του Bhaskar Sunkara
Ο Μαρξισμός, ως ανάλυση έρχεται εκ νέου
στην επικαιρότητα μέσα στην οικονομική κρίση. Αλλά όπως είπε και ο Μαρξ,
το ζήτημα δεν είναι απλά να ερμηνεύσουμε τον κόσμο, αλλά να τον
αλλάξουμε
Το κεφάλαιο ανέκαθεν προσπαθούσε να μας
πουλήσει οράματα του αύριο. Στην Διεθνή Έκθεση της Νέας Υόρκης το 1939,
οι επιχειρήσεις εξέθεταν τις...
νέες τεχνολογίες: νάιλον, κλιματιστικά,
λάμπες φθορίου αλλά και το καθόλα εντυπωσιακό View-Master. Αλλά πέρα από
τα προϊόντα, το κεφάλαιο προσπαθούσε να πουλήσει το ιδανικό της
μικροαστικής αναψυχής και της αφθονίας, σε αυτούς που είχαν κουραστεί
από την οικονομική ύφεση και την προοπτική ενός Ευρωπαϊκού πολέμου.
Με μια βόλτα στο περίπτερο “Futurama” οι
επισκέπτες ταξίδευαν στη μικρογραφία μεταμορφωμένων τοπίων, που...
απεικόνιζαν νέους αυτοκινητόδρομους και έργα ανάπτυξης: τον κόσμο του
μέλλοντος. Αυτή ήταν μια ενστικτώδης προσπάθεια ανανέωσης της πίστης
στον Καπιταλισμό.
Με την Αυγή του Δευτέρου Παγκοσμίου
Πολέμου, κομμάτι αυτού του οράματος έγινε πραγματικότητα. Ο Καπιταλισμός
πρόκοψε και, αν και με άνισο τρόπο, υπήρξε μια κάποια πρόοδος για τους
Αμερικανούς εργάτες. Με την πίεση «από τα κάτω», το κράτος αλώθηκε, δεν
τσακίστηκε, από τους ρεφορμιστές και ο ταξικός συμβιβασμός, όχι μονάχα η
ταξική πάλη, έδωσε ώθηση στην οικονομική μεγέθυνση και διένειμε
πρωτόγνωρη οικονομική ευημερία .
Η εκμετάλλευση και η καταπίεση δεν
εξαφανίστηκαν, αλλά το σύστημα δεν φαίνονταν μόνο παντοδύναμο και
δυναμικό, αλλά επίσης διαλλακτικό και δημοκρατικό. Η πρόοδος όμως
ξεθώριαζε σταδιακά. Η σοσιαλδημοκρατία ήρθε αντιμέτωπη με την δομική
κρίση του 1970, την οποία ο Μιχάλ Καλέτσκι , συγγραφέας του βιβλίου
‘Πολιτικές Όψεις της Πλήρους Απασχόλησης’, την είχε προβλέψει δεκαετίες
νωρίτερα
Ο αναδυόμενος νεοφιλελευθερισμός κατάφερε
όντως να συγκρατήσει τον πληθωρισμό και να αποκαταστήσει τα κέρδη, αλλά
μόνο μέσα από μια φαύλη επίθεση στην εργατική τάξη. Υπήρξαν κάποιες
στημένες μάχες προς υπεράσπιση του κράτους πρόνοιας, αλλά σε μεγάλο
βαθμό η εποχή μας χαρακτηρίζονταν από την από-ριζοσπαστικοποίηση και την
πολιτική συναίνεση. Από εκείνη τη στιγμή οι πραγματικοί μισθοί
καθηλώθηκαν, το χρέος συσσωρεύτηκε και οι προοπτικές για τη νέα γενιά,
κολλημένες ακόμα με το όραμα του παλιού σοσιαλδημοκρατικού συμβολαίου,
είναι θλιβερές.
Η έκρηξη των τεχνολογιών της δεκαετίας
του ’90 έφερε στο δημόσιο διάλογο το θέμα της ελαφριάς και προσαρμόσιμης
«νέας οικονομίας», που θα αντικαθιστούσε τον παλιό Φορντικό εργασιακό
χώρο. Αλλά αυτή ήταν απλά μια μακρινή αντήχηση του μέλλοντος που
υπόσχονταν η Διεθνής Έκθεση του 1939.
Όπως και να’ χει, η ύφεση του 2008 γκρέμισε τα όνειρα αυτά. Το Κεφάλαιο, απαλλαγμένο από την απειλή των «από κάτω», αναπτύχθηκε έτσι παρακμιακό, άγριο και σπεκουλαδόρικο.
Όπως και να’ χει, η ύφεση του 2008 γκρέμισε τα όνειρα αυτά. Το Κεφάλαιο, απαλλαγμένο από την απειλή των «από κάτω», αναπτύχθηκε έτσι παρακμιακό, άγριο και σπεκουλαδόρικο.
Για μεγάλο κομμάτι της δικιάς μου γενιάς,
το ιδεολογικό οπλοστάσιο του καπιταλισμού χάνει την ισχύ του. Το
γεγονός ότι ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι των Αμερικανών μεταξύ 18 και 30
ετών δηλώνουν ότι προτιμούν τον σοσιαλισμό από τον καπιταλισμό αντανακλά
τουλάχιστον ότι η ψυχροπολεμική σύγχυση του σοσιαλισμού με τον
σταλινισμό έχει πλέον χάσει την επιρροή της.
Το ίδιο ισχύει και σε διανοητικό επίπεδο.
Κάποιοι μαρξιστές έχουν κερδίσει μια κάποια δημόσια προβολή: το
περιοδικό Foreign Policy απευθύνθηκε στον Λίο Πάνιτς, και όχι στον Λάρυ
Σάμερς, για να εξηγήσει την πρόσφατη οικονομική κρίση, ενώ διανοητές
όπως ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ βλέπουν την καριέρα τους να ανακάμπτει τελευταία.
Η ευρύτερη αποδοχή της σκέψης που βρίσκεται στα αριστερά του
φιλελευθερισμού –μέρος της οποίας είναι και το περιοδικό που εκδίδω, το
“Jacobin”- δεν είναι απλά αποτέλεσμα της απώλειας της πίστης προς τις
κυρίαρχες εναλλακτικές, αλλά μάλλον της ικανότητας των ριζοσπαστών να
θέτουν βαθύτερα δομικά ερωτήματα και να θέτουν τις νέες εξελίξεις στο
ιστορικό τους πλαίσιο.
Τώρα, ακόμα και ο πασίγνωστος και
πολυβραβευμένος φιλελεύθερος Πωλ Κρούγκμαν ανασύρει ιδέες που από καιρώ
είχαν εξοστρακιστεί στο περιθώριο της αμερικάνικης ζωής. Σκεπτόμενος την
αυτοματοποίηση και το μέλλον της εργασίας, ο Κρούγκμαν ανησυχεί ότι
αυτή «είναι η ηχώ του παλιομοδιτικου Μαρξισμού -πράγμα το οποίο δεν θα
έπρεπε να είναι λόγος να αποφεύγουμε να κοιτάμε τα γεγονότα, όπωε συχνά
συμβαίνει». Αλλά η αναδυόμενη Αριστερά έχει κάτι παραπάνω από ανησυχίες,
έχει ιδέες: για τη μείωση του εργάσιμου χρόνου, την
από-εμπορευματοποίηση της εργασίας. Μα επιπλέον, ξέρει και τους τρόπους
μέσα απ’ του οποίους οι πρόοδοι στη παραγωγή μπορούν να κάνουν τη ζωή
καλύτερη, όχι χειρότερη.
Αυτό είναι και το δυνατό σημείο του ρεύματος που εξελίσσεται στην σοσιαλιστική διανόηση του 21ου
αιώνα: η προθυμία παρουσίασης ενός οράματος για το μέλλον, κάτι
βαθύτερο από μια απλή κριτική. Αλλά οι μετοτοπίσεις στη διανόηση από
μόνες τους δεν σημαίνουν και πολλά.
Παρά την ανάδυση του κινήματος Occupy το
2011, η διερρεύνηση του πολιτικού τοπίου στην Αμερική μας δίνει μια
θλιβερή εικόνα. Το εργατικό κίνημα έχει δείξει κάποια σημάδια ζωής,
ιδιαίτερα ανάμεσα στους δημόσιους υπαλλήλους που αντιστέκονται στη
λιτότητα,αλλά στην καλύτερη περίπτωση οι μάχες που δίνονται είναι
αμυντικές μάχες της οπισθοφυλακής. Οι δείκτες συνδικαλιστικής πυκνότητας
συνεχίζουν να πέφτουν, και αντί για τον επαναστατικό ζήλο, βασιλεύει η
απάθεια.
Ο Μαρξισμός στην Αμερική χρειάζεται να
γίνει κάτι παραπάνω από ένα αναλυτικό εργαλείο για τους πολιτικούς και
οικονομικούς σχολιαστές, που ασπάζονται την επικρατούσα άποψη και είναι
σαστισμένοι από τον κόσμο μας που αλλάζει. Χρειάζεται να γίνει ένα
πολιτικό εργαλείο για να αλλάξουμε εμείς αυτόν τον κόσμο. Να διαδοθεί
προφορικά και όχι μόνο γραπτά, να προσαρμοστεί για μαζική κατανάλωση,
πλασάροντας ένα όραμα αναψυχής και αφθονίας και δημοκρατίας, πολύ πιο
πραγματικών από αυτά που πρόσφεραν οι προφήτες του καπιταλισμού το 1939.
Μια σοσιαλιστική Disneyland εμπνευσμένη από το «τέλος της Ιστορίας».
Μετάφραση: Δημήτρης Σουφτάς
Ο Bhaskar Sunkara είναι εκ των ιδρυτών του περιοδικού “Jacobin”
πηγή: Guardian
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου