Μανόλης Δρεττάκης
Σε ένα άρθρο του με τίτλο «Πολιτισμός αλλά...» στο φύλλο του Σαββατοκύριακου 3-4 Αυγούστου της «Εφημερίδας των Συντακτών» ο Γιώργος Σταματόπουλος –με αφορμή τις δηλώσεις του πρωθυπουργού για τον πολιτισμό– μετά την αναφορά του στην (τόσο πραγματική) έλλειψη κλασικής παιδείας των Ελλήνων, εξαπολύει μια σφοδρή επίθεση εναντίον του χριστιανισμού, η οποία με ξένισε τόσο για την ουσία όσο και για το ύφος της, δεδομένου ότι δεν έχω δει κάτι παρόμοιο στα άρθρα του, τα οποία διαβάζω ανελλιπώς.
Δεν θα σταθώ στην άποψή του για τον τρόπο που επιβλήθηκε ο χριστιανισμός. Αρκεί να αναφέρω εδώ ότι τα πρώτα χρόνια τον χριστιανισμό ασπάστηκαν οι περιφρονημένοι, οι ξένοι, οι δούλοι και οι γυναίκες, οι οποίοι ένιωθαν ισότιμοι μέσα στις κοινότητες στις οποίες «τα πάντα ήσαν κοινά». Να θυμίσω, επίσης, τους διωγμούς, τις κατακόμβες, τα βασανιστήρια και τον μαρτυρικό θάνατο των χριστιανών των πρώτων αιώνων από τους Ρωμαίους αυτοκράτορες και τα εκατομμύρια των μαρτύρων ανά τους αιώνες από τους κατά καιρούς και χώρες μέχρι ακόμα και σήμερα διώκτες τους. Ολοι αυτοί θυσιάστηκαν αρνούμενοι να αποκηρύξουν την πίστη τους (ανάμεσα σ’ αυτούς και οι πολυάριθμοι Ελληνες χριστιανοί-μάρτυρες στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας).
Στον περιορισμένο χώρο του άρθρου αυτού θα περιοριστώ στον σχολιασμό της άποψής του Γ.Σ. σύμφωνα με την οποία: «Ο Ελληνισμός βιώνει μια φρίκη εδώ και κοντά δύο χιλιετίες κουβαλώντας στον σβέρκο του μια αξιοθρήνητη, αξιομίσητη θρησκεία που, δεν λέω, έπαιξε κάποιο ρόλο στη διάσωση του ελληνικού στοιχείου, κυρίως μέσω της γλώσσας και της μουσικής του, έβαλε, όμως, τα θεμέλια για την αξιολύπητη πορεία του – και όχι μόνο εδώ αλλά σε όλη τη Δύση. Η τελευταία τον έφερε στα μέτρα της και τον οβέλισε όπως τη συνέφερε, εμείς όμως εξακολουθούμε να φοράμε ράσα και να είμαστε περήφανοι γι’ αυτό. Με τέτοιους ηγέτες καλά να πάθουμε».
Ο χριστιανισμός δεν αφορά τους όποιους ηγέτες. Αφορά τα δισεκατομμύρια των πιστών χριστιανών που έζησαν και ζουν σε όλες τις χώρες του κόσμου, σε ορισμένες από τις οποίες αποτελούν τον «κορμό» του πληθυσμού τους. Τόσο σ’ αυτές όσο και παγκόσμια η συμβολή του χριστιανισμού στη διαμόρφωση του πολιτισμού και των θεσμών τους ήταν καθοριστική.
Σε ό,τι αφορά τα εκατομμύρια των ορθοδόξων χριστιανών που έζησαν και ζουν στη χώρα μας το ερώτημα που γεννιέται είναι: από πού συνάγει ο Γ.Σ. το συμπέρασμα ότι για όλους αυτούς ο χριστιανισμός ήταν και είναι μια «αξιοθρήνητη και αξιομίσητη θρησκεία»; Ηταν αξιοθρήνητη και αξιομίσητη: για τους μάρτυρες που αναφέρθηκαν πιο πάνω; για τους αγωνιστές της Επανάστασης του 1821; για όσους Ελληνες είναι σήμερα μέλη της Εκκλησίας και βιώνουν την πίστη τους σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής τους ή ακόμα και για όλους τους άλλους (που είναι οι περισσότεροι) που, έστω και περιοδικά, μετέχουν στη ζωή της Εκκλησίας;
Ο χριστιανισμός, όμως, δεν περιορίστηκε σε «κάποιο ρόλο στη διάσωση του ελληνικού στοιχείου, κυρίως μέσω της γλώσσας και της μουσικής του». Ο ρόλος του χριστιανισμού στη διάσωση του ελληνικού στοιχείου δεν ήταν «κάποιος», αλλά καίριος για πάνω από (και όχι κοντά) δύο χιλιετίες δεδομένου ότι κηρύχτηκε στον χώρο που σήμερα είναι η Ελλάδα με τις περιοδείες του αποστόλου Παύλου (Φίλιπποι, Θεσσαλονίκη, Βέροια, Αθήνα, Κόρινθος).
Η Ορθόδοξη Εκκλησία (κληρικοί και λαϊκοί) από τον πρώτο κιόλας μετά Χριστόν αιώνα μέχρι σήμερα στήριξε και στηρίζει πνευματικά, ψυχικά και υλικά τον λαό με τις ενορίες της και το φιλανθρωπικό τους έργο, με τα πολλά ιδρύματά της, αλλά και με τους συλλόγους και ατομικά από τα μέλη της. Και αυτά όχι μόνο στον ελλαδικό χώρο, αλλά και παγκόσμια όπου υπάρχουν ελληνικές κοινότητες, στις οποίες οι εκεί ενορίες αποτελούν τις «κυψέλες» στις οποίες συγκεντρώνονται πολλά από τα μέλη τους.
Σε ό,τι αφορά τη γλώσσα, η συμβολή της Εκκλησίας δεν περιορίστηκε στη διατήρησή της με τις ακολουθίες, τα λειτουργικά βιβλία και τα ιδρύματά της. Την εμπλούτισε με τα συγγράμματα των Πατέρων και την ποίηση που ενσωματώνεται στις ακολουθίες της. Χάρη δε στην αντιγραφή των αρχαίων κειμένων από μοναχούς αντιγραφείς στα μοναστήρια διασώθηκαν τα πολύτιμα αυτά έργα της παγκόσμιας κληρονομιάς, στην οποία η Εκκλησία πρόσθεσε τους περικαλλείς ναούς της με κορυφαία την Αγία Σοφία και τα αριστουργήματα της βυζαντινής αγιογραφίας τόσο σε τοιχογραφίες και φορητές εικόνες όσο και σε ψηφιδωτά.
Ολα τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι παραγνωρίζω την κάθε άλλο παρά χριστιανική συμπεριφορά κατά καιρούς, κληρικών και λαϊκών, οι οποίοι δεν μπορούν να αποκαλούν τους εαυτούς χριστιανούς. Η πολύτιμη, όμως, συμβολή του χριστιανισμού στον Ελληνισμό ανά τους αιώνες στηρίχτηκε και στηρίζεται σήμερα στο έργο της μεγάλης πλειονότητας των κληρικών και λαϊκών μελών της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
* Πρώην: αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ
Πηγή: efsyn.gr
Σε ένα άρθρο του με τίτλο «Πολιτισμός αλλά...» στο φύλλο του Σαββατοκύριακου 3-4 Αυγούστου της «Εφημερίδας των Συντακτών» ο Γιώργος Σταματόπουλος –με αφορμή τις δηλώσεις του πρωθυπουργού για τον πολιτισμό– μετά την αναφορά του στην (τόσο πραγματική) έλλειψη κλασικής παιδείας των Ελλήνων, εξαπολύει μια σφοδρή επίθεση εναντίον του χριστιανισμού, η οποία με ξένισε τόσο για την ουσία όσο και για το ύφος της, δεδομένου ότι δεν έχω δει κάτι παρόμοιο στα άρθρα του, τα οποία διαβάζω ανελλιπώς.
Δεν θα σταθώ στην άποψή του για τον τρόπο που επιβλήθηκε ο χριστιανισμός. Αρκεί να αναφέρω εδώ ότι τα πρώτα χρόνια τον χριστιανισμό ασπάστηκαν οι περιφρονημένοι, οι ξένοι, οι δούλοι και οι γυναίκες, οι οποίοι ένιωθαν ισότιμοι μέσα στις κοινότητες στις οποίες «τα πάντα ήσαν κοινά». Να θυμίσω, επίσης, τους διωγμούς, τις κατακόμβες, τα βασανιστήρια και τον μαρτυρικό θάνατο των χριστιανών των πρώτων αιώνων από τους Ρωμαίους αυτοκράτορες και τα εκατομμύρια των μαρτύρων ανά τους αιώνες από τους κατά καιρούς και χώρες μέχρι ακόμα και σήμερα διώκτες τους. Ολοι αυτοί θυσιάστηκαν αρνούμενοι να αποκηρύξουν την πίστη τους (ανάμεσα σ’ αυτούς και οι πολυάριθμοι Ελληνες χριστιανοί-μάρτυρες στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας).
Στον περιορισμένο χώρο του άρθρου αυτού θα περιοριστώ στον σχολιασμό της άποψής του Γ.Σ. σύμφωνα με την οποία: «Ο Ελληνισμός βιώνει μια φρίκη εδώ και κοντά δύο χιλιετίες κουβαλώντας στον σβέρκο του μια αξιοθρήνητη, αξιομίσητη θρησκεία που, δεν λέω, έπαιξε κάποιο ρόλο στη διάσωση του ελληνικού στοιχείου, κυρίως μέσω της γλώσσας και της μουσικής του, έβαλε, όμως, τα θεμέλια για την αξιολύπητη πορεία του – και όχι μόνο εδώ αλλά σε όλη τη Δύση. Η τελευταία τον έφερε στα μέτρα της και τον οβέλισε όπως τη συνέφερε, εμείς όμως εξακολουθούμε να φοράμε ράσα και να είμαστε περήφανοι γι’ αυτό. Με τέτοιους ηγέτες καλά να πάθουμε».
Ο χριστιανισμός δεν αφορά τους όποιους ηγέτες. Αφορά τα δισεκατομμύρια των πιστών χριστιανών που έζησαν και ζουν σε όλες τις χώρες του κόσμου, σε ορισμένες από τις οποίες αποτελούν τον «κορμό» του πληθυσμού τους. Τόσο σ’ αυτές όσο και παγκόσμια η συμβολή του χριστιανισμού στη διαμόρφωση του πολιτισμού και των θεσμών τους ήταν καθοριστική.
Σε ό,τι αφορά τα εκατομμύρια των ορθοδόξων χριστιανών που έζησαν και ζουν στη χώρα μας το ερώτημα που γεννιέται είναι: από πού συνάγει ο Γ.Σ. το συμπέρασμα ότι για όλους αυτούς ο χριστιανισμός ήταν και είναι μια «αξιοθρήνητη και αξιομίσητη θρησκεία»; Ηταν αξιοθρήνητη και αξιομίσητη: για τους μάρτυρες που αναφέρθηκαν πιο πάνω; για τους αγωνιστές της Επανάστασης του 1821; για όσους Ελληνες είναι σήμερα μέλη της Εκκλησίας και βιώνουν την πίστη τους σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής τους ή ακόμα και για όλους τους άλλους (που είναι οι περισσότεροι) που, έστω και περιοδικά, μετέχουν στη ζωή της Εκκλησίας;
Ο χριστιανισμός, όμως, δεν περιορίστηκε σε «κάποιο ρόλο στη διάσωση του ελληνικού στοιχείου, κυρίως μέσω της γλώσσας και της μουσικής του». Ο ρόλος του χριστιανισμού στη διάσωση του ελληνικού στοιχείου δεν ήταν «κάποιος», αλλά καίριος για πάνω από (και όχι κοντά) δύο χιλιετίες δεδομένου ότι κηρύχτηκε στον χώρο που σήμερα είναι η Ελλάδα με τις περιοδείες του αποστόλου Παύλου (Φίλιπποι, Θεσσαλονίκη, Βέροια, Αθήνα, Κόρινθος).
Η Ορθόδοξη Εκκλησία (κληρικοί και λαϊκοί) από τον πρώτο κιόλας μετά Χριστόν αιώνα μέχρι σήμερα στήριξε και στηρίζει πνευματικά, ψυχικά και υλικά τον λαό με τις ενορίες της και το φιλανθρωπικό τους έργο, με τα πολλά ιδρύματά της, αλλά και με τους συλλόγους και ατομικά από τα μέλη της. Και αυτά όχι μόνο στον ελλαδικό χώρο, αλλά και παγκόσμια όπου υπάρχουν ελληνικές κοινότητες, στις οποίες οι εκεί ενορίες αποτελούν τις «κυψέλες» στις οποίες συγκεντρώνονται πολλά από τα μέλη τους.
Σε ό,τι αφορά τη γλώσσα, η συμβολή της Εκκλησίας δεν περιορίστηκε στη διατήρησή της με τις ακολουθίες, τα λειτουργικά βιβλία και τα ιδρύματά της. Την εμπλούτισε με τα συγγράμματα των Πατέρων και την ποίηση που ενσωματώνεται στις ακολουθίες της. Χάρη δε στην αντιγραφή των αρχαίων κειμένων από μοναχούς αντιγραφείς στα μοναστήρια διασώθηκαν τα πολύτιμα αυτά έργα της παγκόσμιας κληρονομιάς, στην οποία η Εκκλησία πρόσθεσε τους περικαλλείς ναούς της με κορυφαία την Αγία Σοφία και τα αριστουργήματα της βυζαντινής αγιογραφίας τόσο σε τοιχογραφίες και φορητές εικόνες όσο και σε ψηφιδωτά.
Ολα τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι παραγνωρίζω την κάθε άλλο παρά χριστιανική συμπεριφορά κατά καιρούς, κληρικών και λαϊκών, οι οποίοι δεν μπορούν να αποκαλούν τους εαυτούς χριστιανούς. Η πολύτιμη, όμως, συμβολή του χριστιανισμού στον Ελληνισμό ανά τους αιώνες στηρίχτηκε και στηρίζεται σήμερα στο έργο της μεγάλης πλειονότητας των κληρικών και λαϊκών μελών της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
* Πρώην: αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου