Ο
Λάμπρος Καλαρρύτης γράφει στο blog του στο pagenews.gr για τις
τοποθετήσεις τριών δημόσιων προσώπων σχετικά με την επιλογή προσφυγής
στη Χάγη σε ότι έχει να κάνει με τις διαφορές μας με την Τουρκία.
Επιτρέψτε
μου την παράθεση ορισμένων κοινών θέσεων και συγκεκριμένης
επιχειρηματολογίας τριών διαφορετικών δημόσιων προσώπων σχετικά με την
επιλογή προσφυγής στη Χάγη για τις «διαφορές» μας με την Τουρκία.
Και οι τρεις έχουν παρέμβει επ΄ αυτού του τελευταίους μήνες. «Αν
κάνουμε πόλεμο θα είμαστε μόνοι μας. Κανείς δεν πρόκειται να πολεμήσει
για μας και να σκοτωθεί. Διπλωματικά όμως δεν είμαστε μόνοι μας. Και ο
μεγάλος πόλεμος είναι η επιτυχία να μην κανείς πόλεμο. Όσοι λένε ότι
είμαστε μόνοι μας διπλωματικά και επικρίνουν την ευρωπαϊκή ένωση,
να μας πουν την άλλη πρόταση.
Τι θέλουν, να βγάλουμε τον στόλο και να πυροβολούμε; Θα είναι καλό όλοι αυτοί οι περισπούδαστοι αναλυτές να βουτάνε τη γλώσσα στο μυαλό πριν μιλήσουν για εξωτερική πολιτική. Περιμένω να υπάρχει μια αίσθηση ευθύνης»
«Πρέπει να ξεφύγουμε από τις απαρχαιωμένες αντιλήψεις του περασμένου αιώνα για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τα μεταξύ μας προβλήματα, να δούμε την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην περιοχή «με άλλο μάτι», και να κατανοήσουμε ότι τυχόν προσφυγή στο δικαστήριο της Χάγης μπορεί μεν να έχει ως συνέπεια μερικές απώλειες για μας, όπως ας πούμε την ΑΟΖ του Καστελλόριζου, αλλά θα κατοχυρώσει τα δικαιώματα άλλων νησιών μας, όπως της Ρόδου ή της Λέρου».
«Η ένταση στις σχέσεις μας με τη γειτονική Τουρκία κλιμακώνεται επικίνδυνα και μεγαλώνει η πιθανότητα ενός θερμού επεισοδίου στη θάλασσα ή στον αέρα, που θα είχε θύματα. Πόσα, θα εξαρτιόταν από τη διάρκεια και προφανώς τη γρήγορη ή όχι επέμβαση συμμάχων και άλλων(…)Θα είχε επίσης σοβαρές αρνητικές συνέπειες στην οικονομία των δύο χωρών, και όχι μόνο(…)Το διεθνές δίκαιο είναι σημαντικό όπλο στα χέρια μας αλλά δεν λύνει όλα τα προβλήματα, κυρίως όταν τα δικαιώματα δύο απέναντι χωρών αλληλοεπικαλύπτονται(…) Δεν βλέπω άλλη ειρηνική επιλογή εκτός από τον διάλογο, τη διαπραγμάτευση και στο τέλος του δρόμου τη διεθνή διαιτησία για την επίλυση των διαφορών μας με την Τουρκία. Όσοι έχουν αντίρρηση, επειδή λένε ότι δεν έχουμε απολύτως τίποτα να δώσουμε ή έχουν απλώς πειστεί ότι η Τουρκία είναι ένας μη αξιόπιστος συνομιλητής που ζητάει κάθε μέρα και περισσότερα, απορρίπτοντας τον διάλογο θα πρέπει να ετοιμαστούν για πόλεμο. Και να το πουν ανοικτά για να το καταλάβουμε όλοι μας.» Απόσπασμα από άρθρο του προέδρου του ΕΛΙΑΜΕΠ Λουκά Τσούκαλη στην «Καθημερινή».
Το επιχείρημα «και τι θέλετε να κάνουμε, πόλεμο;» ακυρώνει αυτομάτως κάθε διαπραγματευτική δυνατότητα, κάθε ίχνος αποτροπής και συνιστά a priori παραίτηση από την αυτονόητη υποχρέωση κάθε κράτους να προασπίζεται την εδαφική ακεραιότητά του και εν τέλει την ίδια του την υπόσταση. Η κατάληξη αυτή της λογικής είναι ο διαμελισμός της χώρας. Διότι με αυτό το σκεπτικό, «και τι θέλετε να κάνουμε, πόλεμο», αύριο θα πουν το ίδιο για τις αξιώσεις της Τουρκίας στη Θράκη και ου το κάθε εξής. Δεν υπάρχει κανένα κράτος, πουθενά στον κόσμο, όπου τμήμα του πολιτικού του συστήματος με την ευρεία έννοια, να εμφανίζεται πρόθυμο να διαπραγματευτεί προκαταβολικά τις διεκδικήσεις του επιβουλέα.
Εντωμεταξύ έρχεται η ίδια η Τουρκία να ακυρώσει κάθε λέξη και σκέψη από αυτά που λένε διότι μέχρι να τα πουν και να τα γράψουν τους έχει ήδη ξεπεράσει θέτοντας νέες διεκδικήσεις, αποδεικνύοντας έτσι ότι δεν υπάρχει καμία σταθερά και κανένα τέρμα σε αυτή τη συζήτηση η οποία, ανεξαρτήτως προθέσεων, λειτουργεί υπονομευτικά στο εσωτερικό της χώρας. Για λόγους χώρου θα επανέλθω σε επόμενο άρθρο , σημείο προς σημείο, για να γίνουν πιο καθαρά τα πράγματα. Και να βγάλει ο καθένας τα συμπεράσματά του.
Τι θέλουν, να βγάλουμε τον στόλο και να πυροβολούμε; Θα είναι καλό όλοι αυτοί οι περισπούδαστοι αναλυτές να βουτάνε τη γλώσσα στο μυαλό πριν μιλήσουν για εξωτερική πολιτική. Περιμένω να υπάρχει μια αίσθηση ευθύνης»
«Πρέπει να ξεφύγουμε από τις απαρχαιωμένες αντιλήψεις του περασμένου αιώνα για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τα μεταξύ μας προβλήματα, να δούμε την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην περιοχή «με άλλο μάτι», και να κατανοήσουμε ότι τυχόν προσφυγή στο δικαστήριο της Χάγης μπορεί μεν να έχει ως συνέπεια μερικές απώλειες για μας, όπως ας πούμε την ΑΟΖ του Καστελλόριζου, αλλά θα κατοχυρώσει τα δικαιώματα άλλων νησιών μας, όπως της Ρόδου ή της Λέρου».
Τοποθετήσεις της πρώην υπουργού Εξωτερικών Ντόρας Μπακογιάννη σχετικά με την προοπτική προσφυγής στη Χάγη για τα ελληνοτουρκικά.
«O ορισμός συντεταγμένων εξισούται με μονομερή οριοθέτηση, πράγμα το οποίο αποκλείεται από τη σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας. Η σύμβαση υποδεικνύει, στην περίπτωση στενότητας θαλασσών, τη διμερή συμφωνία ως τη λύση για την οριοθέτηση. Είμαστε, κατά συνέπεια, υποχρεωμένοι, προτού προχωρήσουμε σε οριοθέτηση, να επιδιώξουμε λύση με συμφωνία ή με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο. Κατάθεση συντεταγμένων, με τις οποίες διαφωνεί η Τουρκία, θα είχε ως άμεση συνέπεια κατάθεση συντεταγμένων εκ μέρους της, που θα ήταν ασυμβίβαστες με τις ελληνικές.(…) Για το τι θα αποφασίσει το Δικαστήριο επικρατεί αβεβαιότητα. Μπορεί να επιδιώξει μια συμβιβαστική λύση που δεν θα ικανοποιούσε καμία από τις δύο πλευρές(…) Πιστεύω ότι η τακτοποίηση των εκκρεμοτήτων μετά τις εκλογές είναι αναγκαία. Ο κίνδυνος επεισοδίων με αρνητικές επιπτώσεις θα είναι υπαρκτός, εάν δεν προσπαθήσουμε να βρούμε λύσεις, όχι πάντα ευχάριστες ίσως, αλλά που κατοχυρώνουν την ειρήνη στην περιοχή.» Από άρθρο προ μηνών του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη στην «Καθημερινή».«Η ένταση στις σχέσεις μας με τη γειτονική Τουρκία κλιμακώνεται επικίνδυνα και μεγαλώνει η πιθανότητα ενός θερμού επεισοδίου στη θάλασσα ή στον αέρα, που θα είχε θύματα. Πόσα, θα εξαρτιόταν από τη διάρκεια και προφανώς τη γρήγορη ή όχι επέμβαση συμμάχων και άλλων(…)Θα είχε επίσης σοβαρές αρνητικές συνέπειες στην οικονομία των δύο χωρών, και όχι μόνο(…)Το διεθνές δίκαιο είναι σημαντικό όπλο στα χέρια μας αλλά δεν λύνει όλα τα προβλήματα, κυρίως όταν τα δικαιώματα δύο απέναντι χωρών αλληλοεπικαλύπτονται(…) Δεν βλέπω άλλη ειρηνική επιλογή εκτός από τον διάλογο, τη διαπραγμάτευση και στο τέλος του δρόμου τη διεθνή διαιτησία για την επίλυση των διαφορών μας με την Τουρκία. Όσοι έχουν αντίρρηση, επειδή λένε ότι δεν έχουμε απολύτως τίποτα να δώσουμε ή έχουν απλώς πειστεί ότι η Τουρκία είναι ένας μη αξιόπιστος συνομιλητής που ζητάει κάθε μέρα και περισσότερα, απορρίπτοντας τον διάλογο θα πρέπει να ετοιμαστούν για πόλεμο. Και να το πουν ανοικτά για να το καταλάβουμε όλοι μας.» Απόσπασμα από άρθρο του προέδρου του ΕΛΙΑΜΕΠ Λουκά Τσούκαλη στην «Καθημερινή».
Βρίσκετε κάποιες ομοιότητες;
Προφανώς. Την έμμεση ή και ευθεία αποδοχή του εκβιασμού της Τουρκίας ότι «προκειμένου να αποφύγετε τον πόλεμο από εμάς που είμαστε στρατιωτικά ισχυρότεροι αποδεχθείτε τη διμερή διαπραγμάτευση ή και την προσφυγή στη Χάγη για τα θέματα που θέτουμε εμείς». Δεν θα σταθώ στο θέμα των κινήτρων, γιατί να υιοθετεί κάποιος τη λογική του αντιπάλου και να τη μεταφέρει στο εσωτερικό της χώρας δημιουργώντας, εκ των πραγμάτων, ζύμωση για την τουρκική ατζέντα και καλλιεργώντας έστω και ακούσια ηττοπάθεια.Το επιχείρημα «και τι θέλετε να κάνουμε, πόλεμο;» ακυρώνει αυτομάτως κάθε διαπραγματευτική δυνατότητα, κάθε ίχνος αποτροπής και συνιστά a priori παραίτηση από την αυτονόητη υποχρέωση κάθε κράτους να προασπίζεται την εδαφική ακεραιότητά του και εν τέλει την ίδια του την υπόσταση. Η κατάληξη αυτή της λογικής είναι ο διαμελισμός της χώρας. Διότι με αυτό το σκεπτικό, «και τι θέλετε να κάνουμε, πόλεμο», αύριο θα πουν το ίδιο για τις αξιώσεις της Τουρκίας στη Θράκη και ου το κάθε εξής. Δεν υπάρχει κανένα κράτος, πουθενά στον κόσμο, όπου τμήμα του πολιτικού του συστήματος με την ευρεία έννοια, να εμφανίζεται πρόθυμο να διαπραγματευτεί προκαταβολικά τις διεκδικήσεις του επιβουλέα.
Εντωμεταξύ έρχεται η ίδια η Τουρκία να ακυρώσει κάθε λέξη και σκέψη από αυτά που λένε διότι μέχρι να τα πουν και να τα γράψουν τους έχει ήδη ξεπεράσει θέτοντας νέες διεκδικήσεις, αποδεικνύοντας έτσι ότι δεν υπάρχει καμία σταθερά και κανένα τέρμα σε αυτή τη συζήτηση η οποία, ανεξαρτήτως προθέσεων, λειτουργεί υπονομευτικά στο εσωτερικό της χώρας. Για λόγους χώρου θα επανέλθω σε επόμενο άρθρο , σημείο προς σημείο, για να γίνουν πιο καθαρά τα πράγματα. Και να βγάλει ο καθένας τα συμπεράσματά του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου