Τετάρτη 29 Μαρτίου 2017

Μια απάντηση στον κ. Μπουτάρη για τα όσα είπε την 25η Μαρτίου


ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ - ΕΠΕΤΕΙΟΣ 25ης ΜΑΡΤΙΟΥ 1821 - ΠΑΡΕΛΑΣΗ
Από την σελίδα της δημοτικής κίνησης Μένουμε Θεσσαλονίκη
Αναδημοσιεύουμε το σχετικό κεφάλαιο για τα πογκρόμ που εξαπέλυσε η οθωμανική κατοχική διοίκηση εναντίον των Ελλήνων το 1821 στην Θεσσαλονίκη από το βιβλίο του Γ. Ταχόπουλου, ως ελάχιστη οφειλόμενη απάντηση σε όλα αυτά τα απαράδεκτα που είπε και έκανε ο –δυστυχώς– δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης, στο πλαίσιο των εορτασμών της πόλης για την 25η Μαρτίου.
Είναι λογικό, ένας τοπικός άρχοντας που έχει συνδέσει την δημαρχία του με το γενικό ξεπούλημα της πόλης στα γρόσια και τα φλουριά των μεγάλων
γεωπολιτικών και οικονομικών συμφερόντων, να νοιώθει έντονη δυσαρέσκεια μπροστά στην θύμηση όλων εκείνων που αντέταξαν ξίφος στο ξίφος του κατακτητή για την Ελευθερία μας.
Ούτως ή άλλως, όσα αντιπροσωπεύει η Επανάσταση του 1821 αποτελούν ηθικά, αξιακά, συμβολικά μια μεγάλη απειλή για την ακραία κυνική, εθελόδουλη πολιτική του.
Υ.Γ. Δεν ακούσαμε τον Γιάννη Μπουτάρη να έχει την ίδια παιγνιώδη, αποδομητική διάθεση όταν υποδέχτηκε τους Τούρκους ομολόγους του, από το Δημαρχείο της Σμύρνης, πέρυσι την άνοιξη. Εκεί, μόνον καλά λόγια βρήκε να πει για τον μέγα σφαγέα των λαών της Μικρασίας, Κεμάλ Ατατούρκ. Ας είναι· αυτά καταγράφονται στην ιστορία, το ποιους τίμησε ένας δήμαρχος και ποιους υποτίμησε. Να είναι σίγουρος ότι αυτά θα θυμούνται οι Θεσσαλονικείς του μέλλοντος, και όχι τα παχιά λόγια και τα εξώφυλλα στα φανταζίστικα περιοδικά που τον κολακεύουν.
Μένουμε Θεσσαλονίκη

1821*
Λίγο πριν αρχίσει την περιγραφή των σφαγών στην πόλη στα 1821 ο Μ. Μαζάουερ αναφέρει[1] την επανάσταση «πατριωτικών στοιχείων» στη Μακεδονία, χωρίς να εξηγήσει για ποιο λόγο κάποιοι που ζούσαν υπό τόσο ανεκτικό καθεστώς σκέφτηκαν την επανάσταση. Την αποδίδει στις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης λόγω της ανάπτυξης του ελληνικού εμπορίου γιατί κατά τα άλλα δεν υπήρχε (τόσο μεγάλη) καταπίεση. Ενάντια σε ένα τέτοιο υπερβολικό τονισμό του εμπορικού στοιχείου μπορούν να ειπωθούν τα εξής: Οι «μη έμποροι» Σέρβοι είχαν επαναστατήσει νωρίτερα από τους «έμπορους Έλληνες», στα 1804. Κάτι τέτοιο αντικρούει την άποψη ότι οι έμποροι συναντούσαν δυσκολίες ενώ οι αγροτικοί (κατά Ένγκελς Νοτιοσλαβικοί) πληθυσμοί δεν είχαν προβλήματα.
Ο Χαϊρουλλάχ ιμπν Σινασή Μεχμέτ αγάς (1792-περ. 1849), μολλάς (δικαστής α΄ βαθμού) Θεσ/κης μεταξύ 1820-21 και μετέπειτα καδής Κων/πολης, υποβάλει στον Μαχμούτ Β΄ τον Σεπτέμβριο του 1821 το «Οδοιπορικό» του (Σεγιαχατναμέ) στην Θεσ/κη[2]. Μόλις φθάνει τον 9ο/1820 πληροφορείται ότι φυλακίζεται κάποιος Έλληνας, ο οποίος μάθαινε στα παιδιά του ένα απαγορευμένο τραγούδι κάποιου Θεσσαλού, προφανώς του Ρήγα (σ. 423). Παράλληλα φυλακίζονται στον Λευκό Πύργο Έλληνες που μαζεύονταν στον Άγιο Μηνά και συζητούσαν για τον φονευθέντα Γρηγόριο Ε΄ (σ. 426), ενώ θανατώνεται ένας Έλληνας ο οποίος ετοιμαζόταν να φύγει για την Βλαχία με σκοπό να ξεσηκώσει τους ραγιάδες (σ. 426). Πληροφορούμενος ο Γιουσούφ μπέης την επανάσταση στην Πελοπόννησο και έχοντας πληροφορίες ότι θα επαναστατούσαν και οι Θεσσαλονικείς, για να προλάβει το κακό φυλακίζει πάνω από τετρακόσιους Έλληνες, τους οποίους μαστιγώνει και θανατώνει ακόμα (σ. 427). Όπως γράφει ο Χαϊρουλλάχ, οι Έλληνες ήταν έτοιμοι να ξεσηκωθούν, και στα γύρω χωριά είχαν αρχίσει τις μάχες με τους Τούρκους. Για αντίποινα ο Γιουσούφ εκτελεί διακόσιους ομήρους (σ. 427). Από τότε η πόλη μεταβλήθηκε σε ένα απέραντο σφαγείο.
Για να εκδικηθεί τους Ρωμιούς ο Γιουσούφ μπέης διατάζει τους στρατιώτες του να γυρνούν τους δρόμους της πόλης και να σκοτώνουν αλύπητα κάθε χριστιανό που θα συναντούσαν, όπως και έγινε. Κάθε μέρα και νύχτα ο Χαϊρουλλάχ δεν άκουγε τίποτε άλλο στους δρόμους παρά φωνές, κλάματα, βογγυσμούς. Φονεύονταν μικρά παιδιά και έγκυες (σ. 427). Στις 18/19-5-1821 έφεραν μπροστά στον Γιουσούφ τους πρόκριτους και τον μητροπολίτη Κίτρους Μακάριο ο οποίος κομματιάζεται στη μεγάλη πλατεία του Καπανιού. Κάποιος Χρίστος Μενεξές απαγχονίζεται στον μεγάλο πλάτανο της Ροτόντα (σ. 428). Τα παρακάτω, που ο Μ.Μ. δεν αναφέρει[3], είχαν ως εξής. Του παπα-Γιάννη, ιερέα του Αγίου Μηνά, κόβουν τα χέρια και τα πόδια, κι έπειτα κρατώντας τα κομμένα χέρια του, με τα δάχτυλά του τού έβγαλαν τα μάτια του. Ταυτόχρονα «ο μαινόμενος τουρκικός όχλος και πλείστοι Ισραηλίται και Λεβαντίνοι, παροτρυνόμενοι από τας τουρκικάς αρχάς, ετράπησαν προς την λεηλασίαν και διαρπαγήν των ελληνικών περιουσιών με λύσσα πρωτοφανή»[4].
Στα οθωμανικά φιρμάνια που αναφέρονται στην επανάσταση των Μακεδόνων το 1821 οι επαναστατημένοι Έλληνες χαρακτηρίζονται «ουτιδανοί», «κακοποιοί», «ταπεινοί», «απαίσιοι» κ.λπ. Εν τω μεταξύ πολλοί Έλληνες έχουν καταφύγει στη Μητρόπολη, αλλά οι Μουσουλμάνοι σπάζουν τις πόρτες, μπαίνουν μέσα, και όσους δεν δολοφονούν επιτόπου, τους δένουν δυο-δυο, τους μεταφέρουν στο Καπάνι, όπου και τους σφαγιάζουν. Έπειτα μαζεύουν τα κεφάλια και τα στέλνουν ως δώρο στον Γιουσούφ (σ. 428). Μόνοι φιλάνθρωποι Τούρκοι είναι εκτός του Χαϊρουλλάχ κάποιοι δερβίσηδες ενός διπλανού τεκέ, οι οποίοι έκρυψαν λιγοστούς χριστιανούς. «Αι περισσότεραι θανατικαί εκτελέσεις των χριστιανών εγένοντο εις το Καπάνι… Πολλοί μελλοθάνατοι, για ν’ αποφύγουν τα βασανιστήρια αυτά, επλήρωναν και τους εκρεμούσαν ή στον ένα ή στον άλλο πλάτανο, στην πόρτα της Καλαμαριάς ή στην πόρτα του Βαρδαρίου»[5].
«Η όψη της Θεσσαλονίκης είναι φρικτή, οι πλατείες της γεμάτες από πασσάλους και οι επάλξεις του Επταπυργίου στεφανωμένες με κεφάλια. Οι εκκλησίες έχουν μετατραπεί σε φυλακές, όπως αναφέρουν όχι μόνον οι γραπτές, αλλά και οι προφορικές παραδόσεις, που σώζονται ακόμη ώς σήμερα: στην εκκλησία του Αγ. Αθανασίου είχαν φυλακιστεί πολλοί Έλληνες, κυρίως γέροι και γυναικόπαιδα, που τους άφησαν χωρίς τροφή και νερό. Συνηθισμένος τόπος βασανιστηρίων και ανασκολοπισμών ήταν για πολύν καιρό η περιοχή γύρω από την Πύλη της Καλαμαρίας (Πλατεία Συντριβανίου) ώς τους Στρατώνες»[6]. Οι πεθαμένοι πετάγονταν στη θάλασσα. Όταν οι άλλες εκκλησίες που είχαν χρησιμεύσει ως φυλακές είχαν αδειάσει, στον Άγ. Αθανάσιο παρέμεναν ακόμη φυλακισμένοι. «Η φοβερή δυσοσμία που γέμιζε την ατμόσφαιρα ανάγκασε μερικούς γείτονες ν’ ανοίξουν ένα βραδάκι την εκκλησία. Και τότε βρέθηκαν εμπρός σ’ ένα φοβερό θέαμα. Καμιά εκατοστή πτώματα βρίσκονταν καταγής στις πλάκες σε αποσύνθεση: είχαν πεθάνει από την πείνα και τη δίψα»[7].
«Άνω των τριών χιλιάδων Ελλήνων υπολογίζομεν ότι εσφάγησαν… ξένος δε συγγραφεύς αναβιβάζει τα θύματα εις είκοσι πέντε χιλιάδας, έχων προφανώς υπ’ όψιν του και τας χιλιάδας των αιχμαλώτων και ομήρων εκ της λοιπής Μακεδονίας, οίτινες, μεταφερόμενοι τμηματικώς, εθανατούντω εν Θεσσαλονίκη»[8]. Ο Χαϊρουλλάχ υπολογίζει τους νεκρούς Έλληνες σε πάνω από τριάντα χιλιάδες. Από τους 20-25 χιλιάδες Έλληνες απομένουν –λόγω σφαγών και φυγής– 8 χιλιάδες.
Πέρα από τις σφαγές, στην Θεσσαλονίκη συγκεντρώνονται σκλαβωμένοι Έλληνες από τις τριγύρω επαναστατημένες περιοχές για να πωληθούν. «Η καταστρεπτική μανία των Τούρκων ξαπλώνεται και προς την άλλη ακτή του Θερμαϊκού, προς την κατεύθυνση του Κολυνδρού και της Κατερίνης. Τώρα καίονται τα ελληνικά χωριά και οι κωμοπόλεις και οι φλόγες τους φαίνονται από την Θεσσαλονίκη. Επίσης τα γύρω απ’ αυτήν χωριά ερημώνονται… Καραβάνια σκλαβωμένων γυναικών και παιδιών οδεύουν προς τη Θεσσαλονίκη»[9]. Μετά την καταστροφή της Νάουσας και της Χαλκιδικής: «φτάνουν στην Θεσσαλονίκη νέα καραβάνια σκλάβων γυναικόπαιδων… Τα χαρέμια Θεσσαλονίκης, Σερρών, Δράμας, Καβάλας και πολλών άλλων τόπων είχαν γεμίσει… Επίσης στις αγορές της Θεσσαλονίκης εκποιούνταν σωροί από λάφυρα, ιδίως ασημένια και χρυσά… Τότε από την προσφορά τόσο έπεσε η τιμή των πολύτιμων μετάλλων… Μετά το γυρισμό του στη Θεσσαλονίκη ο Μεχμέτ Εμίν εκτελεί παραπάνω από 60 άτομα, που είχαν σταλή στην πόλη ως αιχμάλωτοι»[10]. Εξήντα δύο ελληνικά χωριά στη Χαλκιδική και εκατόν είκοσι στο Βέρμιο και τα Πιέρια καταστράφηκαν[11], μια πραγματική γενοκτονία. Και έπρεπε να φτάσουμε ώς τα 1876, μετά τη σφαγή των δυτικών προξένων, για να πάψουν τα περιστατικά που καθιστούν ανούσια κάθε συζήτηση περί καλής παλιάς πολυεθνικής Θεσσαλονίκης.
* Γιάννης Ταχόπουλος, Η Θεσσαλονίκη, ο Μαζάουερ και τα φαντάσματα του οθωμανισμού, Εναλλακτικές Εκδόσεις, 2012, σελ. 101-106.
[1] Θεσσαλονίκη, Πόλη των Φαντασμάτων, σελ. 172.
[2] Στα ελληνικά από τον Αβρ. Ν. Παπάζογλου, «Η Θεσσαλονίκη τον Μάιον του 1821», Μακεδονικά τ. 1, Θεσσαλονίκη 1940, σσ. 417-428.
[3] ΘΠΦ, σσ. 170-76.
[4] Ι.Κ. Βασδραβέλλη, Οι Μακεδόνες κατά την επανάστασιν του 1821, ό.π. , σ. 128.
[5] Απ. Βακαλόπουλου, «Η Θεσσαλονίκη και η Ελληνική Επανάσταση του 1821» στη συλλ. Παγκαρπία…, ό.π., σ. 89.
[6] Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, σ. 304.
[7] Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, σ. 307.
[8] Ι.Κ. Βασδραβέλλη, Οι Μακεδόνες…, ό.π., σ. 129.
[9] Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Μακεδονίας 1354-1833, σσ. 565-6.
[10] Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Μακεδονίας 1354-1833, σσ. 599-600.
[11] Ι.Κ. Βασδραβέλλη, Οι Μακεδόνες κατά την επανάστασιν του 1821, σσ. 162, 194.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου