Γράφει ο Γιώργος Τσακίρης
1) Με τη Συμφωνία λύνεται ένα μείζον εθνικό θέμα που ταλαιπωρούσε την Ελλάδα για πολλές δεκαετίες.
Κατ’ αρχήν η Ελλάδα, λόγω της μη επίλυσης του ονοματολογικού ζητήματος με τη γειτονική χώρα, δεν αντιμετώπισε ποτέ θέματα τέτοια που να της δημιουργούσαν προβλήματα, τόσο στις διεθνείς σχέσεις της, όσο και στο εσωτερικό της. Αντιθέτως, η μόνη χώρα που όντως αντιμετώπιζε τέτοια ζητήματα, ήταν η πΓΔΜ. Δυστυχώς δε, η Συμφωνία των Πρεσπών κάθε άλλο παρά δίνει λύσεις τέτοιες που θα μπορούσαν να γίνουν διαχρονικά και καθολικά αποδεκτές από την πλειοψηφία των πολιτών και των δύο χωρών. Λύσεις δηλαδή που να είναι εξ ίσου και αποδεκτά σύμφωνες με το πνεύμα της Συμφωνίας, ακριβώς λόγω του ότι αυτό ερμηνεύεται και αποδίδεται διαφορετικά από και στους πολίτες των δύο χωρών, ή να αποτελέσουν την επίσης διαχρονικά σταθερή εκείνη βάση, πάνω στην οποία θα μπορέσουν να οικοδομηθούν μακροχρόνιες σχέσεις ειλικρινούς φιλίας και εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών.
2) Με τη Συμφωνία δεν αναγνωρίζεται καμία «Μακεδονική» εθνότητα στη γειτονική χώρα.
Τυπικά, στη Συμφωνία, όντως δεν αναγνωρίζεται η ύπαρξη καμίας «Μακεδονικής» εθνότητας στην πΓΔΜ.
Εάν όμως προσέξει κανείς καλά την διατύπωση στην παράγραφο 3 του Άρθρου 7 της Συμφωνίας, θα διαπιστώσει ότι ο κάθε πολίτης της γειτονικής χώρας, θα μπορεί να δίνει την δική του ερμηνεία στους όρους «Μακεδονία», «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός/ή/ό», με τους οποίους θα μπορεί να χαρακτηρίζει την δική του «επικράτεια, γλώσσα και πληθυσμό με τα χαρακτηριστικά του» καθώς επίσης και την δική του «ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά». Κι εάν κανείς σήμερα απευθυνθεί στο σύνολο των ιστορικών ή/και των κοινωνιολόγων, ζητώντας τους να ορίσουν κάποια από τα κοινά χαρακτηριστικά στοιχεία τα οποία θα πρέπει να «μοιράζεται» ένας λαός, ώστε να του αποδοθεί ο όρος «έθνος», η γλώσσα, η ιστορία, ο πολιτισμός και η κληρονομιά του και ένα κοινό όραμα μιας ιστορικής αποστολής, όπως αυτή της αναγνώρισης μιας «Μακεδονικής εθνότητας», θα είναι η σίγουρη απάντηση που θα πάρει. Αυτά ακριβώς αναγνωρίζει και ενισχύει η Συμφωνία των Πρεσπών, δίνοντας τόσο τυπικά, όσο και ουσιαστικά το γλωσσικό, ιστορικό και πολιτισμικό εκείνο υπόβαθρο, πάνω στο οποίο βασίζεται η «ιστορική αποστολή» του (λεγόμενου) «Μακεδονικού έθνους».
Κατά συνέπεια, η αναγνώριση κοινής «ταυτότητας», μέσω της αναγνώρισης κοινής γλώσσας, ιστορίας, πολιτισμού και κληρονομιάς, αλλά και της «ιστορικής αποστολής» έτσι όπως αυτή περιγράφεται τόσο στο Προοίμιο του Συντάγματος της πΓΔΜ, όσο και στο Άρθρο 36 το οποίο «για ιστορικούς λόγους» παραμένει αναλλοίωτο, παρέχει κάθε δικαίωμα στους πολίτες της χώρας, οι οποίοι δεν ανήκουν σε κάποια από τις άλλες «κοινότητες-εθνότητές» της, να διεκδικούν πλέον απολύτως νόμιμα το δικαίωμα να καλούνται και να αναγνωρίζονται ως «εθνικά Μακεδόνες».
3) Με τη Συμφωνία, η πΓΔΜ υποχρεώνεται να χρησιμοποιεί το όνομα «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας»erga omnes, δηλαδή για όλες τις χρήσεις, τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και στο εξωτερικό.
Το ερώτημα όμως εδώ έχει να κάνει με το πότε και το πώς. Διότι η ίδια η Συμφωνία προβλέπει εξαιρέσεις.
Αν εξετάσουμε αρχικά τη χρήση του νέου ονόματος στο εσωτερικό της χώρας, θα διαπιστώσουμε πως μπορεί μεν στην παράγραφο 9 του Άρθρου 1 της Συμφωνίας να αναφέρεται ότι η πΓΔΜ «χωρίς καθυστέρηση, σύμφωνα με τη χρηστή διοικητική πρακτική, θα πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε οι αρμόδιες Αρχές της χώρας στο εξής εσωτερικά να χρησιμοποιούν το όνομα και τις ορολογίες του Άρθρου 1, παράγραφος 3 της παρούσας συμφωνίας σε όλα τα νέα επίσημα έγγραφα, αλληλογραφία και συναφές υλικό», αλλά ποιος βεβαιώνει και (αλήθεια) μπορεί να ελέγξει ή και να παρέμβει στο πώς, πότε και εάν η πΓΔΜ ακολουθεί ή πρόκειται να ακολουθήσει τη «χρηστή διοικητική πρακτική» όπως την εννοούμε και την εφαρμόζουμε στην Ελλάδα, ή ακόμη κι εάν όντως μια άλλη κυβέρνηση αποφασίσει να καθυστερήσει με διάφορα προσχήματα αυτή την πρόβλεψη της Συμφωνίας ;
Αν δε, λάβουμε υπ’ όψιν και την πρόβλεψη της παραγράφου 10(β) του ίδιου Άρθρου, όπου αναφέρεται ότι «Η “πολιτική” μεταβατική περίοδος θα αφορά όλα τα έγγραφα και υλικό αποκλειστικά για εσωτερική χρήση στο Δεύτερο Μέρος. Η έκδοση των εγγράφων και υλικού που εμπίπτουν σε αυτήν την κατηγορία σύμφωνα με το Άρθρο 1, παράγραφος 3, θα ξεκινά στο άνοιγμα κάθε διαπραγματευτικού κεφαλαίου της Ε.Ε. στο συναφές πεδίο, και θα ολοκληρωθεί εντός πέντε ετών από τότε», καταλαβαίνουμε ότι οποιοδήποτε εσωτερικό έγγραφο φέρει σήμερα την ένδειξη «Δημοκρατία της Μακεδονίας», δεν είναι απαραίτητο να αλλάξει άμεσα με την έναρξη της ισχύος της συμφωνίας, αλλά ΜΟΝΟ ΟΤΑΝ η πΓΔΜ ξεκινήσει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της με την Ε.Ε., και ΜΟΝΟ ΟΤΑΝ «ανοίξει» συναφές με το αντικείμενο κεφάλαιο, και ΜΟΝΟ ΟΤΑΝ περάσουν πέντε χρόνια από τότε. Αρκεί νομίζω να αναφέρω ότι οι διαπραγματεύσεις αυτές μπορεί να διαρκέσουν αρκετά χρόνια, τόσα όσα θα κρίνει η πΓΔΜ ότι τη συμφέρει να καθυστερήσει ή όχι.
Το σίγουρο είναι πως η ίδια η Συμφωνία, μετά και την κύρωσή της από το ελληνικό κοινοβούλιο, δεν παρέχει κανένα δικαίωμα στην Ελλάδα να ελέγξει αυτήν την διαδικασία, πέραν της προσφυγής της στο Διεθνές Δικαστήριο.
Εξετάζοντας τώρα τη χρήση του νέου ονόματος της γειτονικής χώρας στο εξωτερικό, διαπιστώνουμε ότι στο εδάφιο (ζ) της παραγραφου 3 του Άρθρου 1, γίνεται αναφορά για το τρόπο χρήσης του (ή των) επιθετικού προσδιορισμού των όρων «Μακεδονία», «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός/η/ο» τόσο από το κράτος της πΓΔΜ και τους οργανισμούς ή/και φορείς που εξαρτώνται από αυτό, όσο όμως και από ιδιωτικούς φορείς οι οποίοι « … δεν έχουν σχέση με το κράτος και τις δημόσιες οντότητες, δεν έχουν συσταθεί με νόμο και δεν απολαμβάνουν οικονομικής υποστήριξης από το κράτος για για δραστηριότητες στο εξωτερικό… », οι οποίοι ΔΥΝΑΝΤΑΙ να ευθυγραμμίζονται με το Άρθρο 7 παράγραφος 3 και 4.
Τι ακριβώς σημαίνει αυτό ; Πολύ απλά ότι ενώ το επίσημο κράτος της πΓΔΜ και όσοι φορείς το αντιπροσωπεύουν ή/και εξαρτώνται οικονομικά από αυτό, θα πρέπει να συμμορφώνονται με τον τρόπο χρήσης των όρων «Μακεδονία», «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός/η/ο», έτσι όπως αυτός διευκρινίζεται στο Άρθρο 7 παράγραφος 3 και 4, οι ΙΔΙΩΤΙΚΟΙ φορείς, που δεν εξαρτώνται από το κράτος κατά κανένα λόγο για να λειτουργήσουν και δε χρηματοδοτούνται/επιχορηγούνται από την πΓΔΜ για δραστηριότητές τους ΜΟΝΟ στο εξωτερικό, μπορούν ΕΑΝ ΘΕΛΟΥΝ να ευθυγραμμιστούν με αυτή την πρόβλεψη. Δεν υποχρεώνει κανείς δηλαδή, ΟΠΟΙΑΔΉΠΟΤΕ φυσική ή νομική οντότητα η οποία θελήσει να αναλάβει ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ δραστηριότητα τόσο στο εσωτερικό της πΓΔΜ (χωρίς κανέναν περιορισμό), όσο και στο εξωτερικό (αρκεί να μη χρηματοδοτείται από την πΓΔΜ γι’ αυτό), να την προσδιορίσει ως «Μακεδονική», χωρίς την πρόσθεση του προσδιοριστικού «Βόρειο».
Αυτό δε επιτείνεται (και εδραιώνεται), με την αμέσως επόμενη πρόταση της Συμφωνίας (στο ίδιο εδάφιο “ζ”), η οποία αναφέρει πως «Η χρήση επιθέτου για δραστηριότητες, ΔΥΝΑΤΑΙ να ευθυγραμμίζεται με το Άρθρο 7(3) και (4)». Ούτε από ποιους, ούτε ποιες «δραστηριότητες» … τίποτε !
Στην δε παράγραφο 10 του Άρθρου 1, γίνεται αναφορά στην «τεχνική μεταβατική περίοδο», όσον αφορά τη χρήση του νέου ονόματος της πΓΔΜ στο εξωτερικό. Η πλήρης εισαγωγή της παρ. 10 στο κείμενο, είναι η εξής «Σε ότι αφορά την εγκυρότητα των υφιστάμενων εγγράφων και υλικού που εκδόθηκαν από τις αρχές του Δεύτερου Μέρους (της πΓΔΜ), τα μέρη συμφωνούν ότι θα υπάρξουν δύο μεταβατικές περίοδοι, μία “τεχνική” και μία “πολιτική”». Έχοντας αναφερθεί ήδη στην «πολιτική μεταβατική περίοδο», η «τεχνική» αφορά « … όλα τα επίσημα έγγραφα και υλικό της Δημόσιας Διοίκησης του Δεύτερου Μέρους, για διεθνή χρήση και εκείνα για εσωτερική χρήση που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο εξωτερικό. Αυτά τα έγγραφα και υλικό, θα ανανεώνονται σύμφωνα με το όνομα και τις ορολογίες που αναφέρονται στο Άρθρο 1 παράγραφος 3 της παρούσας Συμφωνίας, εντός πέντε ετών από τη θέση σε ισχύ της παρούσας Συμφωνίας, το αργότερο».
Μέχρι και το 2023-2024 λοιπόν, η Ελλάδα, ακόμη και μετά τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας, θα είναι υποχρεωμένη να δέχεται ακόμη (πχ) τα διαβατήρια των πολιτών της γειτονικής χώρας στα οποία δεν έχει ακόμη λήξει η διάρκεια ισχύος τους, που θα αναφέρουν «Δημοκρατία της Μακεδονίας», χωρίς καμία επιφύλαξη, σημείωση ή ότι άλλο. Όπως δε έχει προαναφερθεί, σε περίπτωση που μια άλλη κυβέρνηση στην πΓΔΜ αποφασίσει να καθυστερήσει αυτή την πρόβλεψη, δεν παρέχεται κανένα δικαίωμα στην Ελλάδα να ελέγξει αυτήν την διαδικασία, πέραν της προσφυγής της στο Διεθνές Δικαστήριο.
Κατά συνέπεια, το erga omnes μπορεί μεν να αναφέρεται στη Συμφωνία, δεν είναι όμως καθόλου σίγουρο ούτε το πότε, ούτε το πώς θα ισχύσει, τόσο στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας, όσο και στις διεθνείς της σχέσεις στο εξωτερικό, κυρίως δε από ιδιωτικούς φορείς οι οποίοι δεν ελέγχονται από την κυβέρνηση .
4) Η Συμφωνία των Πρεσπών αναγωρίζει μεν την «Μακεδονική γλώσσα», ταυτόχρονα όμως η πΓΔΜ αναγνωρίζει πως ηγλώσσα αυτή ανήκει στην ομάδα των Νότιων Σλαβικών γλωσσών.
Με την απαραίτητη διευκρίνιση, εντός της Συμφωνίας, η οποία επιτρέπει στους πολίτες της γειτονικής χώρας να ερμηνεύσουν όπως θέλουν ακόμη και αυτήν την πρόβλεψη. Στην παράγραφο 3(γ) του Άρθρου 1 λοιπόν, γίνεται αναφορά στη γλώσσατου γειτονικού κράτους. Αναφέρεται εκεί ότι «συμφωνήθηκε και έγινε αμοιβαίως αποδεκτό» ότι «η επίσημη γλώσσα του δεύτερου μέρους θα είναι η «Μακεδονική γλώσσα», όπως αυτή αναγνωρίσθηκε από την 3η Σύνοδο των Ηνωμένων Εθνών για την Οριστικοποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων, η οποία έγινε στην Αθήνα το 1977, αλλά και όπως περιγράφεται στο Άρθρο 7(3) και (4) της Συμφωνίας».
Αφού αναφέρω ότι θεωρώ απόλυτα επαρκείς τις εξηγήσεις, όσον αφορά το ζήτημα της Συνόδου των Ηνωμένων Εθνών το 1977 στην Αθήνα, που έδωσε ο γλωσσολόγος κ. Μπαμπινιώτης, καθώς σε μία Σύνοδο του ΟΗΕ που αφορά τον ορισμό και την τυποποίηση του πώς θα μεταγράφονται σε διάφορες γλώσσες τα γράμματα μιας άλλης γλώσσας, δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση και επίσημη αναγνώριση αυτής της τελευταίας, αξίζει να σταθούμε σ’ εκείνο το «όπως περιγράφεται στο Άρθρο 7(3) και (4) της Συμφωνίας».
Εξετάζοντας κυρίως το 7(4) σε σχέση με την αναγνώριση της «Μακεδονικής γλώσσας», και το επιχείρημα ότι η πΓΔΜ δέχθηκε ότι η γλώσσα αυτή «ανήκει στην ομάδα των Νότιων Σλαβικών γλωσσών», διαβάζοντας το τι πραγματικά αναγράφεται στο συγκεκριμένο σημείο, διαπιστώνουμε ότι η γειτονική χώρα απλά «ΣΗΜΕΙΩΝΕΙ (“notes” στο αγγλικό κείμενο) ότι η επίσημη γλώσσα του, η «Μακεδονική γλώσσα», ανήκει στην ομάδα των Νότιων Σλαβικών γλωσσών».
Κάτι που φυσικά παρέχει και το απόλυτα νόμιμο δικαίωμα στην κυβέρνηση της γειτονικής χώρας, να ΜΗ συμπεριλάβει αυτή την διευκρίνιση-σημείωση στις αλλαγές-τροποποιήσεις του Συντάγματος της πΓΔΜ, όπως φυσικά και πράττει.
5) Με τη Συμφωνία, η πΓΔΜ παραιτείται από την ιστορία και τον πολιτισμό της αρχαίας Μακεδονίας, τα οποία πλέον ανήκουν αποκλειστικά στην Ελλάδα.
Επανεξετάζοντας το Άρθρο 7, διαβάζουμε ότι η Ελλάδα και η πΓΔΜ αναγνωρίζουν ότι «η εκατέρωθεν αντίληψή τους ως προς τους όρους «Μακεδονία», «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός/η/ο» αναφέρεται σε διαφορετικό ιστορικό πλαίσιο και πολιτιστική κληρονομιά».
Πώς όμως; Όπως ακριβώς διευκρινίζεται στις παραγράφους 2 & 3 του Άρθρου 7.
Όσον αφορά δηλαδή την Ελλάδα «με αυτούς τους όρους νοούνται όχι μόνον η περιοχή και ο πληθυσμός της Βόρειας περιοχής (της), αλλά και τα χαρακτηριστικά τους, καθώς και ο Ελληνικός πολιτισμός, η ιστορία, η κουλτούρα και η κληρονομιά αυτής της περιοχής, από την αρχαιότητα έως σήμερα»
Όσον αφορά την πΓΔΜ «με αυτούς τους όρους νοούνται η επικράτεια, η γλώσσα, ο πληθυσμός και τα χαρακτηριστικά τους, με την δική τους ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά, διακριτώς διαφορετικά από αυτά που αναφέρονται στο Άρθρο 7(2)» δηλαδή την Ελλάδα.
Άρα, για την Ελλάδα, με την θέση σε ισχύ της Συμφωνίας, όταν αναφερόμαστε στους όρους «Μακεδονία», «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός/η/ο», θα εννοούμε αποκλειστικά και μόνο την περιοχή της Βόρειας Ελλάδας και τον πληθυσμό της, με τα δικά τους χαρακτηριστικά (διακριτώς διαφορετικά από αυτά της πΓΔΜ), αλλά και τον ΕΛΛΗΝΙΚΟ πολιτισμό, την ιστορία, την κουλτούρα και την κληρονομιά ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ, από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Ποιος είπε όμως ότι η ιστορική και πολιτισμική προπαγάνδα των Βορείων γειτόνων μας, διεκδίκησε ποτέ τον Ελληνικό πολιτισμό και ιστορία, ως τέτοιους ;
Ίσα, ίσα. Αυτό το οποίο μέχρι και σήμερα υποστηρίζουν, είναι ότι ο πολιτισμός και η ιστορία της περιοχής, ήταν εξ’ αρχής «Μακεδονικός» και όχι Ελληνικός.
Δεν διεκδικούν λοιπόν τον Ελληνικό πολιτισμό και ιστορία (από την αρχαιότητα έως σήμερα), αλλά την αναγνώριση αυτού του πολιτισμού και της ιστορίας ως «Μακεδονικούς», διακριτώς διαφορετικούς δηλαδή από αυτόν/ους της Ελλάδας !
Κατά συνέπεια, με τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας, θα υπάρχουν δύο «Μακεδονικοί πολιτισμοί», δύο «Μακεδονικές ιστορίες» και δύο «Μακεδονικές κληρονομιές» !!
Μία έτσι όπως την εννοεί η Ελλάδα, ως μέρος του Ελληνικού πολιτισμού, ιστορίας και κληρονομιάς, που θα αντλούν τη βάση τους «από τη Βόρεια περιοχή της χώρας», και μία έτσι όπως (θα) την εννοεί η πΓΔΜ.
Όποιος δε κάνει την (αυθόρμητη) ερώτηση «και ποια “Μακεδονική” ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά θα έχει δηλαδή η πΓΔΜ, και από πότε αυτή θα αρχίζει, σε ποιον/ποιους θα αναφέρεται» κλπ, η απάντηση που θα πάρει θα έχει άμεση σχέση… με τον ερωτώμενο. Άλλη θα είναι από έναν πολίτη της πΓΔΜ, άλλη από έναν Έλληνα και (πιθανόν) άλλη από οποιονδήποτε «τρίτο».
Ακόμη και στην παράγραφο 2 του Άρθρου 8, το οποίο προβλέπει ότι «εντός έξι μηνών από τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας (η πΓΔΜ) θα επανεξετάσει το καθεστώς των μνημείων, δημόσιων κτιρίων και υποδομών στην επικράτειά του, και στο μέτρο που αυτά αναφέρονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην αρχαία Ελληνική Ιστορία και πολιτισμό, που συνιστούν αναπόσπαστο συστατικό της ιστορικής ή πολιτιστικής κληρονομιάς του Πρώτου Μέρους (της Ελλάδας), θα προβεί στις κατάλληλες διορθωτικές ενέργειες για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το ζήτημα και να διασφαλίσει το σεβασμό στην προαναφερόμενη κληρονομιά», τα ερωτήματα που προκύπτουν από την ασάφεια αυτής της παραγράφου, είναι τόσα πολλά, που θα χρειαζόταν ίσως σελίδες επί σελίδων για να διατυπωθούν στην πληρότητά τους.
Ποια, δηλαδή, ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ μνημεία μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελούν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, αναφορά στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία και πολιτισμό ; Ποια «λίστα» τα αναφέρει και από ποιον έχει ή θα κριθεί η ορθότητά της ; Ποιος εγγυάται ότι αυτά τα μνημεία θα δεχθεί η πΓΔΜ πως «αναφέρονται στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία και πολιτισμό» ; Και ποιο είναι αυτό το «μέτρο που αυτά (θα κριθεί ότι) αναφέρονται στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία και πολιτισμό» ; Ποιες είναι αυτές οι «κατάλληλες διορθωτικές ενέργειες» που θα αναλάβει η πΓΔΜ για να «αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το ζήτημα» ; Και ποιος ο χρόνος της αποτελεσματικής αντιμετώπισης αυτών των ζητημάτων από την πΓΔΜ, από τη στιγμή που η πρόβλεψη της παραγράφου κάνει λόγο ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ για την ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ μέσα σε έξι μήνες, ΚΑΙ ΟΧΙ για την ολοκλήρωση των ενεργειών της ;
Θα ήταν ικανοποιητικό δηλαδή για την Ελλάδα, και σύμφωνο με το πνεύμα της Συμφωνίας, μία επιγραφή η οποία θα προστεθεί ίσως στο βάθρο του αγάλματος του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην κεντρική πλατεία των Σκοπίων, η οποία θα έγραφε «Μέγας Αλέξανδρος ο Μακεδών, γεννημένος στην Βόρεια περιοχή της Ελλάδας» ;!
Οι ηθελημένες -δυστυχώς-ασάφειες της Συμφωνίας, επιτρέπουν το συλλογισμό πως, ακόμη και μετά τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας, αυτό το οποίο θα συνεχίσει να υποστηρίζεται από την πλευρά της πΓΔΜ, θα είναι ότι ο πολιτισμός και η ιστορία της περιοχής, ήταν εξ’ αρχής «Μακεδονικός» και όχι Ελληνικός.
6) Αν δεν κυρωθεί η Συμφωνία, όλες οι χώρες του κόσμου θα αποκαλούν την πΓΔΜ ως σκέτο «Μακεδονία», όπως το κάνουν ήδη 140 από αυτές.
Η πΓΔΜ σήμερα, σύμφωνα και με την επίσημη ιστοσελίδα της κυβέρνησης, διαθέτει προξενεία ή πρεσβείες σε 47 ξένα κράτη, ενώ διατηρεί διπλωματικές σχέσεις με -συνολικά- 167 κράτη.
Είναι ένα πράγμα κάποιο κράτος να έχει διπλωματικές σχέσεις με κάποιο άλλο, και εντελώς διαφορετικό το να έχει αναγνωριστεί το κράτος αυτό με το επίσημο όνομά του.
Σε ΟΛΕΣ τις διμερείς αναγνωρίσεις, αυτές τουλάχιστον που έγιναν μετά το 1995, αναγράφεται ρητά ότι η αναγνώριση είναι προσωρινή και θα αλλάξει όταν συμφωνήσει και η Ελλάδα σε κάποιο νέο όνομα.
Οι διμερείς δε αναγνωρίσεις δε φέρουν κανένα ειδικό νομικό βάρος, σε αντίθεση με τις διεθνείς αναγνωρίσεις.
Και η πΓΔΜ, μπορεί μεν να είναι μέλος πολλών διεθνών οργανισμών, ΚΑΝΕΝΑΣ όμως από αυτούς δεν έχει αναγνωρίσει το κράτος αυτό με το «Συνταγματικό του όνομα»
Οι χώρες τώρα που ΔΙΜΕΡΩΣ έχουν αναγνωρίσει την πΓΔΜ ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» ΔΕΝ είναι 140, αλλά 107. Ή καλύτερα 106, μιας και στις 107 συμπεριλαμβάνεται και το Κοσσυφοπέδιο, που δεν είναι μέλος του ΟΗΕ.
Μεταξύ δε αυτών των 106 χωρών, περιλαμβάνονται και χώρες όπως το Μπαγκλαντές, η Μποτσουάνα, το Μπουρούντι, το Τζιμπουτί, το Ανατολικό Τιμόρ, το Σουρινάμ και το… Τουβαλού !
Κατά συνέπεια, το επιχείρημα περί 140 χωρών που έχουν αναγνωρίσει την πΓΔΜ με το «Συνταγματικό της όνομα», είναι εντελώς αναληθές.
Αντίθετα μάλιστα, ΚΑΝΕΙΣ διεθνείς οργανισμός δεν έχει αναγνωρίσει τη γειτονική χώρα ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας»
—————————————————–
Σημείωση: Το παραπάνω κείμενο, κατόπιν προσωπικής πρωτοβουλίας του κυρίου Τσακίρη, έχει σταλεί στα e-mail επικοινωνίας των βουλευτών του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. που εκλέγονται στις Περιφερειακές Ενότητες (νομούς) της Μακεδονίας.
GEOPOLITICS AND DAILY NEWS
1) Με τη Συμφωνία λύνεται ένα μείζον εθνικό θέμα που ταλαιπωρούσε την Ελλάδα για πολλές δεκαετίες.
Κατ’ αρχήν η Ελλάδα, λόγω της μη επίλυσης του ονοματολογικού ζητήματος με τη γειτονική χώρα, δεν αντιμετώπισε ποτέ θέματα τέτοια που να της δημιουργούσαν προβλήματα, τόσο στις διεθνείς σχέσεις της, όσο και στο εσωτερικό της. Αντιθέτως, η μόνη χώρα που όντως αντιμετώπιζε τέτοια ζητήματα, ήταν η πΓΔΜ. Δυστυχώς δε, η Συμφωνία των Πρεσπών κάθε άλλο παρά δίνει λύσεις τέτοιες που θα μπορούσαν να γίνουν διαχρονικά και καθολικά αποδεκτές από την πλειοψηφία των πολιτών και των δύο χωρών. Λύσεις δηλαδή που να είναι εξ ίσου και αποδεκτά σύμφωνες με το πνεύμα της Συμφωνίας, ακριβώς λόγω του ότι αυτό ερμηνεύεται και αποδίδεται διαφορετικά από και στους πολίτες των δύο χωρών, ή να αποτελέσουν την επίσης διαχρονικά σταθερή εκείνη βάση, πάνω στην οποία θα μπορέσουν να οικοδομηθούν μακροχρόνιες σχέσεις ειλικρινούς φιλίας και εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών.
2) Με τη Συμφωνία δεν αναγνωρίζεται καμία «Μακεδονική» εθνότητα στη γειτονική χώρα.
Τυπικά, στη Συμφωνία, όντως δεν αναγνωρίζεται η ύπαρξη καμίας «Μακεδονικής» εθνότητας στην πΓΔΜ.
Εάν όμως προσέξει κανείς καλά την διατύπωση στην παράγραφο 3 του Άρθρου 7 της Συμφωνίας, θα διαπιστώσει ότι ο κάθε πολίτης της γειτονικής χώρας, θα μπορεί να δίνει την δική του ερμηνεία στους όρους «Μακεδονία», «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός/ή/ό», με τους οποίους θα μπορεί να χαρακτηρίζει την δική του «επικράτεια, γλώσσα και πληθυσμό με τα χαρακτηριστικά του» καθώς επίσης και την δική του «ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά». Κι εάν κανείς σήμερα απευθυνθεί στο σύνολο των ιστορικών ή/και των κοινωνιολόγων, ζητώντας τους να ορίσουν κάποια από τα κοινά χαρακτηριστικά στοιχεία τα οποία θα πρέπει να «μοιράζεται» ένας λαός, ώστε να του αποδοθεί ο όρος «έθνος», η γλώσσα, η ιστορία, ο πολιτισμός και η κληρονομιά του και ένα κοινό όραμα μιας ιστορικής αποστολής, όπως αυτή της αναγνώρισης μιας «Μακεδονικής εθνότητας», θα είναι η σίγουρη απάντηση που θα πάρει. Αυτά ακριβώς αναγνωρίζει και ενισχύει η Συμφωνία των Πρεσπών, δίνοντας τόσο τυπικά, όσο και ουσιαστικά το γλωσσικό, ιστορικό και πολιτισμικό εκείνο υπόβαθρο, πάνω στο οποίο βασίζεται η «ιστορική αποστολή» του (λεγόμενου) «Μακεδονικού έθνους».
Κατά συνέπεια, η αναγνώριση κοινής «ταυτότητας», μέσω της αναγνώρισης κοινής γλώσσας, ιστορίας, πολιτισμού και κληρονομιάς, αλλά και της «ιστορικής αποστολής» έτσι όπως αυτή περιγράφεται τόσο στο Προοίμιο του Συντάγματος της πΓΔΜ, όσο και στο Άρθρο 36 το οποίο «για ιστορικούς λόγους» παραμένει αναλλοίωτο, παρέχει κάθε δικαίωμα στους πολίτες της χώρας, οι οποίοι δεν ανήκουν σε κάποια από τις άλλες «κοινότητες-εθνότητές» της, να διεκδικούν πλέον απολύτως νόμιμα το δικαίωμα να καλούνται και να αναγνωρίζονται ως «εθνικά Μακεδόνες».
3) Με τη Συμφωνία, η πΓΔΜ υποχρεώνεται να χρησιμοποιεί το όνομα «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας»erga omnes, δηλαδή για όλες τις χρήσεις, τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και στο εξωτερικό.
Το ερώτημα όμως εδώ έχει να κάνει με το πότε και το πώς. Διότι η ίδια η Συμφωνία προβλέπει εξαιρέσεις.
Αν εξετάσουμε αρχικά τη χρήση του νέου ονόματος στο εσωτερικό της χώρας, θα διαπιστώσουμε πως μπορεί μεν στην παράγραφο 9 του Άρθρου 1 της Συμφωνίας να αναφέρεται ότι η πΓΔΜ «χωρίς καθυστέρηση, σύμφωνα με τη χρηστή διοικητική πρακτική, θα πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε οι αρμόδιες Αρχές της χώρας στο εξής εσωτερικά να χρησιμοποιούν το όνομα και τις ορολογίες του Άρθρου 1, παράγραφος 3 της παρούσας συμφωνίας σε όλα τα νέα επίσημα έγγραφα, αλληλογραφία και συναφές υλικό», αλλά ποιος βεβαιώνει και (αλήθεια) μπορεί να ελέγξει ή και να παρέμβει στο πώς, πότε και εάν η πΓΔΜ ακολουθεί ή πρόκειται να ακολουθήσει τη «χρηστή διοικητική πρακτική» όπως την εννοούμε και την εφαρμόζουμε στην Ελλάδα, ή ακόμη κι εάν όντως μια άλλη κυβέρνηση αποφασίσει να καθυστερήσει με διάφορα προσχήματα αυτή την πρόβλεψη της Συμφωνίας ;
Αν δε, λάβουμε υπ’ όψιν και την πρόβλεψη της παραγράφου 10(β) του ίδιου Άρθρου, όπου αναφέρεται ότι «Η “πολιτική” μεταβατική περίοδος θα αφορά όλα τα έγγραφα και υλικό αποκλειστικά για εσωτερική χρήση στο Δεύτερο Μέρος. Η έκδοση των εγγράφων και υλικού που εμπίπτουν σε αυτήν την κατηγορία σύμφωνα με το Άρθρο 1, παράγραφος 3, θα ξεκινά στο άνοιγμα κάθε διαπραγματευτικού κεφαλαίου της Ε.Ε. στο συναφές πεδίο, και θα ολοκληρωθεί εντός πέντε ετών από τότε», καταλαβαίνουμε ότι οποιοδήποτε εσωτερικό έγγραφο φέρει σήμερα την ένδειξη «Δημοκρατία της Μακεδονίας», δεν είναι απαραίτητο να αλλάξει άμεσα με την έναρξη της ισχύος της συμφωνίας, αλλά ΜΟΝΟ ΟΤΑΝ η πΓΔΜ ξεκινήσει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της με την Ε.Ε., και ΜΟΝΟ ΟΤΑΝ «ανοίξει» συναφές με το αντικείμενο κεφάλαιο, και ΜΟΝΟ ΟΤΑΝ περάσουν πέντε χρόνια από τότε. Αρκεί νομίζω να αναφέρω ότι οι διαπραγματεύσεις αυτές μπορεί να διαρκέσουν αρκετά χρόνια, τόσα όσα θα κρίνει η πΓΔΜ ότι τη συμφέρει να καθυστερήσει ή όχι.
Το σίγουρο είναι πως η ίδια η Συμφωνία, μετά και την κύρωσή της από το ελληνικό κοινοβούλιο, δεν παρέχει κανένα δικαίωμα στην Ελλάδα να ελέγξει αυτήν την διαδικασία, πέραν της προσφυγής της στο Διεθνές Δικαστήριο.
Εξετάζοντας τώρα τη χρήση του νέου ονόματος της γειτονικής χώρας στο εξωτερικό, διαπιστώνουμε ότι στο εδάφιο (ζ) της παραγραφου 3 του Άρθρου 1, γίνεται αναφορά για το τρόπο χρήσης του (ή των) επιθετικού προσδιορισμού των όρων «Μακεδονία», «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός/η/ο» τόσο από το κράτος της πΓΔΜ και τους οργανισμούς ή/και φορείς που εξαρτώνται από αυτό, όσο όμως και από ιδιωτικούς φορείς οι οποίοι « … δεν έχουν σχέση με το κράτος και τις δημόσιες οντότητες, δεν έχουν συσταθεί με νόμο και δεν απολαμβάνουν οικονομικής υποστήριξης από το κράτος για για δραστηριότητες στο εξωτερικό… », οι οποίοι ΔΥΝΑΝΤΑΙ να ευθυγραμμίζονται με το Άρθρο 7 παράγραφος 3 και 4.
Τι ακριβώς σημαίνει αυτό ; Πολύ απλά ότι ενώ το επίσημο κράτος της πΓΔΜ και όσοι φορείς το αντιπροσωπεύουν ή/και εξαρτώνται οικονομικά από αυτό, θα πρέπει να συμμορφώνονται με τον τρόπο χρήσης των όρων «Μακεδονία», «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός/η/ο», έτσι όπως αυτός διευκρινίζεται στο Άρθρο 7 παράγραφος 3 και 4, οι ΙΔΙΩΤΙΚΟΙ φορείς, που δεν εξαρτώνται από το κράτος κατά κανένα λόγο για να λειτουργήσουν και δε χρηματοδοτούνται/επιχορηγούνται από την πΓΔΜ για δραστηριότητές τους ΜΟΝΟ στο εξωτερικό, μπορούν ΕΑΝ ΘΕΛΟΥΝ να ευθυγραμμιστούν με αυτή την πρόβλεψη. Δεν υποχρεώνει κανείς δηλαδή, ΟΠΟΙΑΔΉΠΟΤΕ φυσική ή νομική οντότητα η οποία θελήσει να αναλάβει ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ δραστηριότητα τόσο στο εσωτερικό της πΓΔΜ (χωρίς κανέναν περιορισμό), όσο και στο εξωτερικό (αρκεί να μη χρηματοδοτείται από την πΓΔΜ γι’ αυτό), να την προσδιορίσει ως «Μακεδονική», χωρίς την πρόσθεση του προσδιοριστικού «Βόρειο».
Αυτό δε επιτείνεται (και εδραιώνεται), με την αμέσως επόμενη πρόταση της Συμφωνίας (στο ίδιο εδάφιο “ζ”), η οποία αναφέρει πως «Η χρήση επιθέτου για δραστηριότητες, ΔΥΝΑΤΑΙ να ευθυγραμμίζεται με το Άρθρο 7(3) και (4)». Ούτε από ποιους, ούτε ποιες «δραστηριότητες» … τίποτε !
Στην δε παράγραφο 10 του Άρθρου 1, γίνεται αναφορά στην «τεχνική μεταβατική περίοδο», όσον αφορά τη χρήση του νέου ονόματος της πΓΔΜ στο εξωτερικό. Η πλήρης εισαγωγή της παρ. 10 στο κείμενο, είναι η εξής «Σε ότι αφορά την εγκυρότητα των υφιστάμενων εγγράφων και υλικού που εκδόθηκαν από τις αρχές του Δεύτερου Μέρους (της πΓΔΜ), τα μέρη συμφωνούν ότι θα υπάρξουν δύο μεταβατικές περίοδοι, μία “τεχνική” και μία “πολιτική”». Έχοντας αναφερθεί ήδη στην «πολιτική μεταβατική περίοδο», η «τεχνική» αφορά « … όλα τα επίσημα έγγραφα και υλικό της Δημόσιας Διοίκησης του Δεύτερου Μέρους, για διεθνή χρήση και εκείνα για εσωτερική χρήση που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο εξωτερικό. Αυτά τα έγγραφα και υλικό, θα ανανεώνονται σύμφωνα με το όνομα και τις ορολογίες που αναφέρονται στο Άρθρο 1 παράγραφος 3 της παρούσας Συμφωνίας, εντός πέντε ετών από τη θέση σε ισχύ της παρούσας Συμφωνίας, το αργότερο».
Μέχρι και το 2023-2024 λοιπόν, η Ελλάδα, ακόμη και μετά τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας, θα είναι υποχρεωμένη να δέχεται ακόμη (πχ) τα διαβατήρια των πολιτών της γειτονικής χώρας στα οποία δεν έχει ακόμη λήξει η διάρκεια ισχύος τους, που θα αναφέρουν «Δημοκρατία της Μακεδονίας», χωρίς καμία επιφύλαξη, σημείωση ή ότι άλλο. Όπως δε έχει προαναφερθεί, σε περίπτωση που μια άλλη κυβέρνηση στην πΓΔΜ αποφασίσει να καθυστερήσει αυτή την πρόβλεψη, δεν παρέχεται κανένα δικαίωμα στην Ελλάδα να ελέγξει αυτήν την διαδικασία, πέραν της προσφυγής της στο Διεθνές Δικαστήριο.
Κατά συνέπεια, το erga omnes μπορεί μεν να αναφέρεται στη Συμφωνία, δεν είναι όμως καθόλου σίγουρο ούτε το πότε, ούτε το πώς θα ισχύσει, τόσο στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας, όσο και στις διεθνείς της σχέσεις στο εξωτερικό, κυρίως δε από ιδιωτικούς φορείς οι οποίοι δεν ελέγχονται από την κυβέρνηση .
4) Η Συμφωνία των Πρεσπών αναγωρίζει μεν την «Μακεδονική γλώσσα», ταυτόχρονα όμως η πΓΔΜ αναγνωρίζει πως ηγλώσσα αυτή ανήκει στην ομάδα των Νότιων Σλαβικών γλωσσών.
Με την απαραίτητη διευκρίνιση, εντός της Συμφωνίας, η οποία επιτρέπει στους πολίτες της γειτονικής χώρας να ερμηνεύσουν όπως θέλουν ακόμη και αυτήν την πρόβλεψη. Στην παράγραφο 3(γ) του Άρθρου 1 λοιπόν, γίνεται αναφορά στη γλώσσατου γειτονικού κράτους. Αναφέρεται εκεί ότι «συμφωνήθηκε και έγινε αμοιβαίως αποδεκτό» ότι «η επίσημη γλώσσα του δεύτερου μέρους θα είναι η «Μακεδονική γλώσσα», όπως αυτή αναγνωρίσθηκε από την 3η Σύνοδο των Ηνωμένων Εθνών για την Οριστικοποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων, η οποία έγινε στην Αθήνα το 1977, αλλά και όπως περιγράφεται στο Άρθρο 7(3) και (4) της Συμφωνίας».
Αφού αναφέρω ότι θεωρώ απόλυτα επαρκείς τις εξηγήσεις, όσον αφορά το ζήτημα της Συνόδου των Ηνωμένων Εθνών το 1977 στην Αθήνα, που έδωσε ο γλωσσολόγος κ. Μπαμπινιώτης, καθώς σε μία Σύνοδο του ΟΗΕ που αφορά τον ορισμό και την τυποποίηση του πώς θα μεταγράφονται σε διάφορες γλώσσες τα γράμματα μιας άλλης γλώσσας, δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση και επίσημη αναγνώριση αυτής της τελευταίας, αξίζει να σταθούμε σ’ εκείνο το «όπως περιγράφεται στο Άρθρο 7(3) και (4) της Συμφωνίας».
Εξετάζοντας κυρίως το 7(4) σε σχέση με την αναγνώριση της «Μακεδονικής γλώσσας», και το επιχείρημα ότι η πΓΔΜ δέχθηκε ότι η γλώσσα αυτή «ανήκει στην ομάδα των Νότιων Σλαβικών γλωσσών», διαβάζοντας το τι πραγματικά αναγράφεται στο συγκεκριμένο σημείο, διαπιστώνουμε ότι η γειτονική χώρα απλά «ΣΗΜΕΙΩΝΕΙ (“notes” στο αγγλικό κείμενο) ότι η επίσημη γλώσσα του, η «Μακεδονική γλώσσα», ανήκει στην ομάδα των Νότιων Σλαβικών γλωσσών».
Κάτι που φυσικά παρέχει και το απόλυτα νόμιμο δικαίωμα στην κυβέρνηση της γειτονικής χώρας, να ΜΗ συμπεριλάβει αυτή την διευκρίνιση-σημείωση στις αλλαγές-τροποποιήσεις του Συντάγματος της πΓΔΜ, όπως φυσικά και πράττει.
5) Με τη Συμφωνία, η πΓΔΜ παραιτείται από την ιστορία και τον πολιτισμό της αρχαίας Μακεδονίας, τα οποία πλέον ανήκουν αποκλειστικά στην Ελλάδα.
Επανεξετάζοντας το Άρθρο 7, διαβάζουμε ότι η Ελλάδα και η πΓΔΜ αναγνωρίζουν ότι «η εκατέρωθεν αντίληψή τους ως προς τους όρους «Μακεδονία», «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός/η/ο» αναφέρεται σε διαφορετικό ιστορικό πλαίσιο και πολιτιστική κληρονομιά».
Πώς όμως; Όπως ακριβώς διευκρινίζεται στις παραγράφους 2 & 3 του Άρθρου 7.
Όσον αφορά δηλαδή την Ελλάδα «με αυτούς τους όρους νοούνται όχι μόνον η περιοχή και ο πληθυσμός της Βόρειας περιοχής (της), αλλά και τα χαρακτηριστικά τους, καθώς και ο Ελληνικός πολιτισμός, η ιστορία, η κουλτούρα και η κληρονομιά αυτής της περιοχής, από την αρχαιότητα έως σήμερα»
Όσον αφορά την πΓΔΜ «με αυτούς τους όρους νοούνται η επικράτεια, η γλώσσα, ο πληθυσμός και τα χαρακτηριστικά τους, με την δική τους ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά, διακριτώς διαφορετικά από αυτά που αναφέρονται στο Άρθρο 7(2)» δηλαδή την Ελλάδα.
Άρα, για την Ελλάδα, με την θέση σε ισχύ της Συμφωνίας, όταν αναφερόμαστε στους όρους «Μακεδονία», «Μακεδόνας» και «Μακεδονικός/η/ο», θα εννοούμε αποκλειστικά και μόνο την περιοχή της Βόρειας Ελλάδας και τον πληθυσμό της, με τα δικά τους χαρακτηριστικά (διακριτώς διαφορετικά από αυτά της πΓΔΜ), αλλά και τον ΕΛΛΗΝΙΚΟ πολιτισμό, την ιστορία, την κουλτούρα και την κληρονομιά ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ, από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Ποιος είπε όμως ότι η ιστορική και πολιτισμική προπαγάνδα των Βορείων γειτόνων μας, διεκδίκησε ποτέ τον Ελληνικό πολιτισμό και ιστορία, ως τέτοιους ;
Ίσα, ίσα. Αυτό το οποίο μέχρι και σήμερα υποστηρίζουν, είναι ότι ο πολιτισμός και η ιστορία της περιοχής, ήταν εξ’ αρχής «Μακεδονικός» και όχι Ελληνικός.
Δεν διεκδικούν λοιπόν τον Ελληνικό πολιτισμό και ιστορία (από την αρχαιότητα έως σήμερα), αλλά την αναγνώριση αυτού του πολιτισμού και της ιστορίας ως «Μακεδονικούς», διακριτώς διαφορετικούς δηλαδή από αυτόν/ους της Ελλάδας !
Κατά συνέπεια, με τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας, θα υπάρχουν δύο «Μακεδονικοί πολιτισμοί», δύο «Μακεδονικές ιστορίες» και δύο «Μακεδονικές κληρονομιές» !!
Μία έτσι όπως την εννοεί η Ελλάδα, ως μέρος του Ελληνικού πολιτισμού, ιστορίας και κληρονομιάς, που θα αντλούν τη βάση τους «από τη Βόρεια περιοχή της χώρας», και μία έτσι όπως (θα) την εννοεί η πΓΔΜ.
Όποιος δε κάνει την (αυθόρμητη) ερώτηση «και ποια “Μακεδονική” ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά θα έχει δηλαδή η πΓΔΜ, και από πότε αυτή θα αρχίζει, σε ποιον/ποιους θα αναφέρεται» κλπ, η απάντηση που θα πάρει θα έχει άμεση σχέση… με τον ερωτώμενο. Άλλη θα είναι από έναν πολίτη της πΓΔΜ, άλλη από έναν Έλληνα και (πιθανόν) άλλη από οποιονδήποτε «τρίτο».
Ακόμη και στην παράγραφο 2 του Άρθρου 8, το οποίο προβλέπει ότι «εντός έξι μηνών από τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας (η πΓΔΜ) θα επανεξετάσει το καθεστώς των μνημείων, δημόσιων κτιρίων και υποδομών στην επικράτειά του, και στο μέτρο που αυτά αναφέρονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην αρχαία Ελληνική Ιστορία και πολιτισμό, που συνιστούν αναπόσπαστο συστατικό της ιστορικής ή πολιτιστικής κληρονομιάς του Πρώτου Μέρους (της Ελλάδας), θα προβεί στις κατάλληλες διορθωτικές ενέργειες για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το ζήτημα και να διασφαλίσει το σεβασμό στην προαναφερόμενη κληρονομιά», τα ερωτήματα που προκύπτουν από την ασάφεια αυτής της παραγράφου, είναι τόσα πολλά, που θα χρειαζόταν ίσως σελίδες επί σελίδων για να διατυπωθούν στην πληρότητά τους.
Ποια, δηλαδή, ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ μνημεία μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελούν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, αναφορά στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία και πολιτισμό ; Ποια «λίστα» τα αναφέρει και από ποιον έχει ή θα κριθεί η ορθότητά της ; Ποιος εγγυάται ότι αυτά τα μνημεία θα δεχθεί η πΓΔΜ πως «αναφέρονται στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία και πολιτισμό» ; Και ποιο είναι αυτό το «μέτρο που αυτά (θα κριθεί ότι) αναφέρονται στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία και πολιτισμό» ; Ποιες είναι αυτές οι «κατάλληλες διορθωτικές ενέργειες» που θα αναλάβει η πΓΔΜ για να «αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το ζήτημα» ; Και ποιος ο χρόνος της αποτελεσματικής αντιμετώπισης αυτών των ζητημάτων από την πΓΔΜ, από τη στιγμή που η πρόβλεψη της παραγράφου κάνει λόγο ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ για την ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ μέσα σε έξι μήνες, ΚΑΙ ΟΧΙ για την ολοκλήρωση των ενεργειών της ;
Θα ήταν ικανοποιητικό δηλαδή για την Ελλάδα, και σύμφωνο με το πνεύμα της Συμφωνίας, μία επιγραφή η οποία θα προστεθεί ίσως στο βάθρο του αγάλματος του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην κεντρική πλατεία των Σκοπίων, η οποία θα έγραφε «Μέγας Αλέξανδρος ο Μακεδών, γεννημένος στην Βόρεια περιοχή της Ελλάδας» ;!
Οι ηθελημένες -δυστυχώς-ασάφειες της Συμφωνίας, επιτρέπουν το συλλογισμό πως, ακόμη και μετά τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας, αυτό το οποίο θα συνεχίσει να υποστηρίζεται από την πλευρά της πΓΔΜ, θα είναι ότι ο πολιτισμός και η ιστορία της περιοχής, ήταν εξ’ αρχής «Μακεδονικός» και όχι Ελληνικός.
6) Αν δεν κυρωθεί η Συμφωνία, όλες οι χώρες του κόσμου θα αποκαλούν την πΓΔΜ ως σκέτο «Μακεδονία», όπως το κάνουν ήδη 140 από αυτές.
Η πΓΔΜ σήμερα, σύμφωνα και με την επίσημη ιστοσελίδα της κυβέρνησης, διαθέτει προξενεία ή πρεσβείες σε 47 ξένα κράτη, ενώ διατηρεί διπλωματικές σχέσεις με -συνολικά- 167 κράτη.
Είναι ένα πράγμα κάποιο κράτος να έχει διπλωματικές σχέσεις με κάποιο άλλο, και εντελώς διαφορετικό το να έχει αναγνωριστεί το κράτος αυτό με το επίσημο όνομά του.
Σε ΟΛΕΣ τις διμερείς αναγνωρίσεις, αυτές τουλάχιστον που έγιναν μετά το 1995, αναγράφεται ρητά ότι η αναγνώριση είναι προσωρινή και θα αλλάξει όταν συμφωνήσει και η Ελλάδα σε κάποιο νέο όνομα.
Οι διμερείς δε αναγνωρίσεις δε φέρουν κανένα ειδικό νομικό βάρος, σε αντίθεση με τις διεθνείς αναγνωρίσεις.
Και η πΓΔΜ, μπορεί μεν να είναι μέλος πολλών διεθνών οργανισμών, ΚΑΝΕΝΑΣ όμως από αυτούς δεν έχει αναγνωρίσει το κράτος αυτό με το «Συνταγματικό του όνομα»
Οι χώρες τώρα που ΔΙΜΕΡΩΣ έχουν αναγνωρίσει την πΓΔΜ ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» ΔΕΝ είναι 140, αλλά 107. Ή καλύτερα 106, μιας και στις 107 συμπεριλαμβάνεται και το Κοσσυφοπέδιο, που δεν είναι μέλος του ΟΗΕ.
Μεταξύ δε αυτών των 106 χωρών, περιλαμβάνονται και χώρες όπως το Μπαγκλαντές, η Μποτσουάνα, το Μπουρούντι, το Τζιμπουτί, το Ανατολικό Τιμόρ, το Σουρινάμ και το… Τουβαλού !
Κατά συνέπεια, το επιχείρημα περί 140 χωρών που έχουν αναγνωρίσει την πΓΔΜ με το «Συνταγματικό της όνομα», είναι εντελώς αναληθές.
Αντίθετα μάλιστα, ΚΑΝΕΙΣ διεθνείς οργανισμός δεν έχει αναγνωρίσει τη γειτονική χώρα ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας»
—————————————————–
Σημείωση: Το παραπάνω κείμενο, κατόπιν προσωπικής πρωτοβουλίας του κυρίου Τσακίρη, έχει σταλεί στα e-mail επικοινωνίας των βουλευτών του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. που εκλέγονται στις Περιφερειακές Ενότητες (νομούς) της Μακεδονίας.
GEOPOLITICS AND DAILY NEWS
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου