Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2019

Η πίστη στην ελεύθερη αγορά είναι εντελώς λανθασμένη



του Edward Hadas*

Τι συμβαίνει λοιπόν με την «ελεύθερη αγορά»; Η φράση αυτή καθ’αυτή προκαλεί ρίγη συγκινήσεως σε ορισμένους ανθρώπους. Στο έργο του «Η ώρα των οικονομολόγων: άστοχοι προφήτες, ανοικτές αγορές και ο κατακερματισμός της κοινωνίας», ο Μπένγιαμιν Απελμπάουμ περιγράφει τι συμβαίνει όταν αυτοί οι δογματικοί της σκέψης έχουν την εξουσία να εφαρμόσουν στην πράξη τις ιδέες τους. Δεν είναι ωραία ιστορία. Όπως συνήθως συμβαίνει με τις ανόητες αντιλήψεις για την κοινωνία, η πίστη στην ελεύθερη αγορά είναι απλή, ελκυστική και εντελώς λανθασμένη. Είναι απλό να σκεφθεί κανείς ότι όλοι θα είναι καλά εάν αφήσουν ήσυχες οι κυβερνήσεις τις αγορές να λειτουργήσουν ανταγωνιστικά. Επίσης, η ιδέα αυτή είναι δελεαστική. Δεν χρειάζεται να κάνεις σχεδιασμό ή να σχηματίσεις άποψη, εφόσον όλες οι ενδείξεις για τις τιμές που σου δίνει η αυτορρυθμιζόμενη αγορά κάνουν τη δουλειά (των οικονομολόγων). Αλλά είναι και εσφαλμένη, εφόσον ούτε η ίδια η ανθρώπινη φύση ούτε η σύγχρονη
οικονομία λειτούργησαν έτσι όπως οι ανωτέρω οικονομολόγοι υποθέτουν.
Το βιβλίο του Απελμπάουμ βρίθει περιστατικών, ιδεών, αναμνήσεων και βιωμάτων σημαντικών προσωπικοτήτων. Ξεκινά με τον (νομπελίστα) Μίλτον Φρίντμαν, τον θεωρούμενο και πνευματικό πατέρα του δόγματος της ελεύθερης αγοράς. Ο Απελμπάουμ, ο οποίος γράφει στους New York Times για θέματα οικονομίας, ασχολείται με το πώς ο νομπελίστας ήταν η αφορμή να αντικαταστήσει ο αμερικανικός στρατός την υποχρεωτική στράτευση με τους καλύτερα αμειβόμενους μισθοφόρους. Η συγκεκριμένη καινοτομία συνέτεινε στο να υποχωρήσουν οι αντιδράσεις στις ΗΠΑ για σειρά μακροχρόνιων πολέμων με αμφίβολη στόχευση. Ο λόγος είναι ότι στρατεύονταν λιγότερα παιδιά των οικογενειών της αμερικανικής ελίτ, η οποία και διαμορφώνει την κοινή γνώμη.
Ο δε απλουστευτικός μονεταρισμός του Μίλτον Φρίντμαν γνώρισε βραχεία νίκη στα τέλη του ’70. Στόχος τότε ήταν να επινοηθεί μια μηχανιστική διαδικασία, η οποία θα απομάκρυνε την κυβέρνηση από το χρηματοπιστωτικό σύστημα. 

Συνέπεσε, μάλιστα, με δραστική πτώση του διαιωνιζόμενου πληθωρισμού. Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση απέτυχε παταγωδώς, διότι οι μονεταριστές υπέρμαχοι της ελεύθερης αγοράς υποβάθμισαν το πόσο περίπλοκα λειτουργεί ο πληθωρισμός, την τάση των τραπεζών να δίνουν απερίσκεπτα πιστώσεις, καθώς και την αξία των επιπλέον δημοσίων δαπανών όταν η ανεργία είναι μεγάλη. Δεν πτοήθηκαν, πάντως, οι θιασώτες της ελεύθερης αγοράς και προέβησαν σε μείωση φόρων ειδικά για τους πλούσιους. Αν και αυτή η πολιτική δεν οδηγήθηκε σε πλήρη αποτυχία, ωστόσο δεν απέφερε και την επαγγελλόμενη τόνωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Όπως, ίσως, ήταν αναμενόμενο από μια ιδέα που την υποστηρίζουν άνθρωποι οι οποίοι θεωρούν σημαντικότερο το άτομο από το κοινό καλό, οι φοροαπαλλαγές για τους έχοντες οδήγησαν σε μεγαλύτερη οικονομική ανισότητα και ρήγματα στον κοινωνικό ιστό.

Oι πολέμιοι του κράτους έχασαν το παιχνίδι με την εκστρατεία εναντίον χρήσιμων κρατικών ρυθμίσεων, που τις δαιμονοποίησαν, χαρακτηρίζοντάς τες «γραφειοκρατικές».  Ο Απελμπάουμ επικεντρώνεται στις λίγες νίκες των οπαδών της προσέγγισης Φρίντμαν, αλλά θα μπορούσε να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στα πεδία όπου επεκτάθηκε η κατάρτιση ρυθμιστικού πλαισίου εκ μέρους των κυβερνήσεων. Στις ΗΠΑ αυτό περιλαμβάνει τις περιβαλλοντικές προδιαγραφές, τις συνθήκες εργασίας, τη σήμανση των τροφίμων και την ασφάλεια των τροφίμων. Επιπλέον, ο Απελμπάουμ επανέρχεται, ενθυμούμενος ακόμα ένα πολιτικό λάθος ολκής των οπαδών της ελεύθερης αγοράς, δηλαδή την απορρύθμιση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Εκείνοι ισχυρίζονταν ότι η ελευθερία στις χρηματαγορές και η ανεμπόδιστη διασυνοριακή κίνηση κεφαλαίων  θα κατατείνουν σε σταθερές ισοτιμίες και ροές κεφαλαίων, που θα βοηθήσουν την οικονομία. Στην πραγματικότητα, οδήγησαν σε αστάθεια στις αγορές, σε κερδοσκοπικές κινήσεις και στην εμφάνιση χρηματοπιστωτικών κρίσεων ανά περιόδους.

*Ο Edward Hadas είναι πρώην οικονομικός συντάκτης οικονομικών στο Reuters Breakingviews και εργάστηκε στο Financial Times ως βοηθός συντάκτης της στήλης Lex. Πριν γίνει δημοσιογράφος, εργάστηκε για 23 χρόνια ως αναλυτής μετοχών στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Έχει γράψει ένα βιβλίο, «Ανθρώπινο αγαθό, οικονομικά κακά: μια ηθική προσέγγιση στην επιστήμη της δυσμάθειας» (ISI Books, 2007) και είναι ανώτερος συνεργάτης στη Σχολή Διοίκησης και Κοινωνικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο St. Mary’s του Λονδίνου. Ο Έντουαρντ έχει πτυχία από το Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, το κολλέγιο Wadham, την Οξφόρδη και το κρατικό πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης στο Binghamton. από το «BreakingViews -Reuters» μέσω του «https://www.kathimerini.gr/»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου