιλοδοξούσε να εκφράσει την ευρεία πλειοψηφία, οι σοσιαλφιλελεύθεροι διανοούμενοι πολύ συχνά βάλλουν εναντίον της, κατηγορώντας την λ.χ. για ρατσισμό και ξενοφοβία, όταν διαμαρτύρεται για τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζει λόγω της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης, όπως τον αθέμιτο εργασιακό ανταγωνισμό, ή την υποβάθμιση των συνθηκών ζωής στις λαϊκές συνοικίες.

Συναισθηματικού τύπου δικαιωματισμός

Με σημαία τους έναν συναισθηματικού τύπου δικαιωματισμό, οι σοσιαλφιλελεύθεροι συνταυτίζονται έτσι με τους νεοφιλελεύθερους που κι εκείνοι υποστηρίζουν την μετανάστευση αν και για άλλους λόγους: ως πηγή φτηνού εργατικού δυναμικού και απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων. Δεν είναι τυχαίο ότι οι φανατικότεροι οπαδοί της πολιτικής των ανοιχτών συνόρων της καγκελαρίου Μέρκελ το 2015 ήταν αφενός μεν οι εργοδοτικές ενώσεις, αφετέρου δε οι κύκλοι των διανοουμένων και των καλλιτεχνών της χώρας.
Το συνδετικό στοιχείο εδώ είναι ο αντικομφορμισμός, ο οποίος ως αίτημα διακατέχει και τις δύο ομάδες. Η ακραία συνθηματολογία του καλλιτεχνικού μοντερνισμού («άνευ ορίων, άνευ όρων») και του γαλλικού Μάη («Θέλουμε τα πάντα και τα θέλουμε τώρα!») συμβαδίζει με την απληστία του αποχαλινωμένου καπιταλισμού που έχει μότο της τα λόγια του Γκρέγκορ Γκέκο: «Greed is good«. Για να το πω διαφορετικά, η ακραία εξατομίκευση στην τέχνη είναι το ακριβές αντίστοιχο του ακραίου ατομικισμού στην οικονομία, στην πολιτική και την κοινωνία. Χρηματοπιστωτική αισχροκέρδεια, χυδαίος διεκδικητισμός, καλλιτεχνικός ναρκισσισμός, όλα αυτά τα φαινόμενα έχουν κοινές ρίζες.
Η παλιά εικόνα του διανοούμενου που δρα υπέρ των καταπιεσμένων είναι απαρχαιωμένη. Ο τωρινός διανοούμενος είναι στοιχείο οργανικό του καθεστώτος. Ο Ρέκβιτς έχει μια λέξη για το φαινόμενο: Kulturkapitalismus. Αλλά και η Γαλλίδα κοινωνιολόγος Ναταλί Ενίκ στην λαμπρή μελέτη της «L’ Elite artiste» (Gallimard 2005) θα γράψει κάτι παρόμοιο: «les artistes sont les nouveaux aristocrates». Ως τέτοιοι «αριστοκράτες» λοιπόν, διανοούμενοι και καλλιτέχνες είναι λογικό να συμμαχούν με τους ομόλογούς τους, της εξουσίας και του πλούτου.
από το «https://slpress.gr/»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου