Είναι κοινή παραδοχή διεθνώς και το έχουμε γράψει και σε αυτή τη στήλη ότι ανεξαρτήτως του εκλογικού αποτελέσματος και της επικράτησης του διδύμου Μπάιντεν- Χάρις στην ηγεσία των ΗΠΑ, η χώρα παραμένει βαθιά διαιρεμένη. Η διαίρεση αυτή ξεκινά κυρίως από τη διαφορετική φιλοσοφία για τη φυσιογνωμία των ΗΠΑ και επεκτείνεται στον ρόλο της στα παγκόσμια δρώμενα.
Η διαχωριστική γραμμή δεν εξαντλείται στην αντιπαράθεση μεταξύ Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών καθώς υπάρχουν και δευτερεύουσες αλλά εξίσου ή και σε περιπτώσεις σημαντικότερες αποκλίσεις στο εσωτερικό των δύο παρατάξεων.
Η επιρροή στους Δημοκρατικούς της αριστερής ή αριστερίστικης πτέρυγας του Μπέρνι Σάντερς, ο οποίος ηττήθηκε από τον Μπάιντεν στις εσωκομματικές για το χρίσμα, αναδεικνύει δύο διακριτές τάσεις οι οποίες δεν θα είναι εύκολο να συμβιώσουν πολιτικά.
Ο Σάντερς μπορεί να έχασε, αλλά η
απαίτηση για διαμόρφωση της πολιτικής των Δημοκρατικών στη βάση της
ακραίας αριστερής (αριστερίστικης) οπτικής είναι ισχυρή.
Ανερχόμενες εκφραστές αυτής της ατζέντας που περιλαμβάνει από τον εθνοαποδομητικό δικαιωματισμό και τον οικολογικό ακτιβισμό, μέχρι την πρόταξη των μειονοτικών θεμάτων σε βαθμό αντιστροφής της βασικής δημοκρατικής αρχής της πλειοψηφίας και την απόρριψη των πυρηνικών αμερικανικών παραδοσιακών αξιών (κλασική οικογένεια, χριστιανική θρησκεία, πατριωτισμός, έθνος κλπ), είναι οι τέσσερις της λεγόμενης “Squad” (απόσπασμα).
Η Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτές από τη Νέα Υόρκη, η Αγιάνα Πρίσλεϊ από τη Μασαχουσέτη, η Ρασίντα Τλάιμπ από το Μίσιγκαν και η Ιλχάν Ομάρ από τη Μινεσότα, οι οποίες επανεξελέγησαν στη Γερουσία. Οι τρεις είναι έγχρωμες και οι δυο μουσουλμάνες. Η Ομάρ, η οποία διατηρεί σχέσεις πολιτικής συμπάθειας με τον Ταγίπ Ερντογάν και την Τουρκία και την οποία συνεχάρη όπως και την Τάιμπ ο Τσαβούσογλου για την επανεκλογή τους, έχει αρκετές φορές πυροδοτήσει αντιδράσεις και εντός των Δημοκρατικών με τη στάση της.
Πρόσφατα αρνήθηκε να στηρίξει το ψήφισμα της Γερουσίας για την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων το οποίο προωθήθηκε με διακομματική συναίνεση, με πρωτοβουλία του Ρεπουμπλικάνου Τεντ Κρουζ και του Δημοκρατικού Ρόμπερτ Μενέντεζ.
Η Κορτέζ σε συνέντευξή της μετά τις εκλογές προειδοποίησε ότι αν ο Μπάιντεν δεν δώσει προτεραιότητα στη «ριζοσπαστική» ατζέντα στο κυβερνητικό πρόγραμμα δεν θα υπάρχει εσωκομματική συναίνεση εκ μέρους της συγκεκριμένης πτέρυγας και απέρριψε τις αιτιάσεις ότι οι υπερβολικά αριστερές θέσεις στοίχισαν έδρες στο κόμμα διότι παραδοσιακοί Δημοκρατικοί ψηφοφόροι θορυβήθηκαν. Αντιθέτως, είπε, είναι αυτή η ατζέντα η οποία έφερε νέους ψηφοφόρους οι οποίοι υπό άλλες συνθήκες δεν θα πήγαινα στην κάλπη για να στηρίξουν τους Δημοκρατικούς.
Είναι μάλλον προφανές ότι υπάρχουν μεγαλύτερες
διαφορές πχ μεταξύ των συγκεκριμένων γυναικών Γερουσιαστών και
συναδέλφων τους στο ίδιο κόμμα όπως ο Μπόμπ Μενέντεζ, απ’ ό,τι μεταξύ
παραδοσιακών Δημοκρατικών Γερουσιαστών και Ρεπουμπλικάνων.
Όπως και εντός των Ρεπουμπλικάνων ο Τραμπ δεν έγινε ποτέ αποδεκτός από το σύνολό τους ως ένας εξ αυτών, τον θεωρούσαν και τον θεωρούν αλεξιπτωτιστή και εξωσυστημικό, εκτός πολιτικής κουλτούρας και εκτός ορίων γενικώς και παρότι δεν το ομολογούν, κάποιοι ίσως δέχθηκαν με ανακούφιση το αποτέλεσμα, καθώς προτιμούν μία «κανονικότητα» με τους Δημοκρατικούς στην εξουσία παρά άλλη μία «ιδιαίτερη» θητεία Τραμπ. Λέγεται μάλιστα ότι σε ορισμένες περιπτώσεις ισχυρές Ρεπουμπλικανικές οικογένειες άσκησαν την επιρροή τους στην περιοχή τους προκειμένου να ενισχυθεί η ψήφος προς τον Μπάιντεν.
Η πραγματική μετεκλογική εικόνα που αναδύεται ίσως αποκαλύψει μία Αμερική η οποία δεν είναι διχασμένη, όπως είναι πρώτη εντύπωση, αλλά κατακερματισμένη με τεθλασμένες και τεμνόμενες διαχωριστικές γραμμές που δημιουργούν ένα ψηφιδωτό τα κομμάτια του οποίου πλέον δεν ταιριάζουν μεταξύ τους. Και αυτό δεν είναι καλό για κανέναν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου