Της δημοσιογράφου Σμαράγδας Μιχαλιτσιάνου
Όταν η χώρα είχε μπει σε βαθιά ύφεση, το 2011, ο Μάνος Ελευθερίου σχολιάζοντας την κατάσταση που βρίσκεται είχε πει:
«Εκείνο που φοβάμαι είναι μήπως φτάσει ο κόσμος κάποια στιγμή στον εμφύλιο. Είναι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να συμβεί. Και βεβαίως ότι οι κρατούντες ίσως... θα τρέχουνε από χωρίου εις χωρίον να σωθούνε. Διότι ο κόσμος δεν αντέχει πια τούτο το ρεζιλίκι.»
Δύο χρόνια μετά, ο ποιητής οραματιζόμενος την επόμενη ημέρα της οικονομικής κρίσης είπε και πάλι τα πράγματα με το όνομά τους:
«Ορισμένοι θα μπορέσουν να αποκτήσουν περισσότερα χρήματα. Άλλοι θα χάσουν και αυτά που έχουν. Οι αβόλευτοι θα παραμείνουν αβόλευτοι. Είναι σίγουρο ότι ετοιμάζεται κάτι φοβερό. Εγώ υπολογίζω σε μια μεγάλη αναταραχή, σε μια Επανάσταση! Δεν ξέρω ποιος θα την αναλάβει και πως θα ξεκινήσει. Ακόμη και από νέα παιδιά, από φοιτητές που θα έπαιρναν στα χέρια τους την εξουσία. Ακόμη και από αυτούς περιμένω μια βοήθεια…»
Κι έτσι είναι. Οι πλούσιοι στις μέρες μας έγιναν πλουσιότεροι και οι φτωχοί, όχι φτωχότεροι, αλλά επαίτες. Εξαθλιώθηκε πλήρως η ελληνική κοινωνία από τους φόρους και τα άδικα χαράτσια, ενώ το προσδόκιμο ζωής κατέβηκε κατά πολύ.
«Ποιος τη ζωή μας , ποιος την κυνηγά;» αναρωτιέται ο Μάνος Ελευθερίου στους στίχους του, που κατέστησε αξεπέραστους στο χρόνο ο Μίκης Θεοδωράκης με τη μουσική του. Αυτός ο γραφιάς που τίμησε και τιμά τα ελληνικά γράμματα δεν αρέσκεται σε αναλύσεις και το μόνο που έχει να πει για αυτό το διαχρονικό τραγούδι είναι:
«… έχω καιρό να το ακούσω. Αλλά νομίζω ότι έχει αντίκτυπο στον κόσμο. Από ότι μου έλεγε ο Κατσιμίχας όποτε το τραγουδάνε το αποθεώνουν.» Σαν ψάρια μας έχουν πιάσει μες στα δίχτυα Ποιος τη ζωή μας, ποιος την κυνηγά; Μήπως εν τέλει για όλα φταίει «Η άνοδος της ασημαντότητας»;
Αυτό τον τίτλο δίνει ο φιλόσοφος και διανοητής Κορνήλιος Καστοριάδης στο βιβλίο του, που περιλαμβάνει κείμενά του των τελευταίων ετών τόσο προφητικά, τα οποία αφορούν τη σύγχρονη πραγματικότητα, το στοχασμό πάνω στην κοινωνία και την πολιτική.
Παραθέτω δύο χαρακτηριστικά αποσπάσματα που ξεχώρισα από το βιβλίο, τα οποία καταγράφουν την τραγωδία που βιώνουμε οι Έλληνες αλλά και την κατάσταση αποσύνθεσης των δυτικών κοινωνιών, που αξίζει να μελετήσετε σε βάθος...
« …με δεδομένη την οικολογική κρίση, την ακραία ανισότητα της κατανομής των πόρων μεταξύ πλουσίων και φτωχών χωρών, την απόλυτη σχεδόν αδυναμία να συνεχίσει το σύστημα τη σημερινή του πορεία, το απαιτούμενο είναι μια νέα φαντασιακή δημιουργία που η σημασία της δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα ανάλογο στο παρελθόν, μια δημιουργία που θα έβαζε στο κέντρο της ζωής του ανθρώπου σημασίες άλλες από την αύξηση της παραγωγής και της κατανάλωσης, που θα έθετε στόχους ζωής διαφορετικούς, για τους οποίους οι άνθρωποι θα μπορούσαν να πουν πως αξίζουν τον κόπο.
Αυτό θα απαιτούσε φυσικά μια αποδιοργάνωση των κοινωνικών θεσμών, των σχέσεων εργασίας, των οικονομικών, πολιτικών, πολιτιστικών σχέσεων. Θα έπρεπε λοιπόν από εδώ και πέρα οι άνθρωποι (μιλάω τώρα για τις πλούσιες χώρες) να δεχτούν ένα αξιοπρεπές αλλά λιτό βιοτικό επίπεδο και να παραιτηθούν από την ιδέα ότι ο κεντρικός σκοπός της ζωής τους είναι να αυξάνεται η κατανάλωση τους κατά 2 με 3% το χρόνο.
Για να το δεχθούν αυτό, θα έπρεπε κάτι άλλο να δίνει νόημα στη ζωή τους. –Ξέρουμε, ξέρω ποιο είναι αυτό το κάτι άλλο– τι ωφελεί όμως, από τη στιγμή που η μεγάλη πλειονότητα του κόσμου δεν το δέχεται και δεν κάνει αυτό που πρέπει ώστε να γίνει πραγματικότητα;
Αυτό το άλλο είναι η ανάπτυξη των ανθρώπων, αντί για την ανάπτυξη των σκουπιδοπροιόντων. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε μιαν άλλη οργάνωση της εργασίας, η οποία θα έπρεπε να πάψει να είναι αγγαρεία και να γίνει πεδίο προβολής των ικανοτήτων του ανθρώπου. Άλλο πολιτικό σύστημα, μιαν αληθινή δημοκρατία που θα συνεπαγόταν τη συμμετοχή όλων στη λήψη των αποφάσεων. Μιαν άλλη οργάνωση της παιδείας, ώστε να διαπλάθονται πολίτες ικανοί να ασκούν και να άρχονται, σύμφωνα με τη θαυμάσια έκφραση του Αριστοτέλη- και ούτω καθ’ εξής.
Εννοείται ότι όλα αυτά θέτουν θεμελιώδη προβλήματα: για παράδειγμα, με ποιον τρόπο θα μπορούσε να λειτουργήσει μια αληθινή, μια άμεση δημοκρατία, όχι πια με 30.000 πολίτες, όπως στην Αθήνα της κλασσικής εποχής, μα με 40 εκατομμύρια πολίτες, όπως στη Γαλλία, ή ακόμα και με πολλά δισεκατομμύρια άτομα στην κλίμακα του πλανήτη;
Προβλήματα κολοσσιαίας δυσκολίας, που όμως κατά τη γνώμη μου μπορούν να λυθούν –με την προϋπόθεση ότι η πλειονότητα των ανθρώπων και των ικανοτήτων τους θα κινητοποιηθεί για τη δημιουργία λύσεων, αντί να προβληματίζεται για το πότε θα μπορέσει να αποκτήσει τρισδιάστατη τηλεόραση.
Αυτά είναι τα καθήκοντα που έχουμε μπροστά μας –και η τραγωδία της εποχής μας είναι ότι η δυική ανθρωπότητα κάθε άλλο παρά νοιάζεται για αυτά–. Πόσον καιρό ακόμα η ανθρωπότητα θα κατατρύχεται από τις ματαιότητες και τις ψευδαισθήσεις που ονομάζουμε εμπορεύματα; Μια καταστροφή οποιουδήποτε είδους –οικολογική, για παράδειγμα– θα προκαλέσει άραγε μια βίαιη αφύπνιση, ή μήπως την εμφάνιση αυταρχικών ή ολοκληρωτικών καθεστώτων;
Κανείς δε μπορεί να απαντήσει σε τέτοιου είδους ερωτήματα. Εκείνο που μπορούμε να πούμε, είναι ότι όλοι όσοι έχουν συνείδηση του φοβερά σοβαρού χαρακτήρα των ζητημάτων πρέπει να προσπαθήσουν να μιλήσουν, να ασκήσουν κριτική σε αυτή την ξέφρενη πορεία προς την άβυσσο, να ξυπνήσουν την συνείδηση των συμπολιτών τους». σελ. 128-131)
«Η κοινωνία μπορεί να ζήσει μόνον όσο δημιουργεί σημασίες κι όσο θα εξακολουθούν να υπάρχουν άνθρωποι που στοχάζονται, που αμφισβητούν το κοινωνικό σύστημα»
Υπογραμμίζει ο Καστοριάδης. Μήπως λοιπόν, πρέπει να αναθεωρήσουμε θέσεις και απόψεις για να βρούμε το χαμένο όνειρο και να βγούμε από τον εφιάλτη του μεταπολιτευτικού συστήματος;
Όταν η χώρα είχε μπει σε βαθιά ύφεση, το 2011, ο Μάνος Ελευθερίου σχολιάζοντας την κατάσταση που βρίσκεται είχε πει:
«Εκείνο που φοβάμαι είναι μήπως φτάσει ο κόσμος κάποια στιγμή στον εμφύλιο. Είναι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να συμβεί. Και βεβαίως ότι οι κρατούντες ίσως... θα τρέχουνε από χωρίου εις χωρίον να σωθούνε. Διότι ο κόσμος δεν αντέχει πια τούτο το ρεζιλίκι.»
Δύο χρόνια μετά, ο ποιητής οραματιζόμενος την επόμενη ημέρα της οικονομικής κρίσης είπε και πάλι τα πράγματα με το όνομά τους:
«Ορισμένοι θα μπορέσουν να αποκτήσουν περισσότερα χρήματα. Άλλοι θα χάσουν και αυτά που έχουν. Οι αβόλευτοι θα παραμείνουν αβόλευτοι. Είναι σίγουρο ότι ετοιμάζεται κάτι φοβερό. Εγώ υπολογίζω σε μια μεγάλη αναταραχή, σε μια Επανάσταση! Δεν ξέρω ποιος θα την αναλάβει και πως θα ξεκινήσει. Ακόμη και από νέα παιδιά, από φοιτητές που θα έπαιρναν στα χέρια τους την εξουσία. Ακόμη και από αυτούς περιμένω μια βοήθεια…»
Κι έτσι είναι. Οι πλούσιοι στις μέρες μας έγιναν πλουσιότεροι και οι φτωχοί, όχι φτωχότεροι, αλλά επαίτες. Εξαθλιώθηκε πλήρως η ελληνική κοινωνία από τους φόρους και τα άδικα χαράτσια, ενώ το προσδόκιμο ζωής κατέβηκε κατά πολύ.
«Ποιος τη ζωή μας , ποιος την κυνηγά;» αναρωτιέται ο Μάνος Ελευθερίου στους στίχους του, που κατέστησε αξεπέραστους στο χρόνο ο Μίκης Θεοδωράκης με τη μουσική του. Αυτός ο γραφιάς που τίμησε και τιμά τα ελληνικά γράμματα δεν αρέσκεται σε αναλύσεις και το μόνο που έχει να πει για αυτό το διαχρονικό τραγούδι είναι:
«… έχω καιρό να το ακούσω. Αλλά νομίζω ότι έχει αντίκτυπο στον κόσμο. Από ότι μου έλεγε ο Κατσιμίχας όποτε το τραγουδάνε το αποθεώνουν.» Σαν ψάρια μας έχουν πιάσει μες στα δίχτυα Ποιος τη ζωή μας, ποιος την κυνηγά; Μήπως εν τέλει για όλα φταίει «Η άνοδος της ασημαντότητας»;
Αυτό τον τίτλο δίνει ο φιλόσοφος και διανοητής Κορνήλιος Καστοριάδης στο βιβλίο του, που περιλαμβάνει κείμενά του των τελευταίων ετών τόσο προφητικά, τα οποία αφορούν τη σύγχρονη πραγματικότητα, το στοχασμό πάνω στην κοινωνία και την πολιτική.
Παραθέτω δύο χαρακτηριστικά αποσπάσματα που ξεχώρισα από το βιβλίο, τα οποία καταγράφουν την τραγωδία που βιώνουμε οι Έλληνες αλλά και την κατάσταση αποσύνθεσης των δυτικών κοινωνιών, που αξίζει να μελετήσετε σε βάθος...
« …με δεδομένη την οικολογική κρίση, την ακραία ανισότητα της κατανομής των πόρων μεταξύ πλουσίων και φτωχών χωρών, την απόλυτη σχεδόν αδυναμία να συνεχίσει το σύστημα τη σημερινή του πορεία, το απαιτούμενο είναι μια νέα φαντασιακή δημιουργία που η σημασία της δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα ανάλογο στο παρελθόν, μια δημιουργία που θα έβαζε στο κέντρο της ζωής του ανθρώπου σημασίες άλλες από την αύξηση της παραγωγής και της κατανάλωσης, που θα έθετε στόχους ζωής διαφορετικούς, για τους οποίους οι άνθρωποι θα μπορούσαν να πουν πως αξίζουν τον κόπο.
Αυτό θα απαιτούσε φυσικά μια αποδιοργάνωση των κοινωνικών θεσμών, των σχέσεων εργασίας, των οικονομικών, πολιτικών, πολιτιστικών σχέσεων. Θα έπρεπε λοιπόν από εδώ και πέρα οι άνθρωποι (μιλάω τώρα για τις πλούσιες χώρες) να δεχτούν ένα αξιοπρεπές αλλά λιτό βιοτικό επίπεδο και να παραιτηθούν από την ιδέα ότι ο κεντρικός σκοπός της ζωής τους είναι να αυξάνεται η κατανάλωση τους κατά 2 με 3% το χρόνο.
Για να το δεχθούν αυτό, θα έπρεπε κάτι άλλο να δίνει νόημα στη ζωή τους. –Ξέρουμε, ξέρω ποιο είναι αυτό το κάτι άλλο– τι ωφελεί όμως, από τη στιγμή που η μεγάλη πλειονότητα του κόσμου δεν το δέχεται και δεν κάνει αυτό που πρέπει ώστε να γίνει πραγματικότητα;
Αυτό το άλλο είναι η ανάπτυξη των ανθρώπων, αντί για την ανάπτυξη των σκουπιδοπροιόντων. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε μιαν άλλη οργάνωση της εργασίας, η οποία θα έπρεπε να πάψει να είναι αγγαρεία και να γίνει πεδίο προβολής των ικανοτήτων του ανθρώπου. Άλλο πολιτικό σύστημα, μιαν αληθινή δημοκρατία που θα συνεπαγόταν τη συμμετοχή όλων στη λήψη των αποφάσεων. Μιαν άλλη οργάνωση της παιδείας, ώστε να διαπλάθονται πολίτες ικανοί να ασκούν και να άρχονται, σύμφωνα με τη θαυμάσια έκφραση του Αριστοτέλη- και ούτω καθ’ εξής.
Εννοείται ότι όλα αυτά θέτουν θεμελιώδη προβλήματα: για παράδειγμα, με ποιον τρόπο θα μπορούσε να λειτουργήσει μια αληθινή, μια άμεση δημοκρατία, όχι πια με 30.000 πολίτες, όπως στην Αθήνα της κλασσικής εποχής, μα με 40 εκατομμύρια πολίτες, όπως στη Γαλλία, ή ακόμα και με πολλά δισεκατομμύρια άτομα στην κλίμακα του πλανήτη;
Προβλήματα κολοσσιαίας δυσκολίας, που όμως κατά τη γνώμη μου μπορούν να λυθούν –με την προϋπόθεση ότι η πλειονότητα των ανθρώπων και των ικανοτήτων τους θα κινητοποιηθεί για τη δημιουργία λύσεων, αντί να προβληματίζεται για το πότε θα μπορέσει να αποκτήσει τρισδιάστατη τηλεόραση.
Αυτά είναι τα καθήκοντα που έχουμε μπροστά μας –και η τραγωδία της εποχής μας είναι ότι η δυική ανθρωπότητα κάθε άλλο παρά νοιάζεται για αυτά–. Πόσον καιρό ακόμα η ανθρωπότητα θα κατατρύχεται από τις ματαιότητες και τις ψευδαισθήσεις που ονομάζουμε εμπορεύματα; Μια καταστροφή οποιουδήποτε είδους –οικολογική, για παράδειγμα– θα προκαλέσει άραγε μια βίαιη αφύπνιση, ή μήπως την εμφάνιση αυταρχικών ή ολοκληρωτικών καθεστώτων;
Κανείς δε μπορεί να απαντήσει σε τέτοιου είδους ερωτήματα. Εκείνο που μπορούμε να πούμε, είναι ότι όλοι όσοι έχουν συνείδηση του φοβερά σοβαρού χαρακτήρα των ζητημάτων πρέπει να προσπαθήσουν να μιλήσουν, να ασκήσουν κριτική σε αυτή την ξέφρενη πορεία προς την άβυσσο, να ξυπνήσουν την συνείδηση των συμπολιτών τους». σελ. 128-131)
«Η κοινωνία μπορεί να ζήσει μόνον όσο δημιουργεί σημασίες κι όσο θα εξακολουθούν να υπάρχουν άνθρωποι που στοχάζονται, που αμφισβητούν το κοινωνικό σύστημα»
Υπογραμμίζει ο Καστοριάδης. Μήπως λοιπόν, πρέπει να αναθεωρήσουμε θέσεις και απόψεις για να βρούμε το χαμένο όνειρο και να βγούμε από τον εφιάλτη του μεταπολιτευτικού συστήματος;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου