Παρασκευή 16 Μαρτίου 2018

Η αναρχία γίνεται χειροπιαστή μέσα από κάθε απελευθερωτικό συγκρουσιακό κι εξεγερτικό εγχείρημα

Θεοδωράκειες (του Σταύρου) συνεντεύξεις[1] περί Αγίων και δαιμόνων ή πως η αριστερά μεταμφιεσμένη σε αντιεξουσία επιτίθεται σε σκιάχτρα κι ανεμόμυλους
Είναι δεδομένο, πως τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί μια δυναμική, που ξεπηδώντας μέσα από τον κοινωνικό χώρο, προσεγγίζει ή τοποθετείται στις αναρχικές και αντιεξουσιαστικές απόψεις και πρακτικές. Αυτή η δυναμική έχει αναπτυχθεί σε ένα διάστημα που προσεγγίζει, πλέον, τις δύο δεκαετίες, με αρκετές, ωστόσο, διακυμάνσεις. Έγινε ιδιαίτερα φανερή κατά το 2003 στις κινητοποιήσεις πριν, κατά και μετά τις συγκρούσεις στη Θεσσαλονίκη.
Τέτοιες καταστάσεις προκαλούσαν ανέκαθεν το ενδιαφέρον των εξουσιαστών, κάθε είδους και κάθε μορφής. Η συντήρηση και ισχυροποίηση των εξουσιαστικών σχέσεων, θεσμών και μηχανισμών απαιτεί την αφομοίωση και ιδεολογικοποίηση απόψεων και πρακτικών. Βασική επιδίωξη είναι μέσα από μια σειρά διαδικασιών να επιτευχθεί και η αφομοίωση κοινωνικών κομματιών. Οι «ανανεωτικοί» ή νεωτεριστικοί μηχανισμοί θα πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο φανταχτεροί. Μόνο
έτσι θα μπορέσουν να προσελκύσουν εκείνα τα «υποκείμενα» που αποτελούν στόχο αυτής της διαδικασίας.
Άλλωστε, είναι γνωστό πως από τη δεκαετία του ’90 είχαν μπει σε εφαρμογή οι σχεδιασμοί για την κατασκευή της λεγόμενης «αντιεξουσιαστικής αριστεράς» (η εκσυγχρονιστική εκδοχή της πάλαι ποτέ άκρας –πάντοτε όμως καθεστωτικής– αριστεράς). Μέσα από αυτή θα μπορούσε να αλωθεί ένα μεγάλο μέρος της νεολαίας, που «ψαχνότανε» για απόψεις και πρακτικές έξω από τις κρατικές και εξουσιαστικές νόρμες και σχήματα. Το μεγάλο συγκρουσιακό κι εξεγερτικό κύμα της δεκαετίας του 1990 έχει εδραιώσει, πλέον, μια αναρχική κι αντι-εξουσιαστική πραγματικότητα.
Εννοείται πως πρώτη και καλύτερη η αριστερά, ντυμένη τον ανανεωτικό κι επαναστατικό της μανδύα, έσπευσε να εκμεταλλευτεί αυτήν την πραγματικότητα. Η πολύμορφη έκφραση αλληλεγγύης στους συλληφθέντες από το κράτος με την κατηγορία της συμμετοχής στην Ε.Ο. 17 Νοέμβρη τής έδωσε αρκετές ευκαιρίες.
Έτσι ήρθε σιγά – σιγά ο καιρός που οι ατζέντες με τα τηλέφωνα των προσωπικοτήτων και των διαμεσολαβητών πέρασαν σε άλλα χέρια. Ήρθε η σειρά αυτών που πριν από λίγο καιρό κατείχαν τις ατζέντες, να περάσουν από τις «μεγάλες πόρτες» που θα τους οδηγήσουν, αργά ή γρήγορα, στα ψηλά παλάτια. Κάθε διαδοχή, και κάθε κληρονομικό δικαίωμα, εδραιώνεται αν ανανεωθούν τα πρόσωπα και τα προσωπεία.
Πολλές ειλικρινείς διαθέσεις βρέθηκαν πολύ σύντομα μπλεγμένες, χωρίς καλά – καλά να το αντιληφθούν σε διαδικασίες «εκτροπής». Οι μάστορες της εξουσιαστικής τεχνικής, ένθεν κακείθεν, ετοίμαζαν από καιρό το έδαφος μέσα από ιδεολογικές και πολιτικές προσεγγίσεις. Αλλά και με ταμπέλες που αλλού είχαν το όνομα της «επανάστασης» και αλλού της αντιεξουσίας με «ολίγη από αναρχία». Αρκεί σε όλες τις περιπτώσεις να κατασκευαστεί ένας «κακός» και να παρουσιαστούν οι προοπτικές για το «καλό». Οι επαναστατικές πράξεις και τα φανταχτερά λογύδρια είναι αυτά που ακούγονται εκεί όπου βασιλεύουν οι μονόφθαλμοι. Από την άλλη, χρειάζεται να στηθεί μια ολόκληρη φάμπρικα από ψίθυρους, διαστρέβλωση και λασπολογία. Γιατί έτσι επιτυγχάνεται το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα της ένωσης των ετερόκλητων, που στην πορεία θα ομογενοποιηθούν.
Άλλωστε, είναι παλιά η τέχνη της αλλαγής ενδυμασίας, που διευκολύνει την προσαρμοστικότητα για κάθε είδους εξαπάτηση. Το να φοριέται το σακάκι της επανάστασης, της αντιεξουσίας ή της αναρχίας, ανάλογα με τις περιστάσεις, είναι συνηθισμένη πρακτική, που δεν αφορά μόνο τον συνεντευξιαζόμενο (Συνέντευξη στην εφημερίδα του Δημοσιογραφικού Συγκροτήματος Λαμπράκη στις 15 Νοεμβρίου 2008). Εννοείται, πως τέτοιες συνεντεύξεις γίνονται πάντα σε ιδιαίτερες συνθήκες και βρίσκονται στην τροχιά εξυπηρέτησης καταστάσεων, που ήδη έχουν δρομολογηθεί.
Κάθε γνώστης της εξουσιαστικής τεχνικής ξέρει πολύ καλά πως ο καλύτερος τρόπος για να προκληθεί το επιθυμητό κάθε φορά αποτέλεσμα, είναι τα κτυπήματα να δίνονται «από τα μέσα». Συνήθως αυτά τα «από τα μέσα» γίνονται από περαστικούς ή τυχοδιώκτες. Πρόκειται για όλους αυτούς που δεν έχουν κάποια σχέση ουσίας με την συνολική απελευθερωτική διεργασία. Που διαστρέφουν, κατασκευάζουν και προωθούν ψεύτικες εικόνες σαν μεγάλες αλήθειες. Κι όπως αποδεικνύεται τελικά, όλα αυτά αποτελούν, μια εναλλακτική πρόταση, που θα βοηθήσει ώστε να εμφανιστεί το σύστημα καταπίεσης κι εκμετάλλευσης ως «προοδευτικότερο». Γι’ αυτό και τα φκιασιδώματα είναι πάντοτε απαραίτητα.
Από την άλλη, η ατομική και συλλογική προσπάθεια ανάδειξης μπορεί να μην διευκολύνει τις ανθρώπινες απελευθερωτικές προσπάθειες, παρ’ όλα αυτά είναι συνήθως κατανοητή. Αλλά δεν είναι αναγκαστικά αποδεκτή.
Το ζήτημα είναι κατά πόσον κινείται και αβαντάρεται από το σύστημα ή όχι. Αυτό μετράει. Και δεν είναι αποδεκτό. Πολύ περισσότερο όταν υπάρχει η βιτρίνα της αντιεξουσίας. Γιατί είναι άλλο πράγμα να μιλάς στην τηλεόραση ως ο παλιατζής της γειτονιάς κι άλλο ως ένας υποτιθέμενος εκφραστής μιας απελευθερωτικής προοπτικής. Γιατί εκεί όλα μετρούν. Πιο πολύ μετρά όμως η πλήρης απαξίωση της ανθρώπινης αγωνίας αιώνων και χιλιετιών. Μιας αγωνίας για ένα κόσμο λεύτερο, δημιουργικό, αναρχικό χωρίς πονηρούς και «καπάτσους», εξουσιαστές, κηδεμόνες κι εκμεταλλευτές, που χωρίζουν τη γη σε φέουδα και κράτη και τις πλατείες σε ελεγχόμενες ζώνες.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη προσπάθεια απαξίωσης του απελευθερωτικού κοινωνικού προτάγματος όταν «αντι-εξουσιαστικά» χείλη ταυτίζουν την αναρχία με τον κομμουνισμό και τον φασισμό. Όταν μιλούν για τάγματα εφόδου και ταυτίζουν συμμορίτικες πρακτικές με την αναρχία. Βέβαια, στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σκοινί. Εκτός και εάν το θράσος περισσεύει. Στην προκειμένη περίπτωση το θράσος πλημμύρισε τα πάντα.
Πράγματι. Πως μπορούν να απορρίπτουν τα τάγματα εφόδου αυτοί που εφαρμόζουν τραμπουκικές πρακτικές σε πορείες, αλλά κι εκτός πορειών; Πώς μπορούν να εμφανίζονται σαν ανανεωτές αυτοί που μετά από είκοσι χρόνια το μόνο που άλλαξαν ήταν το όνομα του σχήματος τους;
Γιατί, προφανώς, δεν πρόκειται για καινοφανείς θέσεις. Πριν από 20 ολόκληρα χρόνια οι υπόλοιποι αναρχικοί θεωρούνταν «πεθαμένοι πολιτικά και με το ένα πόδι στο λάκκο». Παλιά τους τέχνη κόσκινο, άλλωστε.
Είναι σίγουρο, πως στα πλαίσια του «πλουραλισμού» των απόψεων, της «διαφορετικότητας» και της ατομικής ευθύνης θα βγουν αρκετοί να μιλήσουν για προσωπικές τοποθετήσεις που δεν αφορούν τους υπόλοιπους που συμμετέχουν στο περί ου ο λόγος «αντιεξουσιαστικό» σχήμα. Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε. Ή ακόμα καλύτερα, λόγια φτηνά της καραβάνας.
Πάμε παρακάτω.
Εκείνο που διαφαίνεται ως ένας από τους «κορμούς» αυτής της συνέντευξης είναι το ζήτημα των ιδεολογιών.
Παρά τα φαινόμενα δεν υπάρχει κανενός είδους απόρριψή τους. Απλούστατα η «καινούργια» ιδεολογία «διαγράφει» τις προηγούμενες και εμφανίζεται ως άσπιλη και αμόλυντη παρθένα. Αυτή η «διαγραφή» έχει υπάρξει προ πολλού. Απλά, τώρα ήρθε η ώρα ή η ευκαιρία να αποκαλυφτεί και στις «αδαείς μάζες» του Θεοδωράκειου αναγνωστικού και φιλοθεάμονος κοινού. Ο καθένας ή διαλέγει το χρόνο, τον τρόπο και τον τόπο που θα γίνει, ή του τον ορίζουν άλλοι.
Οι ιδεολογίες πάντοτε κατασκευάζονται. Από εκείνους που τις «εμπνέονται», αλλά κι από όσους αποδίδουν ιδεολογικά χαρακτηριστικά εκεί όπου αυτά δεν θα μπορούσαν με κανένα τρόπο να υπάρξουν. Είναι χαρακτηριστικό πως η ιδεολογία της κυριαρχίας έχει πολλές παραμέτρους. Ανάμεσα σ’ αυτές είναι ο Μαρξισμός, ο Φασισμός, ο φιλελευθερισμός και η μεταμοντέρνα ιδεοληψία. Πώς όμως θα μπορούσε να εντάξει κάποιος σ’ αυτές την αναρχία; Μόνο αν την καταστήσεις αφομοιώσιμη. Αφομοιώσιμη γίνεται όταν της αποστερήσεις τα δυναμικά χαρακτηριστικά που την κάνουν απόλυτα ανταγωνιστική σε κάθε στοιχείο της εξουσίας και σε όσα συνδέονται ή συνυφαίνονται με αυτήν.
Είναι εμφανής και στην προκειμένη περίπτωση, η προσπάθεια ιδεολογικοποίησης της αναρχίας. Γιατί με αυτό τον τρόπο μπορεί στη συνέχεια να εξαπολυθεί επίθεση εναντίον της, με μια επιφανειακή πολεμική ενάντια σ’ όλες τις ιδεολογίες.
Είναι αλήθεια πως η ιδεολογία κατασκευάζει μια πλαστότητα και συνεπώς ψεύτικες συνειδήσεις. Παίρνει στοιχεία από την πραγματικότητα και τα σχηματοποιεί έξω από αυτήν. Στη συνέχεια επιστρέφει για να επιβληθεί στην ζωντάνια και την κινητικότητα του κοινωνικού χώρου.
Βεβαίως, το να λέγεται πως οι άνθρωποι πήγαν με τις ιδεολογίες είναι μια ακόμη αναστροφή της πραγματικής κίνησης. Το αντίθετο ισχύει. Οι ιδεολογίες έρχονται να συναντήσουν, να εγκλωβίσουν, να αφομοιώσουν και να εντάξουν τους ανθρώπους σ’ ένα κυκεώνα από εναλλακτικές λύσεις μέσα στα πλαίσια του κράτους.
Θα μπορούσε να προκαλέσει οργή μια στάση που ανακατεύει αλήθειες και ψέματα. Που μεγαλοποιεί πρακτικές που δεν έχουν σχέση με την αναρχία και αποδίδει σ’ αυτήν απόψεις που δεν έχουν ούτε στο ελάχιστο την δυνατότητα να συμβάλλουν στην απελευθερωτική διεργασία. Και μετά τις απορρίπτει. Θα μπορούσε όμως να προκαλέσει και θυμηδία.
Έτσι, μέσα από το εφεύρημα της δήθεν αποϊδεολογικοποίησης όλα είναι θεμιτά: από την αποδοχή ενός εξεζητημένου λάϊφ στάϊλ μέχρι και το αβαντάρισμα από τα διάφορα μέσα ενημέρωσης ιδιωτικά ή και κρατικά.
Η πραγματικότητα όμως είναι τελείως διαφορετική. Η αναρχία είναι άπιαστη όσο και απτή. Γι αυτό και δεν μπορεί να ιδεολογικοποιηθεί. Αλλά ακόμη κι όταν κάποιοι το επιχειρήσουν, τότε απλά φωτογραφίζουν μια στιγμή, κρατούν μια παγωμένη εικόνα μέσα από μια ζωντανή και σε διαρκή κίνηση πορεία.
Η αναρχία γίνεται χειροπιαστή μέσα από κάθε απελευθερωτικό συγκρουσιακό κι εξεγερτικό εγχείρημα. Μέσα από τις συγκρούσεις που δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσο. Μέσα από τις, βίαιες ή μη, συλλογικές πρακτικές, που δεν αυτοπεριορίζονται αλλά επιζητούν και αναδεικνύουν το πλάτεμα και την κοινή δράση. Μέσα από την σύνθεση και την δημιουργικότητα των ανθρώπων που με ατομικές και συλλογικές προσπάθειες ανοίγουν ουσιαστικά ρήγματα στην πληκτική και καταστροφική καθημερινότητα της ωραιοποιημένης εξαθλίωσης, της καταπίεσης, της εκμετάλλευσης και της αλλοτρίωσης.
Φυσικά σ’ αυτήν τη συνέντευξη δεν παραλείπεται η αναφορά σε διάφορες κινητοποιήσεις. Με ιδιαίτερη μνεία στην τελευταία κινητοποίηση των φυλακισμένων. Εκεί είναι που παίρνει σάρκα και οστά η «αποϊδεολογικοποίηση». Ο αριστερός ρεφορμισμός για την αποσυμφόρηση των φυλακών συναντά τον απατεωνίστικο λενινισμό. Αποσυμφόρηση και ισχυροποίηση μέσα από μεταρρυθμίσεις του μηχανισμού βασανισμού, που λέγεται φυλακές, δεν σημαίνει πως θα καταστραφεί η γενεσιουργός αιτία: το κράτος. Αντίθετα θα ισχυροποιηθεί. Οι μηχανισμοί του θα ωραιοποιηθούν. Βεβαίως για τους κάθε είδους «αντιεξουσιαστές» που πατούν πάνω στις συνθήκες βασανισμού για να προάγουν το ρεφορμισμό, δεν υπάρχει κάποιος «διαφορετικός» δρόμος. Αν το σύστημα της μόλυνσης δεν καθαρίζεται αλλά καταστρέφεται τότε γιατί στις φυλακές θα έπρεπε να ισχύει κάτι το διαφορετικό; Ιδού η λενινιστική φανφάρα της άμεσης δράσης που ζητά μεταρρυθμίσεις για να ισχυροποιήσει το κράτος. Ύστερα αυτό θα μαραζώσει και θα πέσει σαν ώριμο σύκο, όταν περάσει στα χέρια μιας άλλης τάξης, που στην περίπτωση μας δεν μπορούν να είναι άλλοι από τους «νεωτεριστές – αντιεξουσιαστές».
Βεβαίως, οι φυλακισμένοι έχουν κάθε λόγο να βλέπουν τα πράγματα από την εφήμερη σκοπιά τους. Και να αγωνιούν για την αθλιότητα που τους έχουν ρίξει οι εξουσιαστικές συνθήκες. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως θα πρέπει να αφεθούν στις μεταρρυθμιστικές αυταπάτες, που καλλιεργούν τα παπαγαλάκια του κράτους. Άλλωστε οι μεταρρυθμίσεις είναι δρομολογημένες και είναι ζήτημα χρόνου να υλοποιηθούν. Η αναρχική αντίληψη, θεώρηση και πράξη βρίσκεται μακριά από ψευδοδιλλήματα τού είδους «με τους κρατούμενους» ή «για τους κρατούμενους». Η Αναρχία έχει την αυτοδύναμη ύπαρξή της και ξεκάθαρο στόχο: το κράτος και τα όσα δεινά προκαλεί στους ανθρώπους η παρουσία του. Συνεπώς, η στάση των αναρχικών είναι ενάντια στην αιτία των δεινών, τις εξουσιαστικές κι εκμεταλλευτικές συνθήκες. Αταλάντευτα και αδιαπραγμάτευτα. Κι αυτό βοηθά πολύ περισσότερο τον οποιοδήποτε αγώνα. Ακόμα κι αν αυτός γίνεται μέσα από αυταπάτες…
Κλείνοντας να θυμίσουμε πως όλα αυτά ξεκίνησαν με την «αφορμή» της πραγματοποίησης μιας τηλεοπτικής εκπομπής που είχε σαν θέμα της κάποιους «Αγίους των Εξαρχείων». Μια έμπνευση κάποιου, που όπως όλα όσα γίνονται «ποιητική αδεία», κατέληξε στο να προκαλεί αηδία.
Ευχόμαστε, οι «άγιοι των Εξαρχείων» να μεσιτεύσουν στον άλλο «άγιο», τον θεράποντα Παντελεήμονα, να βάλει το χέρι του και να τους «φωτίσει η χάρις» του. Αμήν.
Συσπείρωση Αναρχικών
[1] Αυτό το κείμενο δημοσιεύθηκε στην αναρχική εφημερίδα ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 78, του Δεκεμβρίου 2008, με αφορμή μια συνέντευξη που δόθηκε στον τότε δημοσιογράφο  Σ. Θεοδωράκη και νυν πρόεδρο του Ποταμιού. Έχει ιδιαίτερη σημασία επειδή βοηθά στην κατανόηση των όσων επακολούθησαν στα πέριξ και εντός του λεγόμενου «χώρου» και την διαμορφωμένη κατάσταση που υπάρχει σήμερα. Όσο για το αύριο...

 https://anarchypress.wordpress.com/2018/03/14/%ce%bc%ce%b5-%ce%b1%cf%86%ce%bf%cf%81%ce%bc%ce%ae-%ce%ba%ce%ac%cf%80%ce%bf%ce%b9%ce%b1-%cf%83%cf%85%ce%bd%ce%ad%ce%bd%cf%84%ce%b5%cf%85%ce%be%ce%b7/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου