Ο Πάουλ Τίλλιχ (Paul Johannes Tillich, 1886 – 1965), ήταν Γερμανός προτεστάντης θεολόγος και φιλόσοφος, ο οποίος θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους θεολόγους και στοχαστές του εικοστού αιώνα και «ο θεολόγος που άσκησε την μεγαλύτερη επιρροή στον 20ο αιώνα». Είναι ένας από τους πολλούς δυτικούς θεολόγους που έχτισε τη θεολογία του γύρω από την λεγόμενη “prophetic principle” («προφητική αρχή»), η οποία δηλώνει ότι η προϋπόθεση της πολιτικής σταθερότητας είναι η «κοινωνική δικαιοσύνη». Λίγοι γνωρίζουν ότι ο Tillich, ήταν στενά συνδεδεμένος με τους μαρξιστές φιλόσοφους του «Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών», της γνωστής «Σχολής της Φρανκφούρτης», η οποία είναι υπεύθυνη για την δημιουργία και εξάπλωση του πολιτιστικού μαρξισμού (cultural marxism), παιδί του οποίου είναι η πολιτική ορθότητα όπως την ξέρουμε σήμερα. (Περισσότερα για την Σχολή της Φρανκφούρτης και τους στόχους της βλέπε εδώ, εδώ και εδώ). Όπως και οι θεωρητικοί της Σχολής της Φρανκφούρτης θεωρούσαν τους εαυτούς τους μαρξιστές, έτσι και ο Tillich θεωρούσε τον εαυτό του μαρξιστή.
Στο ευρύ κοινό ο Tillich είναι περισσότερο γνωστός για τα
έργα του «Το Θάρρος της Υπάρξεως» (“The Courage to Be”, 1952) και «Η Δυναμική της
Πίστης» (“Dynamics of Faith”,
1957). Στους θεολογικούς κύκλους της Δύσης το πιο γνωστό έργο του είναι η Συστηματική
Θεολογία (1951-63), στην οποία ανέπτυξε την λεγόμενη «μέθοδο συσχέτισης», όπου προσπαθούσε
να «παντρέψει» την χριστιανική αποκάλυψη με την σύγχρονη υπαρξιακή φιλοσοφική
ανάλυση.
Ο Tillich,
γεννήθηκε σε ένα μικρό χωριό της επαρχίας του Βραδεμβούργου της Γερμανίας και ο
πατέρας του ήταν Λουθηρανός πάστορας. Ο ίδιος ακολούθησε τον ίδιο δρόμο και μάλιστα
υπηρέτησε ως στρατιωτικός εφημέριος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αργότερα έγινε
καθηγητής θεολογίας στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Η ζωή του πάντως, ήταν
ακατάστατη. Αφού χώρισε με την πρώτη του γυναίκα, γνωρίστηκε με την Hannah
Werner-Gottschow, που τότε ήταν παντρεμένη και έγκυος, την οποία παντρεύτηκε τον
Μάρτιο του 1924, αφού συμφώνησαν να έχουν έναν «ανοικτό γάμο». Ο Tillich υπηρέτησε
ως καθηγητής Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο του Marburg, όπου άρχισε να αναπτύσσει
τη συστηματική του θεολογία, εν συνεχεία στο Πανεπιστήμιο της Δρέσδης, στο
Πανεπιστήμιο της Λειψίας και στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης από το 1929 έως
το 1933. Οι διαλέξεις του στο Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης, τον έφεραν σε
σύγκρουση με τους εθνικοσοσιαλιστές και όταν ο Χίτλερ έγινε Καγκελάριος το
1933, ο Tillich απολύθηκε από τη θέση του. Σε ηλικία των 47 ετών μετακόμισε
στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εκεί εντάχθηκε στην «Κοινωνία των Σοσιαλιστών
Χριστιανών», που μετά άλλαξε όνομα σε «Χριστιανική Δράση». Η ομάδα πίστευε ότι
ο καπιταλιστικός ατομικισμός ήταν ασυμβίβαστος με τη χριστιανική ηθική και
ταυτόχρονα έδειχνε σεβασμό στην «φιλοσοφική» σκέψη του Karl Marx. Ο Tillich θεωρούσε
ότι ο εθνικισμός της προτεσταντικής εκκλησίας οδηγεί στον «παγανισμό» (μέσω της
εξύμνησης του αίματος και της γης), δήλωσε (αργότερα) ότι ο Χριστιανισμός είχε
«ευθύνη» για το Ολοκαύτωμα, ενώ σε ομιλία του το 1938 στο Madison Square Garden, δήλωσε ότι «ο αγώνας
για την εξάλειψη του Ιουδαϊσμού είναι ένας αγώνας για την εξάλειψη του
Χριστιανισμού».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Tillich επηρεάστηκε
από τις σοσιαλιστικές πεποιθήσεις του και από τη σύνδεσή του αρχικά με το
κίνημα που ονομάστηκε “Kairos Circle” («Κύκλος Καιρός»), στο οποίο πολλά μέλη
ήταν Εβραίοι (υπάρχει και εδώ ένας σύνδεσμος θεολόγων με το όνομα "ΚΑΙΡΟΣ",
τον οποίον η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων θεωρεί «πολιορκητικό παράγοντα για τη
διάλυση της συνοχής των θεολόγων και την μετατροπή του ορθόδοξου χαρακτήρα του
μαθήματος των Θρησκευτικών σε πολυθρησκειακό) και στην συνέχεια με το “Institut für Sozialforschung” (IFS), την γνωστή Σχολή της
Φραγκφούρτης, στην οποία δέσποζαν Εβραίοι διανοούμενοι.
Αν και η επιρροή του Tillich στον δυτικό χριστιανισμό είναι τεράστια, υπάρχουν σήμερα χριστιανοί προτεστάντες που θεωρούν ότι η
σκέψη του είναι
υπερβολικά ανορθόδοξη ώστε να χαρακτηριστεί χριστιανική και αποτελεί μάλλον
μια μορφή πανθεϊσμού ή αθεϊσμού. Το Ευαγγελικό Λεξικό της Θεολογίας αναφέρει:
"Στην καλύτερη περίπτωση, ο Tillich ήταν πανθεϊστής, αλλά η σκέψη του οριοθετείται στον
αθεϊσμό".
Παρακάτω ένα απόσπασμα από το βιβλίο “TILLICH AND THE FRANKFURT SCHOOL: Parallels and Differences in Prophetic
Criticism”, του James W. Champion, 1986.
Υπάρχει μια ενδιαφέρουσα και διαρκής σχέση μεταξύ του Paul Tillich και του «Ινστιτούτου
για την Κοινωνική Έρευνα» της Φρανκφούρτης. Από το 1929 έως το 1933 ο Tillich δίδαξε στο
Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης. Ως καθηγητής φιλοσοφίας στη Φρανκφούρτη, ο Tillich επέβλεψε
τη διατριβή του Theodor Adorno για τον Kierkegaard
και αργότερα τον βοήθησε να εξασφαλίσει έδρα διδασκαλίας στο πανεπιστήμιο. Ήταν
με την υποστήριξη του Tillich
ως κοσμήτορα που ο Max Horkheimer
διορίστηκε το 1929 σε μια νέα έδρα στην κοινωνική φιλοσοφία στη Φρανκφούρτη και
στη συνέχεια το 1930 έγινε διευθυντής του Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών. Ο Tillich ήταν στενός
συνεργάτης του Horkheimer,
του Adorno, του Leo Lowenthal και του κύκλου των
διανοουμένων που συνδέονταν με το Ινστιτούτο κατά τη διάρκεια των ετών που
διαμόρφωνε το μοναδικό μείγμα μαρξιστικής κοινωνικής ανάλυσης και φρουδικής
ψυχανάλυσης που έγινε η κληρονομιά της κριτικής θεωρίας της Φρανκφούρτης. Αυτό
συνεχίστηκε όταν όλοι τους εγκαταστάθηκαν στη Νέα Υόρκη στις αρχές της δεκαετίας
του 1930, (ήταν από τους πρώτους ακαδημαϊκούς που εκδιώχθηκαν από τους Ναζί),
συνεχίζοντας τις συζητήσεις, τις συνεργασίες και τα γεύματα.
Η κατανόηση της σχέσης του Tillich με τους θεωρητικούς της
Φρανκφούρτης παρέχει ένα σημαντικό κλειδί στα κείμενά του για τον πολιτισμό. Η
κριτική της Φραγκφούρτης στο κιτς, το προφητικό καθεστώς που αποδίδουν στους
καλλιτέχνες, ποιητές και φιλοσόφους της πρωτοπορίας, η ξεχωριστή τους ανάμιξη
του Μαρξ και του Φρόιντ και οι υποψίες τους για την «βιομηχανία του πολιτισμού»
τα βρίσκουμε και στον Tillich.
Όλοι είχαν καταλήξει στα ίδια συμπεράσματα. Η αποστροφή του Tillich προς τη
λαϊκή κουλτούρα ήταν μια σταθερή θεολογία του πολιτισμού του τόσο σε πρώιμη όσο
και σε μεταγενέστερη φάση.
Στην «Παγκόσμια Κατάσταση», ("The World Situation"), που έγραψε το
1945, ο Tillich εξετάζει
τους πολλούς τρόπους με τους οποίους οι κοινότητες έχουν αποσυντεθεί σε μάζες
υπό τις απαιτήσεις του «παντοδύναμου μηχανισμού της καπιταλιστικής οικονομίας»
και όπως και οι θεωρητικοί της Φρανκφούρτης, εκφράζει μια δυσπιστία στα μέσα
μαζικής ενημέρωσης αφού είδε πόσο αποτελεσματικά τα χρησιμοποίησε ο Χίτλερ. Στις
διαλέξεις του για την «Πολιτική Έννοια της Ουτοπίας» του 1951, ο Tillich απορρίπτει
την ιδέα ότι αυτοί που «βρίσκονται στο κατώτατο σημείο της οικονομικής κλίμακας
και των οποίων η δυσαρέσκεια είναι βασικά οικονομική και τίποτα περισσότερο»
είναι οι «πραγματικοί φορείς της ουτοπίας». Οι φορείς της ουτοπίας είναι,
αντίθετα, αυτοί που «έχουν επαρκή δύναμη να είναι για να προχωρήσουν» - η άκρως
καλλιεργημένη αστική τάξη (μπουρζουαζία) της Γαλλικής Επανάστασης, για
παράδειγμα, ή εκείνοι που ο Μαρξ αναφερόταν ως "avant-garde" («πρωτοπορία»).
Εξετάζοντας την θεολογία του πολιτισμού του Tillich και την σύνδεσή του
με τη Σχολή της Φρανκφούρτης, βλέπουμε ότι, είτε το συνειδητοποιούν είτε όχι,
οι πολυάριθμοι μελετητές στον ευρύτερο τομέα των θεολογικών και θρησκευτικών
σπουδών που εξετάζουν τώρα τον λαϊκό πολιτισμό για τα θρησκευτικά του στοιχεία βασίζονται
σε αυτόν. Ήταν αυτός που δημιούργησε την "θεολογία του πολιτισμού",
και επηρέασε μια ολόκληρη γενιά θεολόγων και κοινωνιολόγων της θρησκείας να
αναζητήσουν τη θρησκεία έξω από τη σφαίρα της οργανωμένης θρησκείας.
Επίσης, ο Tillich,
σε συμφωνία με τη Σχολή της Φρανκφούρτης, απέρριψε τον αμερικανικό λαϊκό
πολιτισμό ως κάτι περισσότερο από ένα όχημα για την καπιταλιστική ιδεολογία και
τη δημιουργία μιας ψευδούς συνείδησης στην εργατική τάξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου