Σάββατο 20 Απριλίου 2019

«Με την τιάρα του Πάπα, ή με το φέσι του σουλτάνου;»!*



του Όθωνα Κουμαρέλλα**

Γράφαμε πρόσφατα: Πέραν της «επακούμβησης» -κατά την προσφιλή στρατιωτική ορολογία- των τεκτονικών πλακών μεταξύ των ανταγωνιζομένων συνασπισμών παγκόσμιων δυνάμεων στον ευρύτερο χώρο της εγγύς και Μέσης Ανατολής. Πέραν επίσης, της νέας δραματικής τροπής που προσέλαβε στις μέρες μας το ανατολικό ζήτημα, υπάρχουν μια σειρά από ζητήματα σε σχέση με τις εξελίξεις στην Βαλκανική χερσόνησο -πέραν της Συμφωνίας των Πρεσπών και των επιπτώσεών της- και την εμπλοκή της χώρας μας, που δεν μπορούμε να τα προσπεράσουμε χωρίς να τους αποδώσουμε τη δέουσα σημασία.

Η θέση της Τουρκίας


Η Τουρκία βρίσκεται σε διαδικασία ανάκτησης ισχύος και ακμής. Παρά τα πολλά εσωτερικά της προβλήματα, που συνηθίζουμε να υπερβάλλουμε, η Τουρκία επί δεκαετίες αναπτύσσεται πληθυσμιακά, οικονομικά και στρατιωτικά, με ολοένα αυξανόμενη τη γεωπολιτική της αξία. Η σημερινή της συμπεριφορά οφείλεται ακριβώς σε αυτό το γεγονός, ότι δηλαδή αισθάνεται ικανή και αρκούντως ισχυρή να διεκδικεί αναβαθμισμένο ρόλο στα τεκταινόμενα στην περιοχή και να τον επιβάλλει δια της ισχύος, εκμεταλλευόμενη ταυτόχρονα την ιδιαίτερη

γεωστρατηγική της θέση.
Η Τουρκία, επίσης, αισθάνεται περιορισμένη από τη συνθήκη της Λωζάννης, την οποία απεδέχθη λόγω των αναγκών της τότε εποχής. Είναι γεγονός όμως, ότι πάντα την αμφισβητούσε και έθεσε εξ αρχής -από την επαύριο της υπογραφής της κιόλας- στρατηγικό της στόχο τη σταδιακή ανατροπή αυτής της συνθήκης. Την έχει ήδη παραβιάσει και αλλοιώσει ντε φάκτο αρκετές φορές.
Αισθανόμενη αρκετά ισχυρή χρησιμοποιεί τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς στα ευρύτερα Βαλκάνια προσπαθώντας να διαμορφώσει ευνοϊκούς για την ίδια συσχετισμούς, με τελική στόχευση να τεθεί ξανά η Βαλκανική υπό τη δική της όσο το δυνατό αμεσότερη επιρροή, αν όχι και κηδεμονία.

Η θέση της Γερμανίας


Αφανής -όχι και τόσο- «παίκτης» όμως είναι και η Γερμανία. Η Γερμανία ανέκαθεν επιδιώκει ζωτικό χώρο και επέκτασή της προς νότο στη «θερμή» μεσογειακή θάλασσα. Το προσπάθησε δυό φορές με πόλεμο και απέτυχε. Στις μέρες μας διαθέτει πιο εκλεπτυσμένους τρόπους. Επειδή όμως στο νότιά της υπάρχουν ισχυρές χώρες που την εμποδίζουν και η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι ένας τόσο πολύ ελεγχόμενος από την ίδια μηχανισμός για να μπορεί να τις υπερκεράσει, ψάχνει να βρει εναλλακτικές διαδρομές. Και υπάρχει τέτοιος εναλλακτικός δρόμος. Αυτός που ανέκαθεν εποφθαλμιούσε. Είναι ο διάδρομος των Βαλκανίων.
Όμως και αυτός ο διάδρομος δεν είναι ελεύθερος. Υπάρχουν μια σειρά από διαφορετικές χώρες, εθνότητες, κραστικές οντότητες, σύνορα που πρέπει να υπερκεραστούν. Η απάντηση είναι η ρευστοποίηση, η διάλυση των χωρών με τα κυρίαρχα έθνη κράτη της περιοχής και η ουσιαστική κατάργηση (δια της υπερβάσεως) των συνόρων. Το μεγάλο αγκάθι της Γιουγκοσλαβίας ξεπεράστηκε γρήγορα με τη διάλυσή της και τους πολέμους που ξέσπασαν μεταξύ των διαφορετικών εθνοτήτων.

«Διαίρει και βασίλευε»


Η «ρευστοποίηση» επιτυγχάνεται δια της κλασσικής μεθόδου: «Διαίρει και βασίλευε»!

Έτσι, η Γιουγκοσλαβία διαμελίστηκε σε μικρά αδύναμα και διαχειρίσιμα κρατίδια. Παραμένουν η Σερβία πρώτη υποψήφια σε περαιτέρω διαμελισμό, ακόμα και με πολεμική επιχείρηση, εάν συνεχίσει να διατηρεί τις σχέσεις της με τη Ρωσσία, καθώς και η Ελλάδα επί του κύριου άξονα. Αναχρονιστικοί «εθνικισμοί», αλυτρωτισμοί, υπαρκτά, ή ανύπαρκτα μειονοτικά προβλήματα είναι τα πρόσφορα μέσα. Για να εξαλειφθούν, τάχα, προσφέρονται οι καλές υπηρεσίες του ΝΑΤΟ και τις Ε.Ε. μέσω της δημιουργίας διασυνοριακών στρατηγικών εταιρικών σχέσεων και η οικονομική ενοποίηση των όμορων γεωγραφικών περιφερειών. Για να συμβούν όλα αυτά η Ελλάδα θα έπρεπε να αδυνατίσει πολιτικά και οικονομικά και να πάψει να ασκεί την επιρροή που ασκούσε παραδοσιακά στη Βαλκανική.
Υπερχρέωση, χρεοκοπία, μνημόνια ήταν η καλύτερη συνταγή, μαζί με την εξαγορά του -παραδοσιακά επίσης υποτελούς και ανεπαρκούς μορφωτικά- πολιτικού της προσωπικού και της εξαρτημένης από τα κοινοτικά κονδύλια ελίτ.

Η ανάγκη των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ να διασπάσει τον λεγόμενο ορθόδοξο άξονα στήριξης της Ρωσσίας με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, ήλθε σε πλήρη αρμονία με την μακροπρόθεσμη επιδίωξη της Γερμανίας για επικυριαρχία της στα Βαλκάνια και δια μέσου αυτών πρόσβαση στο Αιγαίο και από εκεί ελεύθερα στην κρίσιμη και όπως αποδεικνύεται πλούσια σε υδρογονάνθρακες Ανατολική Μεσόγειο.
Η δημιουργία επίσης εναλλακτικών δρόμων μεταφοράς εμπορευμάτων από και προς την Ανατολή, δια της πλωτοποίησης του άξονα Αξιού – Μοράβα και της ένωσης του Αιγαίου με τον Δούναβη είναι ένα μεγαλεπίβολο γερμανικό σχέδιο, που βρήκε ήδη νέους χρηματοδότες. Την Κίνα!
Όλα όμως αυτά δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν με ασφάλεια, όσο υπάρχουν σχετικά ισχυρά κράτη στην περιοχή, που θα διεκδικήσουν «μερτικό» και θα θελήσουν να ελέγξουν προς όφελός τους τις κοσμογονικές αλλαγές που επισυμβαίνουν στην περιοχή και που η ανάπτυξη των πάσης φύσης τεχνολογιών κατέστησε δυνατές.
Έτσι η πολιτική ρευστοποίησης συνολικά της περιοχής συνεχίζεται με τη μόχλευση των ιδιαιτεροτήτων των διαφορετικών εθνοτικών, θρησκευτικών κτλ πληθυσμιακών συνόλων, μαζί με την οικονομική διείσδυση και τη νατοϊκή ένταξη.
Φυσικά στους σχεδιασμούς αυτούς δεν μπορεί να λείψει το καθεστώς των Στενών και κατ’ επέκταση η παραλιακή Μικρά Ασία. Η τοποθέτηση τεράστιων επενδυτικών κεφαλαίων της Γερμανίας στα μικρασιατικά παράλια το αποδεικνύει.
Ο πλήρης «στραγγαλισμός» της Ρωσίας και η παρεμπόδισή της, επίσης, να φτάνει με ασφάλεια στα θερμά μεσογειακά νερά είναι ταυτόχρονα η στρατηγική αντίληψη των Αμερικανών και δια μέσου αυτών του ΝΑΤΟ.
Έτσι, από διαφορετικές αφετηρίες και συμφέροντα, τελικά, συμπίπτουν στη Βαλκανική οι επιδιώξεις, τόσο των Αμερικανών, όσο και της Γερμανίας, παρόλη τη μεταξύ τους υπόγεια αντιπαράθεση. Με την Κίνα να προσπαθεί να διεμβολίσει για να κατακτήσει ευκολότερα τις νευραλγικού γι’ αυτήν χαρακτήρα αγορές της κεντρικής Ευρώπης. Ήδη η εξαγορά του λιμανιού του Πειραιά εξυπηρετεί τον μεσομακροπρόθεσμο στόχο της. Ενώ η Θεσσαλονίκη αναδεικνύεται ως το νευραλγικότερο κέντρο υλοποίησης αυτών των σχεδιασμών, απ’ όλες τις εμπλεκόμενες έμμεσα, ή άμεσα, πλευρές.
Μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών και την ενίσχυση του ΝΑΤΟ στην περιοχή, μαζί με την «επιφυλακτικότητα» των Αμερικανών και άλλων «παικτών» απέναντι στην κινεζική οικονομική διείσδυση, φαίνεται ότι ο ρόλος της Κίνας στην περιοχή τείνει να περιορίζεται και η Κίνα να στρέφει τα ενδιαφέροντά της σε εναλλακτικές «διαδρομές», όπως πχ μέσω της πρόσφατης έναρξης διαδικασίας εξαγοράς του λιμανιού της Τεργέστης.

Η Ρωσσία


Από τη δική της πλευρά η Ρωσσία προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποτρέψει την περικύκλωσή της και να περισώσει, ό,τι δύναται να περισωθεί από τον «ορθόδοξο» άξονα μέσω της ενίσχυσης των σχέσεών της με τη Σερβία, αλλά και τη στήριξη κάθε «αντιδυτικής» συνιστώσας στις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες.

Επίσης, όπως είναι φυσικό, δεν μπορεί να βλέπει με καλό μάτι τη διάνοιξη ενεργειακών διαδρομών δια μέσου του Αιγαίου και των Βαλκανίων, ανταγωνιστικών των δικών της αγωγών προς την κεντρική Ευρώπη.
Από την άλλη, όσο δεν διακυβεύεται το καθεστώς των στενών, η δίοδός της προς τη Μεσόγειο είναι εξασφαλισμένη. Εάν τα στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων παραμείνουν σε καθεστώς όπως σήμερα, μια καλή σχετικά και ισορροπημένη σχέση με την Άγκυρα εξασφαλίζει την πρόσβαση από και προς τη Μαύρη Θάλασσα. Μια χειροτέρευση αυτών των σχέσεων, μέσω πχ μιας απρόβλεπτης μονόπλευρης φιλονατοϊκής στροφής της Άγκυρας (όπως ενδεχομένως να συνέβαινε με την επιτυχία ενός πραξικοπήματος κατά του Ερντογάν), ή μια αλλαγή καθεστώτος επί της κυριαρχίας των στενών, θα θέσει σε σοβαρότατο κίνδυνο τη Ρωσσία, πράγμα που θα προσπαθήσει να αποτρέψει με κάθε τρόπο. Τα στενά και το καθεστώς τους αποτελούν πραγματικό casus belli σε περίπτωση αμφισβήτησής τους. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να γίνει άμεσα, αλλά θα πρέπει να βρεθούν άλλοι προσφορότεροι τρόποι.

Μεγάλη γεωπολιτική ανισορροπία


Η μεν εμπέδωση της θέσης της Ρωσσίας στη Μέση Ανατολή ανατρέποντας τα εκεί σχέδια των Αμερικανών, είναι λογικό, το κύριο βάρος στο εξής να το ρίξει, σύντομα, στις άλλες περιοχές ζωτικού της ενδιαφέροντος, όπως είναι τα Βαλκάνια. Για τον ίδιο λόγο η Αμερική έχοντας χάσει -τουλάχιστον εν μέρει- στους σχεδιασμούς της στη Συρία είναι λογικό επίσης, να προσπαθήσει να «ρεφάρει» σφίγγοντας τη ζώνη γύρω από τη Ρωσία με τη Βαλκανική σε πρώτο ρόλο. Μολονότι, ο Τράμπ προσπαθεί να βρει ένα modus vivendi με τον Πούτιν, όπως αναλύθηκε σε προηγούμενο άρθρο, για να μείνει απερίσπαστος στην προσπάθειά του να αντιμετωπίσει την ακμάζουσα Κίνα, στο πεδίο της κύριας σύγκρουσης παραμένει πάντα η αντιπαράθεση ΗΠΑ – Ρωσίας και η προσπάθεια περικύκλωσης της τελευταίας.

Παρατηρούμε ότι οι δυνάμεις που αναπτύσσονται στην περιοχή μας είναι εντελώς αντίρροπες και βρίσκονται επίσης σε μεγάλη ανισορροπία. Μια ανισορροπία που παρόμοιά της μόνο την περίοδο στις παραμονές και κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου θα μπορούσαμε να ανιχνεύσουμε, έστω κι αν σήμερα οι όροι είναι διαφορετικοί, αλλά τείνουν σε παρόμοιο αποτέλεσμα.

Ο Ερντογάν αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο


Ό,τι αρνητικό κι αν μπορούμε να προσάψουμε στον Ερντογάν, αυτός αναδεικνύεται σε χαρισματική προσωπικότητα, που συμβαδίζει απόλυτα με την αύξουσα ακμή του νέου οθωμανισμού.

Η Τουρκία του Ερντογάν μπορεί να αισθάνεται την αυξανόμενη ισχύ της και την χρησιμοποιεί, αλλά ταυτόχρονα αισθάνεται την απειλή.
Μια απειλή τόσο στο μαλακό της υπογάστριο και την ανατολή με την προσπάθεια δημιουργίας ανεξάρτητου κουρδικού κράτους, όσο και δυτικά μένοντας έξω από τις εξελίξεις στα Βαλκάνια. Ταυτόχρονα κινδυνεύει να αποκλειστεί από την εκμετάλλευση των υποθαλάσσιων ενεργειακών πηγών του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου. Απειλείται έτσι να μετατραπεί σε περίκλειστη χερσαία χώρα, χάνοντας ενδεχομένως και τα παράλια της Μικράς Ασίας, καθώς και τα στενά, που της προσδίδουν τεράστια γεωπολιτική υπεραξία. Μικρασιατικά παράλια και «στενά» που αποτελούν ζωτικότατο χώρο ταυτόχρονα για τον γερμανικό δίαυλο προς και από την κεντρική Ευρώπη δια μέσου των Βαλκανίων. Αλλά βέβαια και για την κρίσιμη αυτή ζώνη αποκλεισμού και απομόνωσης της Ρωσίας.
Στο βαθμό που προχωρήσουν οι σχεδιασμοί για τη δημιουργία ενιαίου οικονομικού χώρου που θα ξεκινά από το Δούναβη και θα φθάνει στα παράλια του Λιβάνου και του Ισραήλ, η Τουρκία απειλείται έτσι άμεσα με συρρίκνωση και διαμελισμό. Εάν «ρευστοποιούνται» συνολικά τα Βαλκάνια κι επιβάλλεται στις επί μέρους χώρες αυστηρός έλεγχος τόσο στο πολιτικό και οικονομικό πεδίο δια μέσου της Ε.Ε., όσο και στο στρατιωτικό δια του ΝΑΤΟ, πώς είναι δυνατό να διαφύγει αυτού του τύπου τη ρευστοποίηση και η Τουρκία στη δυτική της πλευρά;
Η προωθημένη οικονομική διείσδυση και ο αντίστοιχος έλεγχος, με ταυτόχρονη αλλοίωση της εθνικής συνείδησης των πληθυσμών, καθώς και η προώθηση της συνδιοίκησης στο Αιγαίο υπό τον αυστηρό έλεγχο του ΝΑΤΟ είναι τα εργαλεία αυτής της επιβολής της ρευστοποίησης και του περάσματος ολόκληρου του αιγαιακού διαύλου στον πλήρη έλεγχο των ηγεμονικών δυνάμεων της Δύσης.
Ο διαφορετικός χρωματισμός του χάρτη των δυτικών παραλίων της Μικράς Ασίας και η απώλεια για τον Ερντογάν της Κωνσταντινούπολης στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές στην Τουρκία είναι μια επιπλέον ένδειξη και επέτεινε τους φόβους, ότι οι πρώτες ρωγμές που οδηγούν στη ρευστοποίηση έχουν ήδη υπάρξει και μάλιστα στο κρίσιμο πεδίο της συνείδησης του πληθυσμού και της διάσπασης του εσωτερικού μετώπου της χώρας.
Το παράδειγμα της Ελλάδας με τη σταδιακή της ρευστοποίηση μέσω της χρεοκρατίας και την παράδοση της άνευ όρων σε αυτούς τους (ευρωατλαντικούς) σχεδιασμούς, καθώς και οι προσπάθειες των Αμερικανών να «νομιμοποιήσουν» ένα κουρδικό κρατικό μόρφωμα στα νοτιοανατολικά της Τουρκίας, μαζί με την οικονομική επίθεση σε βάρος της, επιβεβαίωσαν τους φόβους της Άγκυρας.
Με μια απλή ματιά στον χάρτη μπορεί και ο τελευταίος να αντιληφθεί ότι η Τουρκία, ίσως να μπορούσε ως ένα βαθμό να αντέξει μια απώλεια εδαφών στην Ανατολία με τη δημιουργία Κουρδικού κράτους, αλλά επ’ ουδενί θα μπορούσε να αντέξει απώλειες στα δυτικά της παράλια. Ωστόσο, μια τέτοια απώλεια στην Ανατολή θα προδιαγράψει με μαθηματική βεβαιότητα και αντίστοιχες απώλειες στα δυτικά της παράλια και στα «στενά».

Η επίθεση είναι η καλύτερη άμυνα


Το πραξικόπημα σε βάρος του Ερντογάν, τον έπεισε ότι δεν υπήρχε άλλος χρόνος για αναμονή και ο ίδιος πιστός στο δόγμα ότι η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση, ανταποκρίθηκε άμεσα στην πρόκληση. Ουσιαστικά πέρασε στην αντεπίθεση. Στο Ιράκ, στη Συρία, στην Ανατολική Μεσόγειο, διεκδικώντας δυναμικά μερτικό των υδρογονανθράκων της κυπριακής ΑΟΖ, αλλά και σαμποτάροντας την όποια «λύση» για την Κύπρο, αφού το status quo εκεί τον βολεύει προσώρας αφάνταστα. Αντίθετα αντιλαμβάνεται ότι μια «νατοϊκή» λύση του Κυπριακού, θα οδηγήσει την Τουρκία σε οριστική απώλεια και της Κύπρου.

Διότι επρόκειτο για μια λύση, όχι μόνο σε βάρος της Κύπρου, αλλά και της ίδιας της Τουρκίας, η οποία θα έχανε έτσι ένα μεγάλο μέρος του ελέγχου που σήμερα ασκεί στο νησί, προς όφελος αποκλειστικά των αγγλοαμερικανών, ίσως και του Ισραήλ, οι οποίοι θα αναδεικνύονταν ως οι πραγματικοί κηδεμόνες και επικυρίαρχοι.
Έτσι, ταυτόχρονα επιτίθεται αναπτύσσοντας αντίστοιχες πολιτικές, στα Βαλκάνια και στο Αιγαίο.
Η πολιτική αυτή πέραν της αποτροπής κάθε σχεδιασμού που θα ήθελε την Τουρκία συρρικνωμένη, διαμελισμένη και αδύναμη, προσάρτημα του ευρωατλαντισμού και καταδικασμένη οριστικά στο ρόλο του κηδεμονευόμενου, έχει ως στόχευση να πειστεί και ο τελευταίος σε Δύση και Ανατολή, ότι καμία εξέλιξη δεν μπορεί να υπάρξει στην ευρύτερη περιοχή, χωρίς να λαμβάνονται σοβαρά υπ’ όψη και να ικανοποιούνται τα ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας, όπως η ίδια τα αντιλαμβάνεται.
Δεν είναι μόνον, λοιπόν, το υπερφίαλο του χαρακτήρα του Ερντογάν και οι προσωπικές του φιλοδοξίες, αλλά οι ζωτικές ανάγκες και τα συμφέροντα μιας χώρας που υπήρξε για πολλούς αιώνες αυτοκρατορική δύναμη και αντίπαλο δέος της δύσης και σήμερα ανακτά σταδιακά την ισχύ της και γι’ αυτό απειλείται διπλά από τις ίδιες δυνάμεις, που εκμεταλλευόμενες στο παρελθόν την παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έλυσαν το ανατολικό ζήτημα προς όφελός τους! Ο Ερντογάν θα αποδεικνύονταν εντελώς ηλίθιος και πολύ κατώτερος των περιστάσεων (για τη δική του πάντα πλευρά), εάν αυτό δεν το αντιλαμβάνονταν και δεν έπραττε αναλόγως.
Η στροφή προς τη Ρωσσία και η επιθετικότητα που επιδεικνύει τόσο προς τη Συρία και το Ιράκ, όσο και προς δυσμάς στην κυπριακή ΑΟΖ, στο Αιγαίο, τη Θράκη, αυτό αποδεικνύει.
Φυσικά ο Ερντογάν δεν είναι τρελός να τα «σπάσει» ολοκληρωτικά με τη Δύση και να έλθει σε απ’ ευθείας αντιπαράθεση μαζί της και -κατά τη γνώμη μας- πολύ δύσκολα θα υπάρξει τέτοια ολική ρήξη, ενώ θα καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποφευχθεί, αφού κανέναν δεν συμφέρει, και τα «τυχαία» γεγονότα, μπορούν να κορυφώνουν πολλές φορές την ένταση στις σχέσεις, αλλά μπορούν να εκτονώνονται επίσης. Έτσι, εκβιάζει, απειλεί, παζαρεύει!!! Και προσώρας πετυχαίνει!
Παρ’ όλα αυτά, λόγω της πίεσης που ασκείται από τη Δύση, η σχέση της Άγκυρας με τη Μόσχα σταδιακά αποκτά στρατηγικό χαρακτήρα, που τίποτε πλέον δεν θεωρείται απίθανο. Επειδή υπάρχει σύμπτωση συμφερόντων. Τόσο με την ανάγκη της Τουρκίας να διατηρήσει αλώβητη την υπόστασή της πρώτα ως ανεξάρτητο κράτος, αλλά και ως σημαντική περιφερειακή δύναμη, ανεξάρτητα από τους δυτικούς σχεδιασμούς, που θα την ήθελαν τουλάχιστον υποτελή. Όσο και με την αδήριτη ανάγκη της Ρωσσίας να αποφύγει την ολοκληρωτική περικύκλωσή της κι ένα πιθανό εγκλωβισμό της πάνω από τα στενά.
Έτσι όσο η ρωσσοτουρκική προσέγγιση και σχέση αποκτά στρατηγικά χαρακτηριστικά, τόσο η Τουρκία γίνεται πολυτιμότερη για τη Δύση.

Η τιάρα του πάπα και το φέσι του σουλτάνου


Το παιχνίδι είναι πολύ «χοντρό» και δεν είναι καθόλου τυχαία η πρόσφατη δήλωση του Ερντογάν, ότι μέσα από αυτήν τη διαδικασία, η Τουρκία, ή θα χάσει εδάφη, ή θα κερδίσει. Αν μη τι άλλο δείχνει ότι ο Ερντογάν και φυσικά το τμήμα εκείνο των τουρκικών ελίτ που εκπροσωπεί και εκφράζει, έχουν πλήρη επίγνωση των διακυβευμάτων.

Πέρσι πριν τις προεδρικές εκλογές, ο Ερντογάν έκανε δηλώσεις για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, που από τη δική μας πλευρά, αν δεν πέρασαν απαρατήρητες, ερμηνεύτηκαν ποικιλοτρόπως, ενώ ελάχιστοι αντελήφθησαν τι πραγματικά εννοούσε και την τελεσιγραφική διάσταση του μηνύματός του.
Στην πραγματικότητα ο Ερντογάν ξαναέθεσε στην Ελλάδα με νέους όρους και κάτω από τις καινούργιες συνθήκες, εκείνο το παλιό δίλημμα που ταλάνισε τους βυζαντινούς πριν την πτώση της Πόλης. Ένα δίλημμα που πρόθυμα το επαναφέρουν και πολλοί εξ ημών, για να δικαιολογήσουν την αδράνεια απέναντι στα επισυμβαίνοντα: «Με την τιάρα του Πάπα, ή με το φέσι του σουλτάνου;»!
Τι μας πρότεινε, όμως, ο Ερντογάν; «Ελάτε να τα βρούμε»!. Τι να βρούμε αλήθεια μαζί του; Μα είναι προφανές. Γνωρίζοντας πολύ καλά την κατάσταση που περιήλθε η χώρα μας, εννοεί: «Έτσι κι αλλιώς τα έχετε χάσει όλα από τους δυτικούς φίλους σας, που σας έχουν εξαθλιώσει και σας εξευτελίζουν. (Χρησιμοποίησε ακριβώς αυτές τις λέξεις περί εξαθλίωσης και εξευτελισμού μας από τους Ευρωπαίους!). Και συνέχισε εννοώντας ακριβώς: «Μερικά από αυτά που χάνετε τα δικαιούμαι εγώ. Δώστε τα μου και σας εγγυώμαι να μη χάσετε τα υπόλοιπα, διαφορετικά εγώ θα πάρω αυτά που μου ανήκουν, είτε απ’ ευθείας, είτε απαιτώντας και παζαρεύοντας με τους δικούς σας «φίλους» και «συμμάχους», κι εσείς κόψτε το λαιμό σας!».
Τα τελεσίγραφα βεβαίως απαντώνται. Ενίοτε όμως, όπως στη δική μας ελεεινή περίπτωση, καταπίνονται. Έτσι κι έγινε εν αναμονή της συνέχειας….
Και τη συνέχεια την ξέρουμε. Η Τουρκία συνεχίζει ακάθεκτη, παρά την υποτιθέμενη κρίση της τούρκικης λίρας και τον πληθωρισμό. Κι εμείς θριαμβολογούντες κατευοδώνουμε, παραδίδοντας όχι μόνο τα «ασημικά», αλλά τα ιερά και τα όσια της εθνικής μας ύπαρξης. Λες και δεν είμασταν πολύ καλύτερα από σήμερα, με δικό μας εθνικό νόμισμα, έστω και υποτιμημένο και με πληθωρισμό να τρέχει με 15 και 20%. Αλλά λαός με κοντή μνήμη μπορεί να χάφτει οποιοδήποτε παραμύθι του σερβίρουν οι εξ ίσου ημιμαθείς σπουδαιολογούντες προπαγανδιστές και οι κάθε λογής τυχοδιώκτες, που έχουν αναλάβει στην θέση των ταγών του.
Παρ’ όλα αυτά, ο Ερντογάν, διακρίνοντας καθαρά την κατάσταση που έχει περιέλθει η Ελλάδα και τον πλήρη έλεγχο που της ασκείται από την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και τους Αμερικανούς, που την χρησιμοποιούν ως «ασπίδα» και «δόρυ» απέναντί της, το τελευταίο που θα επεδίωκε θα ήταν μια τυχοδιωκτική πολεμική ενέργεια σε βάρος της.
Αντίθετα αυτό που φοβάται -και δεν το κρύβει- είναι μια ενδεχόμενη προβοκάτσια στο Αιγαίο με σκοπό να εμπλέξει την Τουρκία σε αθέλητη πολεμική περιπέτεια, με σκοπό τη δική της ρευστοποίηση και καθυπόταξή της στους σκοπούς της ανίερης δυτικής συμμαχίας, με αντάλλαγμα τη συνδιοίκηση στο Αιγαίο υπό τον έλεγχο του ΝΑΤΟ.
Διότι φυσικά, ούτε οι Αμερικανοί είναι τόσο ηλίθιοι για να χαρίσουν το Αιγαίο στους Τούρκους, μετατρέποντας την Τουρκία σε «αυτοκρατορία». Συνδιοίκηση προωθούν υπό τον απόλυτο έλεγχο του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, μέσω της ρευστοποίησης συνολικά της περιοχής τόσο δυτικά, όσο και ανατολικά της γραμμής θραύσης…
Αντίθετα απ’ ό,τι μπορεί να πιστεύουν οι διάφοροι επισπεύδοντες αναλυτές εδώ, στη συγκυρία, η Τουρκία ενδιαφέρεται περισσότερο από εμάς τους ίδιους, για την αποκατάσταση της εθνικής μας κυριαρχίας.
Με την Ελλάδα ανεξάρτητη κερδίζει το μείζον. Δηλαδή, τη δική της ανεξαρτησία κι ακεραιότητα που απειλούνται με τον τρόπο που περιγράφεται ανωτέρω, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υποστέλλει τις διεκδικήσεις της απέναντί μας με κανέναν τρόπο, τις οποίες θα εξακολουθεί να προβάλλει σε κάθε ευκαιρία.
Για τον λόγο αυτό εάν και εφ’ όσον η Ελλάδα αποφάσιζε να «σηκώσει» κεφάλι και να αντιδράσει αποτινάσσοντας τα δεσμά της ευρωκρατίας, η Τουρκία -σε αντιπαράθεση ήδη η ίδια με τη Δύση- δεν θα έκανε ποτέ το λάθος να μας επιτεθεί, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι κάτι τέτοιο θα στρέφονταν αμέσως εναντίον της, σπρώχνοντάς μας πίσω στη δυτική αγκαλιά και με τη Ρωσσία να μην μπορεί παρά να παίρνει ξεκάθαρη θέση, προκειμένου να διαφυλάξει τα δικά της καίρια συμφέροντα. Ούτε η Τουρκία ποτέ θα δέχονταν να παίξει τον ρόλο του μοχλού πίεσης της Ευρώπης και των Αμερικανών σε βάρος μας, γνωρίζοντας πολύ καλά, ότι τίποτε δεν χαρίζεται, και τα ανταλλάγματα που θα κληθεί να δώσει θα είναι υπέρτερα του όποιου κέρδους της. Είναι όμως ένας ρόλος που τόσο απερίσκεπτα έχουμε δεχθεί να παίξουμε εμείς σε βάρος της, με κίνδυνο να χάσουμε ό,τι μας έχει απομείνει.
Με την Ελλάδα όμως απόλυτα παραδομένη στους ευρωνατοϊκούς σχεδιασμούς, η Τουρκία δεν μπορεί παρά να γίνεται ολοένα και πιο ευάλωτη σε αυτούς τους σχεδιασμούς και προκειμένου να το αποφύγει, πέραν της συμμαχίας της με τη Ρωσσία, αναγκαστικά γίνεται ολοένα και πιο επιθετική απέναντί μας.
Μας αντιμετωπίζει γι’ αυτό που πραγματικά είμαστε.
Δηλαδή, ως αιχμή του δόρατος της δυτικής επιθετικότητας σε βάρος της, προκειμένου να διαφυλάξει τα νώτα της και να κερδίσει στο ατέρμονα αυτό παζάρι με τη Δύση, αφού κατανοεί πλήρως τόσο την αυξανόμενη πολυτιμότητά της γι’ αυτήν, όσο και ότι η χώρα μας καθίσταται, πέραν από μέσο εκβιασμού, ολοένα και πιο φτηνό ανταλλάξιμο είδος στα χέρια των επικυρίαρχων. Συνεπώς κάτω από αυτές τις συνθήκες δεν έχει κανένα λόγο να επιδείξει διαλλακτικότητα και υποχωρητικότητα. Αρκεί να αποφύγει μια απ’ ευθείας αναμέτρηση, που ενδεχομένως επιδιώξουν οι δυτικοί για να την εκβιάσουν.
Ωστόσο μια τέτοια εκβιαστική τακτική της Δύσης προς την Τουρκία, ακόμη και μέσω πολεμικής επιχείρησης με αφορμή τα «ελληνοτουρκικά» καθόλου δεν σημαίνει το παραμικρό όφελος γι’ εμάς. Αντίθετα η καταστροφή θα είναι πλήρης και μη αναστρέψιμη.
Για τον λόγο αυτό είναι εντελώς αδικαιολόγητη η στάση τόσο του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα, όσο και μιας μεγάλης μερίδας διανοουμένων και αναλυτών, που σπεύδουν να πανηγυρίζουν για την υποτιθέμενη αναβάθμιση της χώρας μας σε χώρα πρώτης γραμμής για τους δυτικούς και ότι μέσω αυτής της «αναβάθμισης» αποκρούομε τον «εξ Ανατολών» κίνδυνο. Διότι όχι μόνον δεν τον αποκρούομε, αλλά τον προκαλούμε κιόλας.
Πολύ χειρότερα, όταν αυτόν τον κίνδυνο τον επισείουν για να μας πείσουν, ότι δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από το καθεστώς χρεοκρατίας και ότι οποιαδήποτε ρήξη με την ευρωκρατία θα ήταν καταστροφική εξ αυτού.
Αντίθετα! Μια τέτοια ρήξη με ταυτόχρονη ενδυνάμωση της -ανύπαρκτης σήμερα κάτω από το βάρος του χρεοκρατικού καθεστώτος- κρατικής μας υπόστασης και ενίσχυσης της αποτρεπτικής μας ισχύος με ίδια μέσα, θα αναβάθμιζε πλήρως την γεωπολιτική μας αξία, αφού θα ακύρωνε στην πράξη τους ευρωνατοϊκούς σχεδιασμούς, τόσο σε βάρος μας, όσο και σε βάρος των γειτονικών χωρών και της ίδιας της Τουρκίας, ανατρέποντας από τη βάση του ολόκληρο το γεωπολιτικό διακύβευμα της περιοχής, με αναβαθμισμένο και τον ρόλο της Ρωσίας στη διατήρηση του διαμορφωμένου με βάση τις διεθνείς συνθήκες status quo στα Βαλκάνια, στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο.

Δεν υπάρχει δίλημμα


Πολλοί άπιστοι Θωμάδες θα αναρωτηθούν, αφού τα πράγματα είναι έτσι με την Τουρκία και το ενδιαφέρον της Δύσης τόσο ισχυρό, γιατί να μην καθίσουμε στ’ αυγά μας και ακολουθώντας πειθήνια τις εντολές των επικυρίαρχων να μην επωφεληθούμε από τις εξελίξεις τώρα που η Τουρκία αποκόπτεται και περνάει στην αντίθετη πλευρά; Και γιατί να μην επωφεληθούμε κι ενός τυχόν θερμού επεισοδίου με την Τουρκία, που θα κόψει τα φτερά της Άγκυρας; Από που προκύπτει ότι θα χάσουμε από μια τέτοια εξέλιξη, αφού οι σύμμαχοί μας θα μας προστατεύσουν;

Γιατί είναι κακό, στα Βαλκάνια, υπερβαίνοντας τους αναχρονιστικούς εθνικισμούς να μην συμφωνήσουμε στην οικοδόμηση μιας νέας αρχιτεκτονικής στην Βαλκανική προ όφελος όλων; Γιατί μέσω της σταδιακής «υπέρβασης» των συνόρων, με τις διαπεριφερειακές «συνεργασίες» και τις στρατηγικές εταιρικές σχέσεις με άλλους λαούς, η Ελλάδα να μπορέσει να ξεφύγει, να πάψει να απειλείται και οι Έλληνες να απολαύσουμε τα αγαθά μιας ταχύρρυθμης ανάπτυξης, πρωταγωνιστώντας στη Βαλκανική; Με τη μετατροπή μάλιστα της Βόρειας Ελλάδας (νότια Μακεδονία που πρέπει να κοιτάζει προς βορράν, κατά την νέα ορολογία της Ε.Ε. και του… ΣΥΡΙΖΑ) σε διεθνές διαμετακομιστικό εμπορικό κέντρο από και προς τη κεντρική και βόρεια Ευρώπη, τα οφέλη που θα προκύψουν θα είναι τεράστια. Γιατί, λοιπόν, να αρνούμαστε το ίδιο το «καλό» μας;
Συμφωνούμε! Πολύ ωραίο και εξαιρετικά μυρωδάτο το τυρί για να μας «τυφλώνει» και να μην βλέπουμε τη φάκα!
Διότι τίποτα δεν πρόκειται να απολαύσουμε απ’ όλα αυτά!
Οι σύμμαχοι αφού πετύχουν το σκοπό για τον οποίο θα μας βάλουν μπροστά, εφαρμόζοντας την τακτική του «μαστιγίου» προς την Τουρκία, θα διαπραγματευτούν μαζί της και θα της προσφέρουν εν είδει «καρότου» ό,τι αυτή διεκδικεί από εμάς, προκειμένου να γυρίσει στη «σφικτή» δυτική αγκαλιά εγκαταλείποντας την Ρωσσία.
Τα υπόλοιπα, οι Γερμανοί κατά κύριο λόγο θα τα απολαύσουν. Ίσως ένα κομμάτι οι Γάλλοι, ενώ οι Αμερικανοί θα εξακολουθήσουν στο ρόλο του «χωροφύλακα», εισπράττοντας τον φόρο υποτέλειας από όλους, προσφέροντας «προστασία».
Η δε Τουρκία, έτσι κι αλλιώς, θα βρει τον τρόπο να συμμετάσχει στο παιχνίδι, αποκομίζοντας οφέλη, διότι φαίνεται ότι διαθέτει καλύτερη… όραση από τη δική μας… όσφρηση.
Επειδή στην πραγματικότητα δεν υπάρχει δίλημμα επιλογής κηδεμόνα και δυνάστη. Αυτός μας έχει ήδη επιλέξει και παζαρεύει με τον άλλον….
Οι Γερμανοί δεν ήλθαν εδώ για να μας σώσουν. Οι Γερμανοί ήλθαν για να κερδίσουν και ως γνωστόν δεν χαρίζουν ούτε τον πυρετό τους!
Πέραν της διασφάλισης της εύκολης πρόσβασής τους στη Μεσόγειο, δια μέσου αυτού του ευρωπαϊκού «πρότζεκτ» μετατρέπεται ολόκληρη η Βαλκανική χερσόνησος σε μια ειδική οικονομική ζώνη υπερεκμετάλλευσης. Μια ειδική ζώνη, δίκην στρατοπέδου συγκέντρωσης, όπου θα ισχύουν ειδικά καθεστώτα φτηνής και πλήρως ελαστικοποιημένης εργασίας, προκειμένου η βορειοκεντρική Ευρώπη να γίνει ανταγωνιστική στις νέες αναδυόμενες οικονομίες της Ανατολής και ειδικότερα της Κίνας και της Ινδίας, εξασφαλίζοντας συνάμα εναλλακτικές ενεργειακές πηγές και μειώνοντας έτσι την ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσσία. Πέραν της επικυριαρχίας και της εκμετάλλευσης των πλουτοπαραγωγικών πηγών, και των ελεύθερων διαδρόμων εμπορίου κι ενέργειας, στρατιές φτηνών εργατικών χεριών χρειάζονται, απολύτως αναλώσιμων. Ας κοιτάξουμε και λίγο το μεταναστευτικό από αυτήν την οπτική. Τίποτα δεν γίνεται στην τύχη.

Εάν παραμείνει ένα κομμάτι Ελλάδας με σχετική αυτονομία κάτω από τον Όλυμπο (η παλιά Ελλάδα της Μελούνας), να παλεύει, να ξεχρεώσει ένα χρέος που δεν ξεχρεώνεται, είναι ζητούμενο….
Εάν η κοντόφθαλμη επιχειρηματική ελίτ της χώρας και το εθελόδουλο πολιτικό προσωπικό που διαπλέκεται μαζί της, πιστεύει ότι θα κερδίσουν μερτικό από τις εξελίξεις, πλανώνται πλάνην οικτράν! Διότι δεν υπάρχει ουδείς χώρος -και γι’ αυτούς. Είναι χρήσιμοι, όσο κάνουν τη δουλειά, μετά θα έλθει και το δικό τους τέλος.
Οποιοσδήποτε επιχειρηματίας, ας σκεφτεί σοβαρά, στη θέση ενός αντίστοιχου Γερμανού. Θα έβαζε συνέταιρο έναν Γερμανό, ή άλλον έστω και με μικρότερο ποσοστό στην επιχείρησή του; Μόνον εφ’ όσον και μέχρι εκεί που θα του ήταν χρήσιμος… Τόσο απλά!! Παραδίδοντας η επιχειρηματική τάξη ολόκληρη τη χώρα, για πόσο άραγε καιρό ακόμα θα είναι χρήσιμη στους Γερμανούς και τους άλλους Ευρωπαίους, ή στους Αμερικανούς;;; Τότε όμως θα είναι αργά για δάκρυα….

Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε;


Προϊόντος του χρόνου τα περιθώρια στένεψαν και οι επιλογές πλέον φαίνεται να είναι ελάχιστες. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν ευκαιρίες, αρκεί να τις κατανοήσουμε. Να πάψουμε να είμαστε δεδομένοι. Να γίνουμε απρόβλεπτοι!

Γιατί να είμαστε εμείς οι πιστότεροι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ;
Οι άτακτοι και οι «ζαβολιάρηδες», όπως και στην καθημερινή ζωή, φαίνεται ότι είναι οι μόνοι που κερδίζουν. Αυτοί που χάνουν δεν είναι αυτοί που πάνε με τον «σταυρό στο χέρι», αλλά αυτοί που νομίζουν, ότι θα κερδίσουν σε μια στημένη εξ αρχής παρτίδα και τελικά πιάνονται κορόιδα. Και τόσα χρόνια μόνο στη θέση του κορόιδου βρισκόμαστε….

Η γεωπολιτική θέση της χώρας μας, παρά την επικινδυνότητά της, ευρισκόμενη επάνω στο ρήγμα σύγκρουσης των μεγάλων δυνάμεων, είναι εξαιρετικά σημαντική ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο -και την αξία της μόνον εμείς δεν αντιλαμβανόμαστε και δεν την χρησιμοποιούμε. Καιρός λοιπόν να αντιληφθούμε πόσο μας έχουν ανάγκη, αντί να τους έχουμε εμείς.
Γιατί να ακολουθούμε πειθήνια τις εντολές του ευρωιερατείου; Ας τους πείσουμε, ότι είμαστε αποφασισμένοι ακόμα και να υποστούμε τις συνέπειες μιας ρήξης μαζί τους, έστω κι αν εμείς δεν την επιδιώκουμε και δεν θα τη θέλαμε (ενδεχομένως) -και ότι εξαρτάται αποκλειστικά από αυτούς. Αρκεί να είμαστε όντως αποφασισμένοι!
Απέναντι στην Τουρκία, αντί του κατευνασμού, καλλιεργώντας συνάμα το κλίμα για τη δημιουργία «θερμού» επεισοδίου, θα πρέπει να δείξουμε, ότι το οποιοδήποτε παραπάνω βήμα σε βάρος μας θα έχει για την ίδια τεράστιο κόστος, αλλά και για τη «συμμαχία».
Πόσο δύσκολο μας είναι άραγε να αποκαταστήσουμε τις σχέσεις μας με τη Ρωσία; Όχι διότι αναμένουμε από το «ξανθό γένος» να μας σώσει, αλλά γιατί είναι υπερδύναμη και ο λόγος της μετράει. Ο «μπουνταλάς» Ερντογάν είναι πιο έξυπνος από εμάς; Προσώρας φαίνεται ότι είναι!
Θα μπορούσαμε να γράφουμε πολλές σελίδες, για τα πλεονεκτήματα που έχουμε και δεν τα χρησιμοποιούμε, αλλά με την στάση μας τα μετατρέπουμε σε μειονεκτήματα σε βάρος μας.
Ωστόσο για να γίνουν όλα αυτά χρειάζεται πολιτική αλλαγή. Αυτό είναι το πρώτο και το πιο σπουδαίο. Αυτό το πολιτικό σύστημα πρέπει να παραδώσει και για να το κάνει πρέπει να καταρρεύσει. Ας το βοηθήσουμε!!!
Και οι επερχόμενες εκλογές ίσως δώσει μια πρώτη ευκαιρία. Ας το προσπαθήσουμε!
*Το άρθρο αυτό αποτελεί επικαιροποίηση και συμπλήρωση παλαιότερου που δημοσιεύτηκε με τίτλο «Το βαλκανικό ζήτημα και η εμπλοκή της Ελλάδας με απλά λόγια» και που οι εξελίξεις που ακολούθησαν μάλλον το επιβεβαιώνουν.
**Ο Όθωνας Κουμαρέλλας είναι Αρχιτέκτονας – μηχανικός και συγγραφέας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου