Τι συμβαίνει στην πραγματικότητα;
Του Δημήτριου Χρ. Αλβανού*Όλο το 2017 από τα ΜΜΕ ακούγαμε ότι επιτέλους ψηφίστηκε νόμος για την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών των δανειοληπτών με τις τράπεζες, που θα έδιδε τη δυνατότητα αποφυγής της πολύχρονης δικαστικής διαδικασίας και θα έλυνε τα χέρια των στελεχών των τραπεζών. Η αντίληψη που έχει κάποιος είναι ότι, για πρώτη φορά, τράπεζες και δανειολήπτες μπορούν να λύσουν τις διαφορές τους χωρίς την ταλαιπωρία της δικαστικής διαμάχης. Η πραγματικότητα βέβαια είναι τελείως διαφορετική και ως συνήθως οι δανειολήπτες
βομβαρδίζονται από «μισές αλήθειες», δεδομένου ότι εξωδικαστική επίλυση των ιδιωτικών διαφορών προβλέπεται εδώ και χρόνια σε αρκετά νομοθετήματα.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι, ήδη από το 2010, υπάρχει ο νόμος 3898/2010, ο οποίος, σε εκτέλεση κοινοτικής οδηγίας (2008/52/ΕΚ), δίδει τη δυνατότητα να λυθεί η διαφορά σύντομα με τον θεσμό της διαμεσολάβησης. Η παραπάνω διαδικασία πραγματώνεται με τη βοήθεια κοινά αποδεκτού πιστοποιημένου διαμεσολαβητή. Η διαδικασία μπορεί να τερματιστεί ακόμη και αυθημερόν και το συνταχθέν πρακτικό έχει ουσιαστικά ισχύ τελεσίδικης δικαστικής απόφασης. Επίσης ο ΚΠολΔ, στο άρθρο 214Β, εδώ και πολλά χρόνια δίδει τη δυνατότητα στα δύο μέρη να λύσουν τη διαφορά τους ενώπιον κάποιου δικαστή, ο οποίος ενεργεί ουσιαστικά ως «διαιτητής» ανάμεσά τους, αποφεύγοντας τη μακροχρόνια και πολυδάπανη δικαστική αντιδικία.
Ακόμη και ο νόμος για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, ο Νόμος Κατσέλη, όπως τον ξέρουμε (νόμος 3869/2010 με τις τροποποιήσεις του), στην αρχική του μορφή προέβλεπε υποχρεωτικά στάδιο εξωδικαστικής επίλυσης. Το παραπάνω προδικαστικό στάδιο προέβλεπε και την υποχρεωτική μάλιστα σύνταξη-υπογραφή σχετικού πρακτικού. Ουσιαστικά, βέβαια, καμία συμφωνία δεν γινόταν και όλες οι αιτήσεις μοιραία κατέληγαν στις αίθουσες των ειρηνοδικείων, φορτώνοντας τα πινάκια και οδηγώντας σε υπερβολικά μεγάλες χρονικές καθυστερήσεις.
Ο λόγος που ο εξωδικαστικός τρόπος επίλυσης των διαφορών με τις τράπεζες δεν έχει εφαρμοστεί είναι πολύ απλός: Δεν τον αποδέχονται ούτε στο ελάχιστο τα στελέχη των τραπεζών, τα οποία έχουν συνηθίσει να «ρυθμίζουν» τα δάνεια από θέση ισχύος και ουσιαστικά να επιβάλουν την θέλησή τους στους δανειολήπτες. Τα στελέχη των τραπεζών λοιπόν αρνούνται πεισματικά να δεχθούν μια διαδικασία όπου τα δύο μέρη είναι ισότιμα. Προτιμούν να δίδουν έτοιμα, από πριν, διατυπωμένα κείμενα ρυθμίσεων, τα οποία οι δανειολήπτες αποδέχονται χωρίς να μπορούν να διαπραγματευθούν το παραμικρό, συχνά μάλιστα δεν παίρνουν ούτε καν αντίγραφο για να ξέρουν τι έχουν υπογράψει. Η παραπάνω απροθυμία, μαζί με την άγνοια των νόμων και την ευθυνοφοβία των τραπεζικών στελεχών, έχει ωτε φάκτο καταργήσει την όποια ισότιμη διαπραγμάτευση και εξωδικαστική επίλυση των διαφορών μεταξύ τράπεζας και δανειολήπτη.
Χρειάζεται εκπαίδευση και γνώση του αντικειμένου από τους υπαλλήλους των τραπεζών. Επίσης, από την πλευρά των δανειοληπτών χρειάζεται γνώση των δικαιωμάτων τους. Πάνω από όλα είναι αναγκαία η αλλαγή νοοτροπίας και συμπεριφοράς, προκειμένου να λύνονται οι διαφορές εξωδικαστικά, χωρίς να χρειάζεται η πολύχρονη, πολυδάπανη και επίπονη δικαστική διαδικασία. Δυστυχώς, ένα μεγάλο κομμάτι των δανειοληπτών δεν ασκεί τα δικαιώματά του έναντι των τραπεζών και τις αντιμετωπίζει σαν να ασκούν δημόσια εξουσία, ενώ είναι ιδιωτικές ανώνυμες εταιρείες με σκοπό το κέρδος.
* Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου