Παρασκευή 12 Ιουνίου 2015

ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΑΙΟΣ: Σαν σήμερα δολοφονείται από Ούνους και τούρκους ο εθνομάρτυρας του Ελληνισμού και της ελευθερίας



«Λύσσαξε Τούρκε δεν εξαλείφεις μ` ημάς και τον σπόρον της ελευθερίας, οι εκδικηταί μας γλήγορα θ` αναβλαστήσωσι!». «Ω Βασιλεύ του κόσμου, ορκίζομαι σε Σε,
στην γνώμην των τυράννων να μην ελθώ ποτέ,
μήτε να τους δουλεύσω, μήτε να πλανηθώ,
εις τα ταξίματά τους να μην παραδοθώ.
Εν όσω ζω στον κόσμο ο μόνος μου σκοπός
για να τους αφανίσω θε να `ναι σταθερός.

Ο Ρήγας Φεραίος γνωστός και ως ο Βελεστινλής, γνωστός για ..
τη γεωγραφική του ευρυμάθεια και για το ότι «..η συγκριτική γεωγραφία ήταν από τις προσφιλέστερες ενασχολήσεις του», όπως σημείωσε το 1824 στο Παρίσι, ο λόγιος Κωνσταντίνος Αγαθόφρων Νικολόπουλος, γεννήθηκε το 1757 στο Βελεστίνο, αρχαίο όνομα Φεραί, και θανατώθηκε στις 12 Ιουνίου 1798 στο Βελιγράδι.
Ονομάζονταν Ρήγας Κυρίτζης, όπως ο ίδιος είχε σημειώσει στο εξώφυλλο ενός βιβλίου του, γράφοντας Ρήγας Κυρίτζης εκ Βελεστίνου. Το προσωνύμιο Βελεστινλής το απέκτησε όταν πήγε στο Πήλιο, για να μάθει γράμματα. Εκεί έγινε γνωστός ως Ρήγας ο Βελεστινλής, και μ` αυτό υπέγραφε όλα τα έργα του, προσθέτοντας το Θετταλός.
Για πρώτη φορά το επίθετο Φεραίος εμφανίζεται στο εγκωμιαστικό επίγραμμα που κάποιος ανώνυμος πρόταξε στο έργο του Ρήγα με τον τίτλο «Νέος Ανάχαρσις» το 1797. Στο επίγραμμα αναφέρεται: «Εις τον Ρήγα Φεραίον». Είναι η πρώτη φορά που τη θέση του επωνύμου Βελεστινλής παίρνει το επώνυμο Φεραίος, ο κάτοικος των αρχαίων Φερών, και έκτοτε αποκαλείται έτσι, αν και ο ίδιος υπέγραφε στα έργα του Ρήγας Βελεστινλής.
Τον Ιανουάριο του 1791 όταν επέστρεψε από τη Βιέννη στο Βουκουρέστι μαζί με τη μητέρα και τον αδερφό του Κωστή, οδηγήθηκε σε δίκη καθώς η παραδουλεύτρα της μητέρας του τον κατάγγειλε για βιασμό.
Ο μητροπολίτης που δίκαζε τέτοιες υποθέσεις τον καταδίκασε να καταβάλει μια σχετικά μικρή αποζημίωση.
Από αυτή την περιπέτεια φαίνεται ότι ο Ρήγας στην ηλικία των 33 χρόνων του ήταν «επιρρεπής εις ηδονάς», μια κατηγορία που του επέρριπταν οι αντίπαλοί του.
Σπουδές & Δράση

Η οικογένειά του ήταν μάλλον ευκατάστατη και σύμφωνα με την παράδοση ο πατέρας του ήταν εύπορος κτηματίας και βιοτέχνης. Οι γονείς του τον έστειλαν στο γειτονικό Πήλιο και συγκεκριμένα στη Ζαγορά, για να μάθει τα πρώτα του γράμματα. Για τις σπουδές του έχουμε έναν ωραίο χαρακτηρισμό από τον ίδιο καθώς στον πρόλογο ενός διδακτικού βιβλίου του γράφει: «η αιτίαν οπού μετεχειρίσθην απλούν ύφος ήτον διά να μην προξενήσω με την γριφότητα του ελληνισμού (=αρχαϊσμού) εις τους άλλους εκείνο οπού ο ίδιος έπαθα σπουδάζοντας».
Στη Ζαγορά λειτουργούσε το καλύτερο σχολείο της περιοχής, στο οποίο δίδασκαν ο τέως πατριάρχης Καλλίνικος, που μεταλαμπάδευαν τις ιδέες και τα μηνύματα του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού στη σκλαβωμένη Ελλάδα, και άλλοι, όπως ο Ιωάννης Πρίγκος οι οποίοι είχαν συστήσει μια πλούσια βιβλιοθήκη. Το περιεχόμενο των γνώσεών ήταν θεωρητικό και επιστημονικό όπως μαρτυρούν τα έργα του, τα οποία βρίθουν από στοιχεία αρχαιογνωσίας, αστρονομίας, κοσμογραφίας κ.ά.
Η αποτυχημένη Ορλοφική εξέγερση το διάστημα 1769-1774 και ο αναβρασμός που προκλήθηκε στην Ελλάδα από τον πρώτο Ρωσοτουρκικό πόλεμο, προκάλεσαν πολλές καταστροφές στις πόλεις και τα χωριά του Θεσσαλικού κάμπου, ανάμεσά τους και στη γενέτειρα του Ρήγα, το Βελεστίνο. Στα ορεινά χωριά του Πηλίου υπήρχε μόνο μια κάποια ασφάλεια κι εκεί παρέμεινε τουλάχιστον μέχρι το 1774, όταν πια ήταν 17-18 χρονών.
Στη Θεσσαλία
Σύμφωνα με μαρτυρίες, ύστερα από την αποφοίτησή του από το σχολείο της Ζαγοράς δίδαξε για ένα χρόνο στο γειτονικό χωριό Κισσός. Όπως προκύπτει από τα μετέπειτα έργα του πρέπει να ταξίδεψε στη Θεσσαλία πριν ξενιτευτεί από την πατρίδα του. Πήγε στον Όλυμπο, όπου ήρθε σε επαφή με τους κλέφτες και τους αρματολούς και μαζί τους τραγούδησε στίχους που έγραψε ο ίδιος για τη λευτεριά της πατρίδας.
Πέρασε απ` όλα τα ελληνικά κέντρα, γνώρισε από κοντά τον ελληνικό λαό και τα βάσανά του και έκλεισε μέσα του τον πανελλήνιο πόθο για λευτεριά.
Στη Θεσσαλία πρέπει να έμεινε μέχρι τα είκοσί του χρόνια. Τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του θα τα περάσει περιδιαβαίνοντας την Ευρώπη και μεταφυτεύοντας το σπόρο της Επανάστασης με κυριότερους σταθμούς την Κωνσταντινούπολη, το Βουκουρέστι και τη Βιέννη.
Κωνσταντινούπολη
Ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος τελείωσε με νίκη των Ρώσων και τον Ιούλιο του 1774 υπογράφτηκε η συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή. Με τη συνθήκη αυτή χορηγήθηκε από το σουλτάνο γενική αμνηστία στους Έλληνες και τα ελληνικά καράβια μπορούσαν να ταξιδεύουν με ρωσική σημαία στα ιστία τους. Έτσι ξανάνοιξαν οι εμπορικοί δρόμοι και μπόρεσε ο Ρήγας να πάρει το δρόμο της ξενιτιάς. Όπως χαρακτηριστικά λέει ένας από τους βιογράφους του Ρήγα, από τη Θεσσαλία πρέπει να έφυγε «με το όνειρο μιας καλύτερης σταδιοδρομίας στο εμπόριο και τα γράμματα». Το ελληνικό θαλάσσιο εμπόριο αλλά και η μεταφορά των εμπορευμάτων από τους χερσαίους δρόμους που συνέδεαν την Ελλάδα με τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, ευνοήθηκε και από την ανάπτυξη ακμαίων ελληνικών παροικιών τόσο στην Ευρώπη όσο και στα παράλια του Εύξεινου Πόντου, με κυριότερο κέντρο την Κωνσταντινούπολη. Πολλές επίσης ελληνικές παροικίες δημιουργήθηκαν στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Οι μορφωμένοι νέοι της Ελλάδας είναι ευπρόσδεκτοι. Στις ελληνικές παροικίες του εξωτερικού από τους συμπατριώτες τους, όπου σταδιοδρομούν ως εμποροϋπάλληλοι ή καταστιχάριοι στην αρχή, και στη συνέχεια ως συνέταιροι στις εμπορικές επιχειρήσεις τους. Άλλοι πάλι, οι οποίοι έχουν φοιτήσει σε σχολεία της τουρκοκρατούμενης πατρίδας, σταδιοδρομούν στα σπίτια των πλουσίων ως οικοδιδάσκαλοι. Η γνώση ξένων γλωσσών εκτιμούνταν ιδιαίτερα εκείνη την εποχή μια και ήταν απαραίτητη για την εμπορική αλληλογραφία και τις συναλλαγές, γι` αυτό και πολλοί επιδίδονται στην εκμάθησή τους (κυρίως της γαλλικής και της ιταλικής γλώσσας).
Ιδιαίτερα αυτοί οι οποίοι προέρχονταν από τα χωριά του Πηλίου, που ήταν μια από τις πιο αξιόλογες πνευματικές εστίες του Ελληνισμού στην οποία φοίτησε και ο Ρήγας, προσλαμβάνονταν εύκολα ως γραμματικοί και οικοδιδάσκαλοι στα σπίτια των Φαναριωτών και άλλων αξιωματούχων τόσο στην Κωνσταντινούπολη όσο και στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Ανάμεσα σ` αυτούς ήταν και ο Ρήγας, ο οποίος κατορθώνει να μπει στο φαναριώτικο περιβάλλον και γίνεται γραμματικός (γραμματέας) του ηγεμόνα Αλέξανδρου Υψηλάντη, παππού των Υψηλάντηδων του Εικοσιένα, που ιδιώτευε τότε στην Πόλη.
Βουκουρέστι
Είναι άγνωστο πότε ακριβώς πήγε ο Ρήγας από την Κωνσταντινούπολη στο Βουκουρέστι. Μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε από μερικές σκόρπιες μαρτυρίες. Η παλιότερη μαρτυρία που παρεμβατικά αναφέρεται σε μια υποσημείωση του έργου του «Νέος Ανάχαρσις» μας πληροφορεί πως τον Απρίλιο του 1788 βρισκόταν στο Γκούρεβο, στη γέφυρα του Δούναβη. Άλλες πληροφορίες, μεταγενέστερες (1798), αναφέρουν ότι ο Ρήγας είχε πάει στη Βλαχία πολύ πιο πριν και μάλιστα είχε υπηρετήσει για ένα διάστημα περίπου ενός χρόνου (1782-1783) στην αυλή του ηγεμόνα της Βλαχίας Νικόλαου Καρατζά. Ο Νικόλαος Καρατζάς ήταν ένας φωτισμένος Φαναριώτης, ο οποίος μετέφρασε ένα έργο του Βολταίρου και διάφορα άλλα κείμενα Γάλλων εγκυκλοπαιδιστών. Η επιρροή που άσκησε στο Ρήγα η συνύπαρξή του – για κάποιο διάστημα – με τον Καρατζά ήταν μεγάλη.
Όπως προκύπτει και από άλλα έγγραφα του 1788, ο Ρήγας πρέπει να εγκαταστάθηκε στη Βλαχία αρκετά χρόνια πιο πριν. Αναφορές σε βιβλία εκείνης της εποχής μάς πληροφορούν ότι ο Ρήγας το 1788 είχε στην κατοχή του ένα μεγάλο κτήμα στον κάμπο της Βλαχίας με πολλά υποστατικά. Στη Βλαχία σταδιοδρομεί ως γραμματικός τοπικών αρχόντων, δηλαδή ως διοικητικός και διπλωματικός υπάλληλος. Οι άρχοντες αυτοί είναι ένας ντόπιος εξελληνισμένος βογιάρος, ο Μπραγκοβάνου, και ο μη Φαναριώτης ηγεμόνας Νικόλαος Μαυρογένης.
Εκείνο που αξίζει να τονίσουμε είναι ότι ο Ρήγας στην Κωνσταντινούπολη και το Βουκουρέστι συμπλήρωσε τις σπουδές του, έμαθε ξένες γλώσσες και επέκτεινε τους πνευματικούς του ορίζοντες. Με τις ικανότητες και τις γνώσεις του αναδείχτηκε στα μέρη απ` όπου πέρασε. Το 1787 σε ηλικία 30 χρόνων είναι πια αρκετά γνωστός στους ανώτερους κύκλους των Φαναριωτών και της Βλαχίας. Ανήκει στον κύκλο των φωτισμένων λογίων και έχει όλα τα εφόδια για να σταδιοδρομήσει και να αναπτύξει το έργο του.
Βιέννη
Αποτέλεσμα της μόρφωσης και της φήμης που είχε ήταν η επαφή του με το Μέγα Σερδάρη Χριστόδουλο Κιρλιάνο, ανώτερο αξιωματούχο στο Βουκουρέστι, ο οποίος τον προσέλαβε ως διερμηνέα και γραμματικό του. Ο Κιρλιάνος, μάλλον ελληνικής καταγωγής, για τις υπηρεσίες του προς τα νικηφόρα αυστριακά στρατεύματα (οι Αυστρορώσοι είχαν καταλάβει το Βουκουρέστι το 1789) πήρε ως ανταμοιβή από τον αυτοκράτορα της Αυστρίας τον τίτλο του βαρόνου του Ντε Λάγκενφελδ. Τον Ιούνιο του 1790 ο Ρήγας ταξίδεψε μαζί με το βαρόνο στη Βιέννη, όπου έμεινε για έξι μήνες, ως τον Ιανουάριο του 1791. Εκεί ως συνοδός και διερμηνέας του βαρόνου είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τη μεγάλη ζωή της Βιέννης, να εισχωρήσει στους πιο υψηλούς κύκλους, να ξεναγηθεί σε θέατρα, μουσεία, βιβλιοθήκες, να συναντηθεί με υψηλές προσωπικότητες και να γίνει δεκτός σε ακρόαση από τον ίδιο τον αυτοκράτορα. Στο μεταξύ έχει γράψει δύο βιβλία και το πρώτο μέλημά του, μόλις φτάνει στη Βιέννη, είναι να τυπώσει τα χειρόγραφα των δύο αυτών έργων, ενώ παράλληλα αναγγέλλει και την προσεχή έκδοση ενός τρίτου.
Το έργο του

Το πρώτο από τα βιβλία του έχει τον τίτλο «Σχολείον των ντελικάτων εραστών,
ήτοι βιβλίον ηθικόν, περιέχον τα περίεργα συμβεμβηκότα των ωραιοτέρων γυναικών του Παρισίου, ακμαζουσών κατά τον παρόντα αιώνα. Εκ της γαλλικής διαλέκτου νυν πρώτον μεταφρασθέν παρά του Ρήγα Βελεστινλή Θετταλού». Πρόκειται για μια συλλογή έξι ερωτικών διηγημάτων μεταφρασμένων από τα γαλλικά. Ύστερα από έρευνα που έκανε ο Ι.Α. Θωμόπουλος το 1945 προέκυψε ότι και τα έξι διηγήματα του «Σχολείου» είναι διαλεγμένα από τους τέσσερις πρώτους τόμους του έργου του Retif de la Bretonne «Les Contemporaines…», εμπλουτισμένα με στίχους φαναριώτικων τραγουδιών της εποχής. Πρόκειται για ένα λογοτεχνικό είδος που ήταν ιδιαίτερα αγαπητό από τη φαναριώτικη νεολαία. Τέτοιου είδους έργα κυκλοφορούσαν στη Γαλλία, αλλά ο Ρήγας ήταν ο πρώτος που τόλμησε να τα παρουσιάσει στο ελληνικό κοινό. Το έργο αυτό του Ρήγα αποτέλεσε το πρότυπο των διηγημάτων αυτού του είδους που θα κυκλοφορούσαν τα επόμενα χρόνια, όπως το «Έρωτος Αποτελέσματα», άγνωστου συγγραφέα, που κυκλοφόρησε το 1792 και περιλαμβάνει τρεις ιστορίες, στις οποίες περιέχονται 135 φαναριώτικα τραγούδια.
Το δεύτερο τιτλοφορείται «Φυσικής απάνθισμα διά τους αγχίνους και φιλομαθείς Έλληνας…»
και αποτελεί πολύτιμη πηγή πληροφοριών για τις έως τότε γνώσεις και αντιλήψεις του. Από το έργο αυτό προκύπτει ότι ο Ρήγας έχει διαβάσει αρκετά συγγράμματα του Βολταίρου και τον «Αιμίλιο ή περί αγωγής» του Ρουσώ, από το οποίο παραθέτει και αποσπάσματα. Είχε χρησιμοποιήσει επίσης το μεγάλο έργο της εποχής, την περίφημη «Εγκυκλοπαίδεια». Το έργο, γραμμένο σε απλή γλώσσα για την εκλαΐκευση των επιστημονικών γνώσεων, είναι ταυτόχρονα και μια συμβολή σε μια συντονισμένη προσπάθεια που ο Ρήγας καλεί να καταβάλουν όλοι, ώστε «βοηθούμενον πανταχόθε να αναλάβει το πεπτωκός γένος». Σ` αυτό το βιβλίο εξάλλου υπάρχει και η επιγραμματική φράση «όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά», η οποία συμπυκνώνει όλο το νόημα του φιλελευθερισμού της εποχής του και αποτελεί το σύνθημα των εθνοδιαφωτιστικών προσπαθειών του Ρήγα.
Το τρίτο ήταν το «Πνεύμα των Νόμων» του Μοντεσκιέ,
ένα έργο του οποίου οι ιδέες αποτέλεσαν το υπόβαθρο πάνω στο οποίο σχεδιάστηκε το αμερικανικό σύνταγμα του 1787 και λίγο μετά τα γαλλικά συντάγματα της Επανάστασης. Η μετάφραση αυτού του βιβλίου από το Ρήγα δεν είδε ποτέ το φως της δημοσιότητας.
Η γλωσσομάθεια που διακρίνει το Ρήγα (γνώριζε τη γαλλική, τη γερμανική και την ιταλική γλώσσα) τον διευκολύνει να παρακολουθήσει την ευρωπαϊκή σκέψη της εποχής του. Όπως και οι περισσότεροι φορείς του ελληνικού διαφωτισμού, έτσι και ο Ρήγας είναι προσανατολισμένος στην κίνηση των ιδεών που σημειώνεται στη Γαλλία.
Στο Ρήγα υπάρχει μια διαφωτιστική συνείδηση που στη διαμόρφωσή της έπαιξε ασφαλώς σημαντικό ρόλο και η πιθανή μαθητεία του κοντά στον Μοισιόδακα, όπως και η μαρτυρημένη κοντά στον Καταρτζή, τον κατ` εξοχήν εκπρόσωπο του διαφωτισμού στην Ελλάδα.
Στη Βιέννη τον Αύγουστο του 1796, τυπώνει και κυκλοφορεί τη σειρά χαρτών
«Νέα Χάρτα της Βλαχίας»,
«Γενική Χάρτα της Μολδαβίας»,
«Μεγάλη Χάρτα της Ελλάδος»
η οποία αποτελούνταν από δώδεκα φύλλα άτλαντα μεγάλου σχήματος που, όταν ενώνονταν, γινόταν ενιαίος χάρτης τεσσάρων τετραγωνικών μέτρων, εμπλουτισμένος με άφθονα στοιχεία αρχαιογνωσίας, όπως αρχαίες ονομασίες πόλεων, χωρών, ποταμών, αρχαιολογικών χώρων κ.ά. Παρένθετα σημειώματα και αλληγορικές παραστάσεις φανερώνουν το εθνεργετικό μήνυμα της Χάρτας, που αποτελούσε μνημειώδες εκδοτικό επίτευγμα της εποχής του. Παράλληλα τυπώνει μια χαλκογραφία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, πλαισιωμένη με σκηνές μαχών και άλλες παραστάσεις, με σύντομο ιστορικό υπόμνημα και δύο βιβλία, τον «Ηθικό Τρίποδα» και τον «Ανάχαρση».
Η «Περιήγησις του νέου Αναρχάσιδος εις την Ελλάδα περί το μέσον του 4ου αιώνος π.Χ.» ήταν ένα πολύτιμο και με μεγάλη απήχηση διδακτικό μυθιστόρημα του Γάλλου Μπαρτελεμί. Τη μετάφραση αυτού του έργου είχε αρχίσει ο ποιητής Γ. Σακελλάριος και ο Ρήγας με τους συνεργάτες του ανέλαβαν τη συνέχισή της και το εξέδωσαν το 1797. Ο ίδιος ο Ρήγας μετέφρασε τα κεφάλαια του 4ου τόμου που αναφέρονταν στην πατρίδα του, τη Θεσσαλία.
Το 1797 τύπωσε επίσης στη Βιέννη τον «Ηθικό Τρίποδα» που περιλάμβανε τρία έργα: α) το έμμετρο θεατρικό έργο «Τα Ολύμπια» του Ιταλού Μεταστάζιο, β) το (πεζό στο πρωτότυπο) αφήγημα του Γάλλου Μαρμοντέλ με τίτλο «Η Βοσκοπούλα των Άλπεων» – και τα δύο αυτά έργα είναι σε έμμετρη μετάφραση του Ρήγα – και γ) το ποιητικό έργο του Γερμανού Γκέσνερ «Ο πρώτος Ναύτης» σε πεζή μετάφραση του συνεργάτη του Ρήγα Αντώνιου Κορωνιού. Με τον τρόπο που ήταν παρουσιασμένα τα κείμενα αυτά έπαιρναν τελικά πατριωτικό χαρακτήρα.
Το πιο σημαντικό όμως από τα έργα του Ρήγα είναι η «Νέα Πολιτική Διοίκησις των κατοίκων της Ρούμελης (ηπειρωτικής Ελλάδας), της Μ. Ασίας, των Μεσογείων Νησιών και της Βλαχομπογδανίας, που περιείχε: α) μια επαναστατική προκήρυξη, β) μια διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου, γ) το κυρίως Σύνταγμα του Ρήγα και δ) το γνωστότατο Θούριο, το ιερότερο άσμα της φυλής μας, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Τερτσέτης.
Η «Νέα Πολιτική Διοίκησις» αρχίζει με μια επαναστατική προκήρυξη, όπου χαρακτηριστικά αναφέρεται: «Ο λαός, απόγονος των Ελλήνων, οπού κατοικεί την Ρούμελην, την Μικράν Ασίαν, τας Μεσογείους Νήσους […] και όσοι στενάζουν υπό την δυσφορωτάτην τυραννίαν του Οθωματικού βδελυρωτάτου δεσποτισμού […] απεφάσισεν να εκβοήση μεγαλοφώνως, ενώπιον πάσης της Οικουμένης τα ιερά και άμωμα δίκαια, οπού θέοθεν τω εχαρίσθησαν διά να ζήση ησύχως επάνω εις την γην». Μ` άλλα λόγια από την αρχή του έργου δίνεται επιγραμματικά η απόφαση των Ελλήνων να συγκροτήσουν μια δημοκρατική πολιτεία, θεμελιωμένη στις αρχές του δικαίου και της ισότητας.
Στη συνέχεια ακολουθούν 35 γενικά άρθρα που περιλαμβάνουν τα «Δίκαια του Ανθρώπου και του Πολίτου», προσαρμοσμένα στις τοπικές συνθήκες της εποχής. Στο άρθρο 2 δίνονται τα «φυσικά δίκαια». Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα: «Αυτά τα φυσικά δίκαια είναι: πρώτον το να είμεθα όλοι ίσοι, και όχι ο ένας ανώτερος από τον άλλον. Δεύτερον να είμεθα ελεύθεροι, και όχι ο ένας σκλάβος του αλλουνού. Τρίτον να είμεθα σίγουροι εις την ζωήν μας και κανένας να μην ημπορεί να μας την πάρη αδίκως και κατά την φαντασίαν του. Και τέταρτον, τα κτήματα οπού έχομεν κανένας να μην μπορεί να μας εγγίζη, αλλ` είναι δικά μας και των κληρονόμων μας».
Στο άρθρο 3 γίνεται λόγος για την ισότητα των ανθρώπων: «Όλοι οι άνθρωποι, Χριστιανοί και Τούρκοι, είναι ίσοι. Όταν πταίση τινας, οποιασδήποτε καταστάσεως, ο Νόμος είναι ο αυτός διά το πταίσμα και αμετάβλητος. Ήγουν, δεν παιδεύεται ο πλούσιος ολιγώτερον και ο πτωχός περισσότερον διά το αυτό σφάλμα, αλλ` ίσα-ίσα».
Στο επόμενο άρθρο δίνεται ο ορισμός του Νόμου: «Ο Νόμος είναι εκείνη η ελευθέρα απόφασις οπού με την συγκατάθεσιν όλου του λαού έγινεν», ενώ στο άρθρο 6 ο ορισμός της ελευθερίας «Η ελευθερία είναι εκείνη η δύναμις οπού έχει ο άνθρωπος εις το να κάμη όλον εκείνο, οπού δεν βλάπτη εις τα δίκαια του γειτόνου του […]. Το ηθικόν σύνορον της ελευθερίας είναι τούτο το ρητόν: Μην κάμης εις τον άλλον εκείνο όπου δεν θέλεις να σε κάμουν». Ακολουθούν μερικά απαράβατα δίκαια του ανθρώπου, όπως η ελευθερία της γνώμης, η ανεξιθρησκία κ.ά. «Το δίκαιον του να φανερώνωμεν την γνώμη μας και τους συλλογισμούς μας τόσον με την τυπογραφίαν όσο και με άλλον τρόπον. Το δίκαιον του να συναθροιζώμεθα ειρηνικώς. Η ελευθερία κάθε είδους θρησκείας […] δεν είναι εμποδισμένα». Οι διακηρύξεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν μεταφέρθηκαν αυτούσιες, όπως διατυπώθηκαν στα κείμενα των εθνοσυνελεύσεων της Επαναστατικής Γαλλίας. Ο Ρήγας φρόντισε να τις προσαρμόσει στις ανάγκες της εποχής του. Έτσι στο άρθρο 22 κάνει λόγο για την αναγκαιότητα της μόρφωσης. «Όλοι χωρίς εξαίρεσιν, έχουν χρέος να ηξεύρουν γράμματα. Η πατρίς έχει να καταστήση σχολεία εις όλα τα χωρία διά τα αρσενικά και θηλυκά παιδιά. Εκ των γραμμάτων γεννάται η προκοπή, με την οποίαν λάμπουν τα ελεύθερα έθνη. Να εξηγούνται οι παλαιοί ιστορικοί συγγραφείς. Εις δε τας μεγάλας πόλεις να παραδίδεται η γαλλική και η ιταλική γλώσσα. Η δε ελληνική να είναι απαραίτητος».
Επίσης ο Ρήγας προβλέπει αυστηρές ποινές για όσους αντιστρατεύονται τη νόμιμη εξουσία. Στο άρθρο 27 αναφέρεται: «Κάθε άνθρωπος οπού ήθελεν αρπάσει την αυτοκρατορίαν και την εξουσίαν του έθνους, ευθύς να φυλακώνεται από τους ελεύθερους άνδρας, να κρίνεται, και κατά τον νόμον να παιδεύεται».
Τέλος στο άρθρο 35 αναφέρει ως αναφαίρετο δικαίωμα των πολιτών την επανάσταση, όταν το κράτος παραβιάζει τα δίκαιά τους και δεν ακούει τα παράπονά τους. Λέει χαρακτηριστικά: «Όταν η Διοίκησις βιάζη, αθετή, καταφρονή τα δίκαια του λαού, και δεν εισακούει τα παράπονά του, το να κάμη τότε ο λαός ή κάθε μέρος του λαού επανάστασιν, να αρπάξη τα άρματα και να τιμωρήση τους τυράννους του, είναι το πλέον ιερόν από όλα τα δίκαιά του και το πλέον απαραίτητον από όλα τα χρέη του». Στο τέλος του άρθρου υπάρχει μια σημαντική προσθήκη που μας παραπέμπει στη «σεισάχθεια» του Σόλωνα, αφού γίνεται λόγος για κατάργηση των χρεών των κοινοτήτων και των πολιτών, όσα «εχρεωστούντο, παρθέντα προ πέντε χρόνων» κ.ά.
Ακολουθεί το κυρίως Σύνταγμα του Ρήγα, που αποτελείται από 124 άρθρα και είναι γραμμένο στα πρότυπα των δημοκρατικών συνταγμάτων της Γαλλικής Επανάστασης. Στο πρώτο άρθρο δηλώνεται: «Η Ελληνική Δημοκρατία είναι μία, μ` όλον οπού συμπεριλαμβάνει εις τον κόλπον της διάφορα γένη και θρησκείας […] είναι αδιαίρετος, μ` όλον οπού ποταμοί και πελάγη διαχωρίζουν τες επαρχίες της, αι οποίαι όλαι είναι ένα συνεσφυγμένον αδιάλυτον σώμα».
Τέλος το όλο έργο τελειώνει με το Θούριο, το γνωστότατο αυτό ελληνικό τραγούδι που ήχησε όπως κανένα άλλο στην εποχή του κι έγινε το μυστικό τραγούδι όλων των Ελλήνων, διότι ανταποκρινόταν στους πόθους ενός ολόκληρου λαού.
Ο Θούριος Ύμνος

Ως πότε παλικάρια να ζούμε στα στενά,
μονάχοι, σαν λιοντάρια, στες ράχες στα βουνά;
σπηλιές να κατοικούμεν, να βλέπωμεν κλαδιά,
να φεύγωμ` απ` τον κόσμον, για την πικρή σκλαβιά;
να χάνωμεν αδέρφια, Πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας κι όλους τους συγγενείς;
Κάλλιο `ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή!
Τι σ` ωφελεί αν ζήσης και είσαι στη σκλαβιά;
Στοχάσου πως σε ψένουν καθ` ώραν στη φωτιά.
Βεζύρης, Δραγουμάνος, Αφέντης κι αν σταθής,
ο Τύραννος αδίκως σε κάμει να χαθής,
δουλεύεις ολ` ημέρα σε ό,τι κι αν σοι πη,
κι αυτός πασχίζει πάλιν το αίμα σου να πιή.
Ο Σούτζος κι ο Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβής,
Γκίκας και Μαυρογένης, καθρέπτης ειν `να ιδής.
Ανδρείοι καπετάνιοι, παπάδες, λαϊκοί,
σκοτώθηκαν, κι αγάδες, με άδικον σπαθί,
κι αμέτρητ` άλλοι τόσοι, και Τούρκοι και Ρωμιοί,
ζωήν και πλούτον χάνουν, χωρίς καμμιά `φορμή.
Ελάτε μ` έναν ζήλον σε τούτον τον καιρόν,
να κάμωμεν τον όρκον επάνω στον Σταυρόν,
συμβούλους προκομμένους, με πατριωτισμόν,
να βάλωμεν, εις όλα να δίδουν ορισμόν,
οι Νόμοι ναν` ο πρώτος και μόνος οδηγός,
και της Πατρίδος ένας να γένη αρχηγός,
γιατί κ` η αναρχία ομοιάζει τη σκλαβιά,
να ζούμε σα θηρία, είν` πλιο σκληρή φωτιά.
Και τότε με τα χέρια ψηλά στον ουρανόν,
ας πούμε απ` την καρδιά μας ετούτα στον Θεόν.
«Ω Βασιλεύ του κόσμου, ορκίζομαι σε Σε,
στην γνώμην των τυράννων να μην ελθώ ποτέ,
μήτε να τους δουλεύσω, μήτε να πλανηθώ,
εις τα ταξίματά τους να μην παραδοθώ.
Εν όσω ζω στον κόσμο ο μόνος μου σκοπός
για να τους αφανίσω θε να `ναι σταθερός.
Πιστός εις την πατρίδα συντρίβω τον ζυγόν,
αχώριστος να είμαι από τον στρατηγόν
κι αν παραβώ τον όρκον, να αστράψη ο ουρανός,
και να με κατακάψη να γένω σαν καπνός.
Σ` ανατολή και δύση και νότο και βορρά,
για την πατρίδα όλοι να `χωμεν μια καρδιά.
Στην πίστη του ο καθένας ελεύθερος να ζει
στη δόξα του πολέμου να τρέξωμεν μαζί.
Όσοι απ` την τυραννίαν πήγαν στην ξενιτειά
Βούλγαροι κι Αρβανίτες, Αρμένοι και Ρωμιοί,
Αράπηδες και Άσπροι με μιαν κοινήν ορμή
για την ελευθερίαν να ζώσωμεν σπαθί,
πως είμεθα ανδρειωμένοι παντού να ξακουσθή,
πως οι προπάτορές μας ωρμούσαν σαν θεριά
για την ελευθερίαν πηδούσαν στη φωτιά.
Έτσι κι εμείς αδέρφια, ν` αρπάξωμε μεμιάς
τ` άρματα και να βγούμεν απ` την πικρή σκλαβιά.
Οι αλλαγές που παρατηρούνται κατά τη διάρκεια του 1797 είναι μεγάλες. Ο Ρήγας γίνεται μάρτυρας γεγονότων που αναπτερώνουν τις ελπίδες των σκλαβωμένων λαών: Οι «τυραννομάχοι» Γάλλοι κατατροπώνουν σε όλα τα μέτωπα τις δυνάμεις των συνασπισμένων μοναρχών της Ευρώπης, οι στρατιές του Ναπολέοντα ξεχύνονται στην Ιταλία καταλύοντας εξουσίες αιώνων και εγκαθιδρύοντας δημοκρατικά καθεστώτα.
Τον Ιούνιο του 1797 ο Βοναπάρτης αποβιβάζει στην Κέρκυρα τις πρώτες δυνάμεις του και κάνει αισθητή όχι μόνο την ιδεολογική και πολιτική παρουσία της Γαλλίας στην Ανατολή, αλλά και τη στρατιωτική. Κοντά στο θριαμβικό, γαλλικό τραγούδι «Allous enfants de la Patrie» και την ελληνική απόδοσή του «Δεύτε παίδες των Ελλήνων», αντιλαλεί ο Θούριος του Ρήγα που τραγουδιέται παντού. Οι στίχοι του γίνονται έναυσμα και προτροπή για τον αγώνα της ελευθερίας. Οι πατριώτες μέσα από το τραγούδι δίνουν τον όρκο τους για την ελευθερία:
Ω Βασιλεύ του κόσμου, ορκίζομαι σε Σε
στην γνώμη των τυράννων να μην ελθώ ποτέ…
Ο Ρήγας προσκαλεί όλους τους υπόδουλους λαούς στον κοινό αγώνα για την ανεξαρτησία του έθνους:
Βούλγαροι, Αρβανίτες, Αρμένοι και Ρωμιοί,
Αράπηδες και Άσπροι με μια κοινήν ορμή
για την ελευθερίαν να ζώσωμεν σπαθί…
Ο ίδιος αναλαμβάνει δράση: Προχωρεί στη σύνταξη και έκδοση καθαρά επαναστατικών έργων και στη διάδοσή τους μέσα στην τουρκική επικράτεια. Ο κύκλος του διευρύνεται με τη διάδοση των ιδεών του, κυρίως των επαναστατικών του τραγουδιών, και φίλοι του υπάρχουν παντού, στην Πέστη, στην Τεργέστη, στην Ελλάδα. Αποφασίζει να επιστρέψει στην πατρίδα του. Στην απόφαση αυτή τον παρακινούσαν και οι φίλοι του, όπως γράφει και ο ίδιος στις 5 Αυγούστου 1797 από τη Βιέννη προς το φίλο του Κορωνιό: «… Από Βουκουρέστι με γράφουν οι φίλοι μας Θεσσαλοί, Ηπειρώταις και Αθηναίοι. Βρυχώνται ωσάν λιοντάρια, με λέγουν ότι δεν είναι πλέον καιρός διά βιβλία, αλλά πρέπει να πλεύσω εις την πατρίδα και να γράψω εις αυτούς την ώραν της αναχωρήσεώς μου, επειδή και αυτοί μισεύουν ογλήγορα εις τον τόπον τους…».
Ο Αντώνης Κορωνιός είναι από τους πιο έμπιστους φίλους του Ρήγα, οποίος πήρε ένα αντίγραφο του Θουρίου και εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ, ώστε μετέδιδε τον ενθουσιασμό του και στους Έλληνες φίλους του στην Τεργέστη τραγουδώντας τον σε συγκεντρώσεις.
Ο Ρήγας τυπώνει μυστικά στη Βιέννη τη «Νέα Πολιτική Διοίκηση», το περίφημο αυτό μανιφέστο, με το Σύνταγμά του. Παράλληλα εμπιστεύεται την εκτύπωση και αποστολή και του άλλου εντύπου που είχε ετοιμάσει, το «Εγκόλπιον», στο στενό συνεργάτη του Γεώργιο Πούλο.
Το ακριβές περιεχόμενο του «Εγκολπίου» έχει χαθεί. Από στοιχεία όμως που η φιλολογική έρευνα συνέλεξε από αυστριακά ανακριτικά έγγραφα συμπεραίνουμε ότι το «Εγκόλπιον» ή «Εγκόλπιον Στρατιωτικόν» πρέπει να περιείχε: α) στρατιωτικούς κυρίως κανονισμούς, αντλημένους από ένα βιβλίο πολεμικής τέχνης του Αυστριακού στρατάρχη Khevenhuller, β) μια δημοκρατική κατήχηση μεταφρασμένη πιθανότατα από τα γαλλικά (την οποία όμως ίσως να μην πρόλαβε την τελευταία στιγμή να τυπώσει ο Πούλιος εξαιτίας της λογοκρισίας, και γ) δύο τραγούδια, τον «Πατριωτικό Ύμνο» («Όλα τα έθνη πολεμούν και εις τους τυράννους των ορμούν…» και το «Τι καρτερείτε, φίλοι και αδελφοί…»).
Στη συνέχεια ετοιμάζεται να πάει στην Τεργέστη και από εκεί στην Πρέβεζα επιδιώκοντας να συναντήσει το Βοναπάρτη. Στην Πρέβεζα εξάλλου θα κατέληγαν, σταλμένα από τον ίδιο, τα τρία κιβώτια με τα 2.785 αντίτυπα του επαναστατικού του μανιφέστου, προκειμένου η Επανάσταση να γνωστοποιήσει προς όλες τις κατευθύνσεις τα κίνητρα, τις αρχές και τους στόχους της που τη νομιμοποιούν απέναντι όλων.
Η σύλληψη του

Ο Ρήγας άφησε εντολή τα τρία κιβώτια με τα αντίτυπα να σταλούν μέσω του φίλου του και εμπόρου Ευστράτιου Αργέντη στο κατάστημα του Αντωνίου Νιώτη. Ταυτόχρονα έγραψε στο φίλο του Κορωνιό να πάει ο ίδιος να τα παραλάβει και να τα φυλάξει μέχρι να φτάσει και ο ίδιος εκεί. Ο Κορωνιός όμως έτυχε να απουσιάζει για εμπορικές δουλειές στη Δαλματία και το γράμμα του Ρήγα βρέθηκε στα χέρια του συνεταίρου του Κορωνιού Δημήτριου Οικονόμου από την Κοζάνη.
Αυτός, ορμώμενος άγνωστο από ποιες σκοπιμότητες, έσπευσε να καταδώσει τους συμπατριώτες του στην αυστριακή αστυνομία. Αυτή ενέργησε με αστραπιαία ταχύτητα. Αυστριακοί στρατιώτες συνέλαβαν τον Κορωνιό στη Δαλματία, τον μετέφεραν στην Τεργέστη και προχώρησαν σε εκτεταμένες συλλήψεις οπαδών του Ρήγα στη Βιέννη και την Τεργέστη. Έτσι, όταν ο Ρήγας έφτασε στην Τεργέστη στις 8/19 Δεκεμβρίου 1797, τα κιβώτια βρίσκονταν ήδη στα χέρια της αυστριακής αστυνομίας και ο ίδιος συνελήφθη και άρχισαν αμέσως οι ανακρίσεις.
Μαζί του συνελήφθη και ο συνοδός του Χριστόφορος Περραιβός. Αυτός όμως προέβαλε τη γαλλική του υπηκοότητα και κατόρθωσε να αφεθεί ελεύθερος. Στις αρχές του 1798 κατέφυγε στην Κέρκυρα που ήταν υπό γαλλική κατοχή. Εκεί τύπωσε τα επαναστατικά τραγούδια του Ρήγα κι ένα δικό του ύμνο προς τιμή του Ναπολέοντα. Πιστός στις αρχές του Ρήγα και στη φιλία που τον συνέδεε μαζί του δημοσίευσε σε μεγάλη κλίμακα το 1860 μια βιογραφία του εθνικού ήρωα.
Τα τελευταία χρόνια ήρθε στο φως μια ανεξακρίβωτη ως σήμερα είδηση, ότι είχε σταλεί στην Τεργέστη ένα ταχύτατο ελληνικό καράβι, για να παραλάβει τον Ρήγα και να τον μεταφέρει στην Ελλάδα. Δυστυχώς όμως ποτέ δεν μπόρεσε να γίνει κάτι τέτοιο. Ο υπουργός της αστυνομίας στη Βιέννη το βράδυ της 13/24 Δεκεμβρίου προχώρησε στις πρώτες συλλήψεις των συνενόχων του Ρήγα. Την επομένη ενημέρωσε τον αυτοκράτορα για τη συνωμοσία των Ελλήνων. Ο Ρήγας το βράδυ της 30ής Δεκεμβρίου, μια μέρα προτού μεταβεί στη Βιέννη αλυσοδεμένος, επιχείρησε να αυτοκτονήσει με ένα μικρό μαχαίρι που είχε κρύψει στη φυλακή. Δεν το κατόρθωσε. Τραυματίστηκε όμως σοβαρά και η μεταγωγή του αναβλήθηκε για δυόμισι μήνες, μέχρις ότου αποθεραπευτεί. Τελικά ξεκίνησε για τη Βιέννη στις 5 Φεβρουαρίου του 1798, όπου και έφτασε στις 14 του ίδιου μήνα.
Με βάση τα στοιχεία της αλληλογραφίας που έπεσε στα χέρια των Αυστριακών ενοχοποιήθηκαν ως σύντροφοι και ομόφρονοί του και συνελήφθησαν στις 13 Δεκεμβρίου 1797 άλλοι πέντε Έλληνες: Ο έμπορος Ευστράτιος Αργέντης, ο γιατρός Δημήτριος Νικολαΐδης, ο Παναγιώτης Εμμανουήλ, ο Φίλιππος Πέτροβιτς και ο Γεώργιος Πούλιος.
Ο Ρήγας θεωρήθηκε υποκινητής της όλης κίνησης και εχθρός της Αυστρίας. Πρώτον, γιατί σκόπευε να κηρύξει την επανάσταση εναντίον της Τουρκικής αυτοκρατορίας, της οποίας η Αυστρία ήθελε την ακεραιότητα, μέχρις ότου μπορέσει η ίδια να καταλάβει τα τμήματα των τουρκικών εδαφών που την ενδιέφεραν, και δεύτερον, γιατί ο Ρήγας ήθελε να δημιουργήσει μια δημοκρατία. Στην ανακριτική έκθεση δηλώνεται χαρακτηριστικά:
«Είχε την απόφασιν να μεταβή εις την χερσόνησον της Πελοποννήσου, κειμένην κατά την Μεσόγειον Θάλασσαν, προς τους εκεί κατοικούντας Έλληνας στασιαστάς, τους Μανιάτας, απογόνους όντας των αρχαίων Σπαρτιατών, να προσελκύση εις εαυτόν την εμπιστοσύνην των, να κηρύξη παντού την ελευθερίαν και έπειτα, βοηθούμενος από αυτούς, να ελευθερώσει όλην την χερσόνησον της Πελοποννήσου δια της βίας από του τουρκικού ζυγού. Μετά την απελευθέρωσιν δε της Πελοποννήσου ήθελε να εισβάλη εις την Ήπειρον, να ελευθερώση και τούτην την χώραν, να συνενώση τους Μανιάτας μετά των άλλων Ελλήνων στασιαστών, των καλουμένων Κακοσουλιωτών, που κατοικούν παρά τα παράλια της Αδριατικής Θαλάσσης, και μετά των συνηνωμένων τούτων δυνάμεων να προχωρήση προς Ανατολάς και έπειτα ν` απελευθερώση τας τουρκικάς επαρχίας Μακεδονίαν, Αλβανίαν, την κυρίως Ελλάδα, κατόπιν δε τας λοιπάς δια γενικής αποστασίας, και, καθώς καταθέτει ιδίως ο Πέτροβιτς, να εισαγάγη παντού το γαλλικόν πολίτευμα. Ήλπιζε δε ο Ρήγας να κατορθώση την απελευθέρωσιν ταύτην, τοσούτο μάλλον καθ` όσον όλοι οι Έλληνες είναι οπωσδήποτε ωπλισμένοι και έχουν προμηθείας τροφών, υπάρχουν δε πρόχειρα χρήματα εκ πλουσίων μονών».
Όλοι όσοι συνελήφθησαν ομολόγησαν τους επαναστατικούς τους σκοπούς. Η αυστριακή αστυνομία στη συνέχεια συνέλαβε και άλλους. Η Αυστρία είδε την όλη κατάσταση ως μια πολύ καλή ευκαιρία, για να δείξει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία τους αγαθούς σκοπούς της, επιζητώντας στο μέλλον ανταλλάγματα. Έτσι οκτώ από τους Οθωμανούς υπηκόους που συνέλαβε, τους περισσότερους ενόχους, αποφάσισε να τους παραδώσει στους Τούρκους. Επίσης έξι από τους ενόχους που είχαν αποκτήσει την αυστριακή υπηκοότητα αποφάσισε να τους απελάσει από την επικράτεια της Αυστρίας (ανάμεσά τους ήταν και ο Μαρκίδης Πούλιος, στο τυπογραφείο του οποίου είχαν εκδοθεί τα επαναστατικά έντυπα του Ρήγα).
Ο θάνατος του

Μαζί με επτά συντρόφους του παραδόθηκε στην Τουρκική κυβέρνηση, με συνοδεία ισχυρή αστυνομική φρουρά στις 27 Απριλίου 1798 από τις φυλακές της Βιέννης ως το Σεμλίνο, τον τελευταίο μεθοριακό σταθμό, και τελικά στις 10 Μαΐου του 1798 στον πασά του Βελιγραδίου, όπου κλείστηκαν στη σκοτεινή φυλακή του πύργου της Neboisa και για 40 ημέρες υπέμειναν τα μαρτύρια που τους υπέβαλαν οι βασανιστές τους.
Στις 13/24 Ιουνίου 1798 τους στραγγάλισαν και πέταξαν τα άψυχα κορμιά τους στο Δούναβη, ενώ διέδωσαν προς τα έξω ότι είχαν δραπετεύσει. Πρόσφατες πληροφορίες που προέρχονται από ένα χειρόγραφο του Λασσάνη μας πληροφορούν ότι πεθαίνοντας φώναξε στο στραγγαλιστή του «Λύσσαξε Τούρκε δεν εξαλείφεις μ` ημάς και τον σπόρον της ελευθερίας, οι εκδικηταί μας γλήγορα θ` αναβλαστήσωσι!».
Κοντά του βρήκαν το θάνατο
ο Ευστράτιος Αργέντης 31 ετών, Χιώτης μεγαλέμπορος της Βιέννης,
ο Αντώνιος Κορωνιός 27 χρόνων, από τα Ιωάννινα,
ο Ιωάννης Εμμανουήλ 24 χρόνων, από Καστοριά,
ο Παναγιώτης Εμμανουήλ 22 χρόνων, από την Καστοριά, αδελφός του του Ιωάννη,
ο Θεοχάρης Τουρούντζιας 29 χρόνων, από τη Σιάτιστα και
ο Ιωάννης Καρατζάς 31 χρόνων, από την Κύπρο.
Η είδηση του θανάτου του γέμισε θλίψη και φόβο τους Έλληνες. Ο σουλτάνος Σελίμ ανέθεσε στον πατριάρχη Ιεροσολύμων Άνθιμο να εκδώσει μια εγκύκλιο που να παροτρύνει τους Έλληνες να μείνουν πιστοί σ` αυτόν, το νόμιμο ηγεμόνα τους.
Γρήγορα ως απάντηση στην παραπάνω εγκύκλιο κυκλοφόρησε μια μυστική επαναστατική διακήρυξη, στην οποία αναφερόταν «Διακηρύσσομεν δια ν` ανασκευάσωμεν το άφρον έγγραφον, ότι το μίσος κατά των θηριωδών μουσουλμάνων έχει βαθείας ρίζας εις τας καρδίας μας. Και ότι, αν δεν έχωμεν ακόμη αποτινάξει τον ζυγόν που βαρύνει επί των κεφαλών μας, δεν πρέπει δια τούτο να μας κατηγορούν δι` ευτέλειαν. Εκείνο που μας επιβραδύνει την ώραν της ελευθερίας είναι μόνον η αντιζηλία μερικών δυνάμεων της Ευρώπης».
Ο μαρτυρικός θάνατος του, και των συντρόφων του, άφησε πίσω του το γόνιμο επαναστατικό σπόρο, ο Θούριος ύμνος έγινε το τραγούδι ενός ολόκληρου λαού και ο σπόρος της λευτεριάς που έριξε γρήγορα βλάστησε και έφτασε στην κορύφωσή του με τον αγώνα του `21.
Η νεότερη έρευνα μόλις κατά τα τελευταία χρόνια έφερε στο φως πτυχές της ζωής και του έργου του που μέχρι σήμερα μας ήταν άγνωστα. Οι πληροφορίες αυτές προέρχονται κατά βάση από τα έγγραφα των ανακρίσεων, όταν ο Ρήγας βρέθηκε στα χέρια των αυστριακών αρχών.
Το 1998 με αφορμή τη συμπλήρωση των 200 χρόνων από το θάνατό του οργανώθηκαν εορταστικές εκδηλώσεις και αφιερώματα σε σχολεία και άλλους φορείς, έγιναν επανεκδόσεις βιβλίων του, όπως της Μεγάλης Χάρτας, και προσκηνυματική «Ρήγεια» πορεία από τη γενέτειρά του, μέχρι τον υγρό του τάφο και αποφασίστηκαν ετήσιες εορταστικές εκδηλώσεις στη γενέτειρά του, με την επωνυμία «Ρήγεια» το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου.


LivePedia.gr :: Η Ελληνική Ελεύθερη Εγκυκλοπαίδεια

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου