Ἱ. Μονὴ Ἁγίας Τριάδας, Σοπότσανη Σερβίας |
[…] Ἡ βυζαντινὴ
τέχνη, πρώτη πιθανῶς στὴν ἱστορία, λέει ὁ ποιητὴς (ἐν. τὸν Yves Bonnefoy) μίλησε γιὰ τὸ ἄτομο
ποὺ ἐμμένει στὴν ἰδιοπροσωπία του ἀλλὰ καὶ ἀγωνιᾶ (ὡς Χριστιανὸς Ὀδυσσέας) νὰ ἐπιστρέψει
στὸν οἶκο τοῦ Εἶναι. Γι’ αὐτὸ τὸ πνεῦμα τῆς παρακμῆς fin de siècle καὶ ὁ Yeats ἀγάπησαν αὐτὴ
τὴν τέχνη. Εἶναι, ὡστόσο, ἡ τέχνη αὐτὴ μιὰ ἄρνηση τῆς ἐξορίας καὶ ἐμπειρία τοῦ
φαντασιακοῦ πεδίου τῶν μορφῶν. Ἡ τυποποίηση τῆς βυζαντινῆς τέχνης -ποὺ τόσο
κατηγορήθηκαν οἱ Βυζαντινοὶ γι’ αὐτό- δὲν κάνει ἄλλο ἀπὸ νὰ ὀνειρεύεται γιὰ χάρη
μας, ἔτσι ὥστε ἡ διαφορὰ ποὺ εἴμαστε, χωρὶς ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ, νὰ μπορεῖ νὰ
βρεθεῖ ταυτόσημη τοῦ ἀπόλυτου.
Ἡ ἱστορία τῆς τέχνης αὐτῆς πρέπει νὰ γραφεῖ μὲ ὅρους ἐπιθυμίας, παραδοξοτήτων καὶ χάρης, ἐνῶ οἱ μορφὲς της καταδεικνύουν τὴ συμφωνία τοῦ καθολικοῦ καὶ τοῦ Εἶναι, τὴν ἀπάλειψη τοῦ ἀτομικοῦ ὡς ἄρνηση τῆς ἀνοίκειάς ταυτότητάς του. Τέτοια εἶναι ἡ χαρακτηριστικὴ ὑπερβολὴ τῆς βυζαντινῆς τέχνης. Τὸ πομπῶδες ποὺ τῆς προσιδιάζει εἶναι ἡ κατάφαση τοῦ ἐδωνά-Εἶναι, ἐνῶ ἡ λεπταισθησία της παραπέμπει στὸν πόνο ποὺ κατατρέχει τὴν ἀγωνία τῆς Δύσης. […]
Ἡ πλέον ὑψηλὴ Βυζαντινὴ τέχνη ἀποδίδει τὴ μορφὴ ὡς ἐνέργεια τῆς ὕπαρξης. Στὶς προσωπικὲς συνειδήσεις ποὺ ἀρνοῦνται τὸν ὕπνο τοῦ καθολικοῦ (ἀναφορὰ πιθανὴ στὸν Γκόγια) ἢ τὸ θάνατο, τὸ Βυζάντιο ὑψώνει τὸ ποτήρι σὲ χαιρετισμό. Τὸ νερό, ποὺ πίνοντας, δροσίζει τὰ χείλη εἶναι τὸ ἀόρατο πέρας ποὺ γίνεται παρουσία καὶ κυλᾶ ἕως τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας.
Ἡ ἱστορία τῆς τέχνης αὐτῆς πρέπει νὰ γραφεῖ μὲ ὅρους ἐπιθυμίας, παραδοξοτήτων καὶ χάρης, ἐνῶ οἱ μορφὲς της καταδεικνύουν τὴ συμφωνία τοῦ καθολικοῦ καὶ τοῦ Εἶναι, τὴν ἀπάλειψη τοῦ ἀτομικοῦ ὡς ἄρνηση τῆς ἀνοίκειάς ταυτότητάς του. Τέτοια εἶναι ἡ χαρακτηριστικὴ ὑπερβολὴ τῆς βυζαντινῆς τέχνης. Τὸ πομπῶδες ποὺ τῆς προσιδιάζει εἶναι ἡ κατάφαση τοῦ ἐδωνά-Εἶναι, ἐνῶ ἡ λεπταισθησία της παραπέμπει στὸν πόνο ποὺ κατατρέχει τὴν ἀγωνία τῆς Δύσης. […]
Ἡ πλέον ὑψηλὴ Βυζαντινὴ τέχνη ἀποδίδει τὴ μορφὴ ὡς ἐνέργεια τῆς ὕπαρξης. Στὶς προσωπικὲς συνειδήσεις ποὺ ἀρνοῦνται τὸν ὕπνο τοῦ καθολικοῦ (ἀναφορὰ πιθανὴ στὸν Γκόγια) ἢ τὸ θάνατο, τὸ Βυζάντιο ὑψώνει τὸ ποτήρι σὲ χαιρετισμό. Τὸ νερό, ποὺ πίνοντας, δροσίζει τὰ χείλη εἶναι τὸ ἀόρατο πέρας ποὺ γίνεται παρουσία καὶ κυλᾶ ἕως τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας.
Γεώργιος Ἀραμπατζής, Αἰσθητικὸς Βυζαντινισμός - Ἡ νεωτερικὴ αἰσθητικὴ θέσμιση τοῦ βυζαντινοῦ κόσμου, ἐκδ. Ἰνστιτοῦτο τοῦ βιβλίου-Καρδαμίτσα, Ἀθήνα, 2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου