H πασχαλιά μας στην αυλή είχε λουλουδιάσει και μαζί με τη σπάταλη μοσχοβολιά της ταξίδευε κι η μνήμη μου στις αλάνες της παλιάς γειτονιάς, πριν οι πολυκατοικίες σαρώσουν όλες τις παιδικές μας γωνιές… Είμαι τυχερή που μπορώ να ζω έξω από την πόλη, ν΄ απλώνω το βήμα δίχως να στριμώχνομαι στην πολυκοσμία και το βουητό.
* * *
– Θα με πάρετε και μένα στην Παναγιά, να χαιρετίσω;
Ήταν ο Βασιλάκης, το μικρό γειτονάκι μας… Περίπου τον είχαμε υιοθετήσει… Πάντα διαβάζαμε μαζί και, σαν μεγαλύτερη, τον βοηθούσα σ΄ όλα τα μαθήματα. Και φυσικά τα ήξερα όλα και έπρεπε να με ακούει.
– Είναι ο Ακάθιστος Ύμνος σήμερα, δεν είναι;
Kι εγώ βιαζόμουν να του εξηγήσω πως είναι η πέμπτη Παρασκευή μέσα στη...
μεγάλη Σαρακοστή και διαβάζονται όλοι οι Χαιρετισμοί που ακούσαμε τις προηγούμενες τέσσερις Παρασκευές…
– Και θα σταθούμε πολλή ώρα σήμερα όρθιοι, σαν εκείνους που τους έσωσε η Παναγιά στην Πόλη;
– Mπράβο, Βασιλάκη, η μαμά τού χάιδευε το κεφάλι, καθώς ο μικρός μου φίλος απολάμβανε ένα γλυκό του κουταλιού.
Στην κόχη της η Παναγιά ακούει τα «Χαίρε» μας και φέτος…
– Η Παναγιά είναι καθισμένη στο θρόνο της κι όλους μάς βλέπει από ψηλά, έτσι που είμαστε όρθιοι και την χαιρετάμε, θαύμαζε ο Βασιλάκης προσπαθώντας να ψάλλει αδέξια το «τῇ Ὑπερμάχῳ»…
– Δε μιλάμε τώρα, τον μάλωνα εγώ, η μεγαλύτερη, θα σ΄ τα εξηγήσω μετά…
Ακόμα προσπαθώ να θυμηθώ τι του εξηγούσα μετά…
Η Παναγιά σήμερα στολίστηκε τις πασχαλιές μου κι ο Βασιλάκης με κοίταξε με το φωτεινό του βλέμμα και μου εξήγησε…
«Η Παναγιά μας βλέπει όλους από την κόχη της να τη χαιρετάμε!»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου