Δευτέρα 8 Απριλίου 2019

Bουλγαροτουρκικές σχέσεις μια σύντομη ανάλυση


Του Γιώργου Χρηστίδη* από το Άρδην τ. 114
Οπως είναι γνωστό, οι βουλγαροτουρκικές σχέσεις βίωσαν κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του ’80 μια ιδιαίτερα σοβαρή κρίση. Όχι τόσο λόγω της συμμετοχής των δύο κρατών στους δύο αντίπαλους γεωπολιτικούς συνασπισμούς, όσο εξαιτίας της μαζικής εξόδου της τουρκικής μειονότητας, το καλοκαίρι του 1989, την οποία πυροδότησε η πολιτική αφομοίωσης που εφάρμοσε το καθεστώς Ζίβκοφ από τα τέλη του 1984 μέχρι και το 1989. Οι διεθνείς συνθήκες, ωστόσο, ήταν πλέον απαγορευτικές για τέτοιου είδους εγχειρήματα σε ευρωπαϊκό έδαφος και η συγκεκριμένη πολιτική, επισήμως, εγκαταλείφθηκε τον Δεκέμβριο του 1989.
Για την Άγκυρα, ο σημαντικότερος παράγοντας που καθόρισε την πολιτική της απέναντι στη Σόφια, τόσο στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όσο και αργότερα, ήταν η ίδρυση και η απρόσκοπτη συμμετοχή στην πολιτική ζωή του μειονοτικού κόμματος, Κίνημα για Δικαιώματα και Ελευθερίες (ДПС). Η μειονότητα –η

σημαντικότερη, ας μην ξεχνάμε, αριθμητικά, τουρκική μειονότητα στα Βαλκάνια– αντιμετωπιζόταν και αντιμετωπίζεται, έως και σήμερα, από την Άγκυρα ως το κυριότερο εργαλείο της επιρροής της στο εσωτερικό της Βουλγαρίας. Κάτι που εξηγεί και τις τελευταίες απροκάλυπτες παρεμβάσεις της, όπως θα δούμε και παρακάτω.
Από την άλλη πλευρά, η αποκατάσταση και βελτίωση των βουλγαροτουρκικών σχέσεων ήταν για τη Σόφια μονόδρομος, μετά το 1989. Η αποδόμηση, αρχικά, του Ανατολικού Συνασπισμού και η διάλυση, στη συνέχεια, της ίδιας της Σοβιετικής Ένωσης, σε συνδυασμό με την άσχημη κατάσταση της οικονομίας της, δεν άφηναν πολλά περιθώρια: η Βουλγαρία έπρεπε να βελτιώσει τις σχέσεις της με τη Δύση, τόσο για να καλύψει τις αυξανόμενες οικονομικές της ανάγκες, όσο και για να αντιμετωπίσει το οξύ κενό ασφάλειας, στο οποίο πλέον είχε βρεθεί. Στο πλαίσιο αυτό, ευρωπαϊκές χώρες, αλλά ιδιαίτερα οι ΗΠΑ, ξεκαθάρισαν στη Σόφια ότι θα έπρεπε να εξομαλύνει τις σχέσεις της με την Άγκυρα. Κάτι που υπενθύμισε και ο ηγέτης του ДПС, ο ΆχμΕντ Ντογκάν, όταν δήλωσε χαρακτηριστικά ότι, για τη Βουλγαρία, «ο δρόμος για την Ευρώπη περνάει μέσα από τον Βόσπορο» (1).
Οι βουλγαροτουρκικές σχέσεις όντως βελτιώθηκαν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90. Ενδεικτικά, ας αναφερθεί ότι: τον Μάιο του 1992, υπογράφηκε Συνθήκη Φιλίας, Συνεργασίας και Ασφάλειας, ενώ, δύο μήνες νωρίτερα, ο Βούλγαρος υπουργός Άμυνας διακήρυξε ότι, στο νέο Αμυντικό Δόγμα της χώρας, η Τουρκία δεν θεωρείται απειλή. Συμφωνήθηκε μείωση των στρατιωτικών τους δυνάμεων στις συνοριακές περιοχές και εγκαινιάστηκε η διμερής στρατιωτική συνεργασία∙ οι τρεις συνοριακές διαφορές οι οποίες είτε προϋπήρχαν, είτε εμφανίστηκαν μετά το 1989 – οι οποίες αφορούσαν στην οριοθέτηση της συνοριακής γραμμής στο δέλτα του ποταμού Ρεζόφσκα, το εύρος των χωρικών υδάτων της Βουλγαρίας και μια συνοριακή διαφορά κοντά στην πόλη του Σβίλενγκραντ – επιλύθηκαν μέχρι τον Δεκέμβριο του 1997∙ οι διμερείς οικονομικές και εμπορικές σχέσεις γνώρισαν μια ανοδική πορεία∙ στο διπλωματικό πεδίο, θα πρέπει να αναφερθούν και οι τριμερείς συναντήσεις κορυφής Βουλγαρίας, Τουρκίας και Ρουμανίας, οι οποίες ξεκίνησαν το 1997 και στηρίχθηκαν σε μεγάλο βαθμό στις πολύ καλές σχέσεις που διαμόρφωσε ο Τούρκος πρόεδρος Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ με τους Βούλγαρους ομολόγους του, τον Ζέλιου Ζέλεφ και τον διάδοχό του, Πέταρ Στογιάνοφ (2).
Βέβαια, την ίδια περίοδο, δεν απουσίαζαν και οι εντάσεις, όπως και οι διμερείς διαφορές. Για παράδειγμα, Άγκυρα και Σόφια διαφώνησαν ως προς το ζήτημα της στρατιωτικής επέμβασης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, με την πρώτη να πιέζει διπλωματικά και να επιδιώκει συμμετοχή στις όποιες επιχειρήσεις, ενώ Βούλγαροι αξιωματούχοι υποστήριζαν ότι καμία βαλκανική χώρα δεν έπρεπε να λάβει μέρος σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στην πρώην Γιουγκοσλαβία, καθώς αυτό θα προκαλούσε περιφερειακές διαμάχες – μάλιστα, το 1993, η κυβέρνηση Μπέροφ αρνήθηκε να επιτρέψει τη διέλευση τουρκικών στρατευμάτων από τη Βουλγαρία, τα οποία κατευθύνονταν στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη για να συμμετάσχουν στις δυνάμεις των Ηνωμένων Εθνών∙ ενώ, από το 1993 και έπειτα, η Άγκυρα υποστήριζε ότι μέλη της κουρδικής οργάνωσης PKK έχουν βρει καταφύγιο στη Βουλγαρία, πιέζοντας τη Σόφια να πάρει μέτρα εναντίον τους (3).
Μετά το 2000, η Βουλγαρία ενίσχυσε τόσο τη διεθνή θέση της, όσο και τον φιλοδυτικό της προσανατολισμό (με την ένταξή της στο ΝΑΤΟ το 2004 και την ΕΕ το 2007), παρά τη σημαντική παράδοση ρωσοφιλίας στη χώρα. Την ίδια περίοδο, και συγκεκριμένα μετά το 2002, η Τουρκία εισέρχεται στον αστερισμό του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) και του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, βιώνοντας μια εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη και ασκώντας μια ιδιαίτερα δραστήρια εξωτερική πολιτική στις γύρω της περιοχές, συμπεριλαμβανομένων των Βαλκανίων. Οι βουλγαροτουρκικές σχέσεις κατέγραψαν μια ανοδική πορεία και μετά το 2000: Βουλγαρία και Τουρκία είναι, πλέον, και σύμμαχοι, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ∙ οι εμπορικές-οικονομικές τους σχέσεις διευρύνθηκαν σημαντικά, με την Τουρκία να αποτελεί μια από τις σημαντικότερες εξαγωγικές αγορές για τα βουλγαρικά προϊόντα (4)∙ ενώ, σε πολιτικό επίπεδο, μετά το 2000, ξεχωρίζει η συγκρότηση του Ανωτέρου Συμβουλίου Συνεργασίας Βουλγαρίας-Τουρκίας, το οποίο συγκλήθηκε τον Μάρτιο του 2012 και εκφράζει τη βούληση των δύο κρατών για στενότερη συνεργασία σε μια μεγάλη γκάμα θεμάτων, συμπεριλαμβανομένης της ενέργειας – με τη σύνδεση της Βουλγαρίας στο τουρκικό δίκτυο φυσικού αερίου, κάτι που θα κάνει δυνατή την προμήθεια αζερικού φυσικού αερίου, μειώνοντας την εξάρτηση της Βουλγαρίας από τις ρωσικές εισαγωγές – και των υποδομών, όπως η κατασκευή μιας σιδηροδρομικής γραμμής υψηλής ταχύτητας, που θα συνδέει τη Σόφια με την Κωνσταντινούπολη (5).
Ωστόσο, σε πολιτικό επίπεδο –και πέρα από τις εθιμοτυπικές διακηρύξεις «περί άριστων σχέσεων» ή «σχέσεων στρατηγικής συνεργασίας»– ανέκυψαν, και μετά το 2000, διαφορές και εντάσεις, όπως, για παράδειγμα, για το ζήτημα των αποζημιώσεων των περιουσιών των Βουλγάρων που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ανατολική Θράκη το 1913: ο πρώην πρόεδρος της Βουλγαρίας, Γκεόργκι Παρβάνοφ (2001-2011) το έθετε τακτικά στις συναντήσεις του με την τουρκική πολιτειακή ηγεσία (6), ενώ το ζήτημα τέθηκε και πιο πρόσφατα, στις 26 Μαρτίου 2018, από τον τωρινό πρόεδρο, τον Ρούμεν Ράντεφ (7).


Είναι, ωστόσο, οι προσπάθειες της Άγκυρας να επηρεάσει τα αποτελέσματα εκλογικών αναμετρήσεων στη Βουλγαρία που έχουν, κυρίως, προκαλέσει εντάσεις στις διμερείς σχέσεις. Καταρχάς, ας διευκρινιστεί ότι, με βάση τον νέο κώδικα ιθαγένειας που υιοθέτησε η βουλγαρική κυβέρνηση το 1998, έγινε δυνατή η κατοχή διπλής ιθαγένειας από Βούλγαρους πολίτες. Η νομοθετική αυτή αλλαγή επέτρεψε σε χιλιάδες Τούρκους μειονοτικούς της Βουλγαρίας, που είχαν καταφύγει στην Τουρκία για οικονομικούς ή άλλους λόγους και οι οποίοι είχαν αποκτήσει την τουρκική ιθαγένεια – για παράδειγμα, μόνο στα τέλη του 1989, η τουρκική ιθαγένεια δόθηκε σε 245.000 Βούλγαρους Τούρκους – να διεκδικήσουν εκ νέου τη βουλγαρική ιθαγένεια, αποκτώντας και πολιτικά δικαιώματα (8). Η ψήφος αυτής της ομάδας των Βούλγαρων Τούρκων με διπλή ιθαγένεια αποτέλεσε, από το 2001 κι έπειτα, ένα σημαντικό ατού στα χέρια του ДПС. Για παράδειγμα, στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2001, το ДПС έλαβε τις 39 από τις 50 χιλιάδες (9) ψήφους στην Τουρκία και, σ’ αυτές του 2005, τις 40 από τις περίπου 50 χιλιάδες, ενισχύοντας σημαντικά την εκλογική του θέση: την περίοδο 2001 με 2009, το ДПС συμμετείχε ως εταίρος σε δύο διαδοχικές κυβερνήσεις συνασπισμού στη Βουλγαρία (με κόμματα τόσο της κεντροδεξιάς όσο και της κεντροαριστεράς), μετατρεπόμενο ουσιαστικά στην τρίτη πολιτική δύναμη στη χώρα.
Οι στενές σχέσεις της ηγεσίας του ДПС με την Άγκυρα επέτρεπαν, μέχρι και πρόσφατα, στο πρώτο να μονοπωλεί τη μειονοτική ψήφο στην Τουρκία. Οι σχέσεις αυτές διατηρήθηκαν και μετά την αλλαγή στην ηγεσία του, τον Ιανουάριο του 2013, όταν τον Αχμέτ Ντογκάν διαδέχθηκε ο Λούτφι Μεστάν. Στα τέλη του 2015, ωστόσο, σημειώθηκαν δραματικές εξελίξεις: όλα ξεκίνησαν στα μέσα Δεκεμβρίου 2015, έπειτα από πρόταση του Μεστάν στο βουλγαρικό κοινοβούλιο, για την υιοθέτηση διακήρυξης-υποστήριξης προς την Τουρκία, μετά την κατάρριψη ρωσικού αεροσκάφους στα σύνορα με τη Συρία, στις 24 Νοεμβρίου 2015. Η συγκεκριμένη ενέργεια βρήκε αντίθετο τον πρώην πρόεδρο του Κινήματος, ο οποίος παρενέβη πολιτικά, στις 17 Δεκεμβρίου, με ομιλία του σε ηγετικά στελέχη του κόμματος, χαρακτηρίζοντας την πρωτοβουλία του Μεστάν «γκάφα» (10), ενώ, τις επόμενες ημέρες, στενός συνεργάτης του Ντογκάν ζήτησε από τον Μεστάν να υποβάλει την παραίτησή του από την ηγεσία του κόμματος, με τον τελευταίο να αρνείται, προσφεύγοντας και λαμβάνοντας την πολιτική-διπλωματική στήριξη της Τουρκίας. Η τουρκική πρεσβεία, μάλιστα, σε μια πρωτοφανή παρέμβαση στα εσωτερικά ζητήματα της Βουλγαρίας, κινητοποιήθηκε επικοινωνώντας με στελέχη του Κινήματος, σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει την πολιτική επιβίωση του Μεστάν. Στις 23 Δεκεμβρίου, σημειώθηκε και τηλεφωνική επικοινωνία του Τούρκου πρωθυπουργού, Αχμέτ Νταβούτογλου, με τον Βούλγαρο ομόλογό του, Μπόικο Μπορίσοφ, από τον οποίο ζήτησε να παρέμβει υπέρ του Μεστάν. Την επομένη, στις 24 Δεκεμβρίου, το κεντρικό συμβούλιο του Κινήματος, σε έκτακτη συνέλευσή του, αποφάσισε την απομάκρυνση του Μεστάν απ’ όλες τις ηγετικές θέσεις που κατείχε στο κόμμα, καθώς και την προσωρινή του αντικατάσταση από μια τριανδρία (11).
Οι εξελίξεις στο εσωτερικό του ДПС προκάλεσαν, όπως ήταν αναμενόμενο, μια έντονη συζήτηση στη Βουλγαρία. Η συμπεριφορά του τουρκικού κράτους απέναντι στη Βουλγαρία χαρακτηρίστηκε «καλυμμένα επιθετική» και ο Μεστάν κατηγορήθηκε ότι «επιδίωξε να μετατρέψει το ДПС σε ένα ισλαμικό κόμμα, απομακρύνοντάς το από τις κεμαλικές του ρίζες και στρέφοντάς το προς το ισλαμικό, κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης». Υπήρξαν και πολιτικές αντιδράσεις: ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του Πατριωτικού Μετώπου, Βαλέρι Σιμεόνοφ, δήλωσε χαρακτηριστικά ότι έπεσαν οι μάσκες και ότι «η Τουρκία θα συνεχίσει να παρεμβαίνει άμεσα στα εσωτερικά της Βουλγαρίας… ανεξαρτήτως του Λούτφι Μεστάν» (12), ενώ και ο Βούλγαρος πρωθυπουργός δεν έκρυψε τη δυσφορία του: «Είδατε μέσα σε λίγες ημέρες τι καταιγίδα σημειώθηκε και πραγματικά πολλές μάσκες έπεσαν, ότι όντως υπάρχει ενδιαφέρον για την… εσωτερική πολιτική (μας) κατάσταση, ότι υπάρχει η δυνατότητα να επηρεάζεται από την πλευρά της Τουρκίας» (13).
Στις 9 Απριλίου 2016, πραγματοποιήθηκε το ιδρυτικό συνέδριο ενός νέου πολιτικού κόμματος στη Βουλγαρία, με την ονομασία Δημοκράτες για την Ευθύνη, την Ελευθερία και την Ανεκτικότητα (ДОСТ), με ηγέτη τον πρώην αρχηγό του Κινήματος, Λούτφι Μεστάν. Ο Μεστάν διακήρυξε ότι το ДОСТ είναι ένα φιλελεύθερο κόμμα, ανοιχτό για κάθε Βούλγαρο, ανεξαρτήτως θρησκείας ή γλώσσας (14). Ωστόσο, η μειονοτική διάσταση του κόμματος ήταν σαφής, με κυρίαρχη την παρουσία μελών της τουρκικής μειονότητας, όπως και εκπροσώπων της σημαντικότερης οργάνωσης Βούλγαρων Τούρκων που ζουν στην Τουρκία. Το ίδιο σαφής ήταν και η υποστήριξη της Άγκυρας στο νέο πολιτικό κόμμα, με παρουσία στο συνέδριο τόσο του κυβερνώντος κόμματος (AKP), όσο και του Κινήματος Εθνικιστικής Δράσης και του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (15). Είχε προηγηθεί, στις 21 Φεβρουαρίου 2016, η απέλαση διπλωματικού υπαλλήλου του τουρκικού προξενείου στην πόλη Μπουργκάς, λόγω δραστηριοτήτων «ασυμβίβαστων με τη διπλωματική του ιδιότητα» (16)στις βουλγαρικές εκλογέςστις βουλγαρικές εκλογές. Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, οι βουλγαρικές αρχές δυσαρεστήθηκαν έντονα με την προσπάθεια του Τούρκου διπλωμάτη να εξασφαλίσει υποστήριξη στους κόλπους της τουρκικής μειονότητας υπέρ του Μεστάν –κάτι που απέρριψε η Άγκυρα, η οποία προχώρησε σε αντίποινα, απελαύνοντας διπλωμάτη από το βουλγαρικό προξενείο στην Κωνσταντινούπολη.
Ακόμη μεγαλύτερη ένταση προκλήθηκε εν όψει των βουλγαρικών κοινοβουλευτικών εκλογών της 26ης Μαρτίου 2017, λόγω της συστηματικής στήριξης της Άγκυρας προς το ДОСТ. Στις 6 Μαρτίου, ο Τούρκος πρέσβης στη Σόφια κλήθηκε στο βουλγαρικό ΥΠΕΞ για να δώσει εξηγήσεις ως προς την ανάμειξη της Τουρκίας στις βουλγαρικές εκλογές (17), ενώ, στις 17 Μαρτίου, οι βουλγαρικές αρχές προχώρησαν στην απέλαση ενός Τούρκου πολίτη και στην απαγόρευση εισόδου σε άλλους δύο, λόγω της εμπλοκής τους σε «αντισυνταγματικές δραστηριότητες», στρεφόμενες «εναντίον της κυριαρχίας του κράτους και της ενότητας του βουλγαρικού έθνους» (18). Στις 23 Μαρτίου, ο Ερντογάν κατηγόρησε τη Σόφια ότι ασκούσε πίεση σε Βούλγαρους Τούρκους στην Τουρκία, με τον πρόεδρο της Βουλγαρίας να απαντά ότι «η Βουλγαρία δεν δίνει, ούτε, όμως, δέχεται μαθήματα δημοκρατικής συμπεριφοράς, ιδιαίτερα από χώρες που δεν σέβονται το Κράτος Δικαίου» (19).
Η στήριξη της Άγκυρας προς το ДОСТ δεν είχε ωστόσο τα αναμενόμενα, γι’ αυτήν, αποτελέσματα: Το κόμμα συγκέντρωσε το 2,8% των ψήφων, αποτυγχάνοντας να εισέλθει στο κοινοβούλιο, ενώ το ДПС διατήρησε την κυρίαρχη πολιτικά θέση του στη μειονότητα, συγκεντρώνοντας το 9% (20).
Δεν είναι, όμως, μόνο η ανάμειξη της Άγκυρας στα εσωτερικά της Βουλγαρίας που ενοχλεί και προκαλεί ανασφάλεια στη Σόφια. Η κρίση των προσφυγικών/μεταναστευτικών ροών, στο προσκήνιο από το καλοκαίρι του 2015 και έπειτα, και οι χειρισμοί της βουλγαρικής κυβέρνησης, υπογραμμίζουν επίσης την ανασφάλεια της Σόφιας απέναντι στην Άγκυρα. Όπως ανέφερε εύστοχα άρθρο ελληνικής εφημερίδας, «ο Μπορίσοφ… διαβλέποντας τον κίνδυνο να τον πλημμυρίσει ο Ερντογάν με μερικές δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες, δεν δίστασε, για να τον καλοπιάσει, να του στείλει πεσκέσι έναν Τούρκο επιχειρηματία που είχε συλληφθεί το 2016 στη Σόφια ως «τρομοκράτης γκιουλενιστής», αγνοώντας την απόφαση του δικαστηρίου που είχε αποφανθεί ότι δεν έπρεπε να εκδοθεί! Και ο Ερντογάν δεν φάνηκε αχάριστος. Αύξησε τα μέτρα ασφαλείας, με αυστηρότατους ελέγχους που διενεργούν δυνάμεις της συνοριοφυλακής του σε βάθος τριάντα χιλιομέτρων στο τουρκικό έδαφος από τη συνοριογραμμή, έτσι ώστε να μη μπορούν οι ροές να προσεγγίσουν τη βουλγαρική μεθόριο…» (21).
Ένα άλλο ζήτημα που έχει προβληματίσει τις βουλγαρικές αρχές τα τελευταία χρόνια είναι αυτό της ανακαίνισης τζαμιών, με στόχο την επαναλειτουργία τους, όπως και ευρύτερα το ζήτημα της λεγόμενης «προστασίας και ανάδειξης της οθωμανικής κληρονομιάς» στη Βουλγαρία, μέσα από τη δράση ιδιωτών, καθώς και οργανώσεων (τόσο κρατικών όσο και μη) κυρίως της γειτονικής Τουρκίας. Για παράδειγμα, τον Ιούνιο του 2016, η βουλγαρική εισαγγελία άσκησε δίωξη εναντίον Τούρκου υπηκόου για παράνομες ενέργειες, καθώς κατηγορήθηκε ότι είχε προβεί σε εργασίες ανακαίνισης τζαμιού στην πόλη Σιλίστρα της βορειοανατολικής Βουλγαρίας, χωρίς να έχει εξασφαλίσει προηγούμενη άδεια από τις βουλγαρικές αρχές (22).

Αντί επιλόγου
Υπάρχουν κάποια σταθερά δεδομένα σε οποιαδήποτε ανάλυση των βουλγαροτουρκικών σχέσεων, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τον καθορισμό της στάσης της Σόφιας, όπως το βεβαρυμένο ιστορικό παρελθόν, η τεράστια ανισορροπία ισχύος ανάμεσα στα δύο κράτη και οι φιλοδοξίες της Άγκυρας. Η πλειοψηφία της βουλγαρικής κοινής γνώμης μάλλον δεν τρέφει ιδιαίτερα φιλικά αισθήματα προς την Τουρκία και θεωρεί ότι η Άγκυρα επιδιώκει να αυξήσει την επιρροή της στο εσωτερικό της Βουλγαρίας, μέσω της τουρκικής μειονότητας. Η βουλγαρική ελίτ, επίσης, αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό και ανησυχία τον πανίσχυρο γείτονα στα νοτιοανατολικά. Το Δεκέμβριο του 1990, ο τότε πρωθυπουργός της Βουλγαρίας Ντιμίταρ Ποπόφ – ο οποίος, μάλιστα, υποστήριζε την υιοθέτηση νομοθεσίας που θα απαγόρευε την αγορά γης από ξένους, ώστε να παρεμποδιστεί η εξαγορά γης από Τούρκους – είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ότι «η μουσουλμανική επιθετικότητα ξεκινάει τώρα και ότι θα πρέπει με κάποιο τρόπο να μπλοκαριστεί ώστε να μην εισβάλει στην Ευρώπη. Η Βουλγαρία έχει τη δυσάρεστη ιστορική μοίρα να αποτελεί το σύνορο που θα κρατήσει τους μουσουλμάνους έξω από την Ευρώπη» (23). Αν και παρόμοιες δηλώσεις δεν έχουν επαναληφθεί από τότε από τα χείλη πρωθυπουργών της Βουλγαρίας, δεν υπάρχει αμφιβολία πως η Σόφια αισθάνεται ανασφάλεια απέναντι σε μια Τουρκία που γίνεται ολοένα και πιο αυταρχική, ενώ δοκιμάζονται σοβαρά και οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Η τελευταία παράμετρος παίζει, επίσης, σημαντικό ρόλο στις βουλγαροτουρκικές σχέσεις, καθώς η Σόφια αποδίδει πρωτεύουσα σημασία στις σχέσεις της με την Ουάσιγκτον, τις Βρυξέλλες και, ιδιαίτερα, το Βερολίνο. Σε περίπτωση μάλιστα που ο Ερντογάν οδηγήσει σε ρήξη τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση, θα υπάρξουν καταλυτικές επιπτώσεις και για τις βουλγαροτουρκικές σχέσεις.

*αναπληρωτής καθηγητής Παν/μίου Μακεδονίας.
  1. Αναφέρεται σε Emil Tsenkov, “The Geopolitical Dilemmas of a Former Satellite”, Bulgarian Quarterly, χειμώνας 1991, τόμ. 1, τχ. 3, σ. 62
  2. Βλ. Yorgos Christidis, “Bulgarian-Turkish Relations, 1990-2003. The View from Abroad”, Bulgarian Historical Review, Σόφια, 1-2, 2005, pp. 167-186
  3. Όπ.π.
  4. “Bulgarian-Turkish relations are better than ever”, Bulgarian National Radio, 12 Απριλίου 2018, http://bnr.bg
  5. Όπ.π.
  6. Βλ. για παράδειγμα “Bulgarian, Turkish Heads of State Cordially Want All Issues Finally Settled”, novinite.com, 11 Ιουλίου 2011, https://www.novinite.com
  7. Βλ. για παράδειγμα “Bulgarian, Turkish Heads of State Cordially Want All Issues Finally Settled”, novinite.com, 11 Ιουλίου 2011, https://www.novinite.com
  8. Nurcan Özgür-Baklacioglu, “Dual Citizenship, Extraterritorial Elections and National Policies: Turkish Dual Citizens in the Bulgarian-Turkish Political Sphere”, δεν αναγράφεται ημερομηνία, σ. 321-23, http://src-h.slav.hokudai.ac.jp/coe21/publish/no9_ses/18_nurcan.pdf
  9. Όπ.π., σ. 328
  10. Στην ομιλία του ο Ντογκάν, αφού υπογράμμισε την επανεδραίωση της Ρωσίας στη διεθνή πολιτική σκηνή, πρόσθεσε ότι στην «περιοχή, και η Τουρκία επιθυμεί, εκτός από τη Ρωσία, να βρει τη θέση της στη διεθνή τάξη πραγμάτων, κάτι που μπορεί να γεννήσει ιδιαίτερα περίπλοκες… κρίσεις στην περιοχή των Βαλκανίων… Σε μια ιδιαίτερα σύνθετη περίοδο, τα πράγματα θα μπορούσαν να ανακατευτούν, προκαλώντας προβλήματα για πολλά χρόνια… Σκεφτείτε μόνοι σας μια ενδεχόμενη διαμάχη ανάμεσα στη Ρωσία και την Τουρκία. Για εμένα, ήταν γκάφα η διακήρυξη του κ. Μεστάν». “Новогодишната реч на Доган пред ДПС: Твърде насериозно съм се приел като пасивен наблюдател”, Дневник, 22 December 2015, www.dnevnik.bg
  11. “ДПС освободи Лютви Местан като председател и го изключи от партията”, Капитал,, 24.12.2015, www.capital.bg
  12. “ДПС освободи Лютви Местан като председател и го изключи от партията”, Капитал,, 24.12.2015, www.capital.bg
  13. Monitor, 31.12.2015, σ.4
  14. Венелина Стоянова, “Лютви Местан: ДОСТ е откровено натовска и европейска партия”, Vesti.bg, 10.04.2016, http://www.vesti.bg
  15. Венелина Стоянова, “Лютви Местан: ДОСТ е откровено натовска и европейска партия”, Vesti.bg, 10.04.2016, http://www.vesti.bg
  16. “Bulgaria ‘Declares Turkish Diplomat Persona Non Grata’”, novinite.com, 21.02.2016, www.novinite.com
  17. “Tensions rise as Bulgarian nationalists block Turkish border to bar ‘electoral tourism”, Turkish Minute, 24.03.2017,www.turkishminute.com
  18. “Само за ден ДАНС обяви трима турски граждани за заплаха за България”, Дневник, 17.03.2017, www.dnevnik.bg
  19. “Само за ден ДАНС обяви трима турски граждани за заплаха за България”, Дневник, 17.03.2017, www.dnevnik.bg
  20. Αποτελέσματα εκλογών σε Дневник, 28.03.2017, www.dnevnik.bg
  21. Με αποτέλεσμα, από τις αρχές του 2018, τα σύνορα Τουρκίας-Βουλγαρίας επιχείρησαν να περάσουν μόλις 356 πρόσφυγες και μετανάστες – το ίδιο διάστημα, τα ελληνοτουρκικά σύνορα στον Έβρο πέρασαν 2.700 πρόσφυγες και Τούρκοι πολίτες. Σταύρος Τζίμας, «Διπλωματικά παιχνίδια με φόντο τις ροές», Η Καθημερινή, 25.04.2018, www.kathimerini.gr
  22. “DANC e racledvala turckia grazdanin, obvinen za remont na dzamiata v Silistra”, Дневник, 16.06.2016, www.dnevnik.bg
  23. Dunkan M. Perry, “The New Prime Minister and the Moslems”, Report on Eastern Europe, τόμ. 2, τχ. 3, 18.01.1991, σ.10.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου