Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2016

Αφιλοσόφητος Αθεϊσμός

Του Γεωργίου Α. Μποζώνη
 Η Αθεΐα είναι τόσο παλαιά, όσο και ο σκεπτόμενος άνθρωπος. Όμως οι άθεοι δεν αποτελούσαν σχολή, αλλ’ ήσαν μεμονωμένα άτομα που απέρριπταν αφελείς και αντιφατικές δοξασίες των συγχρόνων των περί θεών. Μερικοί δε εξ αυτών προέβαιναν σε γενίκευση της αθεΐας των και ηρνούντο παν, ό,τι υπερέβαινε την κατ' αίσθηση αντίληψη. Ο Θεόδωρος ο άθεος ήταν από τους λίγους άθεους. Αντιθέτως μερικοί εστρέφοντο προς τον αγνωστικισμό. Ο Πρωταγόρας π. χ. Απεφαίνετο ότι «περί θεών ουκ έχω ειδέναι, ουθ' ως εισίν ουθ' ως ουκ εισίν ουθ' οποίοι τινές ιδέαν πολλά γαρ τα κωλύοντα ειδέναι η τ' αδηλότης και βραχύς ων ο βίος του ανθρώπου» (Dk80b4). 'O αρχαίος σοφιστής εκήρυσσε αγνωσία, επειδή το θέμα διαφεύγει τον συγκεκριμένο προβληματισμό, απαιτείται πολύς χρόνος, που ο άνθρωπος δεν διαθέτει, αφού είναι βραχύβιος.
Ο Επίκουρος επίσης δεν ήταν άθεος, αλλά πολέμιος της δεισιδαιμονίας, της φοβίας των συγχρόνων του, οι οποίοι όλα τα ατυχήματα, τις δυσκολίες και
καταστροφές απέδιδαν στην δυσμένεια θεϊκών δυνάμεων. Ο αθηναίος φιλόσοφος, γνήσιος αισθησιοκράτης, εδέχετο ότι πάντα τα αντικείμενα εκπέμπουν τα είδωλα των, τις εικόνες των, οι οποίες προσπίπτουν στις αισθήσεις μας, κυρίως στους οφθαλμούς και αποτελούν πραγματικότητα. «Θεοί μεν γαρ εισίν εναργής γαρ αυτών η γνώσις» (Διογ. Λαερτ. Χ123, 11). Απλώς κατοικούν στα «μετακόσμια», ζουν μέσα στην μακαριότητα των και αδιαφορούν για τα ανθρώπινα. Το ίδιο συμβαίνει κατά τον Δυτικό Μεσαίωνα και τους Μέσους Χρόνους του Ελληνισμού. Οι άθεοι ήσαν δακτυλοδεικτούμενοι και αποδοκιμαζόμενοι από τους πολλούς. Άλλωστε κατά την νομοθεσία της αρχαιότητος ο άθεος ετιμωρείτο, διότι οι σκέψεις, οι λόγοι και η συμπεριφορά του έβλαπτε τους άλλους και την κοινωνία. Ας μη λησμονούμε ότι μία από τις δύο κατηγορίες κατά του Σωκράτους ήταν ότι δεν εδέχετο τους θεούς, «ους η πόλις νομίζει». Ο πολίτης ώφειλε να ασπάζεται τους συγκεκριμένους θεούς της πόλεως και όχι απλώς να εκφράζη πίστη σε αφηρημένη θεότητα. Για παρόμοιο λόγο ο Αναξαγόρας εξωρίσθη από την Αθήνα και κατέφυγε στην Λάμψακο. Και είναι γνωστό ότι ο Κλεάνθης ήθελε να εισαγάγη σε δίκη τον Αρίσταρχο τον Σάμιο με την κατηγορία της ασεβείας, διότι περιφρονούσε τον ήλιο ως θεότητα και ισχυρίζετο υπαρκτή την περιστροφή της γης.
Πολύ αργότερα η κριτική κατά του Χριστιανισμού και του Θεϊσμού αναζητούσε επιστημονικό μανδύα. Από τους πρώτους ο Hobbes (1588-1678) επίστευε ότι με την συνδρομή της βιολογίας και της ψυχολογίας μπορούσε να λύνη τα προβλήματα της ηθικής και της μεταφυσικής. Κατ' αυτόν, όλος ο ψυχισμός του ανθρώπου συνίσταται στις κινήσεις των νεύρων που παράγουν συναισθήματα, συγκινήσεις και αποτελούν την κινητήρια δύναμη της συμπεριφοράς του ανθρώπου και της κοινωνικής ζωής. Παρόμοια υλίζουσα άποψη υποστήριζε ο La Mettrie (1709-1751) με το έργο του «L' Homme Machine» και απέρριπτε τον Θεό του Dercartes, ωσάν να υπάρχη μηχανή που δεν είναι προϊόν νου. Ο Holbach (1723-1789) με το «Systeme de la Nature», που αποτελούσε την βίβλο του υλισμού, ενόμιζε πως απλοποιούσε ένα πολύπλοκο και πολυσύνθετο πλέγμα επιστημονικών πορισμάτων και θεωριών με τον όρο σύστημα. Γι’ αυτό ο σύγχρονος φιλοσοφικός στοχασμός είναι πιο μετριόφρων. Αποφεύγει τον όρο σύστημα, διότι περικλείει εντός αυτού εξηγητικές αρχές, επαρκείς και αυτάρκεις που αποτελούν την προϋπόθεση για λύση όλων των αποριών. Αλλά δεν υπάρχει τέτοιο σύστημα, που να μη επιδέχεται κριτική και ενδεχομένως αναίρεση. Γι’ αυτό είναι προτιμητέος ο όρος θεωρία, που είναι θεμιτή γενίκευση των πορισμάτων της επιστήμης και του φιλοσοφικού στοχασμού και πέρα του ερευνηθέντος πεδίου με την ελπίδα της επαληθεύσεως. Επιστημονική βεβαιότητα με απλουστεύσεις, εξέφραζε και ο Cabanis, Όταν ανήγε, με αφέλεια όλα τα ψυχικά γεγονότα σε κινήσεις· και με αποφθεγματικό τρόπο απεφαίνετο ότι ο εγκέφαλος παράγει την σκέψη, όπως το ήπαρ εκκρίνει την χολή.
Η ανάπτυξη της φυσικής, κατά τον δέκατο ένατο αιώνα, η πρόοδος της χημείας και της βιολογίας, η θεωρία της εξελίξεως από τον Δαρβίνο, ο θετικισμός του Comtekov εκήρυσσε την αυτάρκεια της επιστήμης· όλες αυτές οι θέσεις περιώριζαν την πίστη στον Θεό, την προέλευση του κόσμου από Αυτόν, απέρριπταν την Πρόνοια Του για τον άνθρωπο και την ζωή. Παρά ταύτα όσοι από αυτούς ήσαν γνησίως άθεοι δεν περιφρονούσαν τους Χριστιανούς και μερικοί άφιναν περιθώρια αμφιβολίας για τους ισχυρισμούς των. Άλλωστε πολύ γρήγορα η βαθύτερα μελέτη των έμβιων όντων απεκάλυπτε ότι αυτά δεν ήσαν απλώς μηχανές, αλλ’ ότι διέθεταν ιδιαίτερη λειτουργικότητα, που συντελούσε στην επιβίωση του άτομου και του είδους. Ο Αριστοτέλης ακολουθών το πνεύμα της αρχαίας φιλοσοφίας αποφαίνεται ότι το όλον είναι αναγκαίον να είναι «πρότερον του μέρους». Εντεύθεν διατυπώνει την αρχή της εντελέχειας, κατά την οποία έκαστο έμβιο ον ενέχει εν εαυτώ το τέλος που δεν είναι μόνο το αντίθετο της αρχής, αλλ’ εκφράζει σκοπό προς ολοκλήρωση των επί μέρους. Ο σίτος εγκλείει εν εαυτώ όλες τις δυνάμει διαδικασίες που οδηγούν στην ανάπτυξη και την καρποφορία. Εντεύθεν μεγάλη ήταν η έκπληξη του Hans Driesch, όταν έτεμνε το ωό του εχίνου σε δύο μέρη και ανεπτύσσοντο δύο αυτοτελείς οργανισμοί. Και η έκπληξη του ήταν μεγαλύτερη, όταν έτεμνε το ωό σε τέσσερα μέρη και του απέδιδαν τέσσερεις αυτοτελείς οργανισμούς. Και η τμήση έφθανε στα οκτώ και στα δέκα έξι μέρη και παρήγοντο οκτώ και δέκα έξι αυτοτελείς οργανισμοί. Εντεύθεν ο γερμανός σοφός κηρύσσει τον νεοβιταλισμό. Ο δε Ruyer γράφει ολόκληρο βιβλίο για τον Neofinalisme με πλήθος παραδειγμάτων που εξυπακούουν τάση προς ολοκλήρωση, άρα πραγμάτωση σκοπού. Ο Alexis Carrel έγραφε για την δύναμη της προσευχής, ο δε δικός μας διαπρεπής χειρουργός Μαρίνος Γερουλάνος ισχυρίζετο ότι το θρησκευτικό συναίσθημα είναι βιολογικό γεγονός.
Αλλά για να επανέλθωμε στους παλαιοτέρους άθεους και τους αμφιβάλλοντες, αυτοί διέθετον αιδώ και δεν περιφρονούσαν τις αντίθετες πίστεις. Ως παράδειγμα αναφέρω τον Έγελο που ήταν βαθύς μελετητής και λάτρης του Ελληνικού πνεύματος. Συνετέλεσε στην ίδρυση του κλασσικού γυμνασίου, που πρώτοι εμείς στην Ελλάδα εγκρεμίσαμε. Ο γερμανός φιλόσοφος προσπάθησε έμμεσα να αρνηθή την θεότητα του Χριστού ταυτίζοντας τον με τον λόγο του σύμπαντος που είναι η ουσία του κόσμου. Ο λόγος γεννά, μεταμορφώνει, αντιθέτει και συνθέτει τα αντίθετα.
Παράγει την φύση, τον κόσμο, τον άνθρωπο που κορυφώνεται με το πνεύμα και την αυτοσυνειδησία. Η μεταφυσική του Εγέλου ενέχει εγκοσμιότητα, αντιτίθεται προς τον Χριστιανισμό, αλλά δεν περιφρονεί. Πράγμα που δεν συμβαίνει μα τον Nietzsche.
Ο γερμανός φιλόσοφος όχι μόνο αμφισβητεί τον Χριστιανισμό, όχι μόνο τον περιφρονεί, αλλ’ επιδιώκει την πλήρη ανατροπή του. Η ανοχή, η υπομονή, η καρτερία, η ταπείνωση αποτελούν θήλειες αρετές, που χαρακτηρίζουν τους δούλους. Οι ηγήτορες είναι άξιοι να επιβιώσουν, να προοδεύσουν, να κυριαρχήσουν. Τείνουν προς τον υπεράνθρωπο, ο οποίος χαρακτηρίζεται από βούληση και επιβολή. Εκήρυξε τον θάνατο του Θεού, αλλά κατά τον εικοστό αιώνα επήλθε ο θάνατος του ανθρώπου. Γκρεμίζονται οι αξίες, περιφρονείται η πίστη, αναζητείται η ελευθερία που ταυτίζεται με την αυθορμησία της στιγμής. Το «L' Etre et le Neant» του Sartre είναι μία φιλοσοφική θεωρία που μάχεται τις αξίες, με αποτέλεσμα την αλλοτρίωση και την μόνωση. Εκφράζει τον άνθρωπο που ομιλεί, χωρίς να συνομιλή, που συναντάει ανθρώπους, χωρίς να επικοινωνή, που νομίζει πως απαλλάσσεται από τις περιττές αξίες, ενώ φορτώνεται άγχος, φοβία, ανασφάλεια, μίσος, αφού «κόλαση είναι οι άλλοι». Θα μπορούσε κανείς να γράψη διατριβή για τις επιπτώσεις του αθεϊσμού, όταν μάλιστα αυτός περιβάλλεται με την κρατική εξουσία. Τι επέτυχε επί εβδομήντα χρόνια ο κρατικός αθεϊσμός στην τότε Σοβιετική Ένωση; να ανοίξουν πάλι οι Εκκλησίες, πλείστοι να κηρύσσουν την πίστη των και ο πρόεδρος των να ισχυρίζεται ότι είναι Ορθόδοξος.
Στον δυτικό κόσμο και ιδιαίτερα στην Αγγλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες παρουσιάζεται αντίθετη κίνηση. Είναι οι Brihght, οι φεγγοβόλοι, οι φωτεινοί, οι διαφωτισταί, που δεν θέλουν να λέγωνται άθεοι, διότι ο όρος αυτός ενέχει αρνητισμό. Αυτοί επιθυμούν να διαλύσουν τις αυταπάτες, να ανατρέψουν την θεολογία, να καταρρίψουν το μύθο της θρησκείας. Ενώνονται, αλληλοϋποστηρίζονται, ιδρύουν σωματεία και ιδρύματα, συλλέγουν χρήματα, γιατί πιστεύουν ότι επιτελούν κοινωνικό έργο. Την αρχή έκανε κάπου στα 1970 ο Monod, αξιόλογος βιολόγος και διευθυντής του Ινστιτούτου Pasteur που έγραψε το βιβλίο «Le Hasard et la Necessite», που προκάλεσε σάλο αντιρρήσεων, αναιρέσεων και αποδοκιμασιών, γιατί ένας διακεκριμένος βιολόγος εγκατέλειψε τους νόμους της λογικής και χωρίς να γνωρίζη φιλοσοφία, ισχυρίσθηκε ότι αντί του Θεού υπάρχει η τύχη, ότι το τυχαίο παράγει τον νόμο και ότι ο κόσμος παρήχθη από μία απίθανη πιθανότητα, όπως συμβαίνει με την κληρωτίδα του Monte Carlo. Τι ελπίδα έχετε να κερδίσετε τον πρώτο λαχνό ανάμεσα σε εκατομμύρια άλλων! Πάνω σ' αυτό το βιβλίο έχω γράψει τρία άρθρα και μία ανακοίνωση(1).
Επειδή ο σάλος εκείνος έχει κοπάσει, θα ασχοληθώ με τους Bright. Με τον βιολόγο Dawkins, με τον νεαρό φιλόσοφο Onfray που έγγραψε «πραγματεία περί αθεολογίας» και με τον φιλόσοφο Daniel Dennett που συνεχώς θαυμάζει τον Dawkins και πιστεύει ότι απορρίπτει την θρησκεία. Όταν κάνης επιστήμη, ακολουθείς την παρατήρηση, το πείραμα, τον μαθηματικό λογισμό και με επαγωγική μέθοδο καταλήγεις σε συμπεράσματα, που είναι νόμοι εξηγητικοί των φαινομένων. Ο Dilthey και ο Rickert έδειξαν ότι τα θέματα της ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας, της ηθικής, της ιστορίας και της μεταφυσικής ανάγονται σε αξίες και ο προβληματισμός είναι ερμηνευτικός. Αλλοιώς αντιμετωπίζεις την σύσταση του ύδατος και διαφορετικά την ανάγνωση και κατανόηση κειμένου, π. χ. μιας τραγωδίας του Ευριπίδη. Εξήγηση και ερμηνευτική, αμφότερες αναζητούν την αλήθεια, αλλά δεν συμπίπτουν.
Οπωσδήποτε όλοι βαίνομε προς την μεταφυσική θεώρηση των πραγμάτων. Είτε δεχόμεθα την ψυχή ως υπερυλική πραγματικότητα είτε ως προϊόν αποκλειστικώς των διεργασιών του εγκεφάλου είτε πιστεύομε στον Θεό είτε αποδεχόμεθα την τύχη, κάνομε μεταφυσική, διότι και η τύχη είναι έκφραση πίστεως. Και είναι επιτυχής η παρατήρηση του Δημοκρίτου: «Άνθρωποι τύχης είδωλον επλάσαντο πρόφασιν ιδίης αβουλίης» (Dk68B 119). Οι άνθρωποι έπλασαν το είδωλο της τύχης ως πρόφαση της προσωπικής των αδιαφορίας.
Κατά τον Πλάτωνα, όλοι οι σοφοί συμφωνούν ότι «νους εστί βασιλεύς». Ο Θεός είναι ο κυρίαρχος του σύμπαντος. Οι σοφοί συμφωνούν και αποδέχονται. Μία αλυσίδα πιστών από την αρχαιότητα, τους Μέσους και Νεωτέρους Χρόνους ως τις ημέρες μας ασχολούνται με την μεταφυσική. Όπως ισχυρίζεται ο Montaigne, αν και σκεπτικιστής, «nous sommes toujours au dela». Οι Dawkins, Onfray, Dennett αρνούνται την ύπαρξη του Θεού, διότι πιστεύουν στην εξέλιξη ως επιστήμη. Αλλά θα ερωτήσετε τον Bright με ποία αποδεικτικά στοιχεία η εξέλιξη είναι επιστήμη και όχι θεωρία; Ο Theihard de Chardin που ήταν μοναχός και σοβαρός παλαιοντολόγος ερευνητής, ενώ απεδέχετο την εξελικτική θεωρία, δεν έπαυε να είναι πιστός Χριστιανός και να πιστεύη ότι ο κόσμος πορεύεται προς τον Χριστό ως το φως του σύμπαντος και του ανθρώπου.
Είναι βαρυσήμαντη η ανακοίνωση στην Ακαδημία Αθηνών του καθηγητού Λ. Χριστόφορου «η επαγωγική μέθοδος της φυσικής επιστήμης (από τα μόρια στον άνθρωπο;)(2) «Η κατανόηση των βασικών φαινομένων της ζωής δεν είναι δυνατή με βάση τους γνωστούς νόμους της φυσικής επιστήμης. Υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα μεταξύ της απλότητας της φυσικής επιστήμης αφ' ενός και της πολυπλοκότητας, της ιδιαιτερότητας και του σκοπού της ζωής αφ’ ετέρου. Η επαγωγική μέθοδος της φυσικής επιστήμης, τουλάχιστον προς το παρόν, αδυνατεί να μας οδηγήση από τα μόρια στον άνθρωπο» (σελ. 30).
Ο Richard Dawkins θεωρείται αξιόλογος βιολόγος και αυτό το δέχομαι, μολονότι πολλοί επιστήμονες, όπως και πολλοί λογοτέχνες, ζωγράφοι και θεατρικοί συγγραφείς φέρουν μεγαλύτερο όνομα από ό,τι αξίζουν, λόγω της εύκολου μεταδοτικότητος των ειδήσεων και της επιρροής στην κοινή γνώμη της διαφημίσεως. Ο Dawkins εξέδωσε το βιβλίο «Η περί Θεού αυταπάτη»(3) Αυταπάτη σημαίνει σύγχυση του συνειδητού προς το ασυνείδητο, πλαστές εικόνες που δεν έχουν σχέση με τα πράγματα. Η επιθυμία είναι τόσο ισχυρή, ώστε η φαντασία πλάθει ανύπαρκτες οντότητες. Ο άγγλος βιολόγος μας κατατάσσει σ' αυτούς που πιστεύουν σε γοργόνες, κενταύρους, νεράιδες, όπως εκείνος σε πιθηκανθρώπους. Είναι τόσο βέβαιος για την θεωρία του, ώστε «απεκήρυξε τις θρησκευτικές πεποιθήσεις ως ασύμβατες με την επιστήμη, ανορθολογικές και βλαβερές» (178). Όμως τα ερωτήματα παραμένουν πόθεν η ζωή; Πότε έγιναν αυτά; Η εύκολη λύση είναι ότι από το απλό παράγεται το σύνθετο. Αλλ’ όμως η απλότης του φυσικού φαινομένου πόρρω απέχει από τις διαδικασίες του έμβιου όντος. Διότι τι είναι χρόνος; Κατά τον ορισμό του Αριστοτέλη «τούτο γαρ εστίν ο χρόνος αριθμός κινήσεως κατά το πρότερον και το ύστερον» (Φυσ. Δ 1 1, 219b 1-2). Αλλά το «πρότερον και το ύστερον» είναι λογικές κατηγορίες, απαραίτητες προϋποθέσεις της διανοήσεως για την εξήγηση των φαινομένων. Ή η ζωή προήλθε από ζωή άλλου πλανήτη, οπότε μετατίθεται απλώς το πρόβλημα η επαληθεύονται τα πειράματα του Pasteur omne vavum ex vavo. «Είπερ μηδέν εστί πρώτον όλως αίτιον ουδέν εστίν», όπως θα έλεγε ο Αριστοτέλης (Μτφ Α2, 994α 18).
Σ' αυτές τις περιπτώσεις το κενό καλύπτεται με την τύχη. Αλλ’ αν η τύχη παράγη τον κόσμο, την ζωή και τα έμβια όντα, είναι αιτία του κόσμου και όχι τύχη, δηλαδή συμπτώσεις που απαιτούν χρόνο που δεν είναι άπειρος. Η γη δημιουργήθηκε προ 4,6 δισεκατομμυρίων ετών. Και ως διάπυρος μάζα θα εχρειάσθη αρκετό χρόνο, ώστε η θερμοκρασία της να επιτρέπη την ύπαρξη της ζωής. Αλλά το πρόβλημα καθίσταται δυσκολώτερο, όπως αναλύει ο διάσημος βιολόγος Stuart Kaufmann, όταν μελετά την πολυπλοκότητα των μακρομορίων π. χ. πρωτείνων. «Αν ο σχηματισμός αυτών των μακρομορίων ήταν όντως τυχαίος, Μ έπρεπε να περιμένη κανείς πολύ περισσότερο χρόνο απ’ ό,τι η ηλικία του σύμπαντος για την παραγωγή, έστω και ενός χρησίμου μορίου πρωτεΐνης, πόσο μάλλον για τις χιλιάδες των πρωτείνων, των σακχάρων των λιπιδίων και των νουκλεϊκών οξέων που πρέπει να έχη ένας, για να παραγάγη ένα πλήρως λειτουργικό κύτταρο». «Εάν η αρχή της ζωής ήταν πράγματι τυχαία, τότε ήταν όντως ένα θαύμα», συμπεραίνει ο Kaufmann(4).
Επομένως δεν αντιτίθεται η θρησκεία προς την επιστήμη, αλλ’ ο σκεπτόμενος πιστός θέτει ερωτήματα στην θεωρία, που είναι λέξη Ελληνική και συσχετίζεται με το θεώμαι. Όταν ευρίσκωμαι σ' ένα ύψωμα και παρατηρώ, επεξεργάζομαι λογικώς τα παρατηρούμενα και προσπαθώ να δώσω μία εξήγηση· εντεύθεν η θεωρία προσέλαβε λογικό και μεταφυσικό χαρακτήρα. Η θεωρία είναι εύλογη υπόθεση, η οποία κερδίζει σε πιθανότητες, εφ’ όσον προσάγονται νέα στοιχεία, που να την στηρίζουν. Οι εξελικτικοί που χρησιμοποιούν τον χρόνο και την τύχη, εξασθενίζουν την θεωρία των. Είναι ευφυέστερη και λογικώτερη η εντελέχεια του Αριστοτέλη, κατά την οποία τα έμβια όντα κατευθύνονται προς σκοπούς.
Βέβαια ο Dawkins με μεγάλη ευκολία μετακινείται από την βιολογία στην φιλολογία, στην ιστορία, την θεολογία, την φιλοσοφία, την ερμηνευτική των κειμένων. Ασχολείται με τα επιχειρήματα περί υπάρξεως Θεού. Παραλαμβάνει τον Θωμά τον Ακυινάτη, τον οποίο αναιρεί κατά τον δικό του τρόπο. Η ορθή επιστημονική μέθοδος συνίσταται στην καταγραφή των επιχειρημάτων, όπως ο Θωμάς τα διετύπωσε, και ύστερα ο κριτικός να προβή σ' αναλύσεις και παρατηρήσεις. Ο Dawkins διατυπώνει τα επιχειρήματα με τέτοιο τρόπο, ώστε η αναίρεση καθίσταται εύκολη. Πέρα τούτου εμπαίζει και διακωμωδεί. Ασχολείται π. χ. με το οντολογικό επιχείρημα, το οποίο δεν επενόησε πρώτος ο Άνσελμος, όπως ο Dawkins νομίζει, αλλ’ ο Επίκουρος και ο Πλάτων. Ο Άνσελμος ακολουθεί συγκεκριμένη μέθοδο. Πιστεύει στην αισθησιοκρατική θεωρία. Ό,τι συμβαίνει στον νου μας, μπορεί να απεικονίζη υπαρκτό αντικείμενο. Σκέπτομαι τον Θεό ως ένα τέλειο ον. Τούτο σημαίνει ότι η τελειότητα του εγκλείει σοφία, αγαθότητα, ισχύ αλλά και την ύπαρξη. Άρα ο Θεός υπάρχει.
Δεν αντιγράφω τα λόγια του άγγλου βιολόγου που εμπαίζει το επιχείρημα στην σελ. 104. Διότι δεν εκπροσωπεί σοβαρό άνθρωπο. Το επιχείρημα στην ερμηνευτική του ενέχει δυσκολία. Σ' άλλα μελετήματα έχω προβή σε ανάλυση του και ενίσχυση του με το ουσιολογικό επιχείρημα. Εδώ θα αρκεσθώ στην παρατήρηση ότι δεν ήταν και τόσο ανόητος ο Πλάτων η ο Επίκουρος η ο Dercartes που το εδέχθησαν. Διαφέρει η διαφωνία από τον εμπαιγμό, και ο Dawkins εμπαίζει το επιχείρημα. Οι Brihgt θα έπρεπε να έχουν κάποιο σεβασμό για τα εκατομμύρια εκατομμυρίων που επί είκοσι αιώνες επίστευσαν στον Θεό. Και αν αυτό είναι πλάνη, έπρεπε να σεβασθούν την εσφαλμένη πίστη. Δείτε τι γράφει ο Dawkins. «Ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης είναι προφανώς… Άδικος και μειονεκτικό πλάσμα… ένας εκδικητικός και αιμοδιψής εκκαθαριστής εθνοτήτων, ένας μισογύνης, ομοφοβικός, ρατσιστής, βρεφοκτόνος, γενοκτόνος, τεκνοκτόνος, ανήθικος, μεγαλομανής, σοδομαζοχιστής, ιδιότροπος και μοχθηρός τύρραννος» (σελ. 52). Ο άγγλος βιολόγος ασχολείται με την Π.Δ., κείμενο που σέβονται εβραίοι, Χριστιανοί και μωαμεθανοί. Σ' άλλο σημείο του βιβλίου του φαίνεται ότι υιοθετεί τα γραφόμενα στο «Ken's Guide το the Bille,» «αν οι επιστολές του Ιωάννη φαίνεται να έχουν γραφή υπό την επήρεια χασίς, η Αποκάλυψη μοιάζει γραμμένη υπό την επήρεια LSD» (σελ. 285-286).
Αυτή δεν είναι γλώσσα επιστημόνων, όπως θα δήτε πιο κάτω στο βιβλίο του Onfray «Πραγματεία περί αθεολογίας»(5) «Ήδη ο Μωυσής, ο Παύλος και ο Μωάμεθ διέπρεψαν αντίστοιχα από την πλευρά τους στον φόνο, τον ξυλοδαρμό και το πλιάτσικο, καθώς μαρτυρούν οι βιογραφίες. Άλλες τόσες παραλλαγές πάνω στο θέμα της αγάπης του πλησίον» (σελ. 69). «Η θρησκεία πηγάζει από την ενόρμηση του θανάτου». «Η θρησκεία του μοναδικού θεού… Καλλιεργεί το μίσος για τον εαυτό μας, την περιφρόνηση για το σώμα μας, τον υποβιβασμό της ευφυΐας, τον διασυρμό της σάρκας… Προωθεί την περιφρόνηση, την κακία, την μισαλλοδοξία, που δημιουργεί τον ρατσισμό, την ξενοφοβία… » (σελ. 97). Γράφει για «κατασκευή του Ιησού». Δεν σέβεται τον Χριστιανισμό αλλ’ ούτε τους μεγάλους φιλοσόφους. «Ο Μεσσίας δεν πεινά και δεν διψά, δεν κοιμάται ποτέ… Δεν γελά ούτε και ο Σωκράτης». «Μετά την σταύρωση ο μάγος της Γαλιλαίας επιστρέφει μεταξύ των ανθρώπων. Αλλά πολύ πριν από αυτόν ο Πυθαγόρας χρησιμοποίησε την ίδια αρχή. Πιο αργός, διότι ο Ιησούς περιμένει τρεις ημέρες, όταν ο ντυμένος στα λινά φιλόσοφος αναμένη διακόσα επτά χρόνια πριν επανέλθη στην Μεγάλη Ελλάδα» (σελ. 164). Δεν κατάλαβα πως έκανε τους υπολογισμούς αυτούς ούτε μπορώ να παρακολουθήσω την αχαλίνωτη φαντασία του. «Η Μαρία, μητέρα του Ιησού, συλλαμβάνει, παρθένα ούσα, δια της χάρης του Αγίου Πνεύματος· κοινότοπο: ο Πλάτωνας επίσης προέρχεται από μία μητέρα στο άνθος της ηλικίας της, αλλά που έχει διαφυλάξει τον υμένα της». Τόσα χρόνια είμαι πλατωνιστής και πρώτη φορά διαβάζω για το εύρημα της παρθενογενέσεως του Πλάτωνος. Ή το άλλο! «Ο ίδιος ο Πλάτωνας υπερηφανεύεται ότι μετακινήθηκε ο Απόλλωνας αυτοπροσώπως! Ο γιος του Ιωσήφ είναι κυρίως Υιός του Θεού; Κανένα πρόβλημα: Και ο Πυθαγόρας επίσης, που οι μαθητές του τον νομίζουν για τον Απόλλωνα αυτοπροσώπως που έφθασε κατ' ευθείαν από τους υποβόρειους» (σελ. 163). Ο Onfray ξεπέρασε τον Wilamowitz σε πρωτότυπη έρευνα και προσφορά νέων στοιχείων στην κλασσική φιλολογία!
Αλλά και ο Dennett (6) δείχνει εκ πρώτης όψεως ότι δεν είναι το ίδιο προκατειλημμένος και φανατικός, όπως οι αναφερθέντες. Όμως υπό τον διάλογο και την δήθεν αντιπαράθεση των επιχειρημάτων διαθέτει την βαθειά πεποίθηση ότι η θρησκεία είναι μύθος και το πρόβλημα του συνίσταται στην αναζήτηση της προελεύσεως της, μολονότι παραθέτει πλείστες ερμηνείες, χωρίς καμία να τον ικανοποιή· γι’ αυτό ζητεί από τους ερευνητές να εντείνουν τις προσπάθειες των. Φυσικά περιφρονεί και εμπαίζει τις θρησκείες- το εξώφυλλο έχει από την Σιξτίνα τον Αδάμ να αποκτά ζωή από ένα «Flying Spaghetti Monster», που συμβολίζει την «θεωρία του ευφυούς Σχεδιασμού που είναι ψευδοεπιστημονική θεωρία, η οποία προβάλλεται από Αμερικανούς φονταμελιστές» (σελ. 7· από το εισαγωγικό σημείωμα του Έλληνα μεταφραστή του βιβλίου). Ελπίζω η αγγλική έκδοση να μην έχη τέτοιο εξώφυλλο με το «Ιπτάμενο Μακαρονοτέρας», διότι αυτή και μόνο η εικόνα ανατρέπει την σοβαρότητα του βιβλίου. Όμως οι παραδοξότητες του συγγραφέα είναι πολλές, ιδίως όταν προβαίνη σε συγκρίσεις ομοιοτήτων. Αναφέρει το παράδειγμα ενός μύρμηκος που ανέρχεται, πέφτει και με επιμονή επαναλαμβάνει την προσπάθεια. «Ο εγκέφαλος του έχει μολυνθεί από ένα μικροσκοπικό παράσιτο το Dicrocelium Dendriticum… Αυτό το μικρό σκουλήκι του εγκεφάλου (σελ. 19) οδηγεί το μυρμήγκι σε μία θέση που θα ωφελήσει τους δικούς του απογόνους και όχι του μυρμηγκιού» (σελ. 20). Το ίδιο συμβαίνει με την πίστη και την ιδεολογία. «Η σύγκριση του λόγου του Θεού με ένα νηματώδες σκουλήκι φαίνεται ενδεχομένως προκλητική, ωστόσο η σύγκριση μιας ιδέας με ένα ζωντανό ον δεν είναι καινούργια» (σελ. 22). Η θέση αυτή του συγγραφέα δεν είναι προκλητική αλλά γελοία, που υποβιβάζει την αξία του ογκώδους βιβλίου του των 498 σελίδων. «Μέγα βιβλίον μέγα κακόν», έλεγαν οι αρχαίοι κρίνοντας ένα βιβλίο από τον όγκο του, διότι η πολυλογία εγκύπτει ανοησία. Έτσι δεν εκπλήττεσθε από το συμπέρασμα του. «Η Βίβλος λέει πως η θεωρία της εξελίξεως είναι λανθασμένη, τελεία και παύλα» (σελ. 89). Ο συγγραφεύς αποφαίνεται με βεβαιότητα για κάτι που δεν εδιάβασε, ούτε κατενόησε.
Για να μη κουράζω τον αναγνώστη, θα αναφέρω ένα τελευταίο παράδειγμα για την αυθεντία του σ. στο θέμα του Θεού. «Η πρόταση ότι ο Θεός υπάρχει δεν είναι καν μια θεωρία, όπως είδαμε στο ένατο κεφάλαιο. Αυτός ο ισχυρισμός είναι τόσο αμφιλεγόμενος, που εκφράζει, στην καλύτερη περίπτωση, ένα μη οργανωμένο σύνολο δεκάδων η εκατοντάδων, η δισεκατομμυρίων διαφορετικών πιθανών θεωριών, οι περισσότερες εκ των οποίων αποκλείονται ως θεωρίες ούτως η άλλως, καθώς είναι συστηματικά ανεπίδεκτες επιβεβαίωσης η διάψευσης. Οι εκδοχές του (σελ. 380) ισχυρισμού ότι ο Θεός υπάρχει έχουν κύκλους ζωής, που θυμίζουν ορισμένες μύγες» (σελ. 381).
Όμως δεν φταίνε οι Bright με τα φθηνά επιχειρήματα των. Τα έχω με τα Homuncula, τα ανθρωπάρια που ζουν ομοιόμορφα, θεωρούν αληθινά αυτά που τους λένε, είναι γεμάτα φοβίες, ηττοπάθεια και άγχος· έχουν ως καταφύγιο την ασφάλεια της αγέλης. Μοιάζουν με τους άλλους. Σκέφτονται, όπως κι εκείνοι. Θαυμάζουν τους δήθεν επιστημονικά πετυχημένους που φωτίζουν κι εμάς. Το μεγαλείο της Ευρώπης ήταν ο Χριστιανισμός της. Η Κοινή Αγορά ξεκίνησε με τον Σουμάν ως ευρωπαϊκή Κοινότης, με κοινή ιστορία, με κοινά ιδανικά και κατήντησε «Ένωση», συγκόλληση, Collage, με εντελώς οικονομικές δοσοληψίες, με αναζήτηση δούλων για φθηνά εργατικά και την συσσώρευση πλούτου, που δεν προστατεύει τους αδυνάτους. Ο θάνατος του Θεού επάγεται τον θάνατο του ανθρώπου. Και είναι νεκρός ο άνθρωπος η σχεδόν νεκρός, εφ’ όσον έχει παύσει να σκέπτεται.
Ο Θεός υπάρχει, διότι είναι τέλειο ον. Η τελειότητα του δηλώνει την ύπαρξη του, η δίψα του Θεού αποκαλύπτει τον Θεό. Ο κόσμος προήλθεν από αυτόν. «Πας οίκος κατασκευάζεται υπό τίνος, ο δε τα πάντα κατασκευάσας Θεός». Στη θέση αυτού του συλλογισμού οι Bright τι λένε; Χρειάζονται τύχη και χρόνο. Και πιστεύουν πως αυτό αποτελεί λογική απόδειξη και συγχρόνως έκφραση της επιστήμης. Αλλά στην πραγματικότητα είναι αστήρικτες θεωρίες. Ο πνευματικός άνθρωπος πιστεύει. Η πίστη του είναι εύλογη, διότι ενέχει γνώση εμπιστοσύνη, ελπίδα. Αντί των πολλαπλών υποθέσεων εκείνων, που αναιρούνται μεταξύ των, εκφράζει μία και μόνη εύλογη πεποίθηση- ότι η ψυχή υπάρχει. Στο βάθος της υφίστανται ουσιώδεις πόθοι προς το ωραίο, την αλήθεια, το ιερό, την συνάντηση με τους άλλους. Ο άνθρωπος είναι φύσει κοινωνικός. Ο άνδρας συναντά την γυναίκα και δημιουργείται ο οίκος ως βιολογική και πνευματική σχέση. «Ου μεν γαρ του γε κρείσσον και άρειον ή όθ' ομοφρονέοντε οίκον έχητον ανήρ ηδέ γυνή», παρατηρεί ο Όμηρος (σελ. 182-184). Τι πιο άριστο και κάλλιστο υπάρχει από το να αγαπιώνται ο άνδρας και η γυναίκα και να διαμορφώνουν την οικογένεια, που επιφέρει την συνοίκηση και στην συνέχεια την κοινότητα, που έχει κοινή προέλευση, αμοιβαία συναισθήματα, συνεργασία, κοινούς σκοπούς, δημιουργικότητα, που είναι ο πυρήνας της αγάπης. Αυτή δεν είναι απλή συνάντηση του εγώ προς το συ, υπερβαίνει την συμβίωση, ανοίγει ορίζοντες, ετοιμάζει την «μέθεξι» ψυχής με ψυχή. Αυτή η «μέθεξις» η αγάπη καταξιώνει τον άνθρωπο, τον κάνει να αγωνίζεται πάνω από τις μικρότητες, τον εγωισμό, τις φοβίες· υπερβαίνει τον εαυτό του γίνεται ελεύθερος, ανέρχεται την κλίμακα του μεγαλείου.
Οι σοφισταί έλεγαν: «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος». Ο Πλάτων απέρριπτε αυτόν τον εγωκεντρισμό που είναι αποχωρισμός και διαλυτικός παράγων και αυτής της προσωπικότητος. «Ο δη Θεός ημίν μέτρον αν είη μάλιστα» (Νομ. Α΄ 716 C). H ανάβαση σημαίνει ομοίωση. «Ομοιούσθαι Θεώ κατά το δυνατόν». Η πίστη μεταμορφώνεται σε γνώση, σε βαθύτατη εμπειρία, σε βίωση της αγάπης που είναι η αγάπη του Θεού. «Ο Θεός αγάπη εστί και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει» (Α' Ιωάννου, δ΄ 16). Η αγάπη Του είναι αυτό το «υπερπλήρες», αυτό που ξεχειλίζει από δημιουργικότητα και πλάθει τα όντα, τον άνθρωπο, την αληθινή ζωή πέρα από το βιολογικό της νόημα. Μέσα στην ιστορία εκατομμύρια επίστευσαν και εβίωσαν τις μεγάλες αξίες. Η μαρτυρία καθενός πνευματικού ανθρώπου είναι αξιοπρόσεκτη, διότι ως «εγκύμων την ψυχήν» κυοφορεί το γνήσιο πνεύμα, που εμπνέει και καθοδηγεί. Η συναίσθηση ως γνήσιος παράγων της αυτογνωσίας δίνει νόημα στην ζωή, που είναι ελευθερία, πραγμάτωσι των άξιων, βίωση ευδαιμονίας. «Ου χρη δε κατά τους παραινούντας ανθρώπινα φρονείν άνθρωπον όντα ουδέ θνητά τον θνητόν αλλ’ εφ’ όσον ενδέχεται αθανατίζειν» (Ηθικ. Νικ. 1 177 30-32), κατά τον Αριστοτέλη. Να βιώνης Sub Specie Aeternitatis, υπό το πρίσμα της αιωνιότητος. Ο χρόνος δεν είναι απλώς διαδοχή στιγμών κατά την εξέλιξη των πραγμάτων, αλλ’ η προθεσμία του Θεού να ωρίμασης. Ο αιωνίως Παρών μας μεταδίδει από την αιωνιότητα Του, φθάνει να έχωμε ανοικτοσύνη. Μπορούμε πολλά να κάνωμε. «Έργον αν είη της αρετής ζωή σπουδαία» (Aριστ. Hθ. Ευδ. 1219α 27). 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου