του Σταύρου Λυγερού
Όπως είναι γνωστό,
η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη για τα επόμενα χρόνια να έχει πρωτογενές πλεόνασμα
3,5% του ΑΕΠ. Όταν κατά γενική ομολογία η οικονομία είναι στα γόνατα, λόγω και
έλλειψης ρευστότητας, μία τέτοιου επίπεδου αφαίμαξη δεν αφήνει περιθώρια για να
ξανασταθεί στα πόδια της. Ας παρακάμψουμε προς στιγμή τις συνεπαγόμενες
δραματικές κοινωνικές επιπτώσεις. Ας μείνουμε στο στενά οικονομικό επίπεδο.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΕ, το 22,2% των Ελλήνων
επιβιώνει σε συνθήκες ένδειας. Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που οι ληξιπρόθεσμες
οφειλές των φορολογουμένων προς το δημόσιο αυξάνονται με ρυθμό που φθάνει μέχρι
και ένα δισ. ευρώ το μήνα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι έχει εξαντληθεί η γενική
φοροδοτική ικανότητα του πληθυσμού.
Η επιβολή νέων φορολογικών βαρών θα ρίξει στον γκρεμό και
επιχειρήσεις και νοικοκυριά που μέχρι τώρα εξαντλούσαν όλα τα περιθώρια για να
είναι συνεπή στις υποχρεώσεις τους. Εκτός αυτού, θα λειτουργήσει ως κίνητρο για
τη φυγή από την Ελλάδα υγιών επιχειρήσεων, αλλά και ως αντικίνητρο για νέες
παραγωγικές επενδύσεις και για επιχειρηματικές πρωτοβουλίες από νέους
επιστήμονες.
Φοροδιαφυγή και δημόσιες δαπάνες
Προφανώς, υπάρχουν στρώματα που έχουν φοροδιαφύγει και
συνεχίζουν να φοροδιαφεύγουν. Και σ’ αυτό το επίπεδο πρέπει να ληφθούν
συστηματικά και στοχευμένα μέτρα, τα οποία ούτε αυτή η κυβέρνηση έχει λάβει,
παρά την αντίθετη ρητορική της. Είναι αληθές ότι έγινε προσπάθεια και ότι της
έβαλαν εμπόδια, αλλά αυτό μόνο εν μέρει δικαιολογεί τα πενιχρά αποτελέσματα.
Αν και με τις δραστικές περικοπές των δημοσίων δαπανών μαζί
με την υποβάθμιση των προσφερομένων υπηρεσιών έχει περιορισθεί και η σπατάλη,
παραμένει ζητούμενο η μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας των δημοσίων
δαπανών.
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με μία από μηδενική βάση
επανεξέταση κάθε δημόσιας δαπάνης με σκοπό την αξιολόγηση της αποδοτικότητας
και της σκοπιμότητάς της. Μία τέτοια διαδικασία όχι μόνο θα εξοικονομούσε
πόρους, αλλά και θα διευκόλυνε την παραγωγική ανασυγκρότηση του κράτους.
Οικονομία ζόμπι
Αυτός, όμως, είναι ο δύσκολος δρόμος, τον οποίο δεν δείχνει
ικανή να ακολουθήσει η κυβέρνηση Τσίπρα, όπως δεν τον ακολούθησαν και οι
προηγούμενες. Αυτό που έκαναν και σε γενικές γραμμές συνεχίζει η σημερινή
κυβέρνηση, υπό την καθοδήγηση της Τρόικας, είναι οριζόντιες περικοπές, οι
οποίες έχουν καταστήσει άκρως προβληματική τη λειτουργία ζωτικών λειτουργιών
του κράτους.
Ακόμα και έτσι, όμως, η επιβολή πρόσθετων εξοντωτικών μέτρων
λιτότητας το μόνο που θα καταφέρουν είναι να μετατρέψουν την ελληνική οικονομία
σε ζόμπι. Και μία οικονομία ζόμπι δεν μπορεί να παράγει υψηλά πρωτογενή
πλεονάσματα και μάλιστα για πολλά χρόνια.
Ο μόνος τρόπος για να μπορέσει η Ελλάδα να αποπληρώσει το
χρέος της είναι να τεθεί σε τροχιά ανάπτυξης. Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι αφενός
η διάλυση του κλίματος αβεβαιότητας που σκοτώνει την οικονομία, αφετέρου η
δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για μεγάλες παραγωγικές επενδύσεις.
Κίνητρα για σοβαρές επενδύσεις
Οι επενδυτές δεν ενδιαφέρονται μόνο για χαμηλό κόστος
εργασίας και για περικοπή των εργασιακών δικαιωμάτων. Αυτά, άλλωστε, έχουν σε
μεγάλο βαθμό ήδη συντελεστεί. Στην περίπτωση της Ελλάδας ενδιαφέρονται πολύ
περισσότερο για μία σειρά άλλους παράγοντες, όπως είναι ο καθαρός οικονομικός
ορίζοντας, οι σταθεροί κανόνες και η μείωση της εξοντωτικής φορολογίας.
Αναγκαία, αλλά όχι και ικανή συνθήκη για να καθαρίσει ο
οικονομικός ορίζοντας είναι η οριστική γενναία μείωση του χρέους. Τα
σημαντικότερα διεθνή οικονομικά ινστιτούτα συγκλίνουν στη θέση ότι το κούρεμα
(όχι απλώς η αναδιάρθρωση) του ελληνικού χρέους είναι επιβεβλημένο και ως εκ
τούτου αναπόφευκτο.
Γερμανικά παιχνίδια με το χρέος
Ο Σόιμπλε δεν χάνει ευκαιρία να δηλώνει πως η αναδιάρθρωση
δεν είναι του παρόντος. Ακόμα πιο ωμός ήταν ο επικεφαλής του γερμανικής
κεντρικής τράπεζας Βάιντμαν. Σε μία κρίση οικονομικού εθνικισμού, είχε δηλώσει
το 2016 πως αυτό που έχει σημασία είναι να επιτευχθεί βιώσιμο πλεόνασμα και όχι
η αναδιάρθρωση του χρέους. Προφανώς, γι’ αυτόν σημασία έχει το πρωτογενές
πλεόνασμα του 3,5%, επειδή θα του εξασφαλίσει αποπληρωμή του χρέους.
Το επιχείρημα του Σόιμπλε είναι πως μέχρι το 2022 η Ελλάδα
έχει εξασφαλίσει περίοδο χάριτος. Άρα, το βάρος που σηκώνει δεν είναι μεγάλο.
Από λογιστικής απόψεως έχει δίκιο. Το χρέος, ωστόσο, δεν είναι μόνο λογιστικό
μέγεθος. Είναι και οικονομικό μέγεθος.
Το μη βιώσιμο χρέος είναι παράγοντας οικονομικής
αβεβαιότητας που απωθεί τις παραγωγικές επενδύσεις, τις οποίες η Ελλάδα έχει
ζωτική ανάγκη. Την προφανή αυτή αλήθεια έχει αναγνωρίσει δημοσίως και η
Λαγκάρντ. Όσο το χρέος παραμένει στα ύψη, τόσο η ελληνική οικονομία θα
παραμένει στα γόνατα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου