Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2019

«Μασάζ» για παραχώρηση κυριαρχίας

Γιώργος Παπαϊωάννου


Προετοιμασία στο εσωτερικό για την αποδοχή «λύσεων» υποταγής στον τουρκικό επεκτατισμό


Ο πολιτικός κόσμος στην Ελλάδα έχει από καιρό πάρει το μήνυμα από τους διεθνείς παράγοντες. Η Τουρκία είναι σημαντική για τη Δύση και μια πλήρης αποσκίρτησή της θα κόστιζε πολύ στο ευρωατλαντικό στρατόπεδο. Η Ελλάδα δεν μπορεί να διατηρήσει το σημερινό «στάτους» και πρέπει να ικανοποιήσει τις περισσότερες από τις απαιτήσεις της Άγκυρας. Αυτό, που είναι φανερό ότι με όλους τους τρόπους έχει μεταφερθεί στην Αθήνα, εξηγεί πολλά «ανεξήγητα» γύρω από τη συμπεριφορά του πολιτικού προσωπικού απέναντι στις προκλήσεις Ερντογάν.

Έχουμε μπει στη φάση κατά την οποία ο πολιτικός κόσμος προετοιμάζει μεθοδικά τον ελληνικό λαό να αποδεχτεί μεγάλες υποχωρήσεις απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό. Πέρα από πραγματικές και προσχηματικές αποχρώσεις στελεχών τους, κυρίως η Ν.Δ., ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ ομονοούν επί της ουσίας στο σημείο αυτό. Οι όποιοι διαχωρισμοί μάλιστα, είναι περισσότερο «οριζόντιοι» στο εσωτερικό των κομμάτων, παρά τα διαφοροποιούν μεταξύ τους.

Οι «λαγοί»


Η προετοιμασία χρειάζεται και κάποιους να λένε φωναχτά την εξέλιξη που μεθοδεύεται. Πιο ξεκάθαρος από όλους, ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Σημίτης που με σειρά παρεμβάσεών του ήδη τους προηγούμενους μήνες υποστήριξε ευθέως ότι θα πρέπει να αποδεχτούμε «επώδυνες λύσεις» στα ελληνοτουρκικά. Πιο πρόσφατα, ο σύμβουλος του σημερινού πρωθυπουργού Θ. Ντόκος υπεραμύνθηκε της «συνεκμετάλλευσης» με την Άγκυρα. Ο Ευ. Βενιζέλος έγραψε ότι η λύση είναι η από κοινού προσφυγή στη Χάγη με ατζέντα ευρύτερη από ό,τι μέχρι τώρα υποστηριζόταν. Και βέβαια λίγες μέρες πριν, η Ντ. Μπακογιάννη δήλωσε ότι σε ενδεχόμενο πολέμου θα είμαστε μόνοι μας, άρα η μοιρασιά θα πρέπει να γίνει με όρους διπλωματίας.

Δεν πρέπει βέβαια να ξεχνάμε ότι οι αρμόδιοι υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ (Κοτζιάς, Κατρούγκαλος) είχαν, σε ανύποπτους χρόνους πριν την κυβερνητική αλλαγή, προβεί σε αντίστοιχες δηλώσεις. Ότι δεν πρέπει να είμαστε «μοναχοφάηδες» και πως στο τουρκικό κράτος πρέπει να παραχωρηθούν δικαιώματα αφού έχει πολλά χιλιόμετρα μεσογειακών ακτών.

Πού βρισκόμαστε 


Ο Πάιατ στην Κουμουνδούρου Στην Κουμουνδούρου συνάντησε τον Αλέξη Τσίπρα ο πρέσβης των ΗΠΑ Τζέφρι Πάιατ. Ο συμβολισμός, σαφής. Ο πολυπράγμων πρέσβης ήθελε οπωσδήποτε μια τέτοια συνάντηση για να δείξει ότι και η αξιωματική αντιπολίτευση ευθυγραμμίζεται (πριν λίγες μέρες είχε δει και τον Μητσοτάκη) και δεν ξέχασε τις σχέσεις που καλλιεργήθηκαν επί ημερών ΣΥΡΙΖΑ. Ο Πάιατ ήταν ξεκάθαρος άλλωστε για τους λόγους της συνάντησης: «Για να συζητήσουμε τη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ στη διαρκώς ανοδική τροχιά των σχέσεων ΗΠΑ-Ελλάδας». Πρόσθεσε δε ότι συζητήθηκαν θέματα σχετικά με τις βάσεις και τις «ευκαιρίες περιφερειακής συνεργασίας που άνοιξε η Συμφωνία των Πρεσπών και η Ανατολική Μεσόγειος». Κουβέντα για τις πρόσφατες τουρκικές ενέργειες στα ανακοινωθέντα από τον Πάιατ. Ο Αλ. Τσίπρας βέβαια είπε ότι τα συζήτησαν αλλά δεν μπήκε σε λεπτομέρειες για το τι ειπώθηκε. Μια ωραία ατμόσφαιρα…

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί η ουσία του θέματος, δηλαδή σε ποια συγκυρία και για ποιο πρόβλημα μιλάμε, γιατί αυτό είναι που τείνει να συσκοτιστεί πλήρως από όσους θορυβούν δήθεν «ρεαλιστικά». Δεν έχουμε δυο γειτονικές χώρες που ερίζουν για κάποια μεταξύ τους θέματα τα οποία χρειάζονται μια κάποια διευθέτηση. Σαν να είχαν, ας πούμε, το Βέλγιο και η Ολλανδία μια εκκρεμότητα σε σχέση με τον εναέριο χώρο τους. Φαίνεται τραβηγμένο το παράδειγμα, αλλά συχνά πολιτικοί και αναλυτές μοιάζει σαν να μιλάνε για κάτι τέτοιο.

Πού είμαστε λοιπόν; Βρισκόμαστε στη φάση κατά την οποία η Τουρκία, αφού έχει ξεκινήσει να προωθεί πιο δραστικά τις επιδιώξεις της στο «μέτωπο» της Μέσης Ανατολής, ξεδιπλώνει πλήρως την επιθετική και αναθεωρητική πολιτική της στη Μεσόγειο και το Αιγαίο, απέναντι κυρίως σε Ελλάδα και Κύπρο. Προωθεί τη «Γαλάζια πατρίδα» και επιχειρεί να την κάνει πράξη με το πρόσφατο «μνημόνιο με τη Λιβύη». Αμφισβητεί τη Λωζάννη και το διεθνές δίκαιο, παραβλέπει πλέον όχι το Καστελλόριζο αλλά την Κρήτη και κάθε ελληνικό νησί.

«Συνεκμετάλλευση ή τανκς»


Το διαρκώς επαναλαμβανόμενο και μοναδικό επιχείρημα που προβάλλεται είναι η αποφυγή μιας πολεμικής αναμέτρησης. Καλύτερα μια συμφωνία, όσο επώδυνη κι αν είναι, παρά ο πόλεμος. Εκείνο που κρύβει αυτή η επιχειρηματολογία είναι ότι από πουθενά δεν προκύπτει πώς μια πολιτική «κατευνασμού» και διαρκών υποχωρήσεων θα σταματήσει τις ορέξεις της Άγκυρας αποτρέποντας πιθανά πολεμικά επεισόδια.

Είναι αφέλεια να πιστέψει κανείς ότι η ελληνική πλευρά θα δώσει κάτι λίγο στον Ερντογάν και εκείνος θα εγκαταλείψει τις βλέψεις του. Δεν χρειάζεται να ανατρέξουμε σε άλλες εποχές (π.χ. Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος) για να αποδείξουμε ότι η πολιτική «κατευνασμού» καθόλου δεν σταματάει την πλευρά που έχει αναθεωρητικές και επεκτατικές βλέψεις. Η ίδια η πρόσφατη ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων δείχνει ότι η πολιτική των διαρκών παραχωρήσεων και του «γκριζαρίσματος» για να αποφευχθούν τα χειρότερα, κάθε άλλο παρά μετρίασε τις ορέξεις της Άγκυρας.

Φάση χειραγώγησης


Σύμπνοια αλλά σε τι; Κλίμα «σύμπνοιας και ομόνοιας» διαπίστωσε ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας στην πρόσφατη συνεδρίαση του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής. Παρόντες εκτός από την αντιπροσωπεία της κυβέρνησης, οι Κατρούγκαλος, Καλπαδάκης του ΣΥΡΙΖΑ, Λοβέρδος, Ευθυμίου του ΚΙΝΑΛ, Σακοράφα από το ΜέΡΑ25 και εκπρόσωποι της Ελληνικής Λύσης του Βελόπουλου. Δεν έλαβε μέρος το ΚΚΕ. Σε παρόμοιο κλίμα με του Ν. Δένδια, ο Γ. Κατρούγκαλος υποστήριξε τα ΜΟΕ και το γενικό πλαίσιο που θέτουν οι ΗΠΑ, από το ΚΙΝΑΛ έκαναν λόγο για «αρραγές» μέτωπο, ενώ η εκπρόσωπος του ΜέΡΑ25 μίλησε για «εξαιρετικό» κλίμα και «εθνική συνεννόηση στη βάση του ρεαλισμού». Μακάρι η «σύμπνοια» να είχε σχέση με κάποια εθνική ενότητα στη βάση της ενημέρωσης του λαού, της αντιμετώπισης των προκλήσεων και της υπεράσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας. Δυστυχώς αυτή εδράζεται στη γραμμή του εφησυχασμού και της επένδυσης αποκλειστικά στην καλή θέληση των «συμμάχων», ενώ η κατάσταση δυσκολεύει και απαιτεί άλλου είδους απαντήσεις και προετοιμασία.

Είμαστε λοιπόν στη φάση του «μασάζ» για να γίνει αποδεκτή μια «λύση» παραχώρησης εθνικής κυριαρχίας σε μεγάλη κλίμακα. Στη διεργασία αυτή συμμετέχουν πολιτικοί, κόμματα, διανοούμενοι και ΜΜΕ. Συμφωνούν σε μια λογική διαλόγου για τα «ανοιχτά» ζητήματα (αυτά δηλαδή που βάζει στο τραπέζι με παράνομες, πειρατικές ενέργειες και εκβιασμούς η Άγκυρα), συνυποσχετικού για παραπομπή στην Χάγη και συνεκμετάλλευση απευθείας ή υπό την προστασία των ΗΠΑ.

Γνωρίζει ο πολιτικός κόσμος ότι οι μεγάλες υποχωρήσεις στα εθνικά θέματα έφερναν πάντα πολιτική κρίση και σημαντικές αναταράξεις. Αυτό κυρίως τους ενδιαφέρει να αποφύγουν και για αυτό βάζουν μπροστά μια επιχείρηση κατεργασίας της κοινής γνώμης. Θα ζαλίσουν τον κόσμο με στημένες αναλύσεις, εκφοβισμό, στιγματισμό κάθε άλλης άποψης, για να οδηγηθούν στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Αυτό είναι μπροστά μας.

Πώς θα αντιδράσει ο κόσμος μπροστά σε όσα έρχονται, αυτό είναι ένα ερώτημα που δεν μπορεί σήμερα να απαντηθεί. Καταρχάς γιατί δεν γνωρίζει κανείς την ακριβή πορεία των εξελίξεων. Το δεδομένο είναι ότι στην κοινωνία υπάρχει πολύ μεγαλύτερη συναίσθηση της πραγματικότητας και των κινδύνων σε σχέση με αυτή που έχει ή θέλει να εμφανίζει το πολιτικό προσωπικό όλων σχεδόν των αποχρώσεων. Υπάρχει και συναίσθηση των σημερινών αδυναμιών της χώρας μετά από μια δεκαετία διάλυσης.

Το δεύτερο είναι ότι μιλάμε για ένα δύσκολο θέμα που δεν αντιμετωπίζεται με εύκολες λύσεις ούτε με συνθήματα. Το περιβάλλον είναι σχετικά ναρκοθετημένο γιατί απέναντι στους κήρυκες της υποταγής, εμφανίζονται ή προβάλλονται συνήθως γραφικές ή αδιέξοδες φωνές. Το αν θα υπάρξουν σοβαρές απαντήσεις από τη σκοπιά της υπεράσπισης της εθνικής κυριαρχίας, της υπόστασης της χώρας και του λαού, είναι ζητούμενο.

Τι έλεγαν ως τώρα


Στη συγκυρία αυτή, είναι χρήσιμο να θυμόμαστε ποιο ήταν το κυρίαρχο αφήγημα μέχρι να έρθουν οι τελευταίες εξελίξεις. Το βασικό του σημείο ήταν ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να οξύνει τη σύγκρουση με την Ελλάδα και να την οδηγήσει μέχρι σημείου πολεμικής εκτροπής. Τα επιχειρήματα ήταν κυρίως τέσσερα.

  • Το πρώτο ήταν ότι ο Ερντογάν είναι απασχολημένος στο μέτωπο της Μέσης Ανατολής. Αυτό τον ενδιαφέρει και δεν έχει διάθεση ή δυνατότητες να ανοίξει ένα δεύτερο μέτωπο στα δυτικά του.
  • Το δεύτερο επιχείρημα ήταν ότι όσα λέει ο Ερντογάν προορίζονται αποκλειστικά για εσωτερική κατανάλωση. Αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα στο εσωτερικό του και για αυτό χρησιμοποιεί προκλητική και εθνικιστική φρασεολογία απέναντι στην Ελλάδα.
  • Το τρίτο ήταν ότι η Τουρκία είναι γενικά απομονωμένη και ειδικά σε κόντρα με τις ΗΠΑ, άρα δεν θα αποτολμήσει μια αντιπαράθεση με μια χώρα της Δύσης.
  • Και το τέταρτο, σε συνάρτηση με το προηγούμενο, το επιχείρημα ότι οι αναβαθμισμένες σχέσεις της Ελλάδας με τις ΗΠΑ είναι αποτρεπτικές προς την τουρκική επιθετικότητα.

Τα επιχειρήματα αυτά προβλήθηκαν τα τελευταία χρόνια σε διάφορες παραλλαγές. Συχνά από διάφορους «ειδικούς», αναλυτές και δημοσιογράφους. Σε μεγάλο βαθμό αναπαράχθηκαν από προσκείμενους στον ΣΥΡΙΖΑ και όμορους χώρους. Σήμερα δεν χρειάζεται να απαντήσει κανείς στα επιχειρήματα αυτά, αρκεί «να ζήσουμε να τα θυμόμαστε» για να έχουμε και ένα μέτρο αξιολόγησης όσων ακούγονται σήμερα από πολιτικούς και κάθε λογής ειδήμονες.

Πηγή: e-dromos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου