Τρίτη 6 Μαρτίου 2018

Πολιορκία και Άλωση Αμορίου

Συγγραφή : Κιαπίδου Ειρήνη – Σοφία )
Για παραπομπή: Κιαπίδου Ειρήνη – Σοφία, «Πολιορκία και Άλωση Αμορίου, 838», 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
  1. Ιστορικό πλαίσιο

Στο πλαίσιο των πολυάριθμων αραβοβυζαντινών συγκρούσεων από τον 7ο ως και τον 11ο αιώνα εντάσσεται και η εκστρατεία του χαλίφη Μουτασίμ (Mutasim) (833-842) που άρχισε στις 5 Απριλίου του 838 ως απάντηση στην επιτυχή στρατιωτική επιχείρηση του αυτοκράτορα Θεοφίλου εναντίον περιοχών του χαλιφάτου τον προηγούμενο χρόνο (837).1 Σε αντίθεση με παλαιότερες αραβικές εκστρατείες, οι οποίες στρέφονταν εναντίον οχυρών στα αραβοβυζαντινά σύνορα, ο Μουτασίμ έθεσε εξαρχής ως στόχο του την κατάληψη της Άγκυρας και κυρίως του Αμορίου,2 το οποίο ως έδρα του θέματος Ανατολικών αποτελούσε σημαντικότατο στρατιωτικό κέντρο. Ταυτόχρονα όμως ήταν και η γενέτειρα της
δυναστείας του αυτοκράτορα Θεοφίλου, γεγονός που προσέδιδε ξεχωριστή βαρύτητα στην ενδεχόμενη άλωσή του.3


Επικεφαλής μεγάλης στρατιωτικής δύναμης,4 ο Μουτασίμ αναχώρησε από τη Σαμάρρα,5 πρωτεύουσα του χαλιφάτου, και στρατοπέδευσε κοντά στην Ταρσό, στον ποταμό Λάμο. Εκεί διέταξε ένα μέρος του στρατού του6 με επικεφαλής τον Afshin να ενωθεί με τις δυνάμεις του εμίρη της Μελιτηνής Ομάρ (Omar) και να εισβάλει στο θέμα Αρμενιάκων, ενώ το υπόλοιπο στράτευμα υπό τον Ashinas7 εισέβαλε λίγες ημέρες αργότερα στη δυτική Καππαδοκία.8
Προκειμένου να αντιμετωπίσει τους Άραβες, ο Θεόφιλος αναχώρησε από την Κωνσταντινούπολη στις αρχές Ιουνίου.9 Έχοντας μαζί του τα ιππικά τάγματα υπό το δομέστικο των σχολών Μανουήλ, το περσικό στράτευμα υπό το Nasr/Θεόφοβο, και πιθανόν στρατιώτες από τα θέματα της Θράκης και της Μακεδονίας,10ο αυτοκράτορας στρατοπέδευσε αρχικά στο Δορύλαιον. Οι σύμβουλοί του τον προέτρεψαν να εκκενώσει το Αμόριον και να μεταφέρει τον πληθυσμό σε κάποιο άλλο μέρος, προκειμένου να αποφύγει την αιματοχυσία. Ο Θεόφιλος όμως, έχοντας εμπιστοσύνη στο στράτευμά του, απέρριψε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θεωρώντας το άνανδρη πράξη.11 Προτίμησε αντίθετα να ενισχύσει ακόμη περισσότερο την άμυνα του Αμορίου, αποστέλλοντας εκεί ένα τμήμα του στρατού του, επικεφαλής του οποίου έθεσε το στρατηγό του θέματος Ανατολικών Αέτιο.12
Ο ίδιος στρατοπέδευσε στην Καππαδοκία, κοντά στον ποταμό Άλυ, και στις 22 Ιουλίου επιτέθηκε εναντίον του Afshin στην περιοχή του Δαζιμώνος. Τα στρατεύματά του ωστόσο τράπηκαν σε άτακτη φυγή και ο ίδιος κατέφυγε στο Χιλιόκωμον. Εκεί ανασυγκρότησε τις δυνάμεις του και διέταξε ένα τμήμα τους να κινηθεί με επικεφαλής το Θεόδωρο Κρατερό προς υπεράσπιση της Άγκυρας. Επειδή ωστόσο οι κάτοικοί της την είχαν ήδη εγκαταλείψει, ο Κρατερός κατέληξε τελικά στο Αμόριον.


Ο Θεόφιλος διαφεύγει ύστερα από την μάχη του Δαζιμώνα, μικρογραφία από τη «Σύνοψη Ιστοριών» του Σκυλίτζη

Ο αυτοκράτορας αποσύρθηκε στο Δορύλαιον, αλλά σύντομα αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη, προκειμένου να διασκεδάσει τη φήμη ότι είχε σκοτωθεί στη μάχη και χρειαζόταν νέος αυτοκράτορας.13
Στο μεταξύ γύρω στις 26 Ιουλίου το στράτευμα του Ashinas κατέφθασε στην Άγκυρα και μέσα στις επόμενες δύο ημέρες τον συνάντησαν εκεί τα στρατεύματα του χαλίφη Μουτασίμ και του Afshin. Ενωμένος ο αραβικός στρατός, λεηλάτησε την έρημη πόλη14 και αμέσως μετά κατευθύνθηκε προς το βασικό του στόχο, το Αμόριον.


Μικρογραφία από τη «Σύνοψη Ιστοριών» που απεικονίζει την πολιορκία του Αμορίου


  1. Πολιορκία Αμορίου από το χαλίφη Μουτασίμ
Πρώτο έφθασε στο Αμόριον το στράτευμα του Ashinas, ακολούθησε εκείνο του χαλίφη Μουτασίμ και την τρίτη ημέρα ο στρατός του Afshin. Έχοντας το κάθε στράτευμα αναλάβει ένα συγκεκριμένο τμήμα των τειχών και διαθέτοντας πλήθος πολιορκητικών μηχανών, έθεσαν το Αμόριον σε κατάσταση πολιορκίας την 1η Αυγούστου 838.
Λίγο προτού ξεκινήσει η πολιορκία15 ή κατά τις πρώτες ημέρες της16, ο Θεόφιλος, ανήσυχος για το αν θα μπορούσαν τελικά οι βυζαντινές δυνάμεις να προασπίσουν τη γενέτειρά του, απέστειλε πρεσβεία προς το Μουτασίμ, μέσω της οποίας τον διαβεβαίωνε ότι οι βιαιότητες που είχε διαπράξει το στράτευμά του τον προηγούμενο χρόνο στη Σωζόπετρα (Ζάπετρα) είχαν γίνει χωρίς δική του διαταγή. Του υποσχόταν επίσης ότι θα ανοικοδομούσε με δικά του έξοδα την πόλη, θα επέστρεφε όσους αιχμαλώτους είχε πάρει και θα του πρόσφερε επιπλέον και άλλα δώρα αν συναινούσε σε μια νέα συνθήκη ειρήνης.17
Ο Μουτασίμ ωστόσο αδιαφόρησε για τις προτάσεις του Θεοφίλου, σίγουρος για την κατάληψη του Αμορίου. Προκειμένου μάλιστα να την παρακολουθήσουν από κοντά οι Βυζαντινοί πρέσβεις, δεν επέτρεψε την αποχώρησή τους. Για αρκετές ημέρες οι αραβικές επιθέσεις δεν είχαν αποτέλεσμα, καθώς οι βυζαντινές δυνάμεις τις απέκρουαν με επιτυχία. Ωστόσο ένας αραβικής καταγωγής κάτοικος του Αμορίου, ο οποίος είχε αιχμαλωτιστεί στο παρελθόν από τους Βυζαντινούς και είχε ασπαστεί στη συνέχεια το χριστιανισμό, υπέδειξε κρυφά στον Άραβα χαλίφη ένα σημείο του τείχους που είχε πρόσφατα υποστεί καταστροφές εξαιτίας της βροχής και δεν είχε επιδιορθωθεί με επιμέλεια.18 Αμέσως ο Μουτασίμ έστρεψε τις πολιορκητικές μηχανές προς τα εκεί και το ρήγμα που επέφερε στο τείχος αποδυνάμωσε κάθε απόπειρα αντίστασης. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο στρατηγός του θέματος Ανατολικών Αέτιος αποφάσισε τη φυγή από το Αμόριον κατά τη διάρκεια της νύχτας όσο το δυνατόν περισσότερων στρατιωτών, η επιστολή όμως με την οποία ενημέρωνε σχετικά το Θεόφιλο έπεσε στα αραβικά χέρια και τα σχέδιά του ματαιώθηκαν.


Χάρτης με τις βυζαντινές και αραβικές επιχειρήσεις τα έτη 837-838, με την επιδρομή του Θεόφιλου και την εκδικητική εκστρατεία του Μουτασίμ

  1. Άλωση Αμορίου

Στα μέσα Αυγούσου του 838 (12, 13 ή 15)19 ο Βυζαντινός διοικητής Βοϊδίτζης, στον οποίο είχε ανατεθεί η προάσπιση του τείχους στο σημείο του ρήγματος, αποθαρρυμένος από την ορμή των Αράβων και ανίκανος να τους συγκρατήσει, επισκέφθηκε κρυφά το αντίπαλο στρατόπεδο, δίνοντας ταυτόχρονα εντολή στους στρατιώτες του να σταματήσουν τις εχθροπραξίες με τους Άραβες μέχρις ότου επιστρέψει. Έτσι, ενόσω ο Βοϊδίτζης διαπραγματευόταν τη σωτηρία του με το χαλίφη Μουτασίμ, οι Άραβες εισήλθαν χωρίς καμία δυσκολία στο Αμόριον. Ορισμένοι στρατιώτες κατέφυγαν στο ναό μιας μονής του Αμορίου, από όπου προσπάθησαν να προβάλουν ένοπλη αντίσταση στους Άραβες, αλλά τελικά κάηκαν μαζί με το ναό, ενώ και όσοι κινούνταν υπό την καθοδήγηση του Αετίου αναγκάστηκαν τελικά να παραδοθούν.
Μετά την είσοδό τους στο Αμόριον οι Άραβες επιδόθηκαν σε σφαγή του πληθυσμού20 και συστηματική λεηλασία των περιουσιών, ενώ αιχμαλωτίστηκε πλήθος κατοίκων, ανάμεσά τους και πολλοί Βυζαντινοί αξιωματούχοι.21 Μονάχα στους πρέσβεις του Βυζαντινού αυτοκράτορα επέτρεψε ο χαλίφης Μουτασίμ να αποχωρήσουν ασφαλείς και να μεταφέρουν την είδηση της άλωσης. Αφού οι Άραβες συγκέντρωσαν και μοίρασαν μεταξύ τους τη λεία από τη λεηλασία, πυρπόλησαν την πόλη καταστρέφοντάς την σχεδόν ολοσχερώς.
Η φήμη που διαδόθηκε ότι ο Θεόφιλος σκόπευε να επιτεθεί και πάλι ώθησε τον Άραβα χαλίφη να κινηθεί προς το Δορύλαιον, αλλά δε συνάντησε κανένα βυζαντινό στράτευμα και επέστρεψε στο Αμόριον, προκειμένου να σχεδιάσει τις επόμενες κινήσεις του.22
Στο μεταξύ όμως μια νέα εξέγερση είχε ξεσπάσει στο χαλιφάτο των Αράβων υπό τον Abbas, η οποία ανάγκασε το Μουτασίμ να ματαιώσει τη συνέχεια της εκστρατείας του στα βυζαντινά εδάφη και να επιστρέψει εσπευσμένα στη Συρία.

  1. Συνέπειες άλωσης
Η άλωση του Αμορίου αποτέλεσε το σημαντικότερο πλήγμα που επέφερε η εκστρατεία των Αράβων το 838. Η καταστροφή της πόλης οδήγησε σε μαρασμό από οικονομική άποψη, ενώ από διοικητική σήμαινε την προσωρινή μεταφορά της έδρας του θέματος Ανατολικών στον Πολύβοτο.23
Σημαντικότερος ωστόσο ήταν ο ψυχολογικός αντίκτυπος στους υπηκόους της αυτοκρατορίας24 και κυρίως στον ίδιο τον αυτοκράτορα, ο οποίος συγκλονισμένος από τα όσα συνέβησαν αρρώστησε βαριά.25 Σε μια προσπάθεια να εξαγοράσει όλους τους Βυζαντινούς αιχμαλώτους και κυρίως τους στρατιωτικούς αξιωματούχους και τις οικογένειές τους, ο Θεόφιλος απέστειλε πρεσβεία στο Μουτασίμ με επικεφαλής το Βασίλειο,26 προσφέροντας ένα σημαντικό χρηματικό ποσό. Ο Μουτασίμ ωστόσο απέρριψε την προσφορά και ζήτησε ως αντάλλαγμα την παράδοση του δομέστικου των σχολών Μανουήλ και του Πέρση Nasr/Θεόφοβου στους Άραβες, ενδεχόμενο το οποίο απέκλεισαν με τη σειρά τους οι Βυζαντινοί.27 Έτσι, οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν και οι αιχμάλωτοι παρέμειναν στα χέρια των Αράβων. Σαράντα δύο από αυτούς βρήκαν μαρτυρικό θάνατο στις 6 Μαρτίου του 846 στην πρωτεύουσα του χαλιφάτου Σαμάρρα, διότι αρνήθηκαν να εξισλαμιστούν.
Μολονότι κατά ένα μεγάλο βαθμό οφειλόταν σε τυχαίο περιστατικό,28 η άλωση του Αμορίου αμφισβήτησε την ικανότητα των βυζαντινών στρατευμάτων να υπερασπίσουν τα εδάφη της αυτοκρατορίας από τους Άραβες, οι οποίοι εμφανίζονταν πλέον ακόμη πιο απειλητικοί. Σε άμεση συνάρτηση με αυτό θιγόταν και η πολιτική του αυτοκράτορα εναντίον των εικόνων, στην οποία οι οπαδοί των εικόνων απέδωσαν τις στρατιωτικές αποτυχίες, πιστεύοντας ότι δεν εξασφάλιζε τη θεϊκή προστασία.
Στην προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η δύσκολη κατάσταση, ο Θεόφιλος στράφηκε ήδη από τα τέλη του 838 προς τα κράτη της Δύσης. Συγκεκριμένα απέστειλε πρεσβείες στη Βενετία, στο βασιλιά των Φράγκων Λουδοβίκο τον Ευσεβή, καθώς και στο χαλίφη της Ισπανίας Abd-al-Rahman II, ζητώντας τη βοήθειά τους στον αγώνα εναντίον τόσο των Αράβων της Ανατολής όσο και εκείνων της Δύσης.29


από το ιστολόγιο: Βυζαντινών Ιστορικά, όπου και οι παραπομπές

Twn_en_Amorio_42_Martyrwn
για τους 42 μάρτυρες – ευγενείς του Αμορίου δείτε ΕΔΩ
μια προσθήκη από το βιβλίο: (Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ο Πρόλογος της Αχρίδος, Μάρτιος, εκδ. Άθως, σ. 55-57)(μέσω Πεμπτουσίας)
Όταν οι Σαρακηνοί τους είπαν: «ο Μωάμεθ είναι ο αληθινός προφήτης και όχι ο Χριστός», οι αξιωματικοί απάντησαν με ένα αίνιγμα: «Αν δύο άνθρωποι μάλωναν για ένα χωράφι και ο ένας έλεγε: «το χωράφι είναι δικό μου” και ο άλλος έλεγε: “όχι! είναι δικό μου”· και ο ένας απ’ αυτούς είχε πολλούς μάρ­τυρες κοντά του, που επιβεβαίωναν ότι είναι δικό του και ο άλλος δεν είχε κανέναν άλλο μάρτυρα εκτός απ’ τον εαυτό του – τότε, τίνος νομίζετε ήταν το χωράφι;». Οι Σαρακηνοί απάντησαν: «Φυσικά, είναι εκείνου που είχε τους περισσότε­ρους μάρτυρες!». «Ορθά κρίνατε» είπαν οι αξιωματικοί.
«Το ίδιο ισχύει με τον Χριστό και τον Μωάμεθ. Ο Χριστός έχει πολλούς μάρτυρες: τους παλαιούς Προφήτες, από τον Μωυσή, μέχρι τον Ιωάννη, τον Πρόδρομο, που κι εσείς τους αναγνωρίζετε και οι οποίοι μαρτυρούν γι’ Αυτόν και υπέρ Αυτού, ενώ ο Μωάμεθ αφ’ εαυτού μαρτυρεί για τον εαυτό του ότι είναι προφήτης και δεν έχει ούτε έναν έστω μάρτυρα!». Οι Σαρακηνοί καταισχύνθηκαν και προσπάθησαν να υπερασπιστούν την πίστη τους. Είπαν: «Η πίστη μας είναι καλύτερη από τη χριστιανική, όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ο Θεός μας έκανε να σας νικήσουμε και μας έδωσε την καλύτερη γη, στον κόσμο και ένα βασίλειο πολύ μεγαλύτερο από το χριστιανικό!».
Οι αξιωματικοί απάντησαν: «Αν ήταν έτσι, τότε η ειδωλολατρία των Αιγυπτίων, των Βαβυλωνίων, των Ελλήνων και των Ρωμαίων και η πυρολατρία των Περσών θα ήταν η αληθινή πίστη, διότι κάποτε όλοι αυτοί οι λαοί κατέκτησαν τους άλλους λαούς και κυριάρχησαν επάνω τους. Είναι προφανές ότι η νίκη σας, η ισχύς και τα πλούτη σας δεν αποδεικνύουν την αλήθεια της πίστεώς σας! Άλλωστε γνωρίζουμε ότι ο Θεός, κατά καιρούς δίνει τη νίκη στους χριστιανούς και άλλοτε επιτρέπει βάσανα και μαρτύρια για να διορθωθούν και να τους φέρει σε μετάνοια και κάθαρση από τις αμαρτίες τους».
Ύστερα από επτά χρόνια εγκλεισμού των αξιωματικών στη φυλακή, οι δήμιοι τους αποκεφάλισαν το έτος 845. Πέταξαν τα άψυχα σώματά τους στον Ευφράτη ποταμό, αλλά αυτά έφθασαν επιπλέοντας στην απέναντι ακτή, όπου τα πήραν χριστιανοί και τα ενταφίασαν με τιμές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου