Κυρίες και κύριοι. Ο κόμης Λεβ Νικολάγεβιτς Τολστόι. Επί το κοινότερον, ο Λέων Τολστόι. Ένας, από τους κορυφαίους της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ένας, από τους σημαντικότερους στοχαστές όλων των εποχών.
Ο Τολστόι «μεγάλωσε» τον Γκόρκι, τον Τσέχοφ, τον Προυστ, τον Τόμας Μαν, τον Φόκνερ, τον Τζόις, αλλά και ενέπνευσε τον Γκάντι, τον Νέλσον Μαντέλα, τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.
Ο βίος του
Ο Λέων Τολστόι, γεννήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 1828 (28 Αυγούστου, με το παλαιό ημερολόγιο) στη Γιάσναγια Πολιάνα της Ρωσίας από αριστοκρατική οικογένεια. Ορφάνεψε, όμως, προτού κλείσει τα δέκα του χρόνια και από πατέρα και από μητέρα.

Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Καζάν ανατολικές γλώσσες και νομικά, μα δεν πήρε το πτυχίο του. Ήταν φύση ανήσυχη, γεμάτη σχέδια και αναμορφωτικές ιδέες, επηρεασμένες από τη Γαλλική Επανάσταση. Θέλησε να ανυψώσει τους Ρώσους χωρικούς, αγρότες και να μορφώσει τα παιδιά τους. Ίδρυσε, μάλιστα, και σχολείο και εξέδωσε παιδαγωγικό περιοδικό με τον τίτλο «Γιάσναγια Πολιάνα».
Έχοντας μεγάλα χρέη από τη χαρτοπαιξία, αποφάσισε να καταταγεί στο στρατό. Πήρε μέρος στον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856), όπου γνώρισε την ψυχή του ρώσου στρατιώτη και τη φρίκη του πολέμου. Ο αποτροπιασμός για τις φρικαλεότητες του πολέμου αυτού καθρεφτίστηκε στα «Διηγήματα της Σεβαστούπολης (1855-1859)». Στη συνέχεια ταξίδεψε στη Γαλλία, Ελβετία, Ιταλία και Γερμανία. Γυρίζοντας στη Ρωσία, παντρεύτηκε (1862), έκανε οικογένεια κι έζησε ευτυχισμένος «σαν πατριάρχης», όπως έγραψε ο ίδιος. Με την κατά 16 χρόνια μικρότερη σύζυγό του Σοφία Μπερς απέκτησε 13 παιδιά.

Την περίοδο εκείνη έγραψε τα δύο αριστουργήματά του «Πόλεμος και Ειρήνη» (1869), μια έξοχη απεικόνιση της ζωής και των συνθηκών της Ρωσίας στην περίοδο των ναπολεόντειων πολέμων, ένα από τα κορυφαία επιτεύγματα της ρεαλιστικής πεζογραφίας  και την «Άννα Καρένινα» (1877), την τραγωδία μιας γυναίκας που έπεσε θύμα της ψεύτικης και απάνθρωπης ηθικής της κοινωνίας.
Η ανησυχία του, όμως, ταράζει και πάλι τη ζωή του. Είχε τύψεις που ζούσε μέσα στα πλούτη, ενώ τόσοι άλλοι δυστυχούν. Θέλει να τα αφήσει όλα, περιουσία, οικογένεια, δόξα και να ζήσει απλά, σύμφωνα με τις ιδέες του. Αποφασίζει να εγκαταλείψει τα «εγκόσμια», να τα αρνηθεί όλα και να ζήσει μία απλή ζωή μέσα στη φύση. Άφησε την καταπιεστική και αυταρχική σύζυγό του να διαχειρίζεται την περιουσία κι εκείνος ζούσε μια λιτή σχεδόν φτωχική ζωή στα κτήματά του, όπου πλήθος άνθρωποι πήγαιναν να τον συναντήσουν και να μοιραστούν τη σοφία του.

Τότε γράφει τα έργα του με τα μεγάλα προβλήματα και τις υψηλές ηθικές αρχές της αγάπης, της καλοσύνης και της συμπόνοιας: «Πάτερ Σέργιος» (1898), «Σονάτα του Κρόιτσερ» (1889), «Κύριος και δούλος» (1895) και «Ανάσταση» (1899). Έγραψε, ακόμα, ένα δραματικό έργο, «Το κράτος του ζόφου» (1886) κι ένα θαυμάσιο μεγάλο διήγημα «Ο θάνατος του Ιβάν Ίλιτς» (1866).
Η ιδιότυπη θρησκευτικότητά του τον φέρνει σε αντιδικία με την εκκλησία της Ρωσίας, η οποία τον απέβαλε από τις τάξεις της το 1901.
Στις 20 Νοεμβρίου (7 Νοεμβρίου με το παλαιό ημερολόγιο) του 1910 ο σπουδαίος ρώσος συγγραφέας, «ο γίγας της ρωσικής γης», όπως τον αποκαλούν, άφησε την τελευταία του πνοή στη σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης Αστάκοβο της Ρωσίας.