Όταν φθάνει κανείς στην αγιορειτική χερσόνησο, την πιο ανατολική λωρίδα γης από τις χερσονήσους της Χαλκιδικής, στην Ελλάδα, συνειδητοποιεί πως ήλθε σε έναν από τους κατεξοχήν μοναδικούς τόπους του κόσμου τούτου.
Η μοναδικότητά του δεν είναι τόσο συνδεδεμένη με παράγοντες «εξωτερικής» τάξεως, όπως το άβατον, η άψογη και αμόλυντη φύση ή η μοναχική πολιτεία του… Η μοναδικότητά του είναι «εσωτερικής» τάξεως, έχει δηλαδή μια ποιότητα, η οποία διαφεύγει από όσους πλησιάζουν με μία τουριστική και κοσμική νοοτροπία.
Χαρακτηριστικό, μεταξύ άλλων, είναι αναμφισβήτητα η ποιότητα της σιωπής, που εκεί κυριαρχεί. Μπορεί να το αντιληφθεί κανείς παντού· καθ’ όλο το μήκος των μονοπατιών που προχωρούν έως τα δάση ή σκαρφαλώνουν στις απόκρημνες ακτές της θάλασσας, στις καλογερικές κατοικίες, στην πνευματική όψη των μοναχών ή κάποιου «αναζητητή του Θεού», στην αυγή και στη δύση, κ.ο.κ.
Η ποιότητα αυτής της σιωπής είναι ιδιαίτερη. Κατ’ αρχάς είναι πυκνή· δεν θα μπορούσε ποτέ κανείς να την συνδυάσει με το κενό ή με την απουσία. Συγκρίνεται με τον άρτο, εφόσον είναι θρεπτική· διεισδύει στο σώμα και στις απέραντες πτυχές της ψυχής, μέχρις ότου γίνεται εσωτερικό στήριγμα. Είναι σαν ένα φάρμακο· ανακουφίζει και γιατρεύει τα τραύματα και τις ενδεχόμενες οδυνηρές αναμνήσεις του παρελθόντος, ανατάσσει τα εσωτερικά κατάγματα.
Είναι άκρως ταπεινή, δεν επιβάλλεται. Ταυτόχρονα όμως είναι επίσημη, ευπρεπής, όμοια με ένα απέραντο πέλαγος. Είναι το μνήμα των «έν Χριστώ προκεκοιμημένων» μοναχών, οι οποίοι, σαν τον σπόρο της ευαγγελικής παραβολής, πέθαναν για τον κόσμο και «έν Χριστώ συντεθαμμένοι» κρύβονται πίσω από τη σιωπή αυτή, που είναι σημείο απουσίας μόνο για αυτούς που κανόνας στη ζωή τους είναι το χάος της σύγχρονης ζωής.
Η αγιορειτική σιωπή είναι και σφραγίδα του ιερού, στο αποφατικό του πρόσωπο, μία μικρή παρένθεση ανάμεσα στις ποικίλες Ακολουθίες.
Εντούτοις η σιωπή δεν διακόπτεται ούτε από τους πράους λόγους των μοναχών, ούτε από τα βλέμματά τους, ούτε από τα διακονήματά τους και τις κινήσεις τους. Δίχως αυτήν θα επικρατούσε η εξωτερική αταξία, σημείο εσωτερικής ασυναρτησίας, γεγονός αυστηρά απαγορευμένο και επίφοβο, διότι αποδεικνύει σαφή απομάκρυνση από τον Θεό, καρδιακή φλυαρία που οδηγεί στην απώλεια της έννοιας του «εαυτού» και στην απόγνωση.
Η αγιορειτική σιωπή, άδεια από λόγια, είναι το ανάχωμα στους χειμάρρους των «μετεωριστικών» άχρηστων λόγων, δείχνοντας απλά τη σιωπηλή ποιότητα του χριστιανικού πνεύματος στα πλαίσια μιας άμεσης και πραγματικής εμπειρίας, που δεν μπορεί να γίνει πιστευτή από ορθολογιστικές αντιλήψεις. Είναι σιωπή θρεπτική, επειδή είναι γεμάτη από προσευχή, λατρεία και θεωρία. Εν αυτή κατανοείται, γιατί στην αρχαία λατινική λειτουργία, η οποία ήταν εμπνευσμένη από την ίδια κοινή πίστη της χριστιανικής Ανατολής, μπόρεσαν να «παρεμβάλουν» την εξής έκφραση:
«Dum medium silentium tenerent omnia et nox in suo cursu medium iter haberet, omnipotens sermo tuus, Domine, de coelis a regalibus sedibus venit» [Ενώ η σιωπή κυριαρχούσε παντού και η νύχτα είχε φθάσει στο μέσο της πορείας της, ο Λόγος Σου ο παντοδύναμος, Κύριε, ήλθε εκ των ουρανίων βασιλικών θρόνων] (Αντίφωνα της Εισόδου, κατά την Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα).
Αυτή η ελπιδοφόρα σιωπή είναι η γλώσσα των Οσίων, μία εμπειρική έκφραση της Χάριτος.
Εάν απαλλαγμένοι πλέον από τον φόβο καταφέρουμε να εμβαθύνουμε σ’ αυτήν, θα μπορέσουμε να διαισθανθούμε την ύπαρξη μιας νέας ζωής, που δεν γνωρίζει φθορά, μιας ζωής που εμπνέει το σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, την μία, την αδιαίρετη και αιώνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου