του Δημήτρη Αναγνωστόπουλου
Η φθίνουσα πορεία της Δύσης και διάφορες διεθνείς εξελίξεις δικαιολογούν την περιρρέουσα άποψη περί συρρίκνωσης της ηγετικής ισχύος των ΗΠΑ, η οποία ερείδεται φυσικά σε παρατηρούμενες τάσεις, και όχι σε κάποια αδήριτη αιτιότητα. Δηλαδή, με όρους πραγματικών συντελεστών, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να διαθέτουν ασύγκριτες ικανότητες προβολής ισχύος με μια ανυπέρβλητη ακόμη συνολικά συγκριτική υπεροχή. Ωστόσο, σημαντικότερη είναι η σχετική και όχι απόλυτη εικόνα μιας δύναμης. Ενδεικτικά οι ΗΠΑ εν έτει 1960 αντιπροσώπευαν το 40% του παγκοσμίου ΑΕΠ, ποσοστό που έχει υποστεί σοβαρή μείωση αγγίζοντας το σημερινό 24%.
Τονίζοντας τις σαφείς ανισορροπίες που διέπουν τη συνεισφορά των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ, ο πρόεδρος Τραμπ έθιξε πρόσφατα την αναγκαιότητα της Συμμαχίας, την έλλειψη πνεύματος αλληλεγγύης, απαιτώντας την άμεση συμμόρφωση των εταίρων του προς τις συμμαχικές τους υποχρεώσεις.
Η προσφυής αυτή επαπειλούμενη αποσύνθεση της βορειοατλαντικής συμμαχίας υπήρξε ιδιαίτατα επωφελής για την αμερικανική ηγεσία, πετυχαίνοντας την άμεση ανταπόκριση των συμμάχων και την ταχεία αύξηση των αμυντικών δαπανών. Με το ανωτέρω επικοινωνιακό μέσο, ο πρόεδρος Tραμπ πέτυχε σχεδόν ακαριαία μια ευυπόληπτη ενίσχυση της νατοϊκής άμυνας, αντισταθμίζοντας την εν εξελίξει συστολή της αμερικανικής ισχύος.
Παράλληλα, ανησυχίες κλιμάκωσης προκάλεσαν οι ρωσικές στρατιωτικές ασκήσεις Zapad (2017), Vostok (2018) και η νατοϊκή άσκηση Anaconda (2018). Σύμφωνα με τον Igor Sutyagin, οι επίσημες δηλώσεις ανέφεραν συμμετοχή 12.700 Ρώσων και Λευκορώσων στελεχών στην αμυντικογενή άσκηση Zapad. Όμως, υπήρξε αρκετά μεγαλύτερη κινητοποίηση περίπου 48.000 στραταίων και διεξαγωγή διαφόρων ειδών ασκήσεων, ένδειξη αυξημένης αποφασιστικότητας στον χώρο της Βαλτικής.
Η άσκηση Anaconda στην Πολωνία υπήρξε μια μορφή απάντησης στην εκληφθείσα ρωσική επιθετικότητα. Η παρουσία του ΝΑΤΟ στην Πολωνία και τα κράτη της Βαλτικής είναι διακαώς ευκταία, ιδιαίτερα για τα τελευταία που με σαφή δυτικό προσανατολισμό έχουν καταστεί θερμότεροι υποστηρικτές του βορειοατλαντικού συμφώνου.
Μεγαλύτερες αιχμές άφησε η άσκηση Vostok (2018). Η συμπαράταξη ρωσικών και κινεζικών Ενόπλων Δυνάμεων κλυδώνισε τη διεθνή κοινότητα. Εν μέσω συνεχούς επιδείνωσης των σχέσεων της Ρωσίας με τη Δύση, οι παραδοσιακά «άβολες» ρωσοκινεζικές σχέσεις παρουσιάζουν μια πρωτοφανή σύσφιξη. Η διεξαγωγή κοινής στρατιωτικής άσκησης δεν εξαλείφει, αλλά οπωσδήποτε αλλοιώνει την αμοιβαία δυσπιστία, και δηλώνει έναν βαθμό εμπιστοσύνης που δείχνει να έχει περιθώρια περαιτέρω εμβάθυνσης.
Η ρωσοκινεζική εξισορρόπηση
Η ρωσοκινεζική εξισορρόπηση της Ουάσινγκτον, υποστασιώνεται και στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σανγκάης (2002). Πέραν του περιβάλλοντος εμπιστοσύνης, συνεργασίας και αμοιβαίας προόδου σε ποικίλους τομείς, ο οργανισμός αποσκοπεί στην οικοδόμηση μιας δημοκρατικής, δίκαιης και ορθολογικής νέας διεθνούς πολιτικής και οικονομικής τάξης. Η ανωτέρω στοχοθεσία αμφισβητεί εμφανώς το δυτικογενές φιλελεύθερο αρχιτεκτόνημα, που συνθέτει το «modus operandi» της μεταπολεμικής διεθνούς κοινωνίας και αποτελεί έκτοτε πηγή της αμερικανικής ισχύος. Εξυφαίνοντας θεσμικά έναν νέο οργανισμό-όχημα, προβάλλουν κατ’ ουσίαν μια αντιπρόταση στη δυτική τάξη πραγμάτων.
Αν και είναι δυσδιάκριτος ο χρονικός ορίζοντάς του, o νεότευκτος ρωσοκινεζικός συνασπισμός δείχνει ακλόνητος, όσο η Ουάσινγκτον επιδεινώνει τις σχέσεις της με τις δύο χώρες και η διεύρυνση της σφαίρας επιρροής του συνεπάγεται συρρίκνωση της αντίστοιχης αμερικανικής.
Ταυτόχρονα, πολύκροτη υπήρξε η δήλωση Macron περί ανάγκης συγκρότησης «Ευρωπαϊκού Στρατού» για την προστασία της ηπείρου, με την οποία ταυτίστηκε και η Γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ. Πράγματι, η αμερικανική αναδίπλωση αποτελεί ενδεχόμενο εφόσον οι ΗΠΑ έχουν εστιάσει γεωπολιτικώς στη Νοτιοανατολική Ασία, καθιστώντας κρίσιμη την ευρωπαϊκή αμυντική αυτοτέλεια. Μια υλοποίηση αυτού του σχεδίου εν όλω, συνεπάγεται αδιαμφισβήτητα απώλεια ισχύος για τις ΗΠΑ, εφόσον αμυντική απεξάρτηση της Ευρώπης απονομιμοποιεί οποιαδήποτε μορφή αμερικανικού παρεμβατισμού σε στρατιωτικό επίπεδο.
Ιδεολογική αστοχία;
Η ανακοίνωση της αμερικανικής ηγεσίας για σταδιακή απόσυρση από τη Συρία, με μια ακόμη φημολογούμενη ανάλογη ενέργεια στο Αφγανιστάν, επαληθεύουν ευκρινώς τη ρητορική απομονωτισμού του Λευκού Οίκου.
Η προεκλογική agitacia (το περίφημο κοφτό και επιτακτικό σύνθημα) «America First» συνιστά μια εθνιστική προσέγγιση για τις ΗΠΑ. Ο πρόεδρος Trump διατείνεται ότι θα επαναφέρει τις ΗΠΑ στο δυτικό ημισφαίριο, θα πάψει με τον ουϊλσονικό τρόπο να ασχολείται με την εξάπλωση της δημοκρατίας στον κόσμο και να διατηρεί καθήκοντα χωροφύλακα της διεθνούς κοινωνίας, ακολουθώντας μια τζακσονική τακτική.
Όντας μια επιχειρηματική φύση, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει θέσει στο επίκεντρο της πολιτικής του την οικονομική ανασυγκρότηση και ενδυνάμωση των ΗΠΑ. Ωστόσο, μια αμιγώς εσωστρεφής πολιτική συνιστά εν πολλοίς προσωρινή λύση. Για μια δύναμη τέτοιου εκτοπίσματος, απαιτείται η προβολή ισχύος για τη στερέωση και προάσπιση ενός περιβάλλοντος ασφάλειας και σταθερότητας που θα εξασφαλίσει την ανεμπόδιστη κίνηση των οικονομικών ροών -τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα- και την κατάλληλη πλοήγηση του δυτικού άρματος.
Το ότι, όμως, οι ΗΠΑ διαθέτουν ακόμη ισχυρά σημεία θα έπρεπε να αποτελεί προειδοποίηση έναντι μιας υπερβολικά ζοφερής και σαρωτικής σκιαγράφησης των προβλημάτων της χώρας. Λόγω μακρόχρονης επέκτασης της δύναμης και της επιρροής τους, οι ΗΠΑ κατέχουν πολλές εξουδετερωτικές ζώνες, περιοχές λιγότερου ζωτικού ενδιαφέροντος, άρα λοιπόν χώρους συμβιβασμού που προσδίδουν υψηλό βαθμό διπλωματικής ευελιξίας στις δυνητικές μελλοντικές προκλήσεις. Η βραχυπρόθεσμη οπτική, βέβαια, της αμερικανικής ηγεσίας ίσως υστερεί έναντι της μακροπρόθεσμης στρατηγικής του σημαντικότερου ανταγωνιστή, της Κίνας.
Δημογραφία, η σιωπηλή παράμετρος
Αυξημένο ενδιαφέρον για την πορεία των ΗΠΑ παρουσιάζουν και οι δημογραφικοί της δείκτες. Όπως ορίζει το Pew Research Center, το δημογραφικό προφίλ της χώρας θα υποστεί ριζικές αλλαγές, με τους λευκούς να μην παραμένουν πλειοψηφούσα φυλετική ομάδα ως το 2055. Λατινικής και ασιατικής προέλευσης πληθυσμοί, αντιθέτως, ενδέχεται να τριπλασιαστούν στα επόμενα 40 χρόνια. Η εθνική κονιορτοποίηση τείνει να οξυνθεί εντόνως στα ερχόμενα έτη, καθότι μέχρι το 2055 δε θα υπάρχει καμία εθνική πλειοψηφία.
Η φωνή των μειοψηφιών δείχνει να εκφράζεται ήδη στο πολιτικό πεδίο. Το φαινόμενο «Latinidad» επί παραδείγματι, αποδεικνύει την εθνική ποικιλότητα, η οποία πιθανώς να διευρύνει το χάσμα σε ζητήματα κοινωνικής και πολιτικής υφής, με τους Λατίνους να αναλογούν σε 1/4 κατοίκους το 2055.
Ένα σοβαρό ενδεχόμενο που αναφύεται βάσει των παραπάνω στοιχείων, είναι η αύξηση της επιθετικότητας της μειούμενης πλειονότητας (λευκοί) προκειμένου να περιορίσουν μια αυξανόμενη μειονότητα (Ασιάτες, Λατίνοι, μαύροι) και να διατηρήσουν την ηγεμονία τους. Ένας ακόλουθος ανταγωνισμός κυριαρχίας θα έχει σαφέστατη επίδραση στην εξέλιξη της εσωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, η οποία συνδέεται ασφαλώς με την εξωτερική.
Θρησκευτικός δείκτης
Ενδιαφέρων είναι επίσης ο θρησκευτικός δείκτης. Οι Αμερικανοί Χριστιανοί υπέστησαν πτώση από 78% το 2007 σε 70,6% το 2014. Παράλληλα, αύξηση σημειώθηκε στη μερίδα των θρησκευτικά ουδέτερων/ανένταχτων Αμερικανών από 16,1% το 2007 σε 22,8%. Δεδομένης της επανορατότητας της θρησκείας στη διεθνή πολιτική, ενδιαφέρουσα θα είναι η μελλοντική συμπεριφορά και ευθιξία των ΗΠΑ σε θρησκευτικά ζητήματα.
Επίσης, το παρόν ποσοστό ηλικίας άνω των 65 ετών -13%- τείνει να αγγίξει το 20% του συνολικού πληθυσμού ως το 2050, ενώ το ποσοστό του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας (18-64) υπολογίζεται να μειωθεί από το 63% σήμερα στο 52% το 2055. Τα δύο αυτά στοιχεία θα έχουν οπωσδήποτε κοινωνικό αντίκτυπο με τους νέους να εργάζονται εντονότερα για τη συντήρηση των ηλικιωμένων, ενώ η μείωση του εργατικού δυναμικού συλλήβδην τείνει προς μια παραγωγική και οικονομική συρρίκνωση.
Είναι γνωστό ότι την ισχύ ενός κράτους στοιχειοθετούν η οικονομική ανάπτυξη, η κοινωνική συνοχή, η πολιτική σταθερότητα και, κυρίως, ο στρατιωτικός δυναμισμός. Αυτή η πολύμορφη πρόοδος εμφυσά στο κοινωνικό σώμα την αίσθηση μιας υπεροχής, εν είδει μεσσιανισμού, στάδιο απ’ το οποίο διήλθε η αμερικανική κοινωνία με τη σταυροφορική πολιτική του δημοκρατικού φιλελευθερισμού.
Ωστόσο, οι υπάρχουσες ροπές συνιστούν τους λόγους για τους οποίους η αμερικανική ηγεσία δείχνει να ενδοσκοπεί. Η επιδεινούμενη εσωτερική συνοχή, με σαφείς πολιτικές και οικονομικές προεκτάσεις, σε συνδυασμό με διεθνείς απειλές, όπως η ρωσοκινεζική προσέγγιση, απαιτούν κατάλληλη θεσμική φαρμακολογία στο εσωτερικό και στρατηγική αναθεώρηση στο εξωτερικό, προκειμένου αν όχι να αποφευχθεί τουλάχιστον να επιβραδυνθεί η «κάθοδος απ’ την ισχύ».
Ο Ιωσήφ Τσάμπερλαιν είχε περιγράψει με μια ανησυχαστική φράση την πορεία της αυτοκρατορικής Μεγάλης Βρετανίας, εκτιμώντας ότι η χώρα του είχε καταστεί «ο κουρασμένος Τιτάν, [που κλονιζόταν] κάτω από την τεράστια σφαίρα της μοίρας του». Επιφυλάσσεται άραγε παρόμοια πορεία για τη σύγχρονη «αυτοκρατορία» των ΗΠΑ;
από το «https://slpress.gr/»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου