Του Θέμη Τζήμα
Παραμονές της απελευθέρωσης της Ελλάδας από τη γερμανική κατοχή, κατά τις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία του Λιβάνου, ο τότε πρωθυπουργός της εξόριστης κυβέρνησης Γεώργιος Παπανδρέου δήλωνε ότι στην κατεχομένη Ελλάδα όλοι “έσφαζαν”: το ΕΑΜ, οι ταγματασφαλίτες, οι Ναζί κατακτητές. Η αντιπροσωπεία του ΕΑΜ δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία, παρά την ενόχλησή της, σε εκείνον τον ανιστόρητο συμψηφισμό. Στο γεγονός δηλαδή ότι η μεγαλύτερη αντιστασιακή οργάνωση εξισώθηκε με μιας, με τους δοσιλόγους και με τους ίδιους τους κατακτητές, κάτι που δεν έγινε σε καμιά άλλη κατεχομένη χώρα, μηδεμιάς εξαιρουμένης, ακόμα και εκείνων που ελάχιστα θύματα είχαν από την κατοχή που τους είχανεπιβάλλει οι Ναζί, συγκριτικά τουλάχιστον με την Ελλάδα.Η συνέχεια είναι γνωστή: οι “ίσες” αποστάσεις μεταξύ άνισων καταστάσεων είχαν ως αποτέλεσμα οι δοσίλογοι και οι ταγματασφαλίτες να μετατράπουν αρχικά σε εσωτερικό στρατό καταστολής υπό τη διοίκηση των Άγγλων και κατόπιν στο νέο εθνικό, πολιτικό και επιχειρηματικό κορμό του παρασιτισμού και της υποτέλειας. Από την άλλη, οι αντάρτες του μεγαλυτέρου εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος- που από μόνο του θα έπρεπε να είναι διαβατήριο για μια άλλη διεθνή θέση της χώρας μεταπολεμικά και για δημοκρατική οργάνωση εσωτερικά- υπό το βάρος και των τραγικών σφαλμάτων της τότε ηγεσίας του ΚΚΕ διώχθηκαν, βασανίστηκαν και εν τέλει περιθωριοποιήθηκαν ως “αντεθνικά δρώντες”.
Η διδακτική αυτή ιστορική εμπειρία μας δείχνει τρία πράγματα: πρώτον ότι η ουσιαστική ισότητα είναι διαφορετική απο την τυπική. Η απολύτως δηλαδή ταυτόσημη αντιμετώπιση ανόμοιων καταστάσεων υπό το πρόσχημα της απόλυτης ισότητας υποκρύπτει την πιο καταφανή εύνοια υπέρ της μιας πλευράς εις βάρος της άλλης. Αυτό το μάθημα για χρόνια μας το παρέδιδαν και οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ με τις δήθεν “ίσες αποστάσεις” μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας σε σειρά ζητημάτων.
Δεύτερον, οι συμψηφισμοί που βασίζονται σε μια τέτοια κραυγαλέα αν και υποκρυπτομένη ανισότητα δεν είναι ποτέ ούτε αθώοι, ούτε προϊόντα άγνοιας. Είναι αποτελέσματα συνειδητού σχεδιασμού, βάσει του οποίου η κοινή γνώμη πρέπει να εξισώσει θύτη και θύμα, πρωτοπορία και αντίδραση, πρόοδο και συντήρηση, πατριωτισμό και φασισμό, ώστε αρχικά μέσα στο γενικό χυλό να απογοητευτεί από όλους, άρα να περιέλθει σε σύγχυση και τελικά να επιστρέψει στην υποστήριξη προς τη “φιλήσυχη” καθεστηκύια σταθερότητα και προς όσους τη διασφαλίζουν. Ακόμα και προς εκείνους που μέχρι πρότινος ήταν οι δήμιοι του λαού. Αν όχι να τους υποστηρίξει τουλάχιστον εκτεταμένα τμήματά της να τους ανεχτούν υπό το φόβο μάλιστα του τι περιμένει όποιους αντιδρούν στο νέο μπλοκ εξουσίας του κατεστημένου.
Τρίτον, το αστικό κράτος που ορκίζεται στη δημοκρατία και ενίοτε στον εσωτερικό πασιφισμό μπορεί να ανεχτεί τα πάντα:την προδοσία, το φασισμό, την οργανωμένη, πολιτική, εγκληματική δράση. Αλλά δεν μπορεί να ανεχτεί ιδίως εν μέσω κρίσης τον παραμικρό κίνδυνο εξ αριστερών εις βάρος των συμφερόντων του. Και για αυτόν ακριβώς το λόγο αν τα πράγματα δυσκολέψουν πολύ θα αξιοποιήσει όλα τα φασιστικά κατακάθια και λοιπά εγκληματικά στοιχεία, ντύνοντάς τα απλά με άλλη στολή.
Προκειμένου μάλιστα να πετύχει το σχέδιο του χυδαίου συμψηφισμού το κατεστημένο επιστρατεύει το λόγο και την πένα των μονίμως “νηφάλιων”, κεντρώων- κεντροδεξιών κατά προτίμηση ή και δήθεν δημοκρατικών- δημοσιογράφων και εξαρτημένων διανοουμένων. Όλων αυτών που θα εμφανίσουν την εικόνα ενός δήθεν ειρηνικού αστικού κράτους, του οποίου την ησυχία συνήθως ξεκίνησε να ταράζει η αριστερά με τις ακρότητές της, προκαλώντας την άνοδο της ακροδεξιάς. Αρχικά θα χρεώσουν στην αριστερά ότι υπήρξε ανόητη- δηλαδή απερίσκεπτη- και κατόπιν ότι είναι ένοχη. Το “όλοι φταίνε” από τις συζητήσεις του καφενείου θα μπει στο κέντρο της δημόσιας συζήτησης για να μετατραπεί σταδιακά στο “η αριστερά φταίει”, ενδεχομένως αφού θα έχει προηγηθεί και μια αυταρχικοποίηση του καθεστώτος. Ας μην ξεχνούμε άλλωστε ότι ακριβώς στη λογική των συμψηφισμών κάποιοι κεντρώοι της εποχής χρέωναν στον Ανδρέα Παπανδρέου την έλευση της χούντας γιατί έλεγαν το είχε παρατραβήξει στην κόντρα του με το παλάτι. Κοινώς για το βιασμό φταίει το θύμα που προκάλεσε με το ντύσιμό του ή που αντιστάθηκε στις ερωτικές προκλήσεις του βιαστή.
Σήμερα παρακολουθούμε κάτι αντίστοιχο, αφενός από μεταμορφωμένους πρώην αριστερούς που αναβαπτίστηκαν στον εκσυγχρονισμό του '90 και στη μνημονιακή “ευτυχία”- κατά Πάγκαλο- και αφετέρου από συνήθη ¨καθωσπρέπει” δεξιά στοιχεία της λούμπεν μεγαλοαστικής μας τάξης. Για την άνοδο της Χρυσής Αυγής λένε φταίει η αριστερά και ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως βεβαίως και το ΚΚΕ και η εξωκοινοβουλευτική αριστερά. Γιατί;
Πρώτον λένε γιατί εισήγαγαν στη δημόσια συζήτηση το δίλημμα μνημόνιο- αντιμνημόνιο και πίσω από το αντιμνημονιακό σύνθημα συντάχθηκε και η ακροδεξιά. Ξεχνούν ότι το δίλημμα μνημόνιο- αντιμνημόνιο το έθεσαν η ίδια η ζωή, η πολιτική του κατεστημένου και οι ανάγκες του λαού, σε βαθμό που και τα συστημικά κόμματα αναγκάστηκαν να υιοθετήσουν ρητορικά αντιμνημονιακή στάση. Δηλαδή σύμφωνα με τη γραμμή του συμψηφισμού η μεν αριστερά είναι ένοχη γιατί αναγνώρισε πριν από τα συστημικά κόμματα την επίδραση της μνημονιακής πολιτικής και το κοινωνικό χάσμα που θα δημιουργούσε, τα δε συστημικά κόμματα είναι αθώα ως προς το ότι με την πρωτοφανούς βιαιότητας πολιτική τους της φτώχειας και της απελπισίας δημιούργησαν εύφορο έδαφος- μέχρι ενός σημείου τουλάχιστον- για την επέκταση του φασιστικού φαινομένου.
Επιπρόσθετα όντως η ακροδεξιά σήκωσε αντιμνημονιακή σημαία ευκαιρίας. Όντως διαμορφώθηκε ένας επιφανειακά αντιμνημονιακός λόγος που αφήνει ανέγγιχτη την κρίση του καπιταλισμού και αναλώνεται στη συνωμοσιολογία και στον εθνικισμό. Όμως αυτός δεν ήταν ο κατεξοχήν αριστερός λόγος. Αντίθετα, όποτε η αριστερά μιλάει για τον καπιταλισμό και τη δομική, όπως και ταξική διάσταση της κρίσης είναι οι παπαγάλοι του κατεστημένου που θα διακόψουν, θα χλευάσουν και θα πλειοδοτήσουν στον δήθεν αντιγερμανισμό, προκειμένου να αθωώσουν τα ξένα και ντόπια αφεντικά τους.
Άλλωστε δεν συνωθήθηκαν ακροδεξιοί και πίσω από το φιλομνημονιακό μπλοκ; ποιος εισήγαγε την ακροδεξιά ρητορική στη Βουλή, ως γεφυροποιός προς τη Χρυσή Αυγή, αν όχι ο Καρατζαφέρης; Δεν είναι ο πρωθυπουργός Σαμαράς αυτός που εκμεταλλεύεται το φόβο των πολιτών με τη ρητορική περί εσωτερικού πολέμου; ή μήπως ξεχνούν κάποιοι ότι το ΛΑΟΣ των Γεωργιάδη και Βορίδη ήταν που στο πρώτο μνημόνιο και στο μεσοπρόθεσμο επαινούσε η τότε κυβέρνηση για την “υπεύθυνη” στάση του;
Δεύτερον επικαλούνται ότι ήταν η αριστερά που νομιμοποίησε τη βία στις διαδηλώσεις των αντιμνημονιακών δυνάμεων και άρα έτσι άνοιξε υποτίθεται το δρόμο στη Χρυσή Αυγή. “Ξεχνούν” φυσικά ότι γιαουρτώματα αλλά και ξυλοδαρμοί υπήρχαν και σε άλλες περιόδους της μεταπολίτευσης, όπως στη δεκαετία του '80 και στην περίοδο Μητσοτάκη. Τόσο από συνδικαλιστές στο πλαίσιο εργατικών αγώνων, όσο και από τραμπούκους της δεξιάς που μάλιστα είχαν τότε προχωρήσει και σε δολοφονία. Ο φασισμός ωστόσο δεν ανέβηκε. “Ξεχνούν” ότι η κατεξοχήν βία, η βία της φτώχειας και της ανεργίας διογκώνεται με ευθύνη της δικής τους πολιτικής.
“Ξεχνούν” οι δυνάμεις του κατεστημένου και οι εξαρτημένοι από αυτές διανοούμενοι ότι το μεταναστευτικό αφέθηκε επίτηδες και συνειδητά να κακοφορμίσει προς όφελος της πλέον παρασιτικής εργοδοσίας και της ιδιωτικής αγοράς ακινήτων.
Μάλιστα λένε ότι η αριστερά αμφισβήτησε πρώτη τους δημοκρατικούς θεσμούς- κατά συνέπεια η Χρυσή Αυγή απλά “παρασύρθηκε” θα μπορούσαμε να συμπληρώσουμε. Λησμονούν ότι τη Βουλή την ευτέλισαν εκείνοι που επέβαλλαν σε κάθε ψηφοφορία εσωκομματική πειθαρχία χωρίς ποτέ κανένα από τα δύο πρώην μεγάλα κόμματα να έχει συζητήσει και να έχει αποφασίσει στο εσωτερικό του, δημοκρατικά για τη στάση του επί των μνημονίων. Λησμονούν ότι πέρασαν όλα τα κρίσιμα νομοθετήματα με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, χωρίς τον παραμικρό διάλογο. Ξεχνούν το μανιχαϊσμό του μνημονιακού λόγου, το “ή ψηφίζεται ή καταστρεφόμαστε”, την κάλυψη της ασυδοσίας συχνά των δυνάμεων καταστολής εναντίον διαδηλωτών.
Τρίτο και χειρότερο όμως είν αι ότι ταυτίζουν κάθε μορφή βίας. Βεβαίως κάθε ιδεολογία εμπεριέχει και βίαιες πτυχές ή/ και εκδηλώσεις. Άλλωστε ήταν οι αστικοδημοκρατικές επαναστάσεις που παρήγαγαν πρώτες εποχές “τρομοκρατίας”. Ήταν το σύγχρονο βιομηχανικό, αστικοδημοκρατικό κράτος που εγκαινίασε τους ολοκληρωτικούς πολέμους. Βεβαίως και η σοσιαλιστική ή κομμουνιστική θεώρηση εμπεριέχει την προσφυγή στη βία ως ένα μέσο πάλης.
Όμως ο φασισμός είναι κάτι διαφορετικό:ο φασισμός είναι ψευτοϊδεολογικοποιημένη βία. Είναι βία με περιτύλιγμα. Είναι στοχοποίηση και περιθωριοποίηση κάθε διαφορετικότητας και κάθε αδυνάμου, είναι λυντσαρίσματα, είναι τραυματισμοί και φόνοι. Σήμερα, στην Ελλάδα- και όχι μόνο- αμφισβητείται αυτό που ο πιο ώριμος από το σημερινό, μεταπολεμικός κόσμος κατάλαβε: ότι ο φασισμός- ναζισμός αποτελεί ένα ιδιαίτερο φαινόμενο, που συνδυάζει αντιδραστικό ρομαντισμό, δράση χωρίς σκέψη, βία, μίσος, θάνατο, υπακοή στον αρχηγό και που στο τέλος καταλήγει σε αιματοχυσία. Ότι για όλα αυτά λοιπόν πρέπει πάντα να ξεριζώνεται από το ίδιο το λαϊκό κίνημα. Το φασισμό δε, δεν τον ξερίζωσαν χάρη σε μια πολιτική “Γκάντι” αλλά χάρη στη θυσία και το αίμα εκατομμυρίων, που θα ζούσαν αν κάποιοι δεν επέλεγαν ως συμμάχους τα frei korps, μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Όσο και να το θέλουν άλλωστε δεν υπάρχει αριστερή Κου- Κλουξ- Κλαν. Δεν υπάρχουν αριστερά πογκρόμ στις βίλες των βορείων προαστίων. Δεν υπάρχουν μαχαιρώματα καπιταλιστών. Και βεβαίως το γιαούρτωμα όσο ενοχλητικό ή κατακριτέο και αν είναι δεν πονάει όσο ο λοστός. Η βρισιά δε σκοτώνει όπως η μαχαιριά. Κανένα άλλο κόμμα πλην Χρυσής Αυγής δεν αποκαλεί κατηγορίες ανθρώπων ως σκουπίδια, ούτε καλεί στον αφανισμό τους. Κανένα άλλο κόμμα πλην Χρυσής Αυγής- μα κανένα- δεν προωθεί τη βίαιη ανατροπή της δημοκρατίας. Κανένα άλλο κόμμα δε λατρεύει τους ναζί ή εκείνους που παρέδωσαν τη μισή Κύπρο στην Τουρκία, προδίδοντάς την.
Δεν είναι ούτε αφελείς, ούτε αθώοι λοιπόν όσοι συμψηφίζουν με χυδαίο τρόπο αριστερά και φασίστες, ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ και Χρυσή Αυγή, την περιφρούρηση μιας απεργίας με τα πογκρόμ..
Ξέρουν πολύ καλά ποια είναι η δουλειά τους: να ανοίξουν διάπλατα την κερκόπορτα της δημοκρατίας ώστε να την περάσουν οι φασίστες αν τους χρειαστεί το κατεστημένο, προκειμένου να σταθεροποιηθεί. Τώρα ότι σε αυτό πρωταγωνιστούν και διάφοροι τυχοδιώκτες που είναι σε αναζήτηση κομματικής στέγης με θέα στην εξουσία εδώ και τουλάχιστον 10 χρόνια, ε τι να κάνουμε: υπήρξαν και χειρότεροι..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου