του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Με τον τρόπο που πολιτεύτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως εκπέμποντας καθεστωτική αλαζονεία, αδιαφορώντας για τις ευαισθησίες όσων τον υποστήριξαν, για την ηθική πτυχή της πολιτικής, έχει αδρανοποιήσει και μεγάλο μέρος της ίδιας της κοινωνικής βάσης του, η οποία δεν έχει πλέον διάθεση να κινητοποιηθεί για να τον σώσει. «Οι αριστεροί θα ρίξουν τον ΣΥΡΙΖΑ» μου προφήτευσε και είχε κάποιο δίκιο ένας συντηρητικός φίλος αρκετό καιρό πριν τις ευρωεκλογές.
Στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, η ταυτότητα του έθνους και η ταυτότητα του λαού ενώθηκαν, παράγοντας το μεγαλείο της Εθνικής Αντίστασης. Μετά την Απελευθέρωση αντιπαρατέθηκαν, κάνοντας την Ελλάδα τη μόνη ευρωπαϊκή χώρα που γνώρισε έναν φοβερό Εμφύλιο Πόλεμο. Το αόρατο, ηθικό κόστος εκείνου του πολέμου πληρώνει και σήμερα η Ελλάδα, αφού η αστική παράταξη και οι Αγγλοαμερικανοί, για να τον κερδίσουν, συμπεριέλαβαν στο καθεστώς
συνεργάτες των Γερμανών.
Και δεν ήταν κανένας άλλος παρά οι ίδιοι οι λαμπρότεροι εκπρόσωποι της αστικής παράταξης, που αγανάκτησαν στο τέλος με το καθεστώς, το οποίο είχε επιβληθεί και με τη δική τους συνδρομή. Ο κατ’ εξοχήν πολιτικός που βοήθησε στην εμπέδωση του αγγλικού (αργότερα αμερικανικού) ελέγχου στην Ελλάδα, ο Γεώργιος Παπανδρέου, είδε τους Αμερικανούς να τον ανατρέπουν, όταν αρνήθηκε το σχέδιο Άτσεσον για την Κύπρο.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είπε το περίφημο «Ποιος κυβερνάει αυτή τη χώρα;» προτού φύγει για το Παρίσι. Ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης προσπάθησε -πιθανόν δια του Τζωρτζ Πολκ- να σταματήσει τον Εμφύλιο με αποτέλεσμα τη δολοφονία του σπουδαίου Αμερικανού δημοσιογράφου. Ο Σπύρος Μαρκεζίνης, όταν προσπάθησε να βρει διέξοδο στη Μόσχα, είδε να του βγάζουν τα σκάνδαλα της Ζήμενς.
Τώρα βέβαια δεν υπάρχει στην ελληνική κοινωνία η ζωτικότητα που χρειάζεται για έναν εμφύλιο, πόσο μάλλον που ένα μεγάλο κομμάτι των νέων φεύγει. Ευτυχώς, άλλωστε, για έναν εμφύλιο δεν συντρέχουν και άλλες προϋποθέσεις. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι δεν μπορεί η χώρα να διολισθήσει προς «εμφύλιο χαμηλής έντασης», με ιδιαίτερη όξυνση των κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων.
Υπάρχει μια άλλη μεγάλη και σημαντική διαφορά με τη δεκαετία του 1940. Τότε, οι ανάγκες του αρχόμενου Ψυχρού Πολέμου υποχρέωσαν τους Αμερικανούς να βοηθήσουν στη διατήρηση του ελληνικού κράτους, έστω και υπό τη μορφή ενός μίζερου μισο-προτεκτοράτου, έως το 1974. Τώρα, υπάρχουν ισχυρές δυνάμεις εντός του παγκόσμιου κατεστημένου, που επιδιώκουν πιθανώς τον τερματισμό μας, το να φτάσουμε σε μια Ελλάδα χωρίς Έλληνες.
Οι θρίαμβοι και οι παγίδες τους
Το πρόγραμμα που επιβλήθηκε (και συνεχίζει να εφαρμόζεται) στην Ελλάδα δεν ήταν πρόγραμμα νεοφιλελεύθερης διόρθωσης, ήταν πρόγραμμα «καταστροφής έθνους-κράτους». Και δεν ήταν λάθος, γιατί αν ήταν λάθος θα είχε διορθωθεί. Οι Έλληνες δεν κατάλαβαν ότι δεν τους χρειαζόμαστε πλέον, έγραψε κυνικά και υπεροπτικά ο Φρίντμαν του έγκριτου αμερικανικού think tank «Stratfor» το 2010.
Το Σάββατο, παραμονή των εκλογών του Σεπτεμβρίου 2015, τρώγαμε μερικοί φίλοι, ανάμεσά τους και ένας επιχειρηματίας που συνδεόταν στενά με μία από τις ηγετικές προσωπικότητες της ΝΔ. Μας είπε: «Θέλω να κερδίσει τις εκλογές η Αριστερά, να κυβερνήσει, γιατί μόνο έτσι θα απαλλαγούμε από δαύτη». Τώρα ο φίλος βλέπει, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, το όνειρό του να γίνεται πραγματικότητα, έστω κι αν δεν συγκαταλέγεται στους φίλους του Μητσοτάκη.
Διερωτώμαι αν του περνάει από το μυαλό ότι κάποιος θα μπορούσε να αντιστρέψει την παρατήρηση που έκανε ο ίδιος πριν από τέσσερα χρόνια και να πει τώρα: «Θέλω να κερδίσει ο Μητσοτάκης και η ΝΔ με μεγάλο ποσοστό, να κυβερνήσουν άνετα, να δει ο κόσμος τι σημαίνει Δεξιά». Το μόνο πρόβλημα είναι ότι «απαλλασσόμενοι» πότε από τον ένα και πότε από τον άλλο, δεν συσσωρεύουμε παρά καταστροφές και στο τέλος θα απαλλαγούμε από τη χώρα μας. Μοιάζουμε με εγκλωβισμένη μύγα που χτυπάει πότε στο αριστερό και πότε στο δεξιό πλευρό του ποτηριού.
Δεν υπάρχει, άλλωστε, ασφαλέστερη ένδειξη του που βρισκόμαστε από την προεκλογική εκστρατεία που ζήσαμε, πιθανώς την πιο ασυνάρτητη, μετά την πτώση της δικτατορίας το 1974. Καμιά σοβαρή συζήτηση για τα τεράστια -δυνάμει υπαρξιακά- προβλήματα της χώρας. Καμιά πρόταση, καμιά συζήτηση δεν έγινε για το εξαιρετικά μη βιώσιμο χρέος κατά ΔΝΤ, για το πρωτοφανές καθεστώς καταστρεφόμενης αποικίας χρέους που έχει επιβληθεί. Καμιά συζήτηση δεν έγινε για την εσωτερική οικονομική, κοινωνική, κρατική κατάσταση, πολύ χειρότερη σήμερα από το 2010, ή για το δημογραφικό πρόβλημα, που είναι το αποτέλεσμα και η συμπύκνωση όλων των άλλων. Μόνο εκατέρωθεν βρισιές και προσβολές.
Το αφήγημα της ΝΔ
Τώρα, δεν έχει νόημα, όπως αντιλαμβάνονται οι νοήμονες αναγνώστες, να σχολιάσουμε το αφήγημα της ΝΔ για μια ανάπτυξη με ρυθμό 4%, με ξένες επενδύσεις, που θα μας επιτρέψει να απογειωθούμε και να αφήσουμε πίσω το χρέος και τα σχετικά προβλήματα. Είναι πολύ λογικότερο να αγοράσει κανείς πολλά λαχεία, παρά να περιμένει την υλοποίησή του.
Δεν γνωρίζω αν όντως τα πιστεύουν στην ηγεσία της ΝΔ, ή απλώς θεωρούν χρήσιμη μια τέτοια προεκλογική εξαγγελία. Ελπίζω ότι ο διεθνής παράγων δεν έχει φροντίσει να δημιουργήσει μια εικονική πραγματικότητα στον Μητσοτάκη, όπως φρόντισε να κάνει στο παρελθόν με τους προκατόχους του, καταφέρνοντας μέσω αυτής να τους οδηγήσει εκεί που ήθελε να πάνε.
Αρκετά στελέχη της ΝΔ, ξαφνιασμένοι και οι ίδιοι από την αναπάντεχη και τόσο μεγάλη επιτυχία στις ευρωεκλογές, κοιτάνε τώρα με χαρά που δεν μπορούν να κρύψουν προς τα πλεονεκτήματα της εξουσίας. Και διαπνέονται από την ίδια σιγουριά που είχε ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ στο παρελθόν. Ο ίδιος, όμως, ο Μητσοτάκης δεν έχει κανένα λόγο να περάσει στην ιστορία ως ο πολιτικός που έβαλε την ταφόπλακα στην ιστορία του νεώτερου Ελληνισμού. Ο κίνδυνος αυτός είναι πραγματικός.
Αν δεν μπορούμε τώρα, άμεσα, αύριο, να απαλλαγούμε από το καθεστώς της «χρεοδουλοπαροικίας», τουλάχιστον ας κοιτάξουν οι μείζονες πολιτικές δυνάμεις της χώρας να περιορίσουν ενδεχόμενες νέες μεγάλες καταστροφές. Δεν έχει πια κανένα περιθώριο η χώρα. Θα τελειώσει. Προσωπικά, θα ήθελα για τη χώρα μου μια κυβέρνηση που θα επιχειρούσε να αποτινάξει, με σοβαρό και μεθοδικό τρόπο, το καθεστώς της «χρεοδουλοπαροικίας», επιχειρώντας ταυτόχρονα μια μεγάλη μεταρρυθμιστική τομή στο εσωτερικό.
Αφού, όμως, αυτό δεν είναι τώρα δυνατό, ας προσέξουν τουλάχιστο οι πολιτικές δυνάμεις, και πρώτα από όλες η αυριανή κυβέρνηση, να μην διαταραχθεί η εσωτερική ειρήνη και ένα ελάχιστο κοινωνικής συνοχής. Να μην ανοίξει ο ασκός του Αιόλου και παρασυρθεί η χώρα που, επιτέλους, θέλουν να κυβερνάνε! Και επιτέλους. Ας συνεργαστούν και ας μιλάνε μεταξύ τους οι πολιτικοί αρχηγοί και τα κόμματα για να βρουν συγκλίσεις εκεί που είναι δυνατόν.
από το «https://slpress.gr/»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου