Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2019

Πράγματα που συμβαίνουν ξαφνικά



του Γιάννη Κιμπουρόπουλου

Σχεδόν κάθε μεσημέρι, ερχόμενος στην εφημερίδα, πέφτω πάνω στην ίδια εικόνα. Στην πιο πολυσύχναστη διάβαση πεζών της Αθήνας, μπροστά στο φανάρι της Φιλελλήνων έναντι Ερμού, οκλαδόν κάθεται ένας άνδρας το πολύ σαράντα ετών, έχοντας μπροστά του ένα πλαστικό κυπελλάκι και μια αυτοσχέδια πινακίδα από μπεζ χοντρό χαρτόνι κούτας που γράφει: «Ξαφνικά βρέθηκα στον δρόμο. Παρακαλώ τη βοήθειά σας».
Συνήθως έχει το κεφάλι σκυφτό και καλυμμένο με ένα άσπρο φανελάκι. Μάλλον όχι από ντροπή, αλλά για να προστατευτεί από τον δυνατό ήλιο. Μερικές φορές τον έχω δει να επιστρέφει από απέναντι στο πόστο του, έχοντας μουσκέψει το φανελάκι στο νερό, προφανώς για να αντέξει την έκθεση στη ζέστη του καλοκαιριού – και του αποκαλόκαιρου ή του σχεδόν φθινοπώρου. Ελάχιστοι ανταποκρίνονται στην έκκλησή του. Το κυπελλάκι σπάνια έχει λίγα δεκάλεπτα και
εικοσάλεπτα, οι περισσότεροι τον προσπερνούν προσηλωμένοι στις οθόνες των κινητών τους ή καρφώνουν τα βλέμματα στο φανάρι που μετρά αντίστροφα από το 60 έως το 0, μέχρι να ανάψει πράσινο. Προφανώς είτε είναι καχύποπτοι για την ειλικρίνεια της διακήρυξης στο μπεζ χαρτόνι -«ξαφνικά βρέθηκα στον δρόμο»- είτε υπερβολικά εξοικειωμένοι με τις εικόνες άκρας ταπείνωσης των αστέγων στο κέντρο της Αθήνας είτε απορροφημένοι σε πράγματα που συνέβησαν στους ίδιους «ξαφνικά» ή «σταδιακά» στα χρόνια της μνημονιακής τιμωρίας.
Αν ήμουν καλός δημοσιογράφος, θα σταματούσα μια από τις δεκάδες φορές που έχω διασταυρωθεί μαζί του και θα του ζητούσα να μου εξηγήσει αυτό το «ξαφνικά». Κάποια ιστορία υπάρχει πίσω απ’ αυτό, έστω και επινοημένη. Αν ήμασταν καλοί δημοσιογράφοι, θα είχαμε μαζέψει μερικές από αυτές τις πραγματικές ή επινοημένες ιστορίες που υπάρχουν πίσω από τις «ξαφνικές» παρουσίες στα αυτοσχέδια ελάχιστα καταλύματα των δύο τετραγωνικών -δυο-τρία κομμάτια χαρτόνι, μια κουβέρτα, ένα μαξιλάρι, ένα μπουκάλι νερό, μερικές πλαστικές σακούλες- που έχουν στηθεί στα υπόστεγα της Εδουάρδου Λω, της Σταδίου, της Κοραή, της Πανεπιστημίου, τόσο κοντά στα κέντρα λήψης αποφάσεων, τόσο μακριά από τα κέντρα της ενσυναίσθησής μας. Δεν ρωτάω, δεν ρωτάμε. Υποθέτουμε ότι αυτές οι ιστορίες έχουν χιλιοειπωθεί, βολευόμαστε πίσω από ορθολογικές εξηγήσεις για την επαιτεία, την αστεγία και την ψυχοπαθολογία τους, εμπιστευόμαστε υπερβολικά τις ΜΚΟ που έχουν αναλάβει να καταγράψουν το φαινόμενο με ερωτηματολόγια που απαντιούνται με «ΝΑΙ-ΟΧΙ- ΔΞ/ΔΑ», ενδεχομένως να έχουμε πειστεί από αστικούς μύθους για επαίτες που ζούσαν στην απόλυτη ένδεια και ο θάνατός τους αποκάλυψε εκατομμύρια αποθησαυρισμένα κάτω από τα στρώματά τους.
Υποψιάζομαι ότι αυτές οι άστεγες κι αδέσποτες ιστορίες μπορούν να μας πουν περισσότερα για τα «πράγματα που συμβαίνουν ξαφνικά». Σίγουρα θα μας πουν περισσότερα από τις εκθέσεις του ΔΝΤ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή ακόμη και των προοδευτικών think tanks για τον μηχανισμό της κρίσης που προκάλεσε την εξαέρωση του 30% του εθνικού πλούτου, οδηγώντας «ξαφνικά» σχεδόν το μισό του πληθυσμού στη φτώχεια.
Τα περισσότερα πράγματα στη ζωή έρχονται «ξαφνικά»: ο σεισμός, το τσουνάμι, ο τυφώνας, το έμφραγμα, ο καρκίνος, η σύλληψη κι ο θάνατός μας, η κρίση, η εξέγερση, το κραχ. Ετσι τουλάχιστον τα αντιλαμβανόμαστε. «Ξαφνικά» ο Τζεφ Μπέζος της Amazon έχασε 36 δισ. δολάρια σε μια μέρα, όταν βγήκε το τελευταίο διαζύγιό του. «Ξαφνικά» ξανάχασε 19 δισ. δολάρια μέσα σε δύο χρηματιστηριακές μέρες κάποια στιγμή τον περασμένο Απρίλιο, αλλά παραμένει ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο. Αν όμως «ξαφνικά» κάποιος κλοτσήσει -κατά λάθος ή επίτηδες;- το κυπελλάκι με τα 2-3 ευρώ σε δεκάλεπτα-εικοσάλεπτα του στυλίτη της Φιλελλήνων, αν αυτά κυλήσουν και χαθούν στη σχάρα της αποχέτευσης, πάει η σοδειά ωρών επαιτείας, χάθηκε το σουβλάκι της μέρας, ο ελάχιστος δεσμός με την επιβίωση. Η κρατική χρεοκοπία έγινε κι αυτή «ξαφνικά», «ξαφνικά» οι τράπεζες κατέρρευσαν, οι επιχειρήσεις απέλυσαν 1 στους 3 εργαζομένους, 50 δισ. ετήσιου ΑΕΠ εξαφανίστηκαν, «ξαφνικά» περιουσιακά στοιχεία δισεκατομμυρίων απαξιώθηκαν κι άλλαξαν χέρια, «ξαφνικά» έπεσαν τα μνημόνια στα κεφάλια μας, με λίγα λόγια ξαφνικά «όλοι» γίναμε φτωχότεροι, αλλά, όπως ο πλούτος, έτσι κι φτώχεια μοιράστηκε τόσο άνισα, ώστε άλλους απλώς τους εξοβέλισε από τα ταμπλό του χρηματιστηρίου και τις λίστες των σελέμπριτι, κι άλλους τους μετέτρεψε σε στυλίτες της επαιτείας.
Αν και τίποτα από όλα αυτά δεν συνέβη ξαφνικά, κουραστήκαμε να ρωτάμε «γιατί» και «ξαφνικά» συμφιλιωθήκαμε με τη μυστικιστική καρικατούρα της «κρίσης για όλους», που σήμερα επιτρέπει στον Μητσοτάκη να υπόσχεται εξίσου μυστικιστικά «ανάπτυξη για όλους». Κι ας ξέρουμε κατά βάθος ότι όπως δεν υπήρξε ποτέ η πρώτη, είναι αδύνατο να υπάρξει και η δεύτερη.

Θεωρίες για την υπεραξία

… και, κάτω από τις ζητωκραυγές των πελατών του Χάροντς, ο παλιάτσος φώναζε το Κράτος Πρόνοιας είναι μια απάτη! η αλληλεγγύη και η συμπόνια είναι αναχρονιστικές και βλαβερές αρχές! η κοινωνική κατάπτωση αυτών των ανθρώπων είναι δική τους ευθύνη! δεν έχουμε λόγο να ανταμείβουμε την οκνηρία και την ανικανότητά τους ούτε με μια δεκάρα από τα πορτοφόλια μας!
Χουάν Γκοϊτοσόλο, «Οικογένεια Καρλ Μαρξ»

από το «https://kibi-blog.blogspot.com/»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου