Σταύρος Καλεντερίδης
Ιανουάριος, 424 π.Χ. Ο Αριστοφάνης ανεβάζει στο θέατρο του Διονύσου την κωμωδία «Ιππείς», κατά την οποία ο μεγάλος αρχαίος Έλληνας κωμικός σατιρίζει με τις πλέον υβριστικές εκφράσεις έναν ισχυρότατο πολιτικό της εποχής – τον στρατηγό Κλέωνα. Το 425 ο Κλέων είχε φτάσει στο απόγειο τη φήμης και της δύναμής του, ωστόσο αυτό δεν πτόησε καθόλου τον Αριστοφάνη, ο οποίος έναν χρόνο μετά στρέφει τα «πυρά» του κατά του πανίσχυρου πολιτικού, στην περίφημη κωμωδία του.
Ιανουάριος, 424 π.Χ. Ο Αριστοφάνης ανεβάζει στο θέατρο του Διονύσου την κωμωδία «Ιππείς», κατά την οποία ο μεγάλος αρχαίος Έλληνας κωμικός σατιρίζει με τις πλέον υβριστικές εκφράσεις έναν ισχυρότατο πολιτικό της εποχής – τον στρατηγό Κλέωνα. Το 425 ο Κλέων είχε φτάσει στο απόγειο τη φήμης και της δύναμής του, ωστόσο αυτό δεν πτόησε καθόλου τον Αριστοφάνη, ο οποίος έναν χρόνο μετά στρέφει τα «πυρά» του κατά του πανίσχυρου πολιτικού, στην περίφημη κωμωδία του.
Ο
Κλέων παρουσιάζεται ως δημαγωγός, κόλακας, απατεώνας και πολεμοκάπηλος.
Ο Αριστοφάνης δεν διστάζει να υποστηρίξει πως ο Κλέων εξαπατά και
κατακλέβει τον δήμο. Πρόκειται βέβαια για ισχυρότατες μομφές και
καταγγελίες εναντίον ενός εκ των δέκα στρατηγών των Αθηναίων. Μάλιστα,
λίγα χρόνια αργότερα, ο Αριστοφάνης θα αναφερθεί στους Ιππείς ως νίκη
του απέναντι στον Κλέωνα, λέγοντας πως: «Στην ακμή του τον Κλέωνα γερά
στην κοιλιά τον βάρεσα».
Οι
Ιππείς θα αγωνισθούν στα Λήναια το 424 και θα λάβουν το πρώτο βραβείο.
Ταυτόχρονα όμως, και ακριβώς λόγω του δημοκρατικού καθεστώτος, λίγες
βδομάδες αργότερα, οι Αθηναίοι πολίτες εκλέγουν τους δέκα στρατηγούς για
το έτος 424/3, και ο Κλέων επανεκλέγεται. Ο Αριστοφάνης νίκησε στα
Λήναια, ο Κλέων νίκησε στις εκλογές, και οι πολίτες διασφάλισαν την
ελευθερία τους. Αυτοί ήταν και οι πραγματικοί νικητές.
Ο
διάλογος, η ελευθερία του λόγου και της έκφρασης είναι δημοκρατικά
στοιχεία τα οποία γεννήθηκαν στην Ελλάδα (ισηγορία, παρρησία). Είναι
διαχρονικά στοιχεία κοινώς αποδεκτά, που σήμερα συνθέτουν και συγκροτούν
τον σύγχρονο «δυτικό» και πολιτισμένο κόσμο.
Είναι στοιχεία δίχως τα
οποία δεν μπορούμε καν να φανταστούμε τις ζωές μας.
Πριν
την ανάδειξη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, υπήρξαν καλλιτέχνες οι οποίοι
σατίριζαν σκωπτικά και με ευστοχία την τότε κυβέρνηση, και ίσως να
επηρέασαν σε κάποιο βαθμό την εκλογική της ήττα και την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ
στην εξουσία. Τότε, όλοι οι ελεύθερα σκεπτόμενοι πολίτες, αξιολογούσαν
σίγουρα την εν λόγω κριτική βάσει της προσωπικής τους προτίμησης, ωστόσο
επέτρεπαν με σαφή τρόπο την ύπαρξή της.
Τον
τελευταίο καιρό, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δέχεται τα «πυρά» ενός καλλιτέχνη
σκιτσογράφου, για τα οποία παρατηρεί κανείς με θλίψη τη σφοδρή αντίδραση
των ψηφοφόρων του εν λόγω κόμματος. Οι ίδιοι άνθρωποι οι οποίοι
γελούσαν με τον δικαιολογημένο περίγελο της ΝΔ το 2014, τώρα εξαπολύουν
μύδρους έναντι του σκιτσογράφου που τόλμησε (!) να πιάσει στην πένα του,
τις ιερές τους αγελάδες.
Δεν
πρόκειται για κάτι λιγότερο από την αυταρχική συμπεριφορά και νοοτροπία
που η ίδια η κυβέρνηση παρουσίασε και καλλιεργεί, δηλητηριάζοντας την
Ελληνική κοινωνία.
Ασχέτως
μυθεύματος, προπαγάνδας ή ονείρων, δεν υπάρχει κανένα κόμμα που να
απολαμβάνει ηθικό ή ιστορικό πλεονέκτημα. Το αληθινό γεγονός, πως δηλαδή
πράγματι οι «προηγούμενοι έκαναν χειρότερα», έχει μηδενική αξία, ενώ
στην ουσία ξεπλένει την ανικανότητα, τη διαφθορά και την ασχετοσύνη της
σημερινής κυβέρνησης. Το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αυτοπροσδιορίζεται ως «αριστερά»,
και η άποψη πως η «αριστερά» χρήζει αυτοδικαίως σεβασμού, ενώ δεν είναι
δυνατόν αυτή να γίνεται στόχος του κάθε κωμικού και κυνικού καλλιτέχνη,
είναι ένας τραγικός και απολυταρχικός τρόπος σκέψης.
Κάθε
κυβέρνηση αξίζει και πρέπει να βρίσκεται στο στόχαστρο της σάτιρας, της
κριτικής και του σχολιασμού των πολιτών, της κοινωνίας, και των
καλλιτεχνών της. Είναι επίσης φυσικό, αυτονόητο και αναμενόμενο για το
κυβερνών κόμμα να δέχεται τη μερίδα του λέοντος των δηκτικών σχολίων και
της κριτικής, ενώ όποιος περιμένει ή αποζητά κάτι διαφορετικό είναι
είτε πολιτικά αμύητος, είτε κομματικά τυφλός και ιδεολογικά υποταγμένος.
Δεν
μπορούν να υπάρξουν «ασυλίες» από την κριτική και τη σάτιρα για κανέναν
διότι αυτή θα ήταν η αρχή του ολοκληρωτισμού, και η αρχή του τέλος της
ελευθερίας, μα και της χώρας μας. Αυτό ακριβώς το οδυνηρό μέλλον
πρεσβεύουν και προσπαθούν να δημιουργήσουν όσοι υποστηρίζουν κάτι
τέτοιο. Διότι αυτοί που σήμερα καλούν τους σατιρικούς καλλιτέχνες να
σωπάσουν, είναι οι ίδιοι που αύριο θα επιχειρούν να φιμώσουν όσους
διαφωνούν με τη δική τους άποψη. Η φίμωση και ο διωγμός της ελευθερίας
της έκφρασης, δυστυχώς δεν έχει όρια και καταλήγει πάντα, όπως άλλωστε
έχει δείξει η ιστορία, σε πολύ συγκεκριμένους σκοτεινούς προορισμούς.
Χρειαζόμαστε
λοιπόν τη σάτιρα, την πολυφωνία και τη διαφωνία, τον ελεγκτικό της ρόλο
απέναντι στην ασυδοσία της εξουσίας, τον πολυδιάστατο πολιτικό και
κοινωνικό διάλογο, την ίση μεταχείριση των κομμάτων, το δικαίωμα στην
ελεύθερη έκφραση, την έκθεση επιχειρημάτων και αντεπιχειρημάτων, τον
αντίλογο, τη συμμετοχή στα κοινά δίχως κομματικές ταυτότητες και
παρωπίδες, την ανοιχτή σκέψη, τη διάθεση για προβληματισμό και την
ικανότητα αναθεώρησης απόψεων. Χρειαζόμαστε τον περιορισμό και την
καταγγελία των κακών κειμένων της πολιτικής. Χρειαζόμαστε τη διακωμώδηση
της ζοφερής πολιτικής πραγματικότητας και την ανακούφιση που μας
προσφέρει η σάτιρα και το εύθυμό της ύφος από τη φαυλότητα και τη
γελοιότητα του σύγχρονου δημόσιου βίου. Χρειαζόμαστε το γέλιο.
Συνεπώς, η κριτική στην εκάστοτε εξουσία είναι υποχρέωση παιδείας, πολιτισμού και δημοκρατίας.
Αν είναι να μάθουμε κάτι από τον αρχαίο Έλληνα κωμικό, ας μάθουμε ότι κάπως έτσι λειτουργούν οι δημοκρατίες.
Πηγή: Το δέλτα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου