Το «φόβητρο της Αριστεράς» κι ο «μικρός που μάθαινε γρήγορα»
Αποκαλυπτικό άρθρο της «Deutsche Welle» για τα κανάλια επικοινωνίας που διατηρούσε ο ΣΥΡΙΖΑ με την Μέρκελ ήδη από το 2012
«Το φόβητρο της Αριστεράς
δεν προκαλούσε σε κανέναν στο Βερολίνο ανατριχίλα – παρά τα δημόσια «Go
Back Mrs. Merkel» του Αλέξη Τσίπρα.
Η καγκελάριος ήταν πολύ καλύτερα ενημερωμένη για την κατάσταση των πραγμάτων στην Ελλάδα και τις προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ […]
Μετά τις εκλογές του 2012 το Βερολίνο διατηρούσε μέσω της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα και του τότε πρέσβη Βόλφγκανγκ Ντολντ ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Αποτέλεσμα αυτών των σχέσεων ήταν η συνάντηση Τσίπρα – Σόιμπλε
για τα οικονομικά της Ελλάδας τον Ιανουάριο του 2013 στο Βερολίνο. […]
τον Σεπτέμβριο του 2014 πραγματοποιείται στο Βερολίνο μια ίσως
σημαντικότερη συνάντηση.
Με πρωτοβουλία του τότε υφυπουργού Εργασίας και άλλοτε εκτελεστικού συμβούλου της ΕΚΤ Γιοργκ Άσμουσεν,
στελέχη των γερμανικών υπουργείων Οικονομικών και Οικονομίας συζητούσαν
για ώρες στο υπουργείο Εργασίας […] με τους Γιάννη Δραγασάκη, Γιώργο
Σταθάκη αλλά και Γιώργο Χουλιαράκη.
Οι Γερμανοί τεχνοκράτες κυριολεκτικά «ανέκριναν» τους εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ για τις προθέσεις τους εφόσον αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας.
Για μια ακόμη φορά το
Βερολίνο διαπίστωνε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε ανατρεπτική δύναμη συνιστούσε και
ούτε στόχευε στην έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη».
Το «φόβητρο της Αριστεράς» κι ο «μικρός που μάθαινε γρήγορα»
Τα παραπάνω που δημοσιεύτηκαν μέσα στη βδομάδα από την «Deutsche Welle»,και
βέβαια δεν διαψεύστηκαν, είναι αποκαλυπτικά για τους ανοιχτούς διαύλους
που διατηρούσε ήδη από το 2012 ο ΣΥΡΙΖΑ με τη γερμανική κυβέρνηση, που την ίδια περίοδο υποτίθεται ότι κατήγγειλε με «παχιά λόγια» και μεγάλες κουβέντες στο εσωτερικό.
Η «Deutsche Welle» αναφέρει ακόμα ότι στις διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν με την κυβέρνηση πλέον ΣΥΡΙΖΑ το πρώτο εξάμηνο του 2015:
«Η Άγκελα Μέρκελ σχημάτισε την εντύπωση ότι ο Αλ. Τσίπρας επιχειρηματολογεί επί της ουσίας, ότι όντως έχει την πρόθεση να βγάλει τη χώρα του από την οικονομική κρίση, ότι θέλει μεταρρυθμίσεις […] και ότι «ο μικρός μαθαίνει γρήγορα»,βασιζόμενη στη συνέπεια που επιδείκνυε ο κ. Τσίπρας στην υλοποίηση των μνημονιακών δεσμεύσεων, αλλά και η ταχύτητα με την οποία προσαρμοζόταν στο ευρωπαϊκό juste milieu» («χρυσή τομή»).
Οι αναφορές αυτές, όπως και παλιότερα δημοσιεύματα για τα «κανάλια επικοινωνίας»
του ΣΥΡΙΖΑ με κέντρα των ΗΠΑ, πολύ πριν αναλάβει τη διακυβέρνηση, αν μη
τι άλλο επιβεβαιώνουν ότι την περίοδο εκείνη, εν μέσω ανταγωνισμών και
σεναρίων για την πορεία της κρίσης στην Ευρωζώνη,
έκλεισαν πολλά «deals», που καμιά σχέση δεν είχαν βέβαια με τα «go back κυρία Μέρκελ»
και άλλα ευτράπελα, με τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ «κατάπιε» τις όποιες
αντιδράσεις υπήρχαν τότε στα μνημόνια και στην αντιλαϊκή πολιτική.
Οι νέες αυτές αποκαλύψεις επιβεβαιώνουν δηλαδή τη βρώμικη αποστολή που ανέλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ
ήδη από τότε για την αστική τάξη, την οποία βέβαια ολοκλήρωσε αμέσως
μετά ως κυβέρνηση, φορτώνοντας στον λαό ένα ακόμα μνημόνιο και
εκατοντάδες αντιλαϊκούς νόμους, αλλά και μπλέκοντας τη χώρα πολύ βαθύτερα στους αμερικανοΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς στην περιοχή.
Το «χρίσμα» άλλωστε της αστικής
διαχείρισης, από την αστική τάξη και πολύ περισσότερο τους
ιμπεριαλιστές, δεν δίνεται χωρίς τις ανάλογες δεσμεύσεις και
«διαβεβαιώσεις».
Επιβεβαιώνεται επίσης
ότι το ενδεχόμενο «εξόδου της χώρας από το ευρώ» «παίχτηκε» ως σενάριο
στο πλαίσιο μιας ευρύτερης αντιπαράθεσης και διαπραγμάτευσης για το
μέλλον της ΕΕ και της Ευρωζώνης, με βασικούς παίκτες τη Γερμανία, τη
Γαλλία, τις ΗΠΑ, τους θεσμούς της ΕΕ και το ΔΝΤ, καθώς και άλλων
επιχειρηματικών συμφερόντων και ότι δεν ήταν θέμα «επιλογής» της μιας ή
άλλης πολιτικής δύναμης.
Σε αυτήν την κατεύθυνση αξιοποιήθηκε η εξάμηνη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ με την ΕΕ και το ΔΝΤ, που γινόταν για λογαριασμό συμφερόντων τμημάτων του κεφαλαίου και με τη στήριξη «διεθνών» και κυρίως «υπερατλαντικών» συμμάχων.
Χωριό που φαίνεται…
Το περιεχόμενο άλλωστε της πολιτικής που θα ασκούσε ο ΣΥΡΙΖΑ, είχε διαφανεί εγκαίρως.
Τον Γενάρη του 2013, ο Αλ. Τσίπρας σε επίσκεψή του στις ΗΠΑ δήλωνε ευθαρσώς:
«Υπάρχει κάτι να φοβηθεί κανείς από την Αριστερά στην Ελλάδα; Με ποιο τρόπο είμαστε ριζοσπαστικοί;Οι κινδυνολόγοι θα σας πουν ότι το κόμμα μας, αν έρθει στην κυβέρνηση, θα σκίσει τη δανειακή σύμβαση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ, θα βγάλει τη χώρα έξω από την Ευρωζώνη, θα διακόψει τους δεσμούς της Ελλάδας με την πολιτισμένη Δύση, ότι η Ελλάδα θα γίνει μια νέα Βόρεια Κορέα.Αυτό είναι κινδυνολογία στα χειρότερά της. Ο ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα μου, δε θέλει τίποτα από αυτά. Ήμασταν πάντα, και πάντα θα παραμείνουμε, ένα ευρωπαϊκό κόμμα…Έτσι, αν οι ριζοσπαστικές πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ δεν αφορούν στο να βγάλει την Ελλάδα από την Ευρωζώνη. Και αν δεν πρόκειται να σκίσει τις συμφωνίες μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, τι σημαίνει η ετικέτα μας ως Ριζοσπαστικής Αριστεράς;Σημαίνει ότι είμαστε έτοιμοι για ριζικές μεταρρυθμίσεις στο κράτος, ώστε να δημιουργηθεί ένα σταθερό περιβάλλον δικαιοσύνης, αναδιανομής του πλούτου και επενδύσεων».
Και ποια γνώμη σχημάτισαν ήδη από τότε οι «οικοδεσπότες» του στην Αμερική;
Ο γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Brookings, Μπιλ Άνθολις, δήλωνε ότι ο Αλ. Τσίπρας έκανε:
«Προσπάθεια να πείσει το αμερικανικό κατεστημένο ότι δεν αποτελεί ανατρεπτική δύναμη και δεν προσπαθεί να γκρεμίσει τον δυτικό καπιταλισμό».
και «ένα καλό πρώτο βήμα» σε αυτή την κατεύθυνση.
Ακόμα:
«Υπήρχε αρχικά μια ανησυχία […] Οποιοσδήποτε ηγείται ενός πολιτικού φορέα που ονομάζεται Ριζοσπαστικός Συνασπισμός της Αριστεράς, προκαλεί σκεπτικισμό εδώ.Και για αυτό τον ρώτησα και του έδωσα την ευκαιρία να εξηγήσει ότι ίσως εκπροσωπεί κάτι λιγότερο ριζοσπαστικό από ό,τι φαίνεται εκ πρώτης όψεως».
Ο Ντομένικο Λομπάρντι, στέλεχος του Broοkings, δήλωνε στη «Wall Street Journal» ότι:
«Αυτό το ταξίδι δείχνει τη συνεχή εξέλιξη του πολιτικού του προφίλ προς μια σοσιαλδημοκρατική κατεύθυνση».
Αλλά και στην ΕΕ ο ΣΥΡΙΖΑ βρήκε εξαρχής ένθερμους υποστηρικτές.
Πρώτος και καλύτερος ο πρώην πρόεδρος της Κομισιόν Ρομάνο Πρόντι (αρχιτέκτονας της Συνθήκης της Λισαβόνας, του Ευρωσυντάγματος και άλλων αντιδραστικών αντιλαϊκών περγαμηνών), που δήλωνε στο συνέδριο του ιδρύματος «The European House: Ambrosetti», στη λίμνη Κόμο της Ιταλίας, τον Σεπτέμβρη του 2014:
«Ανέπτυξε (ο Τσίπρας) έναν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα διάλογο, με εποικοδομητική διαλεκτική. Δεν ζήσαμε τίποτα από τα όσα αντιστοιχούν στις γραφικές συγκρούσεις που κάποιοι έχουν στο μυαλό τους, για τέτοιου είδους συναντήσεις. Ήταν θετικό και για τον Αλέξη Τσίπρα και για εμάς».
Και τα επόμενα χρόνια τα εύσημα διαδέχονταν το ένα το άλλο.
Ο γ.γ. του ΟΟΣΑ Άνχελ Γκουρία χαρακτήριζε τον Τσίπρα:
«Το ανερχόμενο αστέρι της διεθνούς σκηνής»!
Ο Ευρωπαίος επίτροπος Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί δήλωνε:
«Μετά τον φόβο μου όταν ανέβηκε στην εξουσία το 2015, στο πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα τελικά ανακάλυψα έναν λαμπρό, επιδέξιο και γενναίο άνθρωπο που πέτυχε να μεταστρέψει το λαό του.Αποκαλύφθηκε πολιτικός άνδρας. Με τον Αλέξη Τσίπρα, τον επικεφαλής της ελληνικής ριζοσπαστικής αριστεράς, που έγινε επικεφαλής μίας «υπεύθυνης» αριστεράς, η συνεννόηση ήταν καλή. Ο Τσίπρας προτίμησε να κάνει ρεαλιστική πολιτική…»
Το «φόβητρο της Αριστεράς» κι ο «μικρός που μάθαινε γρήγορα»
Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν εκτός
των άλλων και ότι η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν προδιαγεγραμμένη και μόνο
κακόγουστο αστείο ήταν τα παραμύθια περί:
«Ριζοσπαστικής δύναμης», που δήθεν «ξεστράτισε κάπου στην πορεία»,
όπως λέγαν τότε και πολύ περισσότερο μετά το δημοψήφισμα του 2015 οι κάθε λογής οπορτουνιστές
που έβαζαν πλάτη ώστε να οδηγηθεί ο λαός μια ώρα αρχύτερα στην παγίδα,
στον εγκλωβισμό του στην πολιτική του κεφαλαίου, με «ριζοσπαστική»
μάσκα.
Επιβεβαιώνεται επίσης ότι η όλη διαπραγμάτευση από τον Γενάρη μέχρι τον Ιούλη του 2015 δεν αφορούσε ποτέ τα λαϊκά συμφέροντα, αλλά αποτέλεσε παζάρι ανάμεσα σε επιχειρηματικά συμφέροντα και με πλάτες ισχυρών διεθνών δυνάμεων.
Άλλωστε, η καπιταλιστική οικονομία και εξουσία έχει τους δικούς της νόμους.
Σε ανύποπτο χρόνο, το μακρινό 2014, το εξηγούσε και ο τότε πρόεδρος του ΣΕΒ Δ. Δασκαλόπουλος,
όταν δήλωνε σε συνέντευξή του πως καθόλου δεν τον ανησυχούσε το να
γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση, γιατί ανεξάρτητα από τη «ρητορική» και τα
«ιδεογράμματα» του κάθε κόμματος:
«Έχει κι η σύγχρονη οικονομική πραγματικότητα ορισμένα, ας πούμε, «δόγματα». Ένα από αυτά λέει ότι […] η προοπτική μιας νέας ανάπτυξης μπορεί να προέλθει σήμερα μόνο από τις δυνάμεις της παραγωγικής οικονομίας. Ποια κυβέρνηση μπορεί να το αγνοήσει αυτό και να επιτύχει;».
Μερικούς μήνες μετά τον Νοέμβρη του 2014 και ελάχιστους πριν ο ΣΥΡΙΖΑ αναλάβει τη διακυβέρνηση, και ο πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς, Μ. Σάλλας,
απαντώντας σε ερώτημα δημοσιογράφου σχετικά με το αν η άνοδος του
ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία μπορεί να λειτουργήσει ως φόβητρο για τις ξένες
αγορές, απάντησε:
«Η χώρα έχει δημοκρατία. Έχει υιοθετήσει τον πρώτο πυλώνα της Ευρώπης, που είναι η κοινοβουλευτική δημοκρατία. Άρα, λοιπόν, είναι ανοιχτή η πόρτα σε αυτούς που πιστεύουν στην κοινοβουλευτική δημοκρατία.Ο δεύτερος μεγάλος πυλώνας είναι η αγορά, για την υποστήριξη της ανάπτυξης, της εξέλιξης και της τεχνολογίας. Επομένως, εγώ δεν ανησυχώ για τίποτα στην περίπτωση που υπάρχουν υιοθετημένες και εφαρμοζόμενες οι βασικές ευρωπαϊκές αρχές».
Την ίδια περίοδο, ο τότε
υπουργός Οικονομικών, Γκ. Χαρδούβελης, σχολιάζοντας την εξέλιξη των
διαβουλεύσεων με την τρόϊκα, παραδεχόταν ότι:
«Το ΔΝΤ εμφανίζεται αδιάφορο για το πολιτικό κλίμα στην Ελλάδα»,
παραδοχή που μεταφράστηκε στον αστικό Τύπο ως εξής:
«Δεν μας νοιάζει ποιος θα είναι κυβέρνηση».
Εκτοτε κύλησε νερό στ’ αυλάκι, για να φτάσουμε στη ΔΕΘ του 2018 και στην αποτίμηση των διακηρύξεων απ’ το βήμα της εκ μέρους των εργοδοτικών ενώσεων (Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων, ΕΣΕΕ) που «έτριβαν τα χέρια» τους, καθώς διαπίστωναν ότι οι εκπρόσωποι των κομμάτων της αστικής διαχείρισης, «όλοι υιοθέτησαν παρόμοια ατζέντα».
Ενώ μόλις πρόσφατα, λίγο πριν την αλλαγή σκυτάλης στην αστική διακυβέρνηση, ο ΣΕΒ διαπίστωνε με ικανοποίηση ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ νομοθέτησε πάνω από το 65% των «προτάσεών» του, παροτρύνοντας την επόμενη κυβέρνηση να συνεχίσει στον ίδιο καλό δρόμο.
Την ταύτιση στα βασικά αυτά ζητούμενα παρουσίαζε με εύγλωττο τρόπο και ο δημοσιογράφος – βουλευτής πλέον της ΝΔ, Μπ. Παπαδημητρίου – σχολιάζοντας πως:
«Τα προγράμματα ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ είναι το εξής ένα. Το θέμα είναι ποιο θα εμπιστευτείς. Θα εμπιστευτείς το πραγματικό προϊόν να στο βγάλει πέρα, ή θα εμπιστευτείς το κατά μίμηση προϊόν και μάλιστα της τελευταίας στιγμής;»
Πρόκειται για παραδοχή «εκ των ων ουκ άνευ»!
Μια ματιά στα προγράμματα, στις διακηρύξεις, στις δεσμεύσεις που το καθένα απ’ αυτά τα δύο κόμματα έχει αναλάβει απέναντι στο εγχώριο κεφάλαιο και στις διεθνείς οργανώσεις του, αρκεί για να την επιβεβαιώσει.
Μια ανάγνωση των ομιλιών Τσίπρα και
Μητσοτάκη σε Ελληνοαμερικανικά Επιμελητήρια, στις Γενικές Συνελεύσεις
του ΣΕΒ, στα συνέδρια του ΣΕΤΕ είναι υπεραρκετή να πείσει και τον πλέον
καχύποπτο για τη σύμπλευση των δύο βασικών «παικτών» του αστικού
πολιτικού συστήματος,
για το ότι το «πρόγραμμα» παρά τις επιμέρους διαφορές είναι «το εξής ένα», αυτό που υπαγορεύουν οι στρατηγικοί στόχοι της αστικής τάξης, των επιχειρηματικών ομίλων.
Αυτός είναι εξάλλου και σήμερα ο «μπούσουλας»
και στις διεργασίες «μετασχηματισμού» του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να
ανταποκρίνεται στο ρόλο του στις νέες συνθήκες ως ο ένας εκ των δύο
βασικών «πυλώνων» της αστικής διακυβέρνησης,
σήμερα ασκώντας «υπεύθυνη» και «εποικοδομητική» αντιπολίτευση
από τη σκοπιά των στόχων του κεφαλαίου και υπερασπιζόμενος τη δική του
αντιλαϊκή «παρακαταθήκη», αύριο ως αξιόπιστη εναλλακτική για την αστική
διαχείριση.
Πηγή: Ριζοσπάστης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου