Τα γράμματα του Ανδρούτσου, που
σώζονται, στέκονται ανάμεσα στα καλύτερα κείμενα του Εικοσιένα. Ένα απ’
αυτά, που το απευθύνει στον μεγαλοκοτζαμπάση Αναστάσιο Λόντο στις 14 του
Γενάρη του 1824 και που παρουσιάζει τον Ανδρούτσο τέτοιον όπως ήταν,
παλικάρι και υπερασπιστή των δίκαιων του αγώνα, δημοσιεύουμε παρακάτω.
Θεόφιλος Χατζημιχαήλ: «Ο Ήρως της Γραβιάς Οδυσσεύς Ανδρούτσος το 1821» (1912)
Στις 5 του Ιούνη 1825, δολοφονήθηκε από Έλληνες στην Αθήνα, στο κελί όπου κρατούνταν φυλακισμένος πριν δικαστεί, ο Φιλικός επαναστάτης του 1821 Οδυσσέας Ανδρούτσος.
Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν μια από τις έξοχες στρατιωτικές φυσιογνωμίες του Εικοσιένα, που με τη μάχη της Γραβιάς, στις 8 του Μάη του 1821 έσωσε στα πρώτα της βήματα την Επανάσταση. Βγαλμένος από το λαό και φλογερός υπερασπιστής του, κυνηγήθηκε από τους πολιτικάντηδες και τους κοτζαμπάσηδες
και τέλος απαγχονίστηκε με κρυφή διαταγή της κυβέρνησής τους στον Πύργο της Ακρόπολης. Τον βάφτισαν κι αυτόν προδότη, όπως τον Καραϊσκάκη και τον Κολοκοτρώνη, όπως και σήμερα οι απόγονοί τους βαφτίζουν τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης.
Ο Ανδρούτσος αντιπροσωπεύει τη γνήσια εθνικολαϊκή συνείδηση του Εικοσιένα με τα δημοκρατικά αναγεννητικά της αιτήματα, που την προδοσία τους συμβολίζει και ο δικός του τραγικός θάνατος.
Τα γράμματα του Ανδρούτσου, που σώζονται, στέκονται ανάμεσα στα καλύτερα κείμενα του Εικοσιένα. Ένα απ’ αυτά, που το απευθύνει στον μεγαλοκοτζαμπάση Αναστάσιο Λόντο στις 14 του Γενάρη του 1824 και που παρουσιάζει τον Ανδρούτσο τέτοιον όπως ήταν, παλικάρι και υπερασπιστή των δίκαιων του αγώνα, δημοσιεύουμε παρακάτω.
«Εσύ έχεις πολλές δουλειές και καθώς ακούω καταγίνεσαι ημέρα και νύκτα. Δια τούτο δεν έπρεπε να σε εμποδίσω με τούτο το γράμμα, και μάλιστα οπού μαζί σου δεν έχω ανταπόκριση, όντας άλλη η δική μου δουλειά και άλλη η ιδική σου. Μολοντούτο, επειδή είδα εις ενός σου φίλου γράμμα ν’ αναφέρεις το όνομά μου, βιασμένος είμαι να σου κάνω πέντε εξ αράδες. Και αν έχουν κανένα καλό μέσα, άκουσέ το, ειδεμή κάψε τες.
Λέγεις του φίλου σου: Αν γράψεις σ’ εκείνο το διάβολο, τον Οδυσσέα, γράψε του από μέρους μου να βγάλει μερικούς διαβόλους από μέσα του. Του το λέγω μπέσα – με –μπέσα, και τότε θέλει γίνει χρήσιμος εις την πατρίδα, και θέλει λάβει αξίως το όνομα το οποίο φέρει.
Κύριε, καθώς λέτε σεις οι διαβασμένοι, δυο λογιών διαβόλοι εμβαίνουν μέσα εις ανθρώπους. Πρώτης λογής, ως έλεγε ο φιλόσοφος που απέθανε εδώ κάτου, είναι ο διάβολος που κάθε καλός άνθρωπος έχει μέσα του, ο διάβολος που ερμηνεύει και δείχνει τον καλόν δρόμο και εμποδίζει το δαιμονισμένο από του να πράξει το κακό. Η θρησκεία μας μας διδάσκει να πιστεύουμε, ότι κατά θεία παραχώρηση μπαίνει πολλές φορές ο διάβολος σ’ έναν άνθρωπο και τον ερμηνεύει να κάνει όλα τα κακά, και αυτός είναι ο δεύτερος διάβολος. Τώρα εγώ είμαι σε απορία, ποίος διάβολος σε σένα κατοικεί, ο πρώτος ή ο δεύτερος; Όσο δια λόγου μου, να ξεύρεις ότι αφήνω εσένα να μου πεις ποίο από τους δύο διαβόλους έχω μέσα μου. Ο πατέρας μου, εν καιρώ Τουρκίας, εγύριζε μέσα εις τα βουνά και εσκότωνε Τούρκους· έτρεχε εις τους κάμπους και εις τα όρη, και εθανάτωνε Τούρκους· ενυκτέρευε εις τα δάση, εκρύπτετο εις τα ποτάμια, εσκότωνε Τούρκους· όσες φορές ευρέθη εις τα βάθη της θαλάσσης, Τούρκους έπνιγε. Και εις ολιγολογία, αφού ερήμωσε πολλές επαρχίες των τυράνων, ως αληθινός δαιμονισμένος υπέρ της Πατρίδος, εμαρτύρησε εις αυτή την καθέδρα του τυράνου μας. Τι λογής διάβολο είχε μέσα του, του πρώτου είδους, ή του δεύτερου, εγώ δε μπορώ να το αποφασίσω και στέκει σε σένα να το γνωρίσεις.
Εγώ δε, χωρίς προσωπικώς να γνωρίζω από ποίο δαίμονα εσύρετο ο πατέρας μου, ήρχισα από παιδί ορφανό να γυρεύω τα χνάρια του ιδίου του διαβόλου. Τον περισσότερο καιρό της ζωής μου, πού τον επέρασα; Τον επέρασα σκοτώνοντας Τούρκους, κυνηγώντας τυράνους. Τον επέρασα εις τα σπήλαια και εις τα βουνά. Τα καρτέρια των δρόμων, οι λόγγοι και τα άγρια θηρία είναι μάρτυρες, ότι δυσκόλως έφευγεν ο Τούρκος από τα χέρια μου, αν εζύγωνε καμιά πενηνταριά οργιές.
Εγώ εσυναναστρεφόμουν με αυτούς τους τυράνους και ήμουν καλά πληρωμένος, δια να σέβομαι τους ομογενείς των, αλλά, κινούμενος από το διάβολό μου, Τούρκους εσκότωνα. Οι κρημνοί, τα ποτάμια, οι πάγοι, τα χιόνια και τα δάση, ήταν τ’ αγαπητά κατοικητήρια, το τουρκικό αίμα το προσφάγι μου.
Εσηκώθη η Επανάστασις και ευθύς, συρόμενος από το διάβολό μου, ελάτρευα τους αρχηγούς της, τη φωνή της άκουσα εις τα φυλλοκάρδια μου, εσεβάστηκα την απόφασή της και έτρεξα με όλους τους αρματολούς της Ελλάδος να σκοτώσω Τούρκους. Μολονότι εκέρδιζα εν καιρώ Τουρκίας, ο διάβολός μου μου αφήσερε αυτή την κλίση, αφού εσηκώσαμε τ’ άρματα. Και τι να πολυλογώ; Τόσο με εφώτισε ο διάβολός μου, ώστε να γεμίσω ψείρες, να λιμάξω ψωμί, να κείτομαι εις τα νερά, εις τα χιόνια και εις τη λάσπη, να δοκιμάζω κάθε στρατιωτική αχαριστία, να πίνω φαρμάκια από εχθρούς και φίλους, να κυνηγώμαι ως κατάδικος από αυτούς τους συγγενείς και φίλους της δικαιοσύνης, να επιθυμώ συνελεύσεις εθνικάς, να αγαπώ δικαίους διοικητάς, να είμαι λάτρις των εναρέτων και φίλος των σοφών, να διψώ την αυτονομία και ανεξαρτησία της Ελλάδος, επιθυμώντας μόνο κι μόνο Έλληνες να διοικούν και να βασιλεύουν εις τους Έλληνας. Εκ τούτων δάσκαλε ημπορείς να συμπεράνεις ποίος διάβολος ευρίσκεται μέσα μου.
Είναι ο διάβολος που έκανε το Σωκράτη να πιει το φαρμάκι δια τας ειλικρινείς εις την πατρίδα του εκδουλεύσεις ή πάλι είναι ο δαίμονας, όστις έκαμε τους ομογενείς να παραδώσουν την πατρίδα εις τους Μακεδόνας, εις τους Ρωμαίους και έπειτα εις τους Τούρκους; Εγώ για λόγου μου νομίζω ότι εσύ έχεις μέσα σου το διάβολο οπού είχε και ο Σωκράτης, που ξέρεις γράμματα και διαβάζεις τον Ξενοφώντα και τον Πλάτωνα. Είσαι νέος έως 22 χρονώ, και μολοντούτο είσαι βουλευτής. Χαίρεσαι υπόληψη, μολονότι λες πως και χωρίς ομόνοια δύνατε η Πατρίς να κυβερνηθεί, με τα γράμματα και τον Ξενοφώντα στο χέρι. Σχίζεις τη διοίκηση του Έθνους, διαφεντεύεις τους συγγενείς σου οπού καταξρατούν τα εθνικά εισοδήματα, σπείρεις ζιζάνια εις Μοριά και Ρούμελη, ανεβάζεις και κατεβάζεις από τα αξιώματα όποιο θέλεις.
Τέλος πάντων, δίνεις καλό παράδειγμα εις την επαρχία σου, της χρηστοηθείας, της εγκρατείας, της αφιλοκερδείας, της δικαιοσύνης. Ερμηνεύεις τους συγγενείς σου, ως μαθητάς του Σωκράτους, να μην αδικούς εις τη ζωή, εις την τιμή, εις την ιδιοκτησία όλους τους συνεπαρχιώτας των. Εις ολίγα λόγια, ερευνώντας και εγώ από το μέρος μου τίνες αι πράξεις του πατρός σου και αι ανδραγαθίαι του αδελφού σου, το φέρσιμο των προυχόντων συγγενών σου, ενθυμούμενος της διάλυση της Εθνικής Συνέλευσης εξ αιτίας σου, την προσκόλλησή σου εις ξένη Αυλή και όχι εις την απελευθέρωση της Ελλάδος, συμπεραίνω, δάσκαλε, μπέσα-με-μπέσα, ότι εσύ έχεις μέσα σου το δαίμονα του Σωκράτους.
Κοίταξε όμως καλά, ότι κάθε Έλληνας έχει μέσα του δώδεκα λεγεώνας διαβόλων. Και έπαρε τα μέτρα σου, διότι, ως λέγει η παροιμία, ένας διάβολος σκοτώνει τον άλλο. Κοίταξε καλά, διότι ή κοντεύει να χαθεί η Πατρίς, ή θα πέσει εις κανένα χειρότερο ζυγό από εκείνο, όπου βαστούσαν οι πατέρες μας…
– Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Πυρσός» (παρατίθεται στα ΑΣΚΙ), των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία, τον Μάρτη του 1961.
katiousa
Θεόφιλος Χατζημιχαήλ: «Ο Ήρως της Γραβιάς Οδυσσεύς Ανδρούτσος το 1821» (1912)
Στις 5 του Ιούνη 1825, δολοφονήθηκε από Έλληνες στην Αθήνα, στο κελί όπου κρατούνταν φυλακισμένος πριν δικαστεί, ο Φιλικός επαναστάτης του 1821 Οδυσσέας Ανδρούτσος.
Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν μια από τις έξοχες στρατιωτικές φυσιογνωμίες του Εικοσιένα, που με τη μάχη της Γραβιάς, στις 8 του Μάη του 1821 έσωσε στα πρώτα της βήματα την Επανάσταση. Βγαλμένος από το λαό και φλογερός υπερασπιστής του, κυνηγήθηκε από τους πολιτικάντηδες και τους κοτζαμπάσηδες
και τέλος απαγχονίστηκε με κρυφή διαταγή της κυβέρνησής τους στον Πύργο της Ακρόπολης. Τον βάφτισαν κι αυτόν προδότη, όπως τον Καραϊσκάκη και τον Κολοκοτρώνη, όπως και σήμερα οι απόγονοί τους βαφτίζουν τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης.
Ο Ανδρούτσος αντιπροσωπεύει τη γνήσια εθνικολαϊκή συνείδηση του Εικοσιένα με τα δημοκρατικά αναγεννητικά της αιτήματα, που την προδοσία τους συμβολίζει και ο δικός του τραγικός θάνατος.
Τα γράμματα του Ανδρούτσου, που σώζονται, στέκονται ανάμεσα στα καλύτερα κείμενα του Εικοσιένα. Ένα απ’ αυτά, που το απευθύνει στον μεγαλοκοτζαμπάση Αναστάσιο Λόντο στις 14 του Γενάρη του 1824 και που παρουσιάζει τον Ανδρούτσο τέτοιον όπως ήταν, παλικάρι και υπερασπιστή των δίκαιων του αγώνα, δημοσιεύουμε παρακάτω.
«Εσύ έχεις πολλές δουλειές και καθώς ακούω καταγίνεσαι ημέρα και νύκτα. Δια τούτο δεν έπρεπε να σε εμποδίσω με τούτο το γράμμα, και μάλιστα οπού μαζί σου δεν έχω ανταπόκριση, όντας άλλη η δική μου δουλειά και άλλη η ιδική σου. Μολοντούτο, επειδή είδα εις ενός σου φίλου γράμμα ν’ αναφέρεις το όνομά μου, βιασμένος είμαι να σου κάνω πέντε εξ αράδες. Και αν έχουν κανένα καλό μέσα, άκουσέ το, ειδεμή κάψε τες.
Λέγεις του φίλου σου: Αν γράψεις σ’ εκείνο το διάβολο, τον Οδυσσέα, γράψε του από μέρους μου να βγάλει μερικούς διαβόλους από μέσα του. Του το λέγω μπέσα – με –μπέσα, και τότε θέλει γίνει χρήσιμος εις την πατρίδα, και θέλει λάβει αξίως το όνομα το οποίο φέρει.
Κύριε, καθώς λέτε σεις οι διαβασμένοι, δυο λογιών διαβόλοι εμβαίνουν μέσα εις ανθρώπους. Πρώτης λογής, ως έλεγε ο φιλόσοφος που απέθανε εδώ κάτου, είναι ο διάβολος που κάθε καλός άνθρωπος έχει μέσα του, ο διάβολος που ερμηνεύει και δείχνει τον καλόν δρόμο και εμποδίζει το δαιμονισμένο από του να πράξει το κακό. Η θρησκεία μας μας διδάσκει να πιστεύουμε, ότι κατά θεία παραχώρηση μπαίνει πολλές φορές ο διάβολος σ’ έναν άνθρωπο και τον ερμηνεύει να κάνει όλα τα κακά, και αυτός είναι ο δεύτερος διάβολος. Τώρα εγώ είμαι σε απορία, ποίος διάβολος σε σένα κατοικεί, ο πρώτος ή ο δεύτερος; Όσο δια λόγου μου, να ξεύρεις ότι αφήνω εσένα να μου πεις ποίο από τους δύο διαβόλους έχω μέσα μου. Ο πατέρας μου, εν καιρώ Τουρκίας, εγύριζε μέσα εις τα βουνά και εσκότωνε Τούρκους· έτρεχε εις τους κάμπους και εις τα όρη, και εθανάτωνε Τούρκους· ενυκτέρευε εις τα δάση, εκρύπτετο εις τα ποτάμια, εσκότωνε Τούρκους· όσες φορές ευρέθη εις τα βάθη της θαλάσσης, Τούρκους έπνιγε. Και εις ολιγολογία, αφού ερήμωσε πολλές επαρχίες των τυράνων, ως αληθινός δαιμονισμένος υπέρ της Πατρίδος, εμαρτύρησε εις αυτή την καθέδρα του τυράνου μας. Τι λογής διάβολο είχε μέσα του, του πρώτου είδους, ή του δεύτερου, εγώ δε μπορώ να το αποφασίσω και στέκει σε σένα να το γνωρίσεις.
Εγώ δε, χωρίς προσωπικώς να γνωρίζω από ποίο δαίμονα εσύρετο ο πατέρας μου, ήρχισα από παιδί ορφανό να γυρεύω τα χνάρια του ιδίου του διαβόλου. Τον περισσότερο καιρό της ζωής μου, πού τον επέρασα; Τον επέρασα σκοτώνοντας Τούρκους, κυνηγώντας τυράνους. Τον επέρασα εις τα σπήλαια και εις τα βουνά. Τα καρτέρια των δρόμων, οι λόγγοι και τα άγρια θηρία είναι μάρτυρες, ότι δυσκόλως έφευγεν ο Τούρκος από τα χέρια μου, αν εζύγωνε καμιά πενηνταριά οργιές.
Εγώ εσυναναστρεφόμουν με αυτούς τους τυράνους και ήμουν καλά πληρωμένος, δια να σέβομαι τους ομογενείς των, αλλά, κινούμενος από το διάβολό μου, Τούρκους εσκότωνα. Οι κρημνοί, τα ποτάμια, οι πάγοι, τα χιόνια και τα δάση, ήταν τ’ αγαπητά κατοικητήρια, το τουρκικό αίμα το προσφάγι μου.
Εσηκώθη η Επανάστασις και ευθύς, συρόμενος από το διάβολό μου, ελάτρευα τους αρχηγούς της, τη φωνή της άκουσα εις τα φυλλοκάρδια μου, εσεβάστηκα την απόφασή της και έτρεξα με όλους τους αρματολούς της Ελλάδος να σκοτώσω Τούρκους. Μολονότι εκέρδιζα εν καιρώ Τουρκίας, ο διάβολός μου μου αφήσερε αυτή την κλίση, αφού εσηκώσαμε τ’ άρματα. Και τι να πολυλογώ; Τόσο με εφώτισε ο διάβολός μου, ώστε να γεμίσω ψείρες, να λιμάξω ψωμί, να κείτομαι εις τα νερά, εις τα χιόνια και εις τη λάσπη, να δοκιμάζω κάθε στρατιωτική αχαριστία, να πίνω φαρμάκια από εχθρούς και φίλους, να κυνηγώμαι ως κατάδικος από αυτούς τους συγγενείς και φίλους της δικαιοσύνης, να επιθυμώ συνελεύσεις εθνικάς, να αγαπώ δικαίους διοικητάς, να είμαι λάτρις των εναρέτων και φίλος των σοφών, να διψώ την αυτονομία και ανεξαρτησία της Ελλάδος, επιθυμώντας μόνο κι μόνο Έλληνες να διοικούν και να βασιλεύουν εις τους Έλληνας. Εκ τούτων δάσκαλε ημπορείς να συμπεράνεις ποίος διάβολος ευρίσκεται μέσα μου.
Είναι ο διάβολος που έκανε το Σωκράτη να πιει το φαρμάκι δια τας ειλικρινείς εις την πατρίδα του εκδουλεύσεις ή πάλι είναι ο δαίμονας, όστις έκαμε τους ομογενείς να παραδώσουν την πατρίδα εις τους Μακεδόνας, εις τους Ρωμαίους και έπειτα εις τους Τούρκους; Εγώ για λόγου μου νομίζω ότι εσύ έχεις μέσα σου το διάβολο οπού είχε και ο Σωκράτης, που ξέρεις γράμματα και διαβάζεις τον Ξενοφώντα και τον Πλάτωνα. Είσαι νέος έως 22 χρονώ, και μολοντούτο είσαι βουλευτής. Χαίρεσαι υπόληψη, μολονότι λες πως και χωρίς ομόνοια δύνατε η Πατρίς να κυβερνηθεί, με τα γράμματα και τον Ξενοφώντα στο χέρι. Σχίζεις τη διοίκηση του Έθνους, διαφεντεύεις τους συγγενείς σου οπού καταξρατούν τα εθνικά εισοδήματα, σπείρεις ζιζάνια εις Μοριά και Ρούμελη, ανεβάζεις και κατεβάζεις από τα αξιώματα όποιο θέλεις.
Τέλος πάντων, δίνεις καλό παράδειγμα εις την επαρχία σου, της χρηστοηθείας, της εγκρατείας, της αφιλοκερδείας, της δικαιοσύνης. Ερμηνεύεις τους συγγενείς σου, ως μαθητάς του Σωκράτους, να μην αδικούς εις τη ζωή, εις την τιμή, εις την ιδιοκτησία όλους τους συνεπαρχιώτας των. Εις ολίγα λόγια, ερευνώντας και εγώ από το μέρος μου τίνες αι πράξεις του πατρός σου και αι ανδραγαθίαι του αδελφού σου, το φέρσιμο των προυχόντων συγγενών σου, ενθυμούμενος της διάλυση της Εθνικής Συνέλευσης εξ αιτίας σου, την προσκόλλησή σου εις ξένη Αυλή και όχι εις την απελευθέρωση της Ελλάδος, συμπεραίνω, δάσκαλε, μπέσα-με-μπέσα, ότι εσύ έχεις μέσα σου το δαίμονα του Σωκράτους.
Κοίταξε όμως καλά, ότι κάθε Έλληνας έχει μέσα του δώδεκα λεγεώνας διαβόλων. Και έπαρε τα μέτρα σου, διότι, ως λέγει η παροιμία, ένας διάβολος σκοτώνει τον άλλο. Κοίταξε καλά, διότι ή κοντεύει να χαθεί η Πατρίς, ή θα πέσει εις κανένα χειρότερο ζυγό από εκείνο, όπου βαστούσαν οι πατέρες μας…
– Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Πυρσός» (παρατίθεται στα ΑΣΚΙ), των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία, τον Μάρτη του 1961.
katiousa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου