Αθηνά Βογιατζόγλου, Ποίηση και πολεμική. Μια βιογραφία του Γιώργου Κοτζιούλα, Εκδόσεις Κίχλη, Αθήνα 2016
Του Σπύρου Κουτρούλη από την Ρήξη φ. 125
Η
έκδοση της βιογραφίας του Γ. Κοτζιούλα από την Αθηνά Βογιατζόγλου1
υπήρξε η αφορμή για να ξαναθυμηθούμε και να επαναξιολογήσουμε τη
σύντομη, αλλά εξαιρετικά παραγωγική και ουσιαστική παρουσία του.
Ο Ν. Βαγενάς έγραψε στο ΒΗΜΑ (26.6.2016) για τον Κοτζιούλα, ότι πρόκειται για «μια ρωμαλέα ποιητική φωνή», ενός ποιητή « που δεν έχει πάρει τη θέση που του αξίζει στην ιστορία της λογοτεχνίας μας». Βεβαίως το έργο του Κοτζιούλα απλώνεται με το ίδιο ενδιαφέρον για τον αναγνώστη του στον πεζό λόγο, με
πιο γνωστό
το «Όταν ήμουν με τον Άρη», και άλλα, όπως η συλλογή διηγημάτων, «Πικρή
ζωή» (επανεκδόθηκαν και τα δύο από τις εκδόσεις «Δρόμων»), αλλά και τα
θεατρικά έργα που ανέβασε στο βουνό στη διάρκεια της εθνικής αντίστασης.
Συγχρόνως, πολλές ιστοσελίδες όπως του Ν. Σαραντάκου και της Σ.
Κολοτούρου αναφέρονται συχνά στον Γ. Κοτζιούλα και παρουσιάζουν συχνά
δυσεύρετα κείμενα του, όπως αυτό για τη νεώτερη ποίηση.Ο Ν. Βαγενάς έγραψε στο ΒΗΜΑ (26.6.2016) για τον Κοτζιούλα, ότι πρόκειται για «μια ρωμαλέα ποιητική φωνή», ενός ποιητή « που δεν έχει πάρει τη θέση που του αξίζει στην ιστορία της λογοτεχνίας μας». Βεβαίως το έργο του Κοτζιούλα απλώνεται με το ίδιο ενδιαφέρον για τον αναγνώστη του στον πεζό λόγο, με
Αλλά δείγμα μιας καθολικής αναγνώρισης, που έχει αρχίσει πλέον να απολαμβάνει το έργο του, είναι ότι το 2013, σε δύο έργα του, τη συλλογή ποιημάτων και την «Πικρή ζωή», φιλοτέχνησε τα εξώφυλλά τους ο Αλέκος Φασιανός, ενώ η παρουσίασή τους πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και συμμετείχαν, μεταξύ άλλων, ο γλύπτης Θ. Παπαγιάννης και ο ζωγράφος π. Σ.Σκλήρης.
Ο Κοτζιούλας είναι γέννημα των Τζουμέρκων. Η ιδιοσυγκρασία του διαπλάστηκε από τις εμπειρίες που είχε μεγαλώνοντας στον τόπο του, από την παράδοσή του και ιδιαίτερα τα δημοτικά τραγούδια και την Ορθοδοξία. Έτσι, συχνές είναι οι αναφορές του στους ήρωες του ’21 και στον Πατρο-Κοσμά. Η συμμετοχή του στην εθνική αντίσταση υπήρξε μια άλλη πηγή σημαντικών εμπειριών, που όμως δεν προίκισαν τον λόγο με φανατισμό, αλλά με απογοήτευση για τη μεταπολεμική τύχη της.
Η επιμελήτρια του έργου του, Σωτηρία Μελετίου, στην εισαγωγή της «Πικρής ζωής» καταλήγει πως «η ιδεολογία του Κοτζιούλα, που διατρέχει τη ζωή του και το έργο του, αφορμάται από και αναφέρεται σε δύο κύριες κατευθύνσεις: χριστιανική ισότητα και κοινωνική απελευθέρωση με δικαιοσύνη. Η χριστιανική πίστη του είναι διάχυτη σε όλο το έργο του. Είναι μελετητής των γραφών και της διδασκαλίας του Χριστού, αλλά παρατηρητής της δράσης και της συμπεριφοράς του κλήρου, που άλλοτε σέβεται και θαυμάζει κι άλλοτε σχολιάζει και επικρίνει. Ο Κοτζιούλας, με τη ζωή και το έργο του, πασχίζει να παντρέψει “ενορατικά” τον χριστιανισμό με τον σοσιαλισμό, είναι μαχητικά ειρηνικός και ειρηνικά μαχητικός. Κι όταν ακόμη στρατεύεται σε «πολιτικά σύνολα», δεν θυσιάζει την αυτόνομη σκέψη του. Πνεύμα ανυπότακτο κι ελεύθερο, προτιμά να ακολουθεί το δικό του δρόμο μοναχικός μαχητής, πολλές φορές εγκαταλειμμένος. Στρατεύεται για να κάνει τον κόσμο καλύτερο, για να εξαλείψει τις αδικίες και τις ανισότητες. Αυτό αποτελεί το κοινωνικό και εθνικό όραμά του. Αυτό τελικά είναι και το «πολιτικό» του στίγμα»2.
Η γλώσσα του Γ.Κοτζιούλα είναι ζωντανή, γλαφυρή και γεμάτη από ηπειρώτικους ιδιωματισμούς. Περιγράφει μια φτώχεια αδιανόητη στον σύγχρονο άνθρωπο, που τον τοποθετεί κοντά στον Α. Παπαδιαμάντη, τον οποίο άλλωστε θαύμαζε. Ένας της άλλης όχθης από αυτόν, ο Δ.Τσάκωνας, γράφει ότι ο Κοτζιούλας διακρίνεται από ήθος ανθρωπιάς ευγενικής και πολιτισμένης, χρησιμοποιεί μέσους τόνους, αποφεύγει τα ξεφωνητά και τις θεαματικές εκρήξεις, ενώ με υπερηφάνεια δείχνει τις πληγές του στον ήλιο3.
Το 1939 ο Κοτζιούλας θα περιοδεύσει τις σημαντικότερες μονές και σκήτες του Αγίου Όρους. Θα μας δώσει μια μοναδική περιγραφή του χώρου, αλλά και των ανθρώπων που μονάζουν ή το επισκέπτονται, στο εκτενές διήγημά του «Περιδιαβάζοντας στο Άγιο Όρος», που δημοσιεύθηκε αρχικά σε δεκαέξι συνέχειες στο περιοδικό «Νεοελληνικά Γράμματα» από τον Νοέμβριο του 1939 έως τον Απρίλιο του 1940. Παρόμοιων κατευθύνσεων είναι και το σύντομο διήγημά του «Ξωκλήσια και εικονίσματα».
Στο έργο του, «Όταν ήμουν με τον Άρη», βλέπει στην Εθνική Αντίσταση να ξαναζεί το ’21. Εκτός από τον Άρη, εξαίρει τον καπετάν Μπελή, που αντιμετώπισε «μια μεγάλη απειλή για τη φυλετική μας ενότητα απ’ ορισμένους βλαχόφωνους της Πίνδου, που έδρασαν με την υποστήριξη των Ιταλών, τη λεγόμενη λεγεώνα, κατατάσσοντας σ’ αυτήν με τη βία ή τη δωροδοκία όσους μπορούσαν»4. Βεβαίως ο πιο κοντινός του, ψυχικά, υπήρξε ο παπα-Ανυπόμονος. Ο τρόπος που περιγράφει τους Μαυροσκούφηδες αποκαλύπτει την προσήλωσή του στην ορθόδοξη κοινοβιακότητα: «Ήταν οργανωμένοι σαν όλους τους αντάρτες, βέβαια, αλλά μ’ έναν τρόπο ακόμα πιο αυστηρό. Για όποιον έχει ιδέα καλογερικής, έμοιαζαν κάπως με κοινοβίτες. Είχαν αυτοδιοίκηση, κάναν συνελεύσεις. Εκεί γινόταν ελεύθερη κριτική και αυτοκριτική… Ο Άρης αγαπούσε τους Μαυροσκούφηδες σαν παιδιά του. Τους ήξερε, τους πρόσεχε, όσο ένας ηγούμενος, τους καλογέρους»5.
Σημειώσεις
1. Αθηνά Βογιατζόγλου, Ποίηση και πολεμική; Μια βιογραφία του Γ.Κοτζιούλα, εκδόσεις Κίχλη, Αθήνα 2015
2. Γ. Κοτζιούλας, Πικρή ζωή και άλλα πεζογραφήματα- επιλογή από το έργο του, εισαγωγή-επιμέλεια-σχόλια Σωτηρία Μελετίου, εκδόσεις Δρόμων, Αθήνα 2016, σελ. 21.
3. Δ.Τσάκωνα, Η γενιά του ‘30- τα πριν και τα μετά, εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα 1989, σελ.469 και 472.
4. Γ.Κοτζιούλα, Όταν ήμουν με τον Άρη-αναμνήσεις και μαρτυρίες, σχόλια Β. Τζούκας, επίμετρο Μ. Μερακλής, φιλολογική επιμέλεια Σωτηρία Μελετίου, εκδόσεις Δρόμων, Αθήνα 2015, σελ. 106.
5. Ό.π. σελ. 108 και σελ. 109.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου