Την έχουν πολλές φορές προκαλέσει να
βγει να μιλήσει για τις υποθέσεις των τεσσάρων βιασμών που έχει αναλάβει
ως δικηγόρος και για τις οποίες δέχεται σειρά επιθέσεων επί χρόνια,
ιδίως δε τον τελευταίο καιρό ως βουλευτής. Και όμως, σε ανύποπτο χρόνο,
και πάντως πριν αναλάβει βουλευτικά καθήκοντα, η Ζωή Κωνσταντοπούλου,
έχει απαντήσει, αντικρούοντας τότε «φίλια πυρά».
Το Real.gr φέρνει στο φως δύο έγγραφα. Το πρώτο, με ημερομηνία
2/5/2010 απαντά σε ανυπόγραφο κείμενο από το προσωπικό mail της κ. Σίσσυς Βωβού, μέλους της Φεμινιστικής Πρωτοβουλίας για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών και του Δικτύου Γυναικών ΣΥΡΙΖΑ το οποίο φαίνεται να είχε γράψει και το κείμενο. Το δεύτερο, έχει ημερομηνία 10/4/2012, έναν μήνα πριν από τις εκλογές του Μαΐου,απευθύνεται στη Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ, το Δίκτυο Γυναικών ΣΥΡΙΖΑ και ξεκινάει με την προσφώνηση «συντρόφισσες-σύντροφοι»...
Υπενθυμίζοντας ότι «Δράκο του Σέιχ Σου ονόμαζαν και τον Αριστείδη Παγκρατίδη, τον νεαρό που στη δεκαετία 70 εκτελέσθηκε, για να αποδειχθεί αργότερα ότι ήταν αθώος και ότι είχε ομολογήσει έναντι πινακίου φακής», η κ. Κωνσταντοπούλου αναρωτιέται αν «αυτή τη Δικαιοσύνη θέλουμε;». Σημειώνει δε, ότι «η επιστολογράφος δεν νομιμοποιείται να αποκαλεί κανέναν «Δράκο» ενώ ακόμη δεν έχει ούτε καν κριθεί αμετάκλητα από τη Δικαιοσύνη-πολύ λιγότερο όταν δεν έχει κριθεί για κατηγορίες ούτε σε πρώτο βαθμό», καθώς και ότι «όλοι οφείλουμε σεβασμό στο τεκμήριο της αθωότητας».
Απαντώντας δύο χρόνια νωρίτερα στην κατηγορία περί «υπερασπιστικής τακτικής των συνεχών αναβολών της δίκης, η οποία οδηγεί αναπόφευκτα τα θύματα να απογοητευθούν και να πάψουν να έρχονται στην Ελλάδα από τις μακρινές τους χώρες», εξηγούσε τους λόγους των αναβολών. «Οι περισσότερες αναβολές έχουν δοθεί είτε λόγω μη κλήτευσης είτε λόγω μη προσέλευσης ουσιωδών μαρτύρων και συγκεκριμένα των γυναικών που φέρονται ως θύματα βιασμού. Μέχρι σήμερα, σε καμία δικάσιμο δεν εμφανίσθηκαν και οι τρεις αυτές ουσιώδεις μάρτυρες (σ.σ. για τις οποίες εκκρεμεί η δίκη, αφού για την τέταρτη έχει εκδικαστεί σε πρώτο βαθμό με καταδίκη του κατηγορουμένου) ώστε να μπορεί να προχωρήσει η δίκη.
Από εμένα ουδέποτε ζητήθηκε αναβολή εκδικάσεως της υποθέσεως, παρά μόνο στις 22 Μαρτίου του 2010, διότι από την 17 Μαρτίου υπερασπιζόμουν και υπερασπίζομαι την οικογένεια του 15χρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, στη γνωστή δίκη για τη δολοφονία του με κατηγορουμένους τους Ειδικούς Φρουρούς Επ.Κορκονέα και Β.Σαραλιώτη, που διεξάγεται ενώπιον του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Άμφισσας και είναι ακόμη σε εξέλιξη,εκδικάζεται δε καθημερινά, με το 18μηνο προσωρινής κράτησης των κατηγορουμένων να λήγει σε 1 μήνα», γράφει.
Στο δεύτερο κείμενό της, επανέρχεται, μιλώντας και πάλι για «μία και μόνη» φορά που είχε ζητήσει αναβολή, όταν ανέλαβε την υπόθεση Αλ. Γρηγορόπουλου, ακολουθώντας τότε την ίδια τακτική σε όλες τις υποθέσεις που χειριζόταν «δίνοντας απόλυτη προτεραιότητα σε αυτή την υπόθεση, που είναι αδιαμφισβήτητης ιστορικής, κοινωνικής και πολιτικής σημασίας».
Σε άλλο σημείο, κατηγορεί την επιστολογράφο πως αποκρύπτει ότι στη δίκη για την υπόθεση των βιασμών «και σε ημέρα κατά την οποία η πολιτική αγωγή ζήτησε νέα αναβολή (Ιανουάριος 2011), η ίδια η επιστολογράφος συνοδευόταν από άτομα που επιτέθηκαν στον κατηγορούμενο με ύβρεις και απειλές, ακόμη και προς την σύζυγο και για τα ανήλικα παιδιά του, μέσα στην αίθουσα του Δικαστηρίου, γεγονός για το οποίο διατάχθηκε εισαγγελική έρευνα», διερωτούμενη αν ʽαυτές είναι ενέργειες υπεράσπισης του γυναικείου κινήματοςʼ και σημειώνοντας πως από το 2010 δεν της είχε ακόμα απαντηθεί αν όσα αναφέρονταν αποτελούν θέση του Δικτύου Γυναικών ΣΥΡΙΖΑ.
«Στα πλαίσια της ίδιας πρακτικής έγινε διάβημα προς τον αθλητικό σύλλογο της 14χρονης κόρης του κατηγορουμένου, να τη διαγράψει, ως ʽκόρη βιαστήʼ (!!!) και εστάλησαν στο παιδί μέσω facebook κανιβαλικά e-mails», καταγγέλλει, κάνοντας λόγο για ʽφασιστικές και γκεμπελικές πρακτικές που ουδεμία σχέση έχουν με την αριστερά.
Όσο για τις γυναίκες, επισημαίνει ότι «η μία δεν έχει έρθει ποτέ στο Δικαστήριο, η άλλη έχει έρθει μία και μοναδική φορά, αφού προηγουμένως τιμωρήθηκε για λιπομαρτυρία (...) η δε τρίτη έχει έρθει δύο φορές, όχι ʽαπό μακρινή χώραʼ, αλλά από την Αγγλία, εκ των οποίων τη μία φορά η υπόθεση αναβλήθηκε επειδή απουσίαζαν οι άλλες δύο...».
Αντιστοίχως, αποδομεί τις κατηγορίες ότι ο κατηγορούμενος κυκλοφορεί ελεύθερος, διευκρινίζοντας ότι «ο κατηγορούμενος παρέμεινε 18 μήνες έγκλειστος, από το 2005 έως το 2007, εν συνεχεία αφέθηκε ελεύθερος με απόφαση του Δικαστηρίου, από το 2007 έως το 2012, στήριξε επί 5 χρόνια τη σύζυγο και τα ανήλικα παιδιά του, σήμερα 9 και 14 ετών, εργαζόταν νυχθημερόν ως μισθωτός και προσέφερε εθελοντική εργασία και συμπαράσταση σε καρκινοπαθείς. Ήταν πάντοτε παρών στο Δικαστήριό του. Το 2008, με νομοθέτημα που τότε ίσχυσε, του δόθηκε η δυνατότητα να εξαγοράσει την πρωτόδικη ποινή του, αλλά επέλεξε να μη στερήσει τα χρήματα αυτά από την οικογένειά του και να διεκδικήσει την αναγνώριση της αθωότητάς του κατʼ έφεση.
Πρόσφατα, με φωτογραφική παρέμβαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, μπήκε άρον-άρον στη φυλακή, χωρίς να του δοθεί ο λόγος ούτε για να ζητήσει ελαφρυντικά». Σημειώνει δε ως προς την ουσία της υπόθεσης που εκκρεμεί, με την ίδια να δεσμεύεται από την δικηγορική δεοντολογία να μη διεξάγει μία δίκη εκτός Δικαστηρίου, ότι «ο κατηγορούμενος έχει αρνηθεί την κατηγορία, αλλά και ότι όσα υποστηρίζει η επιστολογράφος δεν τα υποστηρίζουν ούτε καν οι γυναίκες που φέρονται ότι βιάσθηκαν». Υποστηρίζει λοιπόν η κ. Κωνσταντοπούλου ότι η επίθεση εις βάρος της έχει «συγκεκριμένη πολιτική σκοπιμότητα», κάνοντας λόγο για «ιδιοτελή κίνητρα».
Πέραν όμως των απαντήσεων της ίδιας, αίσθηση προκαλεί συνέντευξη στις 5/2/2013 του αντιδίκου της Θανάση Τάρτη (σ.σ.εκπροσωπεί δύο γυναίκες), κατά την οποία υποστηρίζει ότι «η αντίδικός μου η Ζωή Κωνσταντοπούλου θεωρώ ότι κάνει πάρα πολύ καλά τη δουλειά της». Σημειώνοντας δε ότι «σε αυτή την χώρα δυστυχώς έχουμε καταργήσει στην πράξη το θεσμό ότι ο καθένας είναι αθώος μέχρι της αμετάκλητης καταδίκης» συνιστά στις ενώσεις γυναικών, «παρά το ότι εμένα με βολεύει η θέση που πήραν ως υπερασπιστή των κοριτσιών», όπως λέει, να περιμένουν την εκδίκαση της υπόθεσης, ώστε πρώτα να κριθεί κάποιος ένοχος ή αθώος και μετά να πάρουν θέση. Θυμίζει μάλιστα την υπόθεση του ʽδήθεν βιασμού της Αμαρύνθουʼ, όπου ακόμα και μετά την αμετάκλητη αθώωση των παιδιών και καταδίκη της κοπέλας που τους είχε καταγγείλει, κάποιες ενώσεις γυναικών συνεχίζουν να παίρνουν θέση διαφορετική από των δικαστηρίων.
Όσο για το θέμα της καθυστέρησης, υποστηρίζει ότι έχει να κάνει «με εγγενή προβλήματα της Ελληνικής Δικαιοσύνης που ουσιαστικά οδηγεί στην αρνησιδικία και αυτό πάντα σε βάρος των πολιτών», είτε είναι κατηγορούμενοι είτε θύματα.
Το Real.gr φέρνει στο φως δύο έγγραφα. Το πρώτο, με ημερομηνία
2/5/2010 απαντά σε ανυπόγραφο κείμενο από το προσωπικό mail της κ. Σίσσυς Βωβού, μέλους της Φεμινιστικής Πρωτοβουλίας για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών και του Δικτύου Γυναικών ΣΥΡΙΖΑ το οποίο φαίνεται να είχε γράψει και το κείμενο. Το δεύτερο, έχει ημερομηνία 10/4/2012, έναν μήνα πριν από τις εκλογές του Μαΐου,απευθύνεται στη Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ, το Δίκτυο Γυναικών ΣΥΡΙΖΑ και ξεκινάει με την προσφώνηση «συντρόφισσες-σύντροφοι»...
Υπενθυμίζοντας ότι «Δράκο του Σέιχ Σου ονόμαζαν και τον Αριστείδη Παγκρατίδη, τον νεαρό που στη δεκαετία 70 εκτελέσθηκε, για να αποδειχθεί αργότερα ότι ήταν αθώος και ότι είχε ομολογήσει έναντι πινακίου φακής», η κ. Κωνσταντοπούλου αναρωτιέται αν «αυτή τη Δικαιοσύνη θέλουμε;». Σημειώνει δε, ότι «η επιστολογράφος δεν νομιμοποιείται να αποκαλεί κανέναν «Δράκο» ενώ ακόμη δεν έχει ούτε καν κριθεί αμετάκλητα από τη Δικαιοσύνη-πολύ λιγότερο όταν δεν έχει κριθεί για κατηγορίες ούτε σε πρώτο βαθμό», καθώς και ότι «όλοι οφείλουμε σεβασμό στο τεκμήριο της αθωότητας».
Απαντώντας δύο χρόνια νωρίτερα στην κατηγορία περί «υπερασπιστικής τακτικής των συνεχών αναβολών της δίκης, η οποία οδηγεί αναπόφευκτα τα θύματα να απογοητευθούν και να πάψουν να έρχονται στην Ελλάδα από τις μακρινές τους χώρες», εξηγούσε τους λόγους των αναβολών. «Οι περισσότερες αναβολές έχουν δοθεί είτε λόγω μη κλήτευσης είτε λόγω μη προσέλευσης ουσιωδών μαρτύρων και συγκεκριμένα των γυναικών που φέρονται ως θύματα βιασμού. Μέχρι σήμερα, σε καμία δικάσιμο δεν εμφανίσθηκαν και οι τρεις αυτές ουσιώδεις μάρτυρες (σ.σ. για τις οποίες εκκρεμεί η δίκη, αφού για την τέταρτη έχει εκδικαστεί σε πρώτο βαθμό με καταδίκη του κατηγορουμένου) ώστε να μπορεί να προχωρήσει η δίκη.
Από εμένα ουδέποτε ζητήθηκε αναβολή εκδικάσεως της υποθέσεως, παρά μόνο στις 22 Μαρτίου του 2010, διότι από την 17 Μαρτίου υπερασπιζόμουν και υπερασπίζομαι την οικογένεια του 15χρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, στη γνωστή δίκη για τη δολοφονία του με κατηγορουμένους τους Ειδικούς Φρουρούς Επ.Κορκονέα και Β.Σαραλιώτη, που διεξάγεται ενώπιον του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Άμφισσας και είναι ακόμη σε εξέλιξη,εκδικάζεται δε καθημερινά, με το 18μηνο προσωρινής κράτησης των κατηγορουμένων να λήγει σε 1 μήνα», γράφει.
Στο δεύτερο κείμενό της, επανέρχεται, μιλώντας και πάλι για «μία και μόνη» φορά που είχε ζητήσει αναβολή, όταν ανέλαβε την υπόθεση Αλ. Γρηγορόπουλου, ακολουθώντας τότε την ίδια τακτική σε όλες τις υποθέσεις που χειριζόταν «δίνοντας απόλυτη προτεραιότητα σε αυτή την υπόθεση, που είναι αδιαμφισβήτητης ιστορικής, κοινωνικής και πολιτικής σημασίας».
Σε άλλο σημείο, κατηγορεί την επιστολογράφο πως αποκρύπτει ότι στη δίκη για την υπόθεση των βιασμών «και σε ημέρα κατά την οποία η πολιτική αγωγή ζήτησε νέα αναβολή (Ιανουάριος 2011), η ίδια η επιστολογράφος συνοδευόταν από άτομα που επιτέθηκαν στον κατηγορούμενο με ύβρεις και απειλές, ακόμη και προς την σύζυγο και για τα ανήλικα παιδιά του, μέσα στην αίθουσα του Δικαστηρίου, γεγονός για το οποίο διατάχθηκε εισαγγελική έρευνα», διερωτούμενη αν ʽαυτές είναι ενέργειες υπεράσπισης του γυναικείου κινήματοςʼ και σημειώνοντας πως από το 2010 δεν της είχε ακόμα απαντηθεί αν όσα αναφέρονταν αποτελούν θέση του Δικτύου Γυναικών ΣΥΡΙΖΑ.
«Στα πλαίσια της ίδιας πρακτικής έγινε διάβημα προς τον αθλητικό σύλλογο της 14χρονης κόρης του κατηγορουμένου, να τη διαγράψει, ως ʽκόρη βιαστήʼ (!!!) και εστάλησαν στο παιδί μέσω facebook κανιβαλικά e-mails», καταγγέλλει, κάνοντας λόγο για ʽφασιστικές και γκεμπελικές πρακτικές που ουδεμία σχέση έχουν με την αριστερά.
Όσο για τις γυναίκες, επισημαίνει ότι «η μία δεν έχει έρθει ποτέ στο Δικαστήριο, η άλλη έχει έρθει μία και μοναδική φορά, αφού προηγουμένως τιμωρήθηκε για λιπομαρτυρία (...) η δε τρίτη έχει έρθει δύο φορές, όχι ʽαπό μακρινή χώραʼ, αλλά από την Αγγλία, εκ των οποίων τη μία φορά η υπόθεση αναβλήθηκε επειδή απουσίαζαν οι άλλες δύο...».
Αντιστοίχως, αποδομεί τις κατηγορίες ότι ο κατηγορούμενος κυκλοφορεί ελεύθερος, διευκρινίζοντας ότι «ο κατηγορούμενος παρέμεινε 18 μήνες έγκλειστος, από το 2005 έως το 2007, εν συνεχεία αφέθηκε ελεύθερος με απόφαση του Δικαστηρίου, από το 2007 έως το 2012, στήριξε επί 5 χρόνια τη σύζυγο και τα ανήλικα παιδιά του, σήμερα 9 και 14 ετών, εργαζόταν νυχθημερόν ως μισθωτός και προσέφερε εθελοντική εργασία και συμπαράσταση σε καρκινοπαθείς. Ήταν πάντοτε παρών στο Δικαστήριό του. Το 2008, με νομοθέτημα που τότε ίσχυσε, του δόθηκε η δυνατότητα να εξαγοράσει την πρωτόδικη ποινή του, αλλά επέλεξε να μη στερήσει τα χρήματα αυτά από την οικογένειά του και να διεκδικήσει την αναγνώριση της αθωότητάς του κατʼ έφεση.
Πρόσφατα, με φωτογραφική παρέμβαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, μπήκε άρον-άρον στη φυλακή, χωρίς να του δοθεί ο λόγος ούτε για να ζητήσει ελαφρυντικά». Σημειώνει δε ως προς την ουσία της υπόθεσης που εκκρεμεί, με την ίδια να δεσμεύεται από την δικηγορική δεοντολογία να μη διεξάγει μία δίκη εκτός Δικαστηρίου, ότι «ο κατηγορούμενος έχει αρνηθεί την κατηγορία, αλλά και ότι όσα υποστηρίζει η επιστολογράφος δεν τα υποστηρίζουν ούτε καν οι γυναίκες που φέρονται ότι βιάσθηκαν». Υποστηρίζει λοιπόν η κ. Κωνσταντοπούλου ότι η επίθεση εις βάρος της έχει «συγκεκριμένη πολιτική σκοπιμότητα», κάνοντας λόγο για «ιδιοτελή κίνητρα».
Πέραν όμως των απαντήσεων της ίδιας, αίσθηση προκαλεί συνέντευξη στις 5/2/2013 του αντιδίκου της Θανάση Τάρτη (σ.σ.εκπροσωπεί δύο γυναίκες), κατά την οποία υποστηρίζει ότι «η αντίδικός μου η Ζωή Κωνσταντοπούλου θεωρώ ότι κάνει πάρα πολύ καλά τη δουλειά της». Σημειώνοντας δε ότι «σε αυτή την χώρα δυστυχώς έχουμε καταργήσει στην πράξη το θεσμό ότι ο καθένας είναι αθώος μέχρι της αμετάκλητης καταδίκης» συνιστά στις ενώσεις γυναικών, «παρά το ότι εμένα με βολεύει η θέση που πήραν ως υπερασπιστή των κοριτσιών», όπως λέει, να περιμένουν την εκδίκαση της υπόθεσης, ώστε πρώτα να κριθεί κάποιος ένοχος ή αθώος και μετά να πάρουν θέση. Θυμίζει μάλιστα την υπόθεση του ʽδήθεν βιασμού της Αμαρύνθουʼ, όπου ακόμα και μετά την αμετάκλητη αθώωση των παιδιών και καταδίκη της κοπέλας που τους είχε καταγγείλει, κάποιες ενώσεις γυναικών συνεχίζουν να παίρνουν θέση διαφορετική από των δικαστηρίων.
Όσο για το θέμα της καθυστέρησης, υποστηρίζει ότι έχει να κάνει «με εγγενή προβλήματα της Ελληνικής Δικαιοσύνης που ουσιαστικά οδηγεί στην αρνησιδικία και αυτό πάντα σε βάρος των πολιτών», είτε είναι κατηγορούμενοι είτε θύματα.
Πηγή: real.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου