Ανακοίνωση του Μένουμε Θεσσαλονίκη, δημοτικής κίνησης του Δήμου Θεσσαλονίκης
Με
την πρόσκληση του προέδρου της ΠΓΔΜ, Ζ. Ζάεφ, για να γιορτάσει μαζί με
τον Γ. Μπουτάρη την Πρωτοχρονιά, ο τελευταίος ενεπλάκη στις διαδικασίες
επαναπροσέγγισης των δυο κρατών για να βελτιώσει το μεταξύ τους
κλίμα. Ως συνήθως όμως, όπως κάθε φορά που καταπιάνεται με εθνικά
θέματα, ο Δήμαρχος τα έκανε μαντάρα: Όχι μόνον δεν
έφερε κοντύτερα τις δυο πλευρές, αλλά κατάφερε να εξοργίσει την
πλειοψηφία της μίας, μάλιστα της δικής του, δυσκολεύοντας έτσι πολύ
περισσότερο την κατάσταση, απ’ ό,τι θα την βελτιώσουν διαφημιστικού
εμπνεύσεως καμπάνιες, όπως η κοινή ελληνοσκοπιανή
κάθοδο του Αξιού με…
κανό.
Το πρόβλημα είναι εγγενές στην
πολιτική περσόνα Μπουτάρη: Ο νεοφιλελεύθερος εθνομηδενισμός του τον έχει
ήδη αποξενώσει οριστικά από την τοπική πλειοψηφία, και άρα,
οποιαδήποτε παρέμβασή του πάνω στα εθνικά ζητήματα είναι ναρκοθετημένη
εξ αρχής: Ποιoς θα πιστέψει έναν Δήμαρχο που μεροληπτεί συστηματικά
εναντίον της ελληνικής ιστορίας και της ταυτότητας της πόλης, διότι
θέλει να αυτοσκηνοθετείται ως ανεκτικός στον εθνικισμό των άλλων, κάτι
που υπαγορεύει τόσο το «σχέδιό» του για την πόλη όσο και μικροπολιτικές
αναγκαιότητες τις οποίες θα συζητήσουμε στην συνέχεια; Από την πρώτη
στιγμή της ανόδου του στην Δημαρχία της Θεσσαλονίκης έχει εκσφενδονίσει
πλείστες όσες «χειροβομβίδες»: Η Θεσσαλονίκη «προσαρτήθηκε» το 1912, «η
Ελλάδα προκάλεσε την παρακμή της πολυπολιτισμικής οθωμανικής
Θεσσαλονίκης», τα Σκόπια είναι νέτη «Μακεδονία» κάθε φορά που τα
επισκέπτεται, στο brand της πόλης –όπως ονομάζουν πλέον οι protégé του
την ταυτότητά της, υποδεικνύοντας έτσι άθελά τους την εμπορευματοποίηση
της ιστορίας της– κυριαρχεί ο τάχα «ένδοξος Οθωμανισμός».
Με
τα όσα έχουν προηγηθεί, δεν είναι τυχαίο που για τον Μπουτάρη
«κατάπτυστοι» είναι οι συμπολίτες του που ξεσηκώνονται από τον υπαρκτό
αλυτρωτισμό των γειτόνων, που είναι παρών στο Σύνταγμα, στην εκπαίδευση,
στο στάτους της ιθαγένειάς τους, και εκδηλώνει με το πιο επίσημο τρόπο την
διάθεση σφετερισμού της ιστορίας, της ταυτότητας και βεβαίως των εδαφών
της Ελλάδας, και όχι ο μακεδονικός σωβινισμός που ακυρώνει μέχρι σήμερα
κάθε προοπτική εύρεσης κοινά αποδεκτής λύσης. Γιατί δεν πρόκειται για
τον αυτοπροσδιορισμό Σλάβων που διατηρούν τις δικές τους ιστορικές ρίζες
στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας –κάτι, για παράδειγμα,
που συμβαίνει με τους Βούλγαρους δίχως να προκαλείται η ελληνική
κοινωνία–, αλλά για την αμφισβήτηση και την αποδόμηση της ταυτότητας των
Ελλήνων.
Έτσι, σύμφωνα με την στάση
Μπουτάρη, θα πρέπει να δείξουμε κατανόηση σε αυτόν τον επιθετικό
εθνικισμό που διεκδικεί ξένα εδάφη, και να τον νταντέψουμε προς
εξημέρωση τάζοντάς του μπίζνες, ενώ στην άμυνα για την υπεράσπιση της
ταυτότητας των Ελλήνων της Μακεδονίας αξίζουν μόνο απαξίωση και ύβρεις…
Έπειτα απ’ όλα αυτά, δεν είναι τυχαίο πως η παρέμβασή του αποδείχθηκε
και πάλι εντελώς τοξική, κλιμάκωσε την διχόνοια, προκάλεσε
αντιπαραθέσεις, διέσπειρε την σύγχυση και προκάλεσε τις εξ αντανακλάσεως
αντισυσπειρώσεις. Φυσικά, ο Μπουτάρης είναι έξυπνος άνθρωπος και τα
γνωρίζει όλα αυτά. Ωστόσο μάλλον αδιαφορεί, πιστεύουμε για δυο λόγους:
Πρώτον,
θεωρεί τις αντιδράσεις ως παράπλευρη απώλεια, ένα τίμημα για την
προώθηση του οράματος-σχεδίου που έχει για την πόλη: Η Θεσσαλονίκη ως σημαία ευκαιρίας,
ανοιχτή στα μεγάλα κέντρα της γεωπολιτικής ισχύος, μπορεί να αποτελέσει
πεδίο ευημερίας για ένα νέο, πολυεθνικό κοινωνικό μπλοκ επιχειρηματιών,
αλλά και διανοουμένων που μέσω των ΜΚΟ, των ΜΜΕ και των πανεπιστημίων,
και υπό τις ευλογίες των ΗΠΑ, του Ιδρύματος Σόρος, των Γερμανών και του
Ερντογάν, θα παράγουν αυτό το νέο αυτοκρατορικό περιβάλλον.
Δεύτερον, διότι ο νεοφιλελέ εθνομηδενισμός είναι
το μοναδικό αποτελεσματικό όπλο στην πολιτική του φαρέτρα: Μπορεί να
αποξενώνει την πλειοψηφία, ωστόσο αυτή, εξαιτίας της κρίσης του
πολιτικού συστήματος, των κομμάτων, και γενικότερα της εκπροσώπησης δεν
εκδηλώνεται εκλογικά. Επομένως, αρκεί μια συμπαγής μειοψηφία ώστε
κάποιος να κατακτήσει την Δημαρχία, κι αυτήν την συγκροτεί ακριβώς σε
αυτήν την βάση, μιας και ο εθνομηδενισμός είναι το συγκολλητικό στοιχείο
που ενώνει μπροστά στην κάλπη ψηφοφόρους από νεοφιλελεύθερους
επιχειρηματίες μέχρι… αντιεξουσιαστές. Αυτό είναι το ιδιότυπο κοινωνικό
μπλοκ του Μπουταρισμού, ένα μπλοκ που υπερβαίνει δια της
παγκοσμιοποίησης το δίπολο αριστερά-δεξιά, είναι μειοψηφικό, ωστόσο
εξαιτίας της οικονομικής και της μορφωτικής του ισχύος ασκεί εντελώς
δυσανάλογη των μεγεθών του επίδραση στα δρώμενα της πόλης. Επομένως και
προς το παρόν, το σκιάχτρο του «εθνικισμού» είναι βολικό για τον Γιάννη
Μπουτάρη, και γι’ αυτό φροντίζει να το ενισχύει με κάθε πλάγιο τρόπο,
και να το προκαλεί με εμπρηστικές δηλώσεις. Δεν είναι τυχαίο, εξ άλλου,
ότι εξαιτίας και της πρώτης του θητείας η Χρυσή Αυγή εισήλθε για
πρώτη φορά στην αυτοδιοικητική σκηνή το 2014 συγκεντρώνοντας το διόλου
ευκαταφρόνητο 7%.
Υπό αυτήν την
έννοια, η παρέμβαση Μπουτάρη στο «Μακεδονικό» είναι άκρως καταστροφική,
και πρέπει να καταγγελθεί ως τέτοια: Ο εθνομηδενισμός του, βλάπτει
σοβαρά την διπλωματία και κάθε εθνική πρωτοβουλία που παίρνει. Εξάλλου η
πολιτική του είναι ακραία διχαστική σε κάθε επίπεδο, ταξικό,
πολιτισμικό, αφορά στους λίγους, και ως τέτοια δεν είναι σε θέση να
πετύχει το εύρος των συναινέσεων που απαιτεί μια εθνική πολιτική.
Χειρότερα, δεν είναι σε θέση να εκφράσει καν την πόλη που τον εξέλεξε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου