Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2020

Η Δικτατορία των Μη- Ειδικών

 

Προσθήκη λεζάντας

Μας εστάλη το παρακάτω κείμενο, το οποίο δημοσιεύουμε παρά τη μεγάλη διαφωνία μας, λόγω της πολύ παλιάς σχέσης μας με υπογράφοντες. Οι αναγνώστες ας κρίνουν.

Άρδην

Των Δημήτριου Γερούκαλη, Κώστα Γερούκαλη και Χρήστο Δαγρέ

Ο ‘’ειδικός’’ αποτελεί μια έννοια η οποία μπήκε δυναμικά στη ζωή μας με αφορμή την επιδημία του Covid-19. Αυτομάτως οι οθόνες των τηλεοράσεων και των υπολογιστών κατακλύστηκαν, κατά κύριο λόγο, από λοιμωξιολόγους και επιδημιολόγους, οι οποίοι μας παρέθεταν με αριθμούς την νέα πραγματικότητα, ενώ  ’’επιτροπή εμπειρογνωμόνων’’ συστάθηκε με ρόλο συμβουλευτικό ως προς την κυβέρνηση για το πως η τελευταία θα διαχειριστεί την κατάσταση.

Η κατάσταση αυτή μπορεί να  αναλυθεί συγχρόνως από δύο διαφορετικές προβληματικές τις οποίες παράγει. Αρχικά θα πρέπει να προσδιοριστεί το ποιος είναι ο ειδικός για θέματα που άπτονται της ‘’δημόσιας υγείας’’ και εν συνεχεία να απαντήσουμε στο ερώτημα της δημοκρατικής νομιμοποίησης  του μηχανισμό λήψης στρατηγικών αποφάσεων, για την κοινωνία εν συνόλω.

Ξεκινώντας από το 1ο ερώτημα:

Οι λοιμωξιολόγοι έχουν ‘’μπροστά τους τον ελέφαντα και κοιτάνε τη φούντα της ουράς του’’, όπως χαρακτηριστικά είπε ο καθ. Ιωαννίδης στην εκπομπή του Γιώργου Σαχίνη, εννοώντας ότι καθώς εστιάζουν μόνο στο αντικείμενο της ειδικότητας τους (επιλέγουν να) αγνοούν τις ευρύτερες κοινωνικές και υγειονομικές επιπτώσεις των αποφάσεων τους. Τα θέματα που άπτονται πολιτικών ‘’δημόσιας υγείας’’ απαιτούν διεπιστημονικές προσεγγίσεις, όπως άλλωστε επιμένει να τονίζει και ο καθηγητής Πολιτικής Υγείας στο LSE, Ηλίας Μόσιαλος, καθώς τέμνουν οριζόντια διάφορες πτυχές της καθημερινότητας μας.

Αυτό που ακόμα δεν έχουμε καταλάβει, ίσως τώρα με τον δεύτερο εγκλεισμό να αρχίζει να γίνεται σιγά σιγά εμφανές, είναι πως η πολιτική αυτή ως μέσο ανάσχεσης της επιδημίας, εκτός της αμφισβητούμενης αποτελεσματικότητας σε μακροχρόνιο ορίζοντα, στηρίζεται σε ένα παντελώς ψευδεπίγραφο επιχείρημα με μπόλικη ηθικιστική νομιμοποίηση: ζωή vs οικονομία, (σφάλμα λογικής τύπου τρία, ψευδές ερώτημα/ορθή απάντηση).

Ο στρατηγικός σχεδιασμός της ‘’πολιτικής υγείας’’ οφείλει να τεκμηριώνεται με αναλύσεις κόστους/οφέλους και κόστους/αποτελεσματικότητας. Και όταν λέμε ‘’όφελος’’, δεν εννοούμε αποκλειστικά διατυπωμένο σε όρους ‘’χρηματικών μονάδων’’ αλλά ΚΑΙ σε ανθρωποέτη. Είναι τοις πάσι γνωστό, επιστημονικά τεκμηριωμένο, πως η οικονομική ύφεση προκαλεί μείωση του προσδόκιμου επιβιώσεως, μειώνει δηλαδή τη διάρκεια ζωής μας, δηλαδή προκαλεί θανάτους.

Επιπλέον, ποιες είναι οι μακροχρόνιες συνέπειες στο επίπεδο υγείας του πληθυσμού εξαιτίας της αναβολής των προγραμματισμένων/τακτικών χειρουργείων; Tι γίνεται με την αύξηση της ενδοοικογενειακής βία σε καθεστώς εγκλεισμού; Πόσοι μικρο-επιχειρηματίες αναγκάζονται να κλείσουν οριστικά τις επιχειρήσεις τους και πέφτουν σε κατάθλιψη; Ποιος και πως θα αποζημιώσει τα χαμένα εισοδήματα όσων καταστημάτων κλείνουν και από ποιους φόρους θα πληρωθούν τα κόστη λειτουργίας των ΜΕΘ ή της αγοράς των εμβολίων όταν μειώνεται το παραγόμενο προϊόν της χώρας; Κοκ. Η λίστα των παραγόμενων ερωτημάτων είναι προφανώς μεγαλύτερη. Η χρήση των μοντέλων της θεωρίας των καταστροφών προσφέρει αξιόπιστο εργαλείο μελέτης του συστήματος, της αλλαγής των κανόνων, της επίδρασης των ελκυστών, της διαδικασίας διακλάδωσης.

Είναι, λοιπόν, οξύμωρο να προσπαθείς να θεραπεύσεις τον θάνατο, παράγοντας πολιτικές που  προκαλούν θάνατο, χωρίς όμως να έχεις ‘’μετρήσει’’ αν γλιτώνεις περισσότερους θανάτους από όσους θα παραγάγεις. Βεβαίως, ακόμη και η μέτρηση των θανάτων είναι ανεπαρκής μέθοδος αποτίμησης του κόστους σε ζωές των πολιτικών για τον κορωνοϊό. Ο ιατρός και ειδικός στις πολιτικές υγείας Harvey Fineberg θέτει απερίφραστα το δύσκολο ερώτημα σε άρθρο σύνταξης στο JAMA “μια χώρα πρέπει να μετράει το θάνατο ενός 81χρονου το ίδιο με αυτόν ενός 18χρονου;”. Κάποιοι θα προσπαθήσουν να ξορκίσουν το ερώτημα ως “νεοφιλελεύθερο” και να οχυρωθούν πίσω από σοφιστείες, ωστόσο η πραγματικότητα και η κοινή λογική που έχουν οι περισσότεροι από μας φωτίζει το ανθρωπιστικό βάρος του. Το παρακάτω παράδειγμα δεν αφήνει αμφιβολίες.


Με την έναρξη των μέτρων για τον κορωνοϊό σε διάφορες πολιτείες των ΗΠΑ διαπιστώθηκε κατακόρυφη πτώση στη διάγνωση νέων περιστατικών καρκίνου. Η μείωση για τον καρκίνο του μαστού συνολικά ξεπέρασε το 50% το οποίο σημαίνει πως οι διαγνώσεις αυτές θα γίνουν με καθυστέρηση και – αρκετές δυστυχώς – σε πιο προχωρημένο στάδιο από αυτό που θα γίνονταν. Για πολλές γυναίκες αυτό θα σημάνει μια σημαντική μείωση στο προσδόκιμο ζωής τους, ενώ για κάποιες άλλες μπορεί να σημαίνει τη διαφορά μεταξύ ιάσιμης και μη-ιάσιμης νόσου! Τα δεκάδες ανθρωποέτη που θα χαθούν για κάθε μια από αυτές δεν αποτιμούνται απλώς σε χαμένα παραγωγικά χρόνια όπως θέλουν να το ερμηνεύουν οικονομιστικά μερικοί. Σημαίνουν πρωτίστως δεκαετίες που θα στερηθούν κάποια παιδιά τη μητέρα τους, σύζυγοι τις γυναίκες τους, γονείς τις κόρες τους, φίλοι και συνάδελφοι τα οικεία τους πρόσωπα. Μπορεί κάποιος στα σοβαρά να αντιτείνει ότι αν για κάθε μια από αυτές σώθηκε η ζωή ενός 85χρονου τότε είμαστε εντάξει;

Οικονομολόγοι της υγείας, σχεδιαστές της πολιτικής υγείας, κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι  αποτελούν εκείνες τις  ειδικότητες οι οποίες θα έπρεπε να εμπλέκονται στην αποτύπωση της κατάστασης που βιώνουμε και στον καθορισμό και σχεδιασμό των όποιων πολιτικών.

Πλανάται πλάνην οικτράν όποιος θεωρεί πως μπορούμε να βγούμε από αυτή την κατάσταση χωρίς απώλειες ή με πολύ μικρές απώλειες εφαρμόζοντας τη μια ή την άλλη πολιτική. Το σωστό ερώτημα είναι πως θα προσδιορίσουμε εκείνο το μίγμα πολιτικών, που, βγαίνοντας από τις συμπληγάδες, θα παραγάγουν εκείνο το αποτέλεσμα με τις σχετικά μικρότερες δυνατές απώλειες.

Η ‘’πολιτική υγείας’’, ειδικά στη χώρα μας, θα πρέπει όχι να τρέξει αλλά να ‘’βγάλει φτερά και να πετάξει’’ ώστε τάχιστα να ανασχεδιαστεί το ελληνικό σύστημα υγείας σε μεσοπρόθεσμη βάση, έχοντας ως επίκεντρο τον covid-19, κάτι που έθεσε ως στρατηγικό ζητούμενο ο κ. Γεροτζιάφας, καθ. Αιματολογίας στη Σορβόννη, στην εκπομπή του Γιώργου Σαχίνη.

Βασική αιτία αστοχίας του συμπλόκου πολιτικής και υγειονομικής διαχείρισης του προβλήματος είναι η διαφορά γλώσσας. Η μελέτη και η ερμηνεία του κόσμου απαιτεί τη γλώσσα της μη-γραμμικής δυναμικής/κβαντικής φυσικής, ενώ οι εμπλεκόμενοι επιστήμονες και το πολιτικό προσωπικό παραμένουν καθηλωμένοι, και επιχειρούν, με τη γλώσσα της Νευτώνειας φυσικής.

Τα κοινωνικά φαινόμενα, η επιδημία, το υγειονομικό σύστημα κ.α., λειτουργούν ‘’μακράν της ισορροπίας’’, σε περιοχές αστάθειας, με απρόβλεπτες και καινοφανείς επιπτώσεις. Η προσπάθεια των ‘’ειδικών’’, των πολιτικών, να επιβάλουν τάξη, ισορροπία στο σύστημα (πχ περιορισμό διασποράς του ιού, μείωση των κρουσμάτων, κλπ) χρησιμοποιώντας εκβιαστικά αντλίες χάους, έχει ως αποτέλεσμα το αντλούμενο χαοτικό δυναμικό να διοχετεύεται στο περιβάλλον του συστήματος και να το αποδιοργανώνει. Δημιουργούνται δε, με καταιγιστικό τρόπο, διακλαδώσεις, μετασχηματισμοί και νέες μορφές, οι οποίες οδηγούν το σύστημα σε ακραίες καταστάσεις, καθιστώντας το έτοιμο για την ασφάλεια της καταστροφής.

Η δεύτερη προβληματική έχει να κάνει με τη διαδικασία λήψης των αποφάσεων:

Η ‘’πολιτική’’ βρίσκεται αναμφίβολα στην κορυφή της αρχιτεκτονικής των επιστημών, καθώς είναι αυτή που αποφασίζει το μίγμα και τις αναλογίες που οι υπόλοιπες επιστήμες θα χρησιμοποιηθούν για την αντιμετώπιση και επίλυση του εκάστοτε προβλήματος.

Το ερώτημα που αυτόματα γεννιέται είναι το ποιος ‘’κατέχει την πολιτική’’; Tο κόμμα; H ιδεολογία; Ή η ίδια η κοινωνία; Υπάρχει αληθινή σχέση αντιπροσώπευσης στο πεδίο λήψης των αποφάσεων; Η απάντηση, στο τελευταίο ερώτημα, είναι προφανώς αρνητική. Ο πολιτικός, όντας αποκομμένος από τον οποιοδήποτε ουσιαστικό κοινωνικό έλεγχο, αποφασίζει ερήμην της κοινωνίας, χωρίς να εφαρμόζονται ασφαλιστικές δικλείδες για τις περιπτώσεις που οι αποφάσεις των πολιτικών παράγουν αρνητικά αποτελέσματα. Απουσιάζουν ουσιαστικοί δημοκρατικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί, όπως πχ.  ο θεσμός της ανακλητότητας. 

Χαρακτηριστικό της όλης αυτής αντι-δημοκρατικής διαδικασίας αποτελεί το γεγονός πως η έννοια του ‘’ειδικού’’ χρησιμοποιήθηκε ως φίμωτρο της οποιαδήποτε αντίθετης άποψης, σε μία προσπάθεια άκομψης νομιμοποίησης των μέτρων του πρώτουεγκλεισμού.

Ειδικά η απουσία κριτικής για τα κενά στο μηχανισμό ιχνηλάτησης και διάγνωσης ασυμπτωματικών φορέων και ηπίως συμπτωματικών ασθενών (με την τόσο φτωχή συμμετοχή της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας), η απουσία συστηματικής μέτρησης και αποτίμησης των συνεπειών των μέτρων, η αδιαφάνεια γύρω από τα δεδομένα και τα μοντέλα που χρησιμοποιούνται από την “επιτροπή σοφών” του Σ. Τσιόδρα και τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγουν για να πάρουν τις αποφάσεις τους (όπως και τις εκτιμήσεις τους για την επιτυχία που προσδοκούν να έχουν) νομιμοποιούν τον οποιοδήποτε να υποστηρίξει ότι τα μέτρα στοχεύουν στην επικοινωνιακή διάσωση της κυβέρνησης και όχι στο συμφέρον της κοινωνίας.

Επιπλέον, η καταστολή, ο αυταρχισμός, η διακυβέρνηση με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου κ.λπ., και η επιβολή καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης, δηλαδή οι καταστάσεις εξαίρεσης, αφενός μεν προσδιορίζουν τον κυρίαρχο, αφετέρου δε εγκαθιδρύουν μία κρυφή αλλά θεμελιώδη σχέση μεταξύ της ύπαρξης και απουσίας νόμου. Επακόλουθα της προηγηθείσας πολιτικής της ‘’γυμνής ζωής ’’ και της τρέχουσας βιοπολιτικής διαχείρισης.

Σε μια πραγματικά δημοκρατική κοινωνία, εκτός του ότι οι αποφάσεις (πλην ελαχίστων) θα λαμβάνονταν σε περιφερειακό/τοπικό επίπεδο,  οι ‘’ειδικοί’’ σε ρόλο ‘’ρήτορα’’ θα ανέλυαν στους πολίτες την κατάσταση και εκείνοι θα αποφάσιζαν ‘’δια της ανάτασης του χεριού’’ έχοντας συνεκτιμήσει τα κόστη και τα οφέλη της εκάστοτε επιλογής τους.

Αυτό που εν τέλει αποτελεί ακόμα ζητούμενο για την ελληνική κοινωνία είναι το πότε θα θέσει το ζήτημα της εκ βάθρων αναθεμελίωσης του πολιτικού συστήματος, δηλαδή από την ολιγαρχική κοινοβουλευτική δημοκρατία στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Ο ελληνικός πολιτισμός είναι διαποτισμένος από αιώνων με αυτό και αποτελεί οδηγό για το μέλλον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου