Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2019

Πώς ο Τραμπ μπορεί να κερδίσει πραγματικά τον εμπορικό πόλεμο



της Anne Stevenson-Yang* 

Αν ο στόχος του εμπορικού πολέμου είναι οι αμερικανικές επιχειρήσεις να μην αντιμετωπίζουν αντιμετωπίζουν αθέμιτο ανταγωνισμό και να παίζουν «επί ίσοις όροις», ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δεν προχωρά στη σωστή κατεύθυνση. Η εύκολη πρόσβαση της Κίνας σε αμερικανικά δολάρια την περασμένη δεκαετία έχει τροφοδοτήσει περιουσιακά στοιχεία – «φούσκες», προκάλεσε έκρηξη χρέους στις ΗΠΑ και έθεσε τις βάσεις για μια κινεζική οικονομία χαμηλού κόστους, βασισμένη στις εξαγωγές. Μόνο ο τερματισμός της προσφοράς φθηνού χρήματος θα μπορέσει να αντιστρέψει αυτή την εξέλιξη.
Έτσι, ενώ ο Τραμπ πιέζει τον πρόεδρο της Federal Reserve Τζέρομ Πάουελ να μειώσει τα επιτόκια – αμφισβητώντας τον πατριωτισμό του επικεφαλής της κεντρικής ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ και αποκαλώντας τον «μεγαλύτερο εχθρό απ’ ό,τι ο Σι Τζινπίνγκ» – ο τρόπος για να επιβληθεί στην Κίνα μια δίκαιη
και αμοιβαία επωφελής συμπεριφορά είναι η Fed να κρατήσει σταθερή την τωρινή γραμμή της.
Αποτελεί αξίωμα ότι τα χρήματα πηγαίνουν πάντα εκεί όπου βρίσκουν αποδόσεις. Όσα κεφάλαια ανά τον πλανήτη κι αν έχουν εμφανίσει σχετική διάθεση, η Κίνα έχει δείξει την δυνατότητα και τη δική της διάθεση να τα απορροφήσει. Κατά τα πιο επεκτατικά έτη της ποσοτικής χαλάρωσης στις ΗΠΑ, ξένα κεφάλαια που επιζητούσαν αποδόσεις εισέρευσαν στην Κίνα υπό τον μανδύα των «εμπορικών συναλλαγών», αλλά και των «επενδύσεων».
Από το 2009 έως το 2014, η Κίνα εκτιμάται ότι έχει υποδεχθεί έως και 2 τρισεκατομμύρια δολάρια σε «καυτό» χρήμα, χάρη στην πολιτική χαμηλών επιτοκίων της Federal Reserve. Η εταιρεία μου εξέτασε έναν μόνο δείκτη – την υπερτιμολόγηση των εξαγωγών μέσω του Χονγκ Κονγκ – σε ένα μόνο έτος, το 2013 και βρήκε ροές τέτοιου τύπου προς την Κίνα ύψους 390 δισ. δολαρίων.
Δεδομένου ότι, τότε, οι κεφαλαιακοί έλεγχοι του Πεκίνου είχαν ως στόχο να αποκλείσουν τους ξένους που επιθυμούσαν να ποντάρουν σε ένα σταθερά ενισχυόμενο γουάν, οι κερδοσκόποι έψαχναν παρακαμπτήριες οδούς: για παράδειγμα, ορισμένες εμπορικές εταιρείες στην Κίνα αύξαναν τεχνητά – ονομαστικά την αξία των εξαγωγών τους, επιτρέποντας περισσότερα χρήματα να εισέλθουν στη χώρα ως «έσοδα από εξαγωγές». Οι υπερτιμολογημένες άμεσες ξένες επενδύσεις ήταν επίσης ένα δημοφιλές κανάλι για τα εισερχόμενα κερδοσκοπικά χρήματα, ενώ το ίδιο ίσχυε και για το χρέος.
Η σύγχρονη οικονομική ιστορία της Κίνας αρχίζει και τελειώνει στη ρευστότητα. Με τόσα πολλά «νεκρά» περιουσιακά στοιχεία που απαιτούν αναχρηματοδότηση κάθε χρόνο, η χώρα απαιτεί μια συνεχώς αυξανόμενη προσφορά κεφαλαίου. Πολύ περισσότερο από φθηνό εργατικό δυναμικό, αυτό το φθηνό κεφάλαιο είναι αυτό που έχει δημιουργήσει τη βάση για τα χιλιάδες πάμφθηνα χαμηλής ποιότητας κινεζικά εξαγώγιμα αγαθά. Ενθαρρύνεται έτσι επίσης και η αντίθετη προς τον υγιή ανταγωνισμό συμπεριφορά του Πεκίνου. Οι εγχώριες εταιρείες μπορούν να λειτουργούν με πολύ χαμηλότερο κόστος από ό,τι οι αμερικανικές ανταγωνίστριές τους και ανταμείβονται  στις κεφαλαιαγορές, παρά τις αυξανόμενες ενδείξεις κλοπής πνευματικής ιδιοκτησίας.
Ας εξετάσουμε μόνο τι έχει προσφέρει μια δεκαετία πολιτικής σχεδόν μηδενικών επιτοκίων στη Δύση στην οικονομία της Κίνας:
IPO: Οι κινεζικές εταιρείες που είναι εισηγμένες στις Η.Π.Α. έχουν τώρα αξία περίπου 890 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ούτε καν οι διαγραφές από το Χρηματιστήριο και οι κατηγορίες για απάτη κατά των China MediaExpress Holdings Inc. και Sino-Forest Corp. δεν μπόρεσαν να επισκιάσουν τη δημοσιότητα για τις αρχικές δημόσιες προσφορές (IPOs) των Alibaba Group Holding Ltd., JD.com Inc. και Vipshop Holdings Ltd.
Ομόλογα: Οι επενδυτές που είναι πεινασμένοι για απόδοση έχουν κυριολεκτικά «σαρώσει” τα ομόλογα που έχουν εκδοθεί από τις πιο επισφαλείς εταιρείες της Κίνας. Αυτό επέτρεψε σε επιχειρήσεις όπως η China Evergrande Group (που έχει πιστοληπτική αξιολόγηση επιπέδου junk και είναι βυθισμένη στα χρέη)  να συνεχίσει να εκμεταλλεύεται τις αγορές των ΗΠΑ. Κινεζικές εταιρείες έχουν εκδώσει πάνω από το 90% του υψηλής αποδόσης χρέους σε δολάρια που έχει εκδοθεί στην Ασία εντός του 2019. Το υπεράκτιο χρέος επιπέδου junk που βρίσκεται στα χέρια Αμερικανών αγγίζει πια τα 110 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ντάμπινγκ: Μια σταθερή ροή δολαρίων στην Κίνα τροφοδότησε έναν ξέφρενο επενδυτικό πυρετό που υποστήριζε την κατασκευή εξαιρετικά φθηνών εξαγωγικών προϊόντων, από συσκευές αναπαραγωγής DVD και τηλεοράσεις έως ηλιακούς συλλέκτες. Η ιστορία επιείκειας της Κίνας έναντι των δανειοληπτών – η πρώτη σοβαρή εταιρική χρεοκοπία συντελέστηκε εκεί το 2014 – σήμαινε ότι οι επιχειρήσεις ήταν σε θέση να πωλούν τα προϊόντα τους σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, χωρίς να ανησυχούν για το πώς θα αποπληρώσουν τα δάνειά τους.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι ο καλύτερος τρόπος για να περιοριστεί η κινεζική τεχνητή υπερδιόγκωση είναι να περιοριστεί η διαθεσιμότητα του δολαρίου. Η απαίτηση του Trump ο Πάουελ να μειώσει τα επιτόκια κατά 1% είναι αντιπαραγωγική σε σχέση με αυτό που ο ίδιος διακηρύσσει ότι είναι ο στόχος του εμπορικού πολέμου.
Υπάρχουν άλλα, πιο στοχοθετημένα μέτρα που μπορούν να ακολουθήσουν οι ΗΠΑ παράλληλα. Αυτά περιλαμβάνουν:
– Ανάσχεση νέων κινεζικών IPOs στο αμερικανικό χρηματιστήριο. Οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ έχει ήδη επιταχύνει τον έλεγχο για ανάλογες δημόσιες εγγραφές, οι οποίες έχουν μειωθεί στα 2,8 δισεκατομμύρια μέχρι στιγμής φέτος, έναντι 29,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2014. Οι ΗΠΑ πρέπει να κλείσουν την πόρτα σε όλες τις πωλήσεις μεριδίων έως ότου η Κίνα συμφωνήσει να επιτρέπεται η διερεύνηση και η δίωξη σε περίπτωση απάτης από τις εισηγμένες εταιρείες.
– Απαίτηση οι αμερικανικές ελεγκτικές και ρυθμιστικές αρχές να έχουν πρόσβαση στα έγγραφα ελέγχου των κινεζικών εταιρειών που ανήκουν σε οντότητες που είναι καταχωρημένες στις ΗΠΑ, υπό την επιφύλαξη ποινής διαγραφής από το χρηματιστήριο. Η Public Company Accounting Oversight Board, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ελεγκτικός οργανισμός με έδρα την Ουάσινγκτον, θα πρέπει επίσης να επιτρέπεται να εξετάζει τα μέλη της στην Κίνα, στόχος που θέτει και η αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) σε πρόσφατο σημείωμά της.
– Φορολόγηση εισερχόμενων κινεζικών (και άλλων ξένων) επενδύσεων. Οι Αμερικανοί γερουσιαστές Tammy Baldwin και Josh Hawley παρουσίασαν στα τέλη Ιουλίου ένα νομοσχέδιο που θα επέτρεπε στην Fed να επιβάλει ευέλικτο φόρο στις εισροές κεφαλαίων. Το μέτρο αυτό θα καθιστούσε λιγότερο ελκυστικό το να «σταθμεύει» κανείς χρήματα σε περιουσιακά στοιχεία στις ΗΠΑ, συρρικνώνοντας έτσι την κεφαλαιακή ανισορροπία και κατά συνέπεια το εμπορικό έλλειμμα.
Ανάλογα με το εάν ο Τραμπ θα επιτύχει να λάβει από την Fed τη γενναία μείωση επιτοκίου που ζητά, η επιβράδυνση στην Κίνα θα είναι γρήγορη ή αργή, σε κάθε περίπτωση πάντως είναι αναπόφευκτη. Με την ενεργοποίηση ενός νέου κύκλου ποσοτικής χαλάρωσης, τα φτηνά δολάρια θα δώσουν στους Κινέζους περισσότερο σκοινί για να κρεμαστούν. Η διατήρηση της σημερινής γραμμής από πλευράς Fed, από την άλλη, θα σημάνει αναγκαστική λιτότητα και ανεργία στην Κίνα. Στην περίπτωση αυτή, δεν θα υπάρχει άλλη διέξοδος από την ύφεση από ένα φιλόδοξο πρόγραμμα οικονομικών μεταρρυθμίσεων.
*πηγή «Bloomberg» από το «https://www.capital.gr/»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου